Βιβλιο

Η ξεχωριστή Ειρήνη Αγαπηδάκη

Τα σχόλια της στο Facebook σκίζουν. Από αυτά διάλεξε 100 + 1 ιστορίες της κρίσης και τα έκανε βιβλίο

2642-204777.JPG
Δημήτρης Φύσσας
ΤΕΥΧΟΣ 637
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
eirini-agapidaki.jpg

H Ειρήνη Αγαπηδάκη είναι μια νεαρή και πολύ καλή αρθρογράφος, που έγινε γνωστή κύρια μέσω του fb, στο οποίο η σελίδα της (https://tinyurl.com/y9uevysm) συγκεντρώνει ασταμάτητα χτυπήματα και «σωρεύει» όλο και πιο ψηλή επισκεψιμότητα. 

Τώρα κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο, το «100 + 1 Ιστορίες της Κρίσης», με πρόλογο του Απόστολου Δοξιάδη από τις εκδόσεις Επίκεντρο, μια επιλογή ακριβώς από τα άρθρα που την έκαναν γνωστή. Με την αφορμή αυτή, έδωσε στην A.V. την παρακάτω συνέντευξη. Οι απαντήσεις της επιβεβαιώνουν το πόσο ξεχωριστή πένα είναι.
 
Γράφοντας τα τελευταία χρόνια τόσα αξιόλογα κείμενα στο fb, φαντάζομαι ότι θα σας ήταν αρκετά δύσκολο να επιλέξετε 100+1 απ’ αυτά για να κάνετε το βιβλίο.
Δυσκολεύτηκα αρκετά να διαλέξω τις ιστορίες που συμπεριέλαβα στο βιβλίο, επειδή δεν ήξερα αν θα αφορούν κι άλλους ή αν το νόημά τους εξαντλείται στην αυτo-αναφορικότητα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, γράφω, κρατώ ημερολόγιο, έχω πολλά σημειωματάρια στα οποία μπορεί κάποιος να βρει σκέψεις, αποφθέγματα ανθρώπων που γνώρισα τυχαία, κάποια φράση τους που μου έκανε εντύπωση και θεώρησα σημαντικό να καταγράψω. Ίσως αυτή η σχέση με τις λέξεις να ξεκίνησε καθαρά για λόγους ψυχικής επιβίωσης. Όταν ήμουν στην Γ΄ Δημοτικού, πέρασα μια περιπέτεια υγείας πολύ σοβαρή. Βρισκόμουν με τους γονείς μου στα νοσοκομεία για καιρό, ενώ πίσω στο σπίτι οι υπόλοιποι συγγενείς ήδη θρηνούσαν. Κάτι έγινε τότε και τα κατάφερα. Όταν βγήκα από το νοσοκομείο, η μητέρα και ο αδερφός μου μού δώρισαν ένα ημερολόγιο που είχαν κερδίσει από τη συμμετοχή τους σε κάποιο διαγωνισμό. Ξεκίνησα να γράφω. Ο φόβος που είχα ζήσει τους προηγούμενους μήνες έγινε λέξεις, πήρε σχήμα, μορφή, έγινε νόημα και έτσι κατάφερα να τον αφήσω πίσω μου. Οι λέξεις, η γραφή, αποτελούν έναν τρόπο να βάζεις τον εαυτό σου και την πραγματικότητα σε όρια, να τους δίνεις νόημα. Έτσι τα τραύματα γίνονται μέρος της προσωπικής μας ιστορίας, ανάμνηση και όχι μοίρα.

book_agapidaki.jpg

Ποια είναι η δομή της έκδοσης; Πώς χωρίσατε τις ενότητες;
Οι ενότητες αντικατοπτρίζουν αυτά που με απασχολούν. Διαχρονικό πεδίο ενδιαφέροντος είναι οι άνθρωποι, η δύναμη που κρύβουν, τα λάθη που κάνουν, ό,τι συνιστά τον «κακό» μας εαυτό και πώς μπορούμε να προχωρήσουμε βάζοντας τα καλά και τα κακά μας σε διάλογο, πώς ζει δηλαδή κάποιος ολόκληρος. Οι ενότητες απηχούν ακριβώς αυτό. «Οι άνθρωποι», «οι αυταπάτες» μας, η Αθήνα, ως πυρήνας που βιώνεται η κρίση –με όλα τα τραυματικά στοιχεία που ενέχει αυτό– και επιβιώνει μπολιάζοντας τη μνήμη με το τώρα, οι άνθρωποι που αποχαιρετίσαμε στα αεροδρόμια, οι άνθρωποι που δεν αντέχουμε να δούμε καν – οι ξένοι, και, βέβαια, η θρησκευτική Αριστερά. Αυτό το θρησκευτικό μόρφωμα στο οποίο δώσαμε κοσμική εξουσία και αποδείχτηκε πιο ανάλγητο και από τον Ηρώδη. 

