Κοινωνια

Το παράδοξο του gentle parenting ή αλλιώς της ήπιας γονεϊκότητας: Όρια με ενσυναίσθηση ή ενοχές με καθοδήγηση;

Όχι φωνές, όχι μπράβο, όχι μη και τώρα τι λέμε στο παιδί;

alexandra-mprountzaki.jpg
Αλεξάνδρα Μπρουντζάκη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Gentle Parenting, Ήπια Γονεϊκότητα
Gentle Parenting, Ήπια Γονεϊκότητα © Freepik

Ήπια Γονεϊκότητα, Gentle Parenting - Γονείς σε κρίση: Όταν η γονεϊκότητα γίνεται ζήτημα ψυχραιμίας και όχι αρχών

Αν είσαι millennial, ίσως θυμάσαι μια τυπική μέρα στο πάρκο όπου μαζί με τις παιδικές φωνές ακουγόταν κι ένα «Γιάννη αν δεν αφήσεις τις κοτσίδες του κοριτσιού, θα σε πάρει ο διάολος!», «Περίμενε να πάμε σπίτι και θα τα πω στον πατέρα σου, να δεις τι έχει να γίνει!» και άλλα τέτοια. Ή τις Κυριακές, με την οικογένεια όπου έτσι και τόλμαγες να είσαι αγενής ή να μη θες να περάσεις χρόνο με τους συγγενείς, οι γονείς σου –και ειδικά η μάνα σου– σε κάρφωναν με εκείνο το ύφος που σε έκοβε σαν αστεράκια νίντζα. Τώρα όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν καθώς υπάρχει ένα νέο είδος γονεϊκότητας: η «ήπια γονεϊκότητα» ή όπως λέμε στο χωριό μου, gentle parenting.

Τις τελευταίες δεκαετίες, η ήπια γονεϊκότητα (gentle parenting) – η «ευγενική» ή «συνειδητή» ανατροφή – αναδύθηκε ως απάντηση στις αυταρχικές μεθόδους παλαιότερων γενεών. Βασισμένη σε νευροεπιστημονικές μελέτες και με τη σημαία της συναισθηματικής σύνδεσης, υπόσχεται έναν νέο τρόπο ανατροφής: τα παιδιά δεν συμπεριφέρονται αρνητικά επειδή θέλουν να προκαλέσουν, αλλά επειδή το σώμα και το νευρικό τους σύστημα ανταποκρίνονται έτσι στο στρες. Η συμπεριφορά τους είναι προσαρμοστική, όχι εχθρική.

Ωστόσο, η γενίκευση αυτής της παραδοχής οδηγεί συχνά σε ένα παράδοξο: η ερμηνεία κάθε πράξης ως ένδειξη απειλής ή δυσφορίας, επιφορτίζει τους γονείς με ρόλο παιδοψυχολόγου και προσωπικού φρουρού συναισθηματικής ασφάλειας. Αν ο Γιαννάκης πετάει τα παιχνίδια του από το παράθυρο είναι το στρες που τον οδηγεί ή δοκιμάζει τα όρια του γονιού του; Και χωρίς το κόνσεπτ της τιμωρίας, πώς σταματάει ο Γιαννάκης να είναι κωλοπαίδι;

Κάπου στο σκρόλινγκ μου στο TikTok, πέτυχα το podcast «Unruffled» όπου η ειδικός Τζάνετ Τζούλιαν καθησυχάζει τους γονείς με ήρεμη φωνή και υπομονετικές αναλύσεις: αν ένα παιδί χτυπάει το αδερφάκι του, δεν είναι γιατί είναι «κακό» αλλά γιατί νιώθει παρεξηγημένο, απειλημένο, μη αποδεκτό. Αν επιμένει σε μια αρνητική συμπεριφορά, ίσως είναι επειδή οι γονείς είναι είτε υπερβολικά συναισθηματικοί είτε δεν είναι αρκετά πειστικοί – και το παιδί αναζητά μια πιο ήρεμη, ρυθμισμένη αντίδραση.

Καλές και αυτές οι καλοπροαίρετες συμβουλές, δε λέω, και φυσικά δεν προτείνω να γυρίσουμε πίσω σε μια εποχή όπου οι γονείς ούρλιαζαν στα παιδιά τους όμως μήπως πάμε να πέσουμε στην παγίδα της γονεϊκής «αυτοδιάλυσης»;

Αυτή η νέα μέθοδος τείνει να βάζει τους γονείς σε μια θέση δυσανάλογη με τη δουλειά που καλούνται να κάνουν. Ένας γονιός στις μέρες μας πρέπει να έχεις τουλάχιστον πτυχίο στην παιδοψυχολογία και μάστερ στο ζεν γιατί η δική μου η μαμά έτσι και σήκωνα χέρι πχ -λέω τώρα- με είχε βάλει τιμωρία μέχρι να αποφοιτήσω από το λύκειο. Ποια είναι η σωστή αντίδραση σε κάθε ξέσπασμα ενός παιδιού που θα ηρεμήσει την κατάσταση, θα ρυθμίσει την ψυχολογία του παιδιού και δεν θα οδηγήσει τον γονιό στην αυτομαστίγωση;

Η ήπια γονεϊκότητα (gentle parenting), σε κάποιες ακραίες της εκδοχές, αντιμετωπίζει το παιδί ως μεμονωμένο υποκείμενο, αποκομμένο από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Δεν υπάρχει ενσυναίσθηση για τα αδέρφια, για τις συνέπειες στο κοινωνικό σύνολο, για τον τρόπο που ένα παιδί μπορεί να διαμορφώσει την αυτοεικόνα του ως «εκείνο που χτυπάει» και του περνάει κι από πάνω.

