Ελλαδα

Άλλο δικαιοσύνη, άλλο πιόνι στην πολιτική

Με επιλεκτική αξιοποίηση υποθέσεων μπορεί κάποιος να φιλοτεχνήσει όποια εικόνα θέλει. Εύκολα μπορεί να κάνει και το αντίθετο.

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Δημήτρης Λιγνάδης
Δημήτρης Λιγνάδης © ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ/ EUROKINISSI

Η υπόθεση και η καταδίκη του Δημήτρη Λιγνάδη, οι παρεμβάσεις του ΣΕΗ, της αντιπολίτευσης, η εμπλοκή της δικαιοσύνης στα πολιτικά.

Υπό κανονικές συνθήκες δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθήσει κάποιος να υπερασπιστεί τον Λιγνάδη. Ακόμα κι αν είναι αθώος, η ροπή του να πηγαίνει με ανήλικα είναι αποκρουστική. Όχι μόνο για την διαφορά ηλικίας αλλά και για το κύρος που είχε, τη δύναμη δηλαδή, ιδίως στα μάτια παιδιών που φιλοδοξούσαν ενδεχομένως να κάνουν καριέρα στο θέατρο. Και βέβαια καταδικάστηκε για δύο βιασμούς. Μόνο που εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα.

Το πρώτο είναι ότι καταδικάστηκε κατά πλειοψηφία, στη μία περίπτωση οριακή, με την πρόεδρο του δικαστηρίου να ψηφίζει σε όλες τις περιπτώσεις υπέρ της αθώωσης. Σε άλλα δικονομικά συστήματα προϋπόθεση μιας καταδικαστικής απόφασης είναι η ομοφωνία. Ίσως αυτό να εξηγεί γιατί η οριστική καταδίκη προϋποθέτει δύο αποφάσεις με διαφορετική σύνθεση. Κι έτσι να μην είναι, οι αντίθετες απόψεις δείχνουν ότι η καταδικαστική απόφαση δεν είναι αδύνατον να ανατραπεί σε δεύτερο βαθμό.

Το δεύτερο ερώτημα αφορά το κατά πόσο οι ένορκοι ήταν σε θέση να κρίνουν αμερόληπτα. Σε άλλα συστήματα, σε παρόμοιες περιπτώσεις, οι δικαστικές αρχές μπορεί να απαγορεύσουν στα μέσα ενημέρωσης να μεταφέρουν πληροφορίες για την ουσία της υπόθεσης και για να προστατεύσουν τους εμπλεκόμενους από την έκθεση στη δημοσιότητα αλλά και για να μη γίνει η δίκη στα τηλεοπτικά πλατό, πριν κριθεί από τα δικαστήρια. Εδώ έγινε το ακριβώς αντίθετο, είχαμε μάλιστα και ημέρα κινητοποίησης για τον Λιγνάδη, συγκεντρώσεις δηλαδή που πίεζαν για την καταδίκη του. Όχι οι καλύτερες συνθήκες για μια δίκαιη και αμερόληπτη κρίση. Ιδίως από την πλευρά των ενόρκων που δεν έχουν πάντα την ικανότητα των δικαστών να κλείνουν τα αυτιά στον κοινωνικό περίγυρο και να επικεντρώνονται στην ουσία της υπόθεσης. Σαν να μην έφτανε αυτό, με την ανακοίνωση της αναστολής της ποινής, το ΣΕΗ, τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης αλλά και υπεύθυνοι, υποτίθεται, πολιτικοί, ανέπτυξαν τη θεωρία ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να ικανοποιούν το περί δικαίου αίσθημα της κοινωνίας! Πράγμα που δεν εκπλήσσει. Ήταν η φυσιολογική συνέχεια όλης της καμπάνιας, πριν από την διεξαγωγή της δίκης, να κηρυχθεί ένοχος ο Λιγνάδης.

Σε αυτή την καμπάνια η μπάλα πήρε και τους δικαστές. Συνήθως η οικονομική και κοινωνική επιφάνεια ενός κατηγορούμενου διευκολύνει την υπεράσπιση. Εδώ, τουλάχιστον στο δικαστήριο της κοινής γνώμης λειτούργησε αντίστροφα. Από την πρώτη στιγμή θεωρήθηκε ότι η αναστολή ήταν άδικη, δόθηκε επειδή ο Λιγνάδης  είχε τα μέσα και προσβάσεις στην εξουσία. Οι δικαστές δηλαδή υπάκουσαν σε άνωθεν πιέσεις - αν δεν συνέβη και κάτι χειρότερο. Στο παιχνίδι μάλιστα μπήκαν και τα κόμματα: ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε ευθέως την κυβέρνηση ότι προστατεύει τον εκλεκτό της.