Γράφοντας τα τελευταία χρόνια στο fb, είστε η ίδια ένα παράδειγμα της επιτυχίας του συγκεκριμένου μέσου. Ποιες διαφορές θα προσδιορίζατε ανάμεσα στο fb και τα παραδοσιακά  μίντια;
Είμαι από αυτούς που αγαπάνε το χαρτί. Αγοράζω εφημερίδες, όμως όσο περνάει ο καιρός μού φαίνεται ότι το κάνω περισσότερο από συνήθεια, παρά επειδή με ενδιαφέρει πια τόσο το περιεχόμενο. Διαπιστώνω μια συνεχή επανάληψη, μια ανακύκλωση προσώπων και των ιδεών τους, η οποία νομίζω ότι αντανακλά ένα πρόβλημα της εποχής: υπάρχουν πολλά πρόσωπα που ανήκουν στην περιώνυμη «ελίτ» και αρθρογραφούν με τον τρόπο που έγραφαν μια δεκαετία πριν, και ελάχιστα άλλα για τα οποία αξίζει να πληρώνεις το αντίτιμο της εφημερίδας. Η γνώμη στις εφημερίδες είναι πια εν πολλοίς παρωχημένη και δείχνει τη διάσταση ανάμεσα σε αυτά που ονομάζονται «ελίτ» και «λαός». Όσο η διάσταση αυτή μεγαλώνει, τόσο περισσότερο ενισχύεται η καχυποψία ανάμεσα στα δύο μέρη. Βέβαια, ελίτ χωρίς λαό δεν υπάρχει και λαός χωρίς αξιόπιστους και συνεπείς ανθρώπους να βασιστεί, δεν υφίσταται. Μιλάμε, δηλαδή, για δύο αλληλεξαρτώμενα μέρη. 
Το fb, από την άλλη, έχει μια αντιφατικότητα – από τη μια συμβάλλει στον εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής, από την άλλη τον ισοπεδώνει μέσα από την κατακλυσμικότητα της γνώμης. Δεν ξέρω πώς θα καταλήξει αυτή η μάχη, εύχομαι μόνο οι δημοσιογράφοι, όσο εμείς γράφουμε αναρτήσεις, να κερδίσουν τον πόλεμο με τον εαυτό τους, να αναμορφώσουν τα μέσα, να τα μπολιάσουν με μεγαλύτερη διαδραστικότητα (π.χ. στην τηλεόραση) και να μπορέσουν να προχωρήσουν ισχυρότεροι στη νέα εποχή. Χρειαζόμαστε τον Τύπο, δεν μπορεί το fb να τον υποκαταστήσει, αυτά είναι ανοησίες. Ειδικά τώρα με τα fake news και την πολύπλευρη επίθεση στη Δημοκρατία και τους θεσμούς, έχουμε ανάγκη από υπεύθυνη ενημέρωση, από ερευνητική δημοσιογραφία. 

