Κοσμος

Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς: Η δολοφονία και το πτώμα που δεν βρέθηκε

Ο Μπρους Κόκλιτς, ο άντρας της Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς, καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση για τη δολοφονία της

28058828_10215807199198740_8716476474297011906_n.jpg
Μιμή Φιλιππίδη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς και ο άντρας της, Μπρους.
Η Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς και ο άντρας της, Μπρους /Youtube

Υπόθεση Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς: Η κόρη του πρώην γερουσιαστή, η εξαφάνισή της, το σχεδόν τέλειο έγκλημα και το πτώμα που δεν βρέθηκε ποτέ

Ο Μπρους Κόκλιτς, αυτοδημιούργητος εκατομμυριούχος μεσίτης στη νότια Καλιφόρνια, τον Αύγουστο του 2001 κλαίγοντας, έδινε συνέντευξη Τύπου για την εξαφάνιση της γυναίκας του. Η Τζάνα ήταν ο έρωτας της ζωής του και πολύτιμη συνέταιρός του στη δουλειά. Είχε να τη δει από το πρωί της 20ής Αυγούστου και κόντευε να τρελαθεί. Εκείνο το πρωί ο Μπρους είχε φύγει στις 6 πμ. για δουλειές εκτός γραφείου, θα συναντούσε τη Τζάνα στο γραφείο γύρω στις 10 πμ. Η Τζάνα όμως δεν είχε εμφανιστεί, ούτε είχε ειδοποιήσει κανέναν ως το απόγευμα, ενώ δεν απαντούσε στο τηλέφωνο του σπιτιού ούτε στο κινητό της, πράγμα ανεξήγητο για εκείνη που ήταν πάντα συνεπής. Τότε ο Μπρους κάλεσε την αστυνομία και δήλωσε την εξαφάνισή της.

Ο Μπρους και η Τζάνα Κόκλιτς ήταν ένα πολύ δυναμικό ζευγάρι μεσιτών στο Λονγκ Μπητς της Καλιφόρνιας, όπου πολλοί πριν από αυτούς είχαν πλουτίσει τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 ασχολούμενοι με αγοραπωλησίες ακινήτων. Η Τζάνα ήταν η μοναχοκόρη του Πωλ Κάρπεντερ, παλιού και πολύ αγαπητού γερουσιαστή της πολιτείας. Ο γάμος της με τον Μπρους μετρούσε ήδη 20 χρόνια. Φίλοι περιέγραφαν την κοινή ζωή τους ως πολύ ευτυχισμένη, παρότι δεν είχαν αποκτήσει παιδιά και ο Μπρους δεν ήταν ποτέ σύμφωνος με την ιδέα της Τζάνα να υιοθετήσουν. Ο Μπρους ήταν παθιασμένος με τη δουλειά του και παρότι αγόραζε και πουλούσε περιουσίες που είχαν κατασχεθεί δε ντρεπόταν που πλούτιζε από τη δυστυχία των άλλων. Αντίθετα καμάρωνε για τα εκατομμύρια που συσσώρευε. Η Τζάνα ήταν επίσης μια πολύ πετυχημένη επιχειρηματίας στα κτηματομεσιτικά.  

Την Παρασκευή 17 Αυγούστου 2001 η Τζάνα είχε πάει με μια φίλη της στη  συναυλία του Έρικ Κλάπτον στο Λος Άντζελες και γύρισε αργά. Η φίλη της, πριν φύγει, περίμενε μέχρι η Τζάνα να μπει στο σπίτι και να αναβοσβήσει το φως της εισόδου – το συνθηματικό τους ότι όλα ήταν καλά. Η Τζάνα δεν είχε πιει αλκοόλ κατά τη διάρκεια της συναυλίας γιατί είχε ραντεβού νωρίς το πρωί με τον προσωπικό της γυμναστή. Ο γυμναστής είπε ότι η Τζάνα δεν κάλεσε ποτέ για να ακυρώσει το ραντεβού και δεν είχε εμφανιστεί, πράγμα που δεν είχε συμβεί ποτέ στα δυο χρόνια που τη γύμναζε. Η μητέρα της επίσης είχε τηλεφωνήσει στη Τζάνα πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας, στις 18 Αυγούστου, άφησε πολλά μηνύματα στον τηλεφωνητή της στο σπίτι, αλλά η Τζάνα δεν της τηλεφώνησε ποτέ, πράγμα πολύ παράξενο.