Η αλήθεια είναι ότι εδώ και καιρό βλέπουμε την εμπλοκή της δικαιοσύνης στα πολιτικά, με αλληλοκατηγορίες, ακόμα και μεταξύ δικαστικών λειτουργών, ότι υπηρετούν κομματικές σκοπιμότητες. Όσα γίνονται στην υπόθεση της Novartis και του Παπαγγελόπουλου δεν συνηγορούν υπέρ της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας των δικαστικών λειτουργών. Ποιος μπορεί να αποκλείσει λοιπόν ότι έγιναν άνωθεν παρεμβάσεις; Σίγουρα όχι το ΣΕΗ και οι υποστηρικτές του, οι οποίοι επικαλούνται μια σειρά από τελείως άσχετες αποφάσεις οι οποίες τεκμηριώνουν, κατά την άποψή τους, τη διακριτική μεταχείριση των εκλεκτών του συστήματος. Στη σχετική ανακοίνωση κατέληξαν μάλιστα στη βαθυστόχαστη διαπίστωση ότι «δεν ζούμε πια σε κράτος δικαίου». Ώρα λοιπόν να αποδοθεί δικαιοσύνη στην Πλατεία Συντάγματος.

Έχουν δίκιο; Με επιλεκτική αξιοποίηση υποθέσεων μπορεί κάποιος να φιλοτεχνήσει όποια εικόνα θέλει. Εύκολα μπορεί να κάνει και το αντίθετο. Δικαστές αθώωσαν τη Δούρου, δικαστές απάλλαξαν τον Παπαγγελόπουλο και τους συν αυτώ από τις βαρύτερες κατηγορίες και δικαστικοί λειτουργοί ενέκριναν την άδεια στο Γιωτόπουλο. Για να μην πούμε ότι δικαστές καταδίκασαν και τον Λιγνάδη. Σε ποιανού την παρέμβαση οφείλονται αυτές οι αποφάσεις;

Στην πραγματικότητα το ΣΕΗ, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, ξεκινούν από μια πολιτική θέση, όπως αυτή για το κράτος δικαίου, και χρησιμοποιούν την υπόθεση Λιγνάδη για τη δικαίωσή τους. Μια λεπτομέρεια στην ανακοίνωση του ΣΕΗ έχει ενδιαφέρον για τα πολύ διαφορετικά κριτήρια στη στάση του. Στις υποθέσεις των αδικηθέντων τις οποίες επικαλείται για να αποδείξει τη μεροληψία υπέρ του Λιγνάδη, εκτός από τον τοξοβόλο της πλατείας Συντάγματος, περιλαμβάνεται και του Φιλιππίδη. Ο τελευταίος όμως κατηγορείται από συναδέλφισσές του ηθοποιούς για βιασμούς, ενώ έχει ήδη αρθεί το μέτρο της προφυλάκισής του. Σε τι έχει αδικηθεί και ποια η διαφορά από την υπόθεση Λιγνάδη; Ότι δεν είναι παιδί του συστήματος;

Με τις παρεμβάσεις του ΣΕΗ, της αντιπολίτευσης και λογής λογής ακτιβιστών, τόσο ο κατηγορούμενος όσο και τα θύματα έχουν εμπλακεί σε ένα απίστευτο κλοτσοσκούφι που έχει ξεπεράσει κατά πολύ την ίδια την υπόθεση. Ως ένα βαθμό αυτό ήταν αναπόφευκτο. Ο Λιγνάδης ήταν δημόσιο πρόσωπο με εκφρασμένες πολιτικές απόψεις. Όταν όμως η δικαστική μεταχείριση ενός κατηγορούμενου αντιμετωπίζεται με πολιτικά κριτήρια, όταν γίνεται πιόνι μιας πολιτικής αντιπαράθεσης, όταν βγάζει αποφάσεις ακόμα και ο Ρουβίκωνας, τότε δεν μιλάμε για δικαιοσύνη. 

Αν ο Λιγνάδης έχει διαπράξει τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορείται κι έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως, όλοι θέλουμε να υποστεί τις συνέπειες του νόμου. Όχι όμως για να ικανοποιηθεί ο θυμός μας ούτε για να δικαιωθεί ο ΣΕΗ και βέβαια όχι για να κάνει αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ. Με το κλίμα που τείνει να διαμορφωθεί αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