Επομένως στο «διά ταύτα»;
Είναι στιγμές που μου ’ρχεται να φωνάξω «Δεν θέλω άλλες γνώμες, θέλω γεγονότα, θέλω να μάθω τι συμβαίνει, το συμπέρασμα είμαι ικανή να το βγάλω και μόνη μου». Μοιάζει σαν τα παραδοσιακά μέσα να κάνουν ό,τι μπορούν για να μας διαμορφώσουν άποψη, δημοσιεύοντας κατά κύριο λόγο άρθρα γνώμης, σαν να μη μας εμπιστεύονται να σκεφτούμε και να αποκτήσουμε τη δική μας. Έχουμε ανάγκη από κείμενα που αναδεικνύουν τα γεγονότα, που φωτίζουν τις σκοτεινές πτυχές, που αποκαλύπτουν τα προβλήματα. Νομίζω ότι αν ο Τύπος εμπιστευτεί την κρίση των αναγνωστών, οι αναγνώστες θα επανεπενδύσουν σε αυτόν. Χρειαζόμαστε κάπου, κάπως, να σταματήσει αυτό το γεννοβόλημα καχυποψίας σε κάθε κοινωνικό πεδίο. Δημοσιεύοντας κατά κύριο λόγο άρθρα γνώμης, στο τέλος χάνεται το γεγονός και κανείς δεν ασχολείται με αυτό. Χρειαζόμαστε γνώμες, όμως τις καλύτερες από αυτές τις βρίσκουμε στο fb. Εκεί που γράφουν οι άνθρωποι που μπορούν να εκφράσουν αυτό που ζούμε οι περισσότεροι. Δυστυχώς, υπάρχουν αρκετοί που γράφουν άρθρα γνώμης στις εφημερίδες, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται καν να μας καταλάβουν, αλλά επιδιώκουν να μας επιβάλουν τη γνώμη τους και όχι για τα γεγονότα, για μας τους ίδιους, για το ποιοι είμαστε. Ε, στην εποχή των social media, αυτό είναι μεταξύ άλλων και βαρετό.

Στα δικά μου μάτια, τα κείμενά σας μοιάζουν να κινούνται ανάμεσα στο πολιτικό σχόλιο, το ψυχογράφημα, το άρθρο, το λογοτεχνικό πεζό, το δοκίμιο και το χρονογράφημα, σα να έχετε «εφεύρει» ένα δικό σας είδος.
Δεν είμαι συγγραφέας, οπότε δεν μπορώ να υποστηρίξω αυτό που λέτε. Όπως το να πάρεις ένα πτυχίο Ψυχολογίας δεν σε κάνει ψυχολόγο, έτσι και το να βγει ένα βιβλίο με κείμενά σου δεν σε κάνει συγγραφέα. Κι ακόμα λιγότερο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εισάγεις και νέο είδος! Υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν χρόνια με τη συγγραφή, δοκιμάζουν φόρμες, αναπτύσσουν το λόγο, εξερευνούν νέα είδη, συνδυάζουν άλλα. Δεν ανήκω σε αυτούς, διαβάζω τα βιβλία τους και θαυμάζω τη σκέψη και το ταλέντο τους. Γράφω επειδή το έχω ανάγκη, δεν υπάρχει κανένας άλλος λόγος. Είναι απλά ένα μέσο έκφρασης. 

Τα γραπτά σας δείχνουν –κατά ένα μέρος– έντονη σχέση με την πόλη και τους χώρους της, τα ΜΜΜ, τα ταξί, τους περαστικούς, τους ζητιάνους και συναφή θέματα. Είστε flaneuse;
Ο κόσμος έχει ανάγκη να μιλήσει, οπότε πιάνεις εύκολα κουβέντα στο δρόμο. Οι περισσότεροι νομίζουμε ότι όταν κάποιος σου λέει το πρόβλημα που έχει, τον πόνο του, ένα θέμα που τον απασχολεί, ότι πρέπει κάτι να του πεις. Λάθος. Νομίζω αυτό που θέλει είναι να τον ακούσεις. Κι αν υπάρχει κάτι που σίγουρα χρειαζόμαστε αυτά τα χρόνια, είναι ανθρώπους να μας ακούσουν πραγματικά, χωρίς να έχουν προαποφασίσει τι θα πούμε, χωρίς να σκέφτονται τα δικά τους προβλήματα, και να κουνούν συγκαταβατικά το κεφάλι, χωρίς να μας ακούνε, για να καταλάβουν ποια είναι τα αδύναμα σημεία μας, ώστε να μας εργαλειοποιήσουν. Όμως το θέμα είναι να μας ακούσουν πραγματικά, μήπως και καταφέρουμε ακούγοντας τον εαυτό μας, να συνειδητοποιήσουμε ποια είναι η προσωπική μας ιστορία, να καταλάβουμε τι μας έχει συμβεί και να δώσουμε ένα νόημα σε όλο αυτό το διχαστικό τραύμα που ζούμε. Μακάρι να είχα το θάρρος ή την πολυτέλεια να είμαι flaneuse! Ίσως είμαι λίγο πειραχτήρι, αλλά αυτό είναι όλο. Δυστυχώς ή ευτυχώς, οι προτεραιότητές μου είναι να προλάβω να δω κάτι να αλλάζει, ανθρώπους να ζουν καλύτερα στην πατρίδα μας, πριν με χωνέψει το χώμα της. Τέτοια πεζά και ποταπά.