Ο Μπρους ισχυριζόταν ότι η Τζάνα ήταν πολύ απασχολημένη από τις 18 έως τις 20 Αυγούστου και παρέβλεψε τις κλήσεις και το ραντεβού με τον γυμναστή της. Είπε ότι είδε τελευταία φορά τη σύζυγό του όταν έφυγε από το σπίτι τους  στις 20 Αυγούστου μεταξύ 6 και 6.30΄ το πρωί. Είδε διάφορα ακίνητα και έφτασε στο γραφείο γύρω στις 8 πμ. Μετά πήγε σε μια κηδεία και γύρω στις 11 επέστρεψε στο γραφείο. Ανησύχησε διαπιστώνοντας ότι η Τζάνα δεν είχε εμφανιστεί στη δουλειά. Κάλεσε στο κινητό της και στο τηλέφωνο του σπιτιού, αλλά η Τζάνα δεν απαντούσε σε κανένα. Με έναν συνεργάτη πήγαν στο σπίτι του ζευγαριού. Ο συνεργάτης πρόσεξε ότι ο Μπρους χρειάστηκε να απενεργοποιήσει τον συναγερμό. Διαπίστωσαν ότι η Τζάνα έλειπε. Ο Μπρους κάλεσε την αστυνομία του Λος Άντζελες περίπου στις 3 μ.μ.

Επί μια βδομάδα προβάλλονταν από τα κανάλια η φωτογραφία της Τζάνα, της εξαφανισμένης κόρης του πρώην γερουσιαστή, και του αυτοκινήτου της, ενώ σχετικά άρθρα γράφονταν καθημερινά στις εφημερίδες. Η έρευνα δεν είχε αποδώσει, το λευκό SUV και η ιδιοκτήτριά του δεν είχαν εμφανιστεί. Αλλά στις 27 Αυγούστου η αστυνομία έλαβε μια κλήση με την πληροφορία ότι το αμάξι ήταν σταθμευμένο σε μια πολύ επικίνδυνη περιοχή στα περίχωρα του Λονγκ Μπητς, τέσσερα μίλια από την κατοικία των Κόκλιτς. Στο πίσω κάθισμα οι αστυνομικοί εντόπισαν αίμα. Οι εγκληματολόγοι το εξέτασαν και διαπίστωσαν ότι ανήκε στη Τζάνα Κόκλιτς. Η αστυνομία είχε συνδέσει το αμάξι με τη δολοφονία της και συνέχισε να προβάλει την υπόθεση, ελπίζοντας πως αν κάποιος είχε κλέψει το αμάξι, αλλά δεν ευθυνόταν για τη δολοφονία, θα φρόντιζε να εμφανιστεί.

Η γυναίκα που είχε καλέσει την αστυνομία δήλωσε ότι είδε το αμάξι στις 7 π.μ. στις 20 Αυγούστου παρκαρισμένο κάτω από το σπίτι της, ξεκλείδωτο, με τα μπροστινά παράθυρα κατεβασμένα και στο μπροστινό κάθισμα μια γυναικεία τσάντα, ένα κινητό, κλειδιά και ένα όπλο. Ο έφηβος γιος της με έναν φίλο του το πήραν για μια βόλτα, μοιράστηκαν τα μετρητά από την τσάντα, πούλησαν το κινητό, πέταξαν τα προσωπικά αντικείμενα της Τζάνα και πούλησαν το όπλο σε μια ντόπια συμμορία. Μετά εγκατέλειψαν το όχημα. Η μητέρα επέμενε ότι οι έφηβοι δεν είχαν καμιά σχέση με τη δολοφονία, πράγμα που διαπίστωσε και η αστυνομία, αφού βρήκε το όπλο, την τσάντα και το κινητό και ανέκρινε τους νεαρούς.    

