- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Βρέθηκα για πρώτη φορά στην αφετηρία της κλασικής διαδρομής τον Νοέμβριο του 2002. Νωρίς μες στο πολύχρωμο πλήθος σε μέρα ηλιόλουστη, ανάμεσα σε φίλους και γνωστούς από άλλους αγώνες και κοινές διαδρομές – ήμασταν λίγοι τότε και οι περισσότεροι γνωριζόμασταν, λίγο ή πολύ. Δίπλα ο Κωστής, με το χέρι του μες στο δικό μου, «παλιός» ήδη στη διαδρομή και πάντα ενθαρρυντικός, και μπροστά το άγνωστο. Ο αχαρτογράφητος δρόμος, όπως κάθε φορά. Κοίταξα γύρω μου και έκανα ό,τι κι οι άλλοι. Χαλαρό τρέξιμο και κάποιες διατάσεις, προσπαθώντας να διαχειριστώ την αγωνία της στιγμής, το φόβο για το άγνωστο. Δεν ήταν ο πρώτος μου μαραθώνιος, μα ο μύθος αυτής της διαδρομής και της δυσκολίας της με ξεπερνούσε. Όλοι έλεγαν πως ήταν «η» διαδρομή, αυτή που πρέπει να δοκιμάσεις και να ξεπεράσεις για να ενηλικιωθείς στις μεγάλες αποστάσεις, να πάρεις το πραγματικό βάπτισμα στα «νάματα» της άθλησης. Ήχος άφεσης, τα πρώτα βήματα ώσπου να βρούμε όλοι θέση στην ιδιότυπη, χαοτική σειρά των πρώτων μέτρων, ένας γύρος γύρω από τον Τύμβο κι έπειτα βουτιά στη διαδρομή. Χιλιόμετρα και χιλιόμετρα με το βλέμμα περισσότερο στο χρονόμετρο και λιγότερο στο μάλλον αδιάφορο αττικό τοπίο. Κόσμος λιγοστός, αραιωμένος μετά το πρώτο δεκάρι, εκεί που αρχίζει να προδιαγράφεται η εξέλιξη του αγώνα για τον καθένα. Στην αριστερή παλάμη σημειώσεις-περάσματα στα χιλιόμετρα και, μαζί, θέματα για να σκεφτώ, για να μαζέψω το μυαλό, να το ελέγξω για να προχωρήσει όταν πιάνει η κούραση. Και το βλέμμα καρφωμένο στη φρεσκοβαμμένη μπλε γραμμή, τη ραχοκοκαλιά της διαδρομής, τον ιστό της. Πορεία σταθερή και μετρημένη στις ανηφόρες, για να βγουν τα χιλιόμετρα και να κερδιθεί όσο γίνεται ο δρόμος. Κάθε χιλιόμετρο και μικρή κατάκτηση, μικρή ανακούφιση. Και, μαζί, η διαρκής έγνοια γι’ αυτό που θα ακολουθήσει μετά το 30, εκεί που πραγματικά αρχίζει ο μαραθώνιος. Με τις ιστορίες των παλιότερων να ανακυκλώνονται, τις φήμες να παίζουν στο μυαλό ξανά και ξανά, την αγωνία για την κούραση που θα έρθει να μεγαλώνει. Και στο 30, εκεί που «έπρεπε» να συμβούν όλα αυτά, εκεί που κατά τας αθλητικάς γραφάς θα με αποδυνάμωνε η κούραση και θα με νικούσε η βαρύτητα, δεν χρειάστηκαν παρά τα ελάχιστα για να πάρω δύναμη και να βρεθώ σε μια νέα, ιδεατή αφετηρία. Δεν χρειάστηκαν παρά ένα βλέμμα εντοπισμένο με απρόσμενη ευκολία ανάμεσα στο συγκεντρωμένο κόσμο στο πεζοδρόμιο, ένα υψωμένο χέρι που ξεχώριζε και μια παραινετική φωνή που δεν έμαθα ποτέ αν πράγματι ακούστηκε. Δεν χρειάστηκε παρά η σκέψη στους λίγους αγαπημένους που θα είχαν κάτι παραινετικό να πουν πειστικά, στα λόγια που εκείνοι θα έλεγαν αν αίφνης βρίσκονταν δίπλα μου. Δεν χρειάστηκε, τέλος, παρά η σκέψη πως ο Κωστής, που προπορευόταν αισθητά και κάπου τότε τερμάτιζε, με τραβούσε προς το μέρος του, με οδηγούσε μέσα από τον κόσμο. Και στο 30, εκεί που «θα έπρεπε» να είμαι κουρασμένη, εκεί που «θα έπρεπε» να βαρύνει το βήμα, ελάφρυνα απροσδόκητα. Κατέβηκα άνετα το τελευταίο κομμάτι ως τον τερματισμό, χαμογελώντας στους συγκεντρωμένους θεατές και ενθαρρύνοντας όσους συναθλητές έδειχναν κουρασμένοι. Σαν να μην ήταν μαραθώνιος, μα χαλαρή κυριακάτικη βόλτα στην όμορφη Αθήνα. Μπήκα στο στάδιο με τη μοναδική συγκίνηση που έχει αυτός ειδικά ο τερματισμός, διαφορετικός από κάθε άλλον στον κόσμο. Με τη χαρά εμφανή, λαμπερή στο σώμα, σαν τον ανακουφιστικό ιδρώτα στο πρωινό φως. Με μια αγκαλιά έτοιμη να χωρέσει όσους ιδεατά βρέθηκαν δίπλα μου στα δύσκολα ανηφορικά χιλιόμετρα της μέρας. Με τη χαρά μιας κατάκτησης εμβληματικής. Και με τη βεβαιότητα πως ο μαραθώνιος αρχίζει πράγματι στο 30, και δεν τρέχεται τόσο με το σώμα όσο με το νου και την καρδιά.
*Η Α.Κ. είναι σύμβουλος επικοινωνίας και γράφει για το τρέξιμο στην A.V. και στο περιοδικό «Runner».
Φωτό: Φιλιώ Σταματοπούλου / Ladies Run Greece