Ποιο ρόλο παίζουν οι σπουδές και η κλινική σας εμπειρία στον τρόπο που βλέπετε τα πράγματα;
Η Ψυχολογία και η ψυχαναλυτική προσέγγιση ειδικά, έχουν επηρεάσει βαθύτατα τον τρόπο που σκέφτομαι. Μπορώ να πω ότι χάρη στην αναλύτριά μου, αγάπησα την Ψυχανάλυση, ίσως επειδή εκείνη, ως ελεύθερο πνεύμα, μου έδειξε τι σημαίνει ελεύθερη σκέψη. Νομίζω πως υπάρχει μια βαθύτερη σύνδεση της Ψυχανάλυσης με την Ελευθερία και τη Δημοκρατία, το συνεκτικό στοιχείο είναι η κατανόηση. Κάποιες φορές, ωστόσο, ακριβώς επειδή είμαι επηρεασμένη από την Ψυχανάλυση και πάντα ψάχνω το βαθύτερο νόημα σε αυτά που παρατηρώ, καταλήγω σε λάθος συμπεράσματα. Ε, πολλές φορές δεν υπάρχει κανένα βαθύτερο νόημα, μια βλακεία είναι απλώς μια βλακεία, η κακία είναι απλώς κακία και σπαταλώ άδικα χρόνο και φαιά ουσία καταλήγοντας σε εσφαλμένες σκέψεις. Αλλά αν δεν είχαμε κι αυτές θα ήμασταν θεοί ή θηρία, οπότε ευτυχώς που κάνουμε και λάθη!

Οι τίτλοι σας είναι εξαιρετικοί. Ξεκινάτε μ’ αυτούς ή τους βρίσκετε αφού έχετε τελειώσει το κείμενο; 
Χαίρομαι που τους βρίσκετε ενδιαφέροντες. Συμβαίνουν και τα δύο. Τις περισσότερες φορές ξεκινώ από τον τίτλο, άλλες τον σκέφτομαι αφότου έχω γράψει το κείμενο. Αν δεν αυτολογοκρινόμουν, θα είχαν περισσότερη πλάκα οι τίτλοι, ίσως και περισσότερες βωμολοχίες. Μ’ αρέσουν οι βρισιές, κάποιες ειδικά είναι πολύ πρωτότυπες, αλλά χρειάζεται να έχει κάποιος βαθιά γνώση της γλώσσας για να βωμολοχεί με άνεση κι εγώ δεν έχω. 

Τι άνθρωποι είναι οι φίλοι σας στο fb; Εξελίσσεται η επαφή σας και σε φυσική γνωριμία, όπως με τον Απόστολο Δοξιάδη που προλογίζει;
Η γνωριμία και η σχέση μου με τον Απόστολο Δοξιάδη έχει κάποια χαρακτηριστικά που συμβαίνουν μία φορά στα χίλια χρόνια. Είναι σαν να γνωριζόμαστε από πολύ παλιά, ενώ δεν πάει πολύ καιρός που πρωτοσυναντηθήκαμε. Όταν συναντιούνται άνθρωποι που μοιράζονται κοινές αξίες είναι μια ευτυχής στιγμή. Ε, με τον Απόστολο Δοξιάδη είναι και συναρπαστική γιατί εκτός από εξαιρετικά ευφυής, είναι και ακαταπόνητος μαχητής της Ελευθερίας και του Δίκιου. Νομίζω ότι ίσως ο πιο συνεκτικός δεσμός ανάμεσα μας είναι ότι θεωρούμε απαράδεκτη την αδικία. 
Μάλιστα, με τη συμπεριφορά του, με βοήθησε να κάνω μια διόρθωση. Έχοντας διανύσει σπιθαμή-τη-σπιθαμή τη διαδρομή από το κατώτερο κοινωνικό σκαλί στο μεσαίο, παρασυρμένη και από το ρεύμα της εποχής, είχα μεγάλο θυμό με αυτό που γενικά και αόριστα λέμε «ελίτ». Γνωρίζοντας τον Απόστολο Δοξιάδη συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνει φτώχεια, αρρώστια, πόνος, αδικία, ανάγκη, πολύ καλύτερα από άλλους που μπορεί να τα βίωσαν αλλά θέλουν να τα ξεχάσουν. Έχω δει π.χ. και φτωχούς να δείχνουν φοβερή αναλγησία σε άλλους που έχουν ανάγκη. Δεν έχει σημασία αν κάποιος ανήκει στην «ελίτ» ή στο «λαό». Σημασία έχει, ποιος είναι, τι λέει, τι πιστεύει, τι κάνει. Σε αυτούς τους ανθρώπους ελπίζω, αυτούς από κάθε τομέα και κοινωνικό επίπεδο που μπορούν να καταλάβουν τους άλλους, να έρθουν στη θέση τους, σε αυτούς που τους νοιάζει να ζήσουμε καλύτερα και όχι απλά να νικήσουν. Πρέπει να νικήσεις για να κάνεις το καλό, όμως πρέπει να σε κινητοποιεί να κάνεις το καλό, για να νικήσεις. Να θες την εξουσία για να κάνεις κάτι και όχι να γίνεις κάτι, αλλιώς βολευόμαστε μια χαρά και με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους πριν από αυτόν, που είχαν ακριβώς τη μανία της εξουσίας.