Κάτι ακόμη που είχε βρεθεί στο πίσω κάθισμα ήταν ένα μικρό πούπουλο, πιθανώς από μαξιλάρι. Ίσως κάποιος αποπειράθηκε να κλέψει το αμάξι της, εκείνη αντιστάθηκε και τη σκότωσαν. Πολύ κοντά βρίσκονται τα πηγάδια και οι πετρελαιοπηγές του Λονγκ Μπητς. Αν είχαν πετάξει εκεί το πτώμα της, θα ήταν αδύνατο να βρεθεί. Η αστυνομία ερεύνησε την περιοχή με τα αστυνομικά λαγωνικά, αλλά οι έρευνες ήτα άκαρπες.

Ο Μπρους Κόκλιτς ήταν απόλυτα βέβαιος ότι στις 6- 6.30’ το πρωί της Δευτέρας 20 Αυγούστου, που έφυγε από το σπίτι, η Τζάνα ήταν ζωντανή. Η αστυνομία τώρα ήξερε ότι στις 7 εκείνο το πρωί το αμάξι είχε εγκαταλειφτεί. Φαινόταν αδύνατο μέσα σε μια ώρα κάποιος να την απήγαγε, να τη σκότωσε, να την εξαφάνισε και να οδήγησε το αμάξι της τόσο μακριά. Μετά την επιστροφή της από τη συναυλία του Έρικ Κλάπτον το βράδυ της Παρασκευής δεν την είχε δει κανείς, μόνο ο Μπρους. Η αστυνομία πήρε πληροφορίες και από την οικιακή βοηθό των Κόκλιτς. Ανέφερε ότι είχε βρει το κρεβάτι του ζευγαριού χωρίς το κατωσέντονο που είχε στρώσει, ενώ έλειπε και το ένα από τα δυο μαξιλάρια. Ο έλεγχος στα εγκληματολογικά εργαστήρια έδειξε ότι το πούπουλο που είχε βρεθεί στο αμάξι της Τζένα ταίριαζε μ’ εκείνα στο μαξιλάρι που είχε μείνει. Ο Μπρους θεώρησε ότι αυτό ήταν απόδειξη ότι η Τζάνα είχε απαχθεί. Ίχνη αίματος της Τζένα βρέθηκαν επίσης στη μοκέτα του δωματίου, ενώ γείτονες έκαναν λόγο για έντονους καβγάδες του ζευγαριού. Η αστυνομία είχε αρχίσει να αμφισβητεί τα λεγόμενα του Μπρους.

The Murder of Jana Carpenter Koklich

Στη συνέντευξη τύπου που είχε δώσει, ικέτευε κλαίγοντας για την επιστροφή της απαχθείσας αγαπημένης γυναίκας του και πρόσφερε 100.000 δολάρια ως αμοιβή. Για την αστυνομία ήταν μια άθλια παράσταση. Μέσα σε δευτερόλεπτα άλλαζε διάθεση, ανάλογα με τις ερωτήσεις που δεχόταν. Από πληγωμένος δακρυσμένος σύζυγος μεταμορφωνόταν σε επαγγελματία μεσίτη που εύρισκε την ευκαιρία να διαφημίσει τα ακίνητά του. Και την ευκαιρία να φλερτάρει. Μια ρεπόρτερ ανέφερε στην αστυνομία ότι ο Μπρους είχε αφήσει στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου της σημείωμα που την καλούσε για ποτό μετά τη συνέντευξη Τύπου.

