Πολιτισμος

Ο Χέλμουτ Σμιτ επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών

«Η Ελλάδα έχει μπει σ’ έναν επιτυχημένο δρόμο»

62224-137655.jpg
Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
78909-159224.jpg

Επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών αναγορεύθηκε ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ, για τη συμβολή του στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Τον τίτλο απένειμε αντιπροσωπεία του Πανεπιστημίου Αθηνών με επικεφαλής τον πρύτανη Θεόδωρο Φορτσάκη, κατά τη διάρκεια τελετής που πραγματοποιήθηκε νωρίτερα στο δημαρχείο του Αμβούργου. «Αποτελεί για εμάς το πρότυπο του πολιτικού άνδρα, ο οποίος υπηρέτησε για πολλά χρόνια υποδειγματικά το ιδανικό της ευρωπαϊκής ενοποίησης, συνδέοντας τον ανθρωπισμό με τον πολιτισμό» δήλωσε ο κ. Φορτσάκης, σύμφωνα με δημοσίευμα στην ιστοσελίδα της Ραδιοφωνίας/Τηλεόρασης της Βόρειας Γερμανίας (NDR).

Από την πλευρά του, ο 95χρονος κ. Σμιτ, ο οποίος από την αρχή της κρίσης προειδοποίησε για τον κίνδυνο διάσπασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στήριξε επανειλημμένα την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ευχαρίστησε για την τιμή που του έγινε και σημείωσε ότι θεωρεί τον τίτλο που έλαβε ως σύμβολο της ελληνογερμανικής συνεργασίας. Τάχθηκε δε υπέρ της υλοποίησης ενός μεγάλου προγράμματος επενδύσεων στην Ευρώπη.

Η ευχαριστήρια ομιλία του Χέλμουτ Σμιτ:

Αξιότιμοι κύριοι και κυρίες, ευχαριστώ τη Νομική Σχολή και την πρυτανεία του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την πρωτοβουλία να με ανακηρύξουν επίτιμο διδάκτορα. Η διάκριση αυτή απονέμεται σε ανθρώπους που επιχείρησαν να υποστηρίξουν το ελληνικό έθνος, όπως το διατύπωσε ο καθηγητής Φορτσάκης στην επιστολή του προς τον υποφαινόμενο, που εργάστηκαν επί μακρόν και αποτελεσματικά για τις ανάγκες της χώρας. Τα εγκωμιαστικά λόγια και ο τιμητικός τίτλος θεωρώ ότι αποτελούν σύμβολο για τη μακροχρόνια ελληνογερμανική συνεργασία, που ελπίζω ότι θα συνεχιστεί.

Από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 υπήρξα και παρέμεινα υποστηρικτής της ιδέας της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της συμμετοχής της Γερμανίας στην Ευρώπη, όχι από ιδεαλισμό, αλλά από την άποψη του στρατηγικού συμφέροντος του γερμανικού έθνους. Ο Ντε Γκολ και ο Πομπιντού συνέχισαν στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 την εγκαινιασθείσα ευρωπαϊκή ενοποίηση. Στη συνέχεια, η καλή σχέση μεταξύ εμού και του Ζισκάρ ντ’ Εστέν οδήγησε σε μια περίοδο γαλλογερμανικής συνεργασίας και προώθησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και συνεχίστηκε με επιτυχία μετά την άνοιξη του 1990 από τους Μιτεράν και Κολ.

Την ίδια στιγμή διευρύνθηκε η ευρωπαϊκή κοινότητα του 1950-52 σταδιακά ως το Μάαστριχτ το 1991 από έξι σε δώδεκα μέλη. Προς το τέλος της δεκαετίας του ’70 και μετά πρωτοβουλία του Ζισκάρ ντ’ Εστέν έγιναν δεκτές στην ΕΟΚ η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Και οι τρεις χώρες κατάφεραν μόνες τους να ανατρέψουν τις δικτατορίες τους και γι’ αυτό κρίθηκε πως θα έπρεπε να υποστηριχτούν. Από εκείνες τις διαπραγματεύσεις προέκυψε, παρεμπιπτόντως, η φιλία μου με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή…

… Σήμερα έχουμε μεν μία Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μας λείπει όμως μία κοινή δημοσιονομική πολιτική, μία κοινή οικονομική πολιτική, μία κοινή κοινωνική πολιτική. Όταν το 2007 Αμερικανοί και Βρετανοί τραπεζίτες βύθισαν όχι μόνο τις δικές τους οικονομίες στο χάος αλλά ολόκληρο τον κόσμο, φάνηκαν καθαρά οι σοβαρές παραλείψεις, που ανεχτήκαμε εμείς οι Ευρωπαίοι με το Μάαστριχτ. Οι συνέπειες, ειδικά για τον ευρωπαϊκό Νότο, είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Είμαι αρκετά μεγάλος σε ηλικία ώστε να θυμάμαι την ύφεση του 1929 και αρκετές ακόμη, γι’ αυτό ξέρω τι σημαίνει εκατομμύρια άνθρωποι να είναι άνεργοι ή ποιες είναι οι παραλυτικές επιπτώσεις της ανεργίας των νέων.

Γι’ αυτό έχουμε σήμερα επείγουσα ανάγκη από ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε. Πριν από τέσσερις και πλέον δεκαετίες ήμουν κι εγώ υπουργός Οικονομικών και ξέρω καλά γιατί χαίρεται τόσο ο αξιότιμος συνάδελφος Σόιμπλε για τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό που πέτυχε. Ταυτόχρονα και με δεδομένη τη σημερινή κατάσταση απευθύνω έκκληση για ένα πολύ ισχυρότερο ποσοστό κρατικών επενδύσεων. Χωρίς οικονομική ανάπτυξη, χωρίς νέες θέσεις εργασίας δεν μπορεί να εξυγιάνει ένα κράτος τα δημοσιονομικά του. Φυσικά η Γερμανία οφείλει να παίξει σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό. Ούτως ή άλλως η δική μας οικονομία εξασφαλίζει εδώ και χρόνια τα μεγαλύτερα πλεονάσματα, τα οποία, όμως, είναι ελλείμματα των εμπορικών μας εταίρων.

Ξέρω πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα για τους Έλληνες γείτονές μας τα τελευταία χρόνια. Ξέρω τις ψυχολογικές επιπτώσεις, αλλά και τις πολιτικές συνέπειες λόγω της ανεργίας των νέων. Η Ελλάδα όμως έχει μπει σ’ έναν επιτυχημένο δρόμο. Εύχομαι από καρδιάς στους Έλληνες γείτονες και εταίρους «καλή επιτυχία»! Θέλω εκ νέου να ευχαριστήσω για την τιμή, που επιφύλαξε το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε μένα, ένα γέρο άνθρωπο. Θέλω, όμως, να επαναλάβω την αρχή μου: Εμείς οι Γερμανοί έχουμε λόγους να διεκδικούμε την ευγνωμοσύνη των γειτόνων μας. Παράλληλα, όμως, έχουμε την υποχρέωση να αποδεικνύουμε ότι είμαστε άξιοι αλληλεγγύης, επιδεικνύοντας οι ίδιοι αλληλεγγύη προς τους γείτονές μας και τους εταίρους μας».

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