Και με την προσωπική γνωριμία τι γίνεται;
Ναι, με τους περισσότερους ανθρώπους από το fb επιδιώκω να γνωριστώ και προσωπικά. Πάντα οι άνθρωποι έχουν ενδιαφέρον, έχουν ένα δώρο να μας κάνουν. Από μας εξαρτάται αν θα το πάρουμε ή αν θα αντιδράσουμε όπως οι περισσότεροι, αδιαφορώντας. Δεν είναι η σχέση με όλους τους ανθρώπους που γνωρίζω από το fb τόσο στενή, αλλά με καθέναν με συνδέει κάτι μοναδικό. Στην παρουσίαση του βιβλίου μου ήρθε μια γυναίκα που γνώριζα μόνο διαδικτυακά, η Ελίνα Γαλανοπούλου, και μου έφερε ένα λεμόνι, για μια ανάρτηση που είχα γράψει το καλοκαίρι (αναφερόταν στο λεμόνι που είχε πάντα η μάνα μου στην τσάντα της και με βοηθούσε να αντιμετωπίσω τη ναυτία στα μακρινά ταξίδια – ήταν ένας συμβολισμός για αυτά που χρειαζόμαστε για να αντέξουμε αυτά τα δύσκολα χρόνια). Με την Ελίνα θα έχουμε πάντα το λεμόνι! Με κάθε άνθρωπο αναπτύσσουμε μια μοναδική σύνδεση που προκύπτει από ένα κοινό βίωμα και κάπως έτσι αντέχεται η ζωή, αξίζει, αλλάζει. Όσους περισσότερους και διαφορετικούς από μας ανθρώπους χωράμε, τόσο πιο πλούσιοι γινόμαστε. Γι’ αυτό δεν λέμε και «κακό χωριό τα λίγα σπίτια»; Πόσο να αντέξεις κάπου που ακούς μόνο την ηχώ σου; Στο τέλος θα τρελαθείς ή θα πεθάνεις από βαρεμάρα.  