Η συγγραφέας και ψυχολόγος Μόνα Ντελαούκε στο βιβλίο της «Brain-Body Parenting» προτείνει μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση. Υπενθυμίζει τη σημασία της σωματικής άνεσης και της θαλπωρής (το περίφημο δανέζικο hygge), χωρίς να εξιδανικεύει κάθε παιδική κρίση ως σήμα κινδύνου. Παρ’ όλα αυτά, φράσεις όπως «Βιάσου, θα αργήσουμε!» παρουσιάζονται ως ενδεικτικές απορρύθμισης και αιτίες συναισθηματικού τραύματος. Ο γονιός που τις λέει, υπονοείται πως συμβάλλει –εν αγνοία το – στη δυστυχία του παιδιού του. Και προσέξτε τι βάρος φορτώνεται ξαφνικά στους ώμους των γονιών για κάτι τρομερά απλό.

Τι μας λέει αυτή η κυρία; Πως εάν θέσεις ένα απλό αίτημα στο παιδί σου να βιαστεί, συμβάλεις στο να είναι δυστυχισμένο για το υπόλοιπο της ζωής του. Οκ, no pressure. Επίσης μπορεί το παιδί να καταλάβει ότι ο κόσμος λειτουργεί –καλώς ή κακώς– με πρόγραμμα, ότι ο κόσμος έχει υποχρεώσεις και είναι καλό να είμαστε στην ώρα μας σε αυτές κι υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να μη δυστυχήσει επειδή η μαμά του τού είπε να κάνει πιο γρήγορα. Σκέψεις κάνω.

Το αποτέλεσμα είναι ότι για να γίνεις γονιός, πρέπει να μεγαλώνεις το παιδί σου με χειρουργική ακρίβεια. Παρά την «αντι-αυταρχική» της φύση, η ήπια γονεϊκότητα έχει ένα δικό της αυστηρό εγχειρίδιο – μόνο που οι κανόνες απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά στους γονείς. Κάθε λέξη μετριέται, κάθε συναίσθημα φιλτράρεται, κάθε αντίδραση αυτολογοκρίνεται. Μην επαινέσεις υπερβολικά, γιατί θα κατασκευάσεις ένα παιδί εξαρτημένο από την αποδοχή. Μην πεις «Μπράβο!», γιατί ίσως αυξήσεις τις πιθανότητες εξάρτησης από ουσίες στην ενήλικη ζωή (όπως προτείνει το The Addiction Inoculation της Τζέσσικα Λάχεϊ). Ούτε να δείξεις θυμό, γιατί μπορεί να «καλωδιώσεις» το παιδί για συνεξάρτηση ή χαμηλή αυτοεκτίμηση. Το να πεις «με στεναχώρησες» μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα συναισθηματικής εξάρτησης. Οι φωνές θεωρούνται υπεύθυνες για μελλοντική κατάθλιψη, χαμηλή αυτοπεποίθηση – ακόμη και… ψυχοπάθεια.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το να «ξεφύγει» ένας γονιός και να υψώσει λίγο τον τόνο του μοιάζει σχεδόν τραυματικό. Ιδίως όταν έχει περάσει όλη την ημέρα αποφεύγοντας το «γιατί έτσι είπα!» και καταπιέζοντας το ένστικτό του που του λέει ότι ίσως ένα σαφές «όχι» να είναι τελικά πιο αποτελεσματικό από τις ατελείωτες συζητήσεις για το πώς νιώθει το παιδί.

Αλλά είναι όντως τόσο επιζήμιο να υψώνει κανείς τη φωνή πού και πού; Τα παιδιά, άλλωστε, χρειάζεται να καταλάβουν πως και οι μεγάλοι θυμώνουν και στεναχωριούνται – κι ότι η συμπεριφορά τους επηρεάζει τους γύρω τους.