Πολλές μαρτυρίες που εμφάνιζαν τον Μπρους ως κατ’ επανάληψη άπιστο σύζυγο ήρθαν στο φως. Συχνά έκανε σεξ με πόρνες στα ακίνητα που είχε προς πώληση, ή πρότεινε σεξ επί πληρωμή σε γειτόνισσες που ήξερε ότι αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα. Μετά την εξαφάνιση της Τζάνα ρίχτηκε ακόμη και στην έφηβη ανιψιά του. Παρακάλεσε την οικογένειά της να της επιτρέψει να έρθει και μείνει μαζί του για συντροφιά. Την παρενοχλούσε επανειλημμένα, ώσπου η 18χρονη ενημέρωσε τους γονείς της και έφυγε. Η αστυνομία ερευνώντας τον γάμο των Κόκλιτς διαπίστωσε ότι μάλλον πλησίαζε στο τέλος του. Η Τζάνα διασκέδαζε βγαίνοντας έξω όλο και περισσότερο με δικές τη παρέες, γυμναζόταν, είχε χάσει βάρος. Ίσως σκόπευε να χωρίσει τον Μπρους και αυτό προκάλεσε την οργή του που οδήγησε στη δολοφονία της. Ένα διαζύγιο θα του στερούσε την κοινή επιχείρησή τους και την περιουσία που είχε συσσωρεύσει. Έψαχνε έναν τρόπο να αποφύγει το διαζύγιο. Για την αστυνομία ο τόπος αυτός ήταν η δολοφονία της. Ο πατέρας της Τζανα, ο πρώην δημοκρατικός γερουσιαστής Πωλ Κάρπεντερ, είχε την ίδια άποψη. Το 2001, καταβεβλημένος από τον καρκίνο που σύντομα του στέρησε τη ζωή, μίλησε στους δημοσιογράφους. Πίστευε ότι ο Μπρους δολοφόνησε την Τζάνα επειδή ήθελε διαζύγιο και εκείνος δεν ήθελε να χωρίσει τα περιουσιακά τους στοιχεία. Θα έχανε το 51% της κοινής περιουσίας τους με ένα διαζύγιο. Είχε επίσης συνάψει ασφαλιστήριο συμβόλαιο 1.000.000  δολαρίων για τη ζωή της.

Πέντε μήνες μετά την εξαφάνιση της Τζάνα, ασκήθηκε δίωξη στον Μπρους Κόκλιτς για τη δολοφονία της, αν και ακόμη δεν είχε βρεθεί το πτώμα της. Σύμφωνα με την αστυνομία ο φόνος είχε διαπραχθεί αργά την Παρασκευή προς Σάββατο 18 Αυγούστου. Όταν η Τζάνα επέστεψε από τη συναυλία, το ζευγάρι καβγάδισε, ο Μπρους πιθανό να την χτύπησε και να την τραυμάτισε. Τη μετέφερε στο αμάξι τυλιγμένη στο σεντόνι και την πυροβόλησε βάζοντας μπροστά το μαξιλάρι για να απορροφήσει τον κρότο του όπλου. Πέταξε το πτώμα, πιθανόν στην περιοχή με τα πηγάδια των πετρελαιοπηγών του Λονγκ Μπητς, και μετά εγκατέλειψε το αυτοκίνητό της και δεν ανέφερε την εξαφάνισή της ως τη Δευτέρα το απόγευμα.

Ο Μπρους συνελήφθη στις 31 Ιανουαρίου 2002. Η δίκη του ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2003, αλλά οι ένορκοι δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε ομόφωνη απόφαση και κηρύχθηκε κακοδικία. Τον Οκτώβριο του 2003 ο εισαγγελέας άσκησε εκ νέου δίωξη και ο Μπρους καταδικάστηκε σε ισόβια με δυνατότητα αποφυλάκισης υπό όρους σε δεκαπέντε χρόνια.

Επειδή ο Μπρους Κόκλιτς μετά την καταδίκη του δεν μίλησε για τις συνθήκες θανάτου της γυναίκας του θεωρείται απίθανο να αφεθεί ποτέ ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.  

Το πτώμα της Τζάνα Κάρπεντερ Κόκλιτς δεν βρέθηκε ποτέ. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