Και αντίθετα: Ποιους και γιατί εξοργίζετε συνήθως, ποιοι σας επιτίθενται; Ανώνυμα; Επώνυμα; Αξίζει η αντιπαράθεση; Απαντάτε στα επικριτικά σχόλια; Γίνεται διάλογος; 
Από την αρχή που έφτιαξα το προφίλ μου στο fb, επιδίωξα να έχω φίλους ανθρώπους με τους οποίους διαφωνώ πολιτικά. Γι’ αυτό και αντιδρούσα έντονα στην ταμπέλα «γίδια» που είχε μεγάλο σουξέ το προηγούμενο διάστημα. Δεν ταύτισα ποτέ τις πολιτικές ηγεσίες με τους πολίτες και με χαρά διαπιστώνω ότι εγκαταλείπεται σιγά-σιγά αυτή η ταμπέλα, μαθαίνουμε ότι άλλη η ευθύνη του ψηφοφόρου, άλλη του πολιτικού, κάνουμε κάποιες διακρίσεις, μακάρι να πιστεύουμε και περισσότερο στους ανθρώπους.
Άλλοι ας πούμε, σνομπάρουν εκείνους που ανεβάζουν «καλημέρες» και «καληνύχτες». Εμένα με ενδιαφέρουν. Αν έχεις αγγίξει την «Καλημέρα» που κέντησε η γιαγιά σου σε μια μαξιλαροθήκη, αν έχεις χαμογελάσει στη ζωγραφισμένη «Καλημέρα» που είχαν παλιά οι καθρέφτες, δεν την προσπερνάς ούτε στο fb. Είναι ένας τρόπος επικοινωνίας κι αυτός. Οι άνθρωποι αυτοί επίσης σκέφτονται, σχολιάζουν, διαβάζουν. Όταν κάνεις δημόσιες αναρτήσεις όπως εγώ, σημαίνει ότι επιδιώκεις να σε διαβάσουν και άνθρωποι που δεν συμφωνούν μαζί σου. Πολλές φορές έχει τύχει να δεχτώ απειλές, βρισιές, άσχημες συμπεριφορές. Μπαίνω σε διάλογο όταν ο άλλος θέλει να συζητήσει, αν όμως αυτό που επιδιώκει είναι να με χρησιμοποιήσει σαν σκουπιδοτενεκέ, αποχωρώ. Υπάρχουν πλευρές των ανθρώπων με τις οποίες δεν θέλω να έχω καμία σχέση – ο κανιβαλισμός σε κοινωνικό επίπεδο, είναι μία από αυτές.

eirini-agapidaki-mesa.jpg

Αντέχετε όμως τόση επιθετικότητα, τόσες βρισιές και χαρακτηρισμούς;
Συνήθως οι άνθρωποι που βγάζουν τόση επιθετικότητα έχουν δυσκολία να εκφραστούν με άλλο τρόπο. Αν π.χ. εξαφανιστώ εγώ και όσοι διαφωνούν μαζί τους, αν πεθάνουμε ξαφνικά αύριο το πρωί και μείνουν επιτέλους μόνοι με τους ομοϊδεάτες τους, νομίζετε ότι θα ήταν πιο ευτυχισμένοι; Είμαι σίγουρη πως όχι. Αυτό που χρειάζονται, είναι να υπάρχει απέναντι τους κάποιος με γερές αντοχές στον οποίο να έχουν την άνεση να επιτίθενται. Είναι ένας τρόπος ετεροπροσδιορισμού αυτός, το να μην αντέχεις την άλλη άποψη, να θες να εξαφανίσεις το διαφορετικό. Είναι σαν να δίνει νόημα στη ζωή σου. Ξέρεις ποιος είσαι και τι πρέπει να κάνεις, επειδή υπάρχει κάποιος τον οποίο πρέπει να καταστρέψεις. Ε, αφού έχουν επιλέξει αυτό τον τρόπο για να ζουν, εύχομαι να αντέχουμε να διαφωνούμε! Δημοκρατία έχουμε, μια χαρά είναι, αρκεί να μην ανοίγουν κεφάλια. Δεν γεννήθηκα ως Μαρία Αντουανέτα, ας με βρίζουν. 

Και τι έγινε; 
Το πιο αστείο, όμως, είναι όταν με βαφτίζουν με διάφορες κομματικές ταμπέλες. Έχω κάνει συλλογή. «Συριζαία», «Δεξιά», «ΠΑΣΟΚα», τα πάντα έχω εισπράξει. Δεν πα’ να με πουν και «Θρασύβουλο»; Σκασίλα μου. Μπορεί να αλλάξει κάτι με όσα γράφω και προσπαθώ να κάνω εκτός fb; Αυτό με νοιάζει. Το πώς θα με βαφτίσουν δεν με απασχολεί. Τσακωνόμαστε σαν τις πεθερές για το τι όνομα θα πάρει το παιδί και κοντεύουμε να ξεχάσουμε ότι παιδί δεν υπάρχει. Λες και αν συναντηθεί η Ελευθερία με την Ισότητα, δεν θα την αναγνωρίζουμε γιατί ο ένας θα τη λέει «Μαρία» και ο άλλος «Γιώργο». Και όμως, σε αυτή τη συνάντηση, δεν θα νοιάζεται κανείς για το πώς τη λένε, γιατί όλοι ξέρουν ότι είναι Δημοκρατία. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