Η ήπια γονεϊκότητα (gentle parenting) είναι παντού – αλλά μήπως τελικά μας κουράζει περισσότερο από όσο βοηθά;

Η ήπια γονεϊκότητα (gentle parenting) έχει γίνει σχεδόν κανόνας ανάμεσα στους millennials γονείς, οι οποίοι προσπαθούν να διορθώσουν τα στραβά των δικών τους παιδικών χρόνων καθώς μπορεί παραπάνω να περιγράφουμε ορισμένες καταστάσεις με χιούμορ αλλά δεν ήταν πάντοτε έτσι. Το ξύλο ως πειθαρχική μέθοδος –οι λεγόμενες «λαμπαριές» στην καλύτερη περίπτωση– ήταν πολύ διαδεδομένο σε πολλά σπίτια. Έτσι η πιο συμπονετική προσέγγιση ήταν μονόδρομος και πολύ σωστά έγινε έτσι. Όμως μήπως φτάσαμε τα πράγματα στο άλλο άκρο; Αντί για εντολές, δίνονται επιλογές. Αντί για φωνές και τιμωρίες, δίνεται χώρος στα συναισθήματα των παιδιών. Ακόμα και λέξεις όπως «μη», «όχι» ή «κακό» αποφεύγονται συστηματικά.

Η πειθαρχία που σκοπό είχε να σε αναγκάσει να σταματήσεις την κακή συμπεριφορά και να σε κάνει να ντραπείς, έχει αντικατασταθεί από συζητήσεις για τα συναισθήματα πίσω από την προβληματική συμπεριφορά. Θεωρητικά, αυτό βοηθά τα παιδιά να κατανοούν και να ρυθμίζουν τα συναισθήματά τους καλύτερα. Στην πράξη, όμως, ολοένα και περισσότεροι γονείς νιώθουν εξαντλημένοι, μπερδεμένοι και με ενοχές – και αναρωτιούνται: είναι όντως τόσο ωφέλιμο όσο λέγεται;

«Κάνε ό,τι θες παιδί μου!»

Ένα άλλο ζήτημα με την ήπια γονεϊκότητα είναι πως συχνά καταλήγει σε permissive parenting – σε μια πιο χαλαρή προσέγγιση όπου το παιδί κάνει σχεδόν ό,τι θέλει. Είναι μικρή η απόσταση από το να αναγνωρίζεις τα συναισθήματα του παιδιού μέχρι το να το αφήνεις να κάνει… πάρτι σε ένα σούπερ μάρκετ ή να τρέχει σα μανιακό σε ένα εστιατόριο όπου οι υπόλοιποι τρώνε, ή να παίζει κυνηγητό μέσα στο σινεμά. Κι ενώ οι ειδικοί επιμένουν πως τα όρια είναι απαραίτητα, στην πράξη αυτά είναι που χάνονται πρώτα όταν προσπαθεί κανείς απεγνωσμένα να διατηρήσει την ψυχραιμία του.

Επίσης, ναι μεν κανείς δεν θέλει τα παιδιά να πιστεύουν ότι τα συναισθήματά τους δεν μετράνε, αλλά μήπως δεν χρειάζεται και να τους δίνεται πάντα τέτοια έμφαση; Ένα παιδί δυσαρεστημένο επειδή το τυρί του κόπηκε λάθος δεν είναι απαραίτητα λόγος για πλήρη συναισθηματική επένδυση – ας μην το φάει. Υπάρχει και η ανησυχία πως αυτή η εμμονή με τα συναισθήματα μπορεί να γεννήσει μια γενιά που πιστεύει ότι τα προσωπικά της βιώματα είναι πιο σημαντικά από την αντικειμενική αλήθεια ή τις απόψεις των άλλων.

Αυτό που φαίνεται να λείπει από τη συζήτηση είναι η ισορροπία. Οι παλιότερες γενιές είχαν τη δική τους σκληρότητα, αλλά και σταθερότητα. Οι νέες γενιές γονιών έχουν την ενσυναίσθηση, αλλά μερικές φορές χάνουν την πυξίδα. Ίσως τελικά η λύση να μην βρίσκεται σε viral βιντεάκια των 30 δευτερολέπτων, αλλά σε μια πιο ρεαλιστική, ανθρώπινη προσέγγιση: ευγένεια, ναι, αλλά και όρια. Ενσυναίσθηση, φυσικά – χωρίς όμως να χάνεται η καθοδήγηση για την οποία τα παιδιά διψούν. Και ναι, μερικές φορές, όταν το παιδί δεν θέλει με τίποτα να φύγει από το παιδότοπο, το να το σηκώσει ο γονιός και να το βάλει στο αμάξι χωρίς να θεωρήσει όλο το πάρκο ότι παραβιάζει τα συναισθηματικά όρια του παιδιού του, είναι μια χαρά αποδεκτό.

Το βαθύτερο ερώτημα, όμως, παραμένει: πόση ευθύνη μπορεί να αναλάβει ένας γονιός για κάτι τόσο απρόβλεπτο όσο η ανάπτυξη ενός άλλου ανθρώπου; Από τη μία, είμαστε οι «αγγειοπλάστες» του παιδιού μας – το πλάθουμε. Από την άλλη, είναι το πετρώδες υλικό που μας ματώνει τα χέρια. Όσο κι αν προσπαθούμε, υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε.

Αυτή είναι η αλήθεια της γονεϊκότητας: ευθύνη χωρίς έλεγχο. Αγάπη με όρια. Κατανόηση χωρίς αυτοακύρωση. Ίσως τελικά το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να προσπαθούμε καθημερινά – και να αφήνουμε λίγο χώρο και στην αβεβαιότητα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.