- CITY GUIDE
- PODCAST
-
17°
Η Βαρόνη Φιλξ περπατούσε αμέριμνη στους δρόμους της Αθήνας.Τίποτα δεν προμήνυε την τούμπα που θα έτρωγε, όχι τόσο η ίδια, αλλά ολόκληρη η ζωή της.
Η Βαρόνη Φιλξ, κατοικούσε στο κέντρο της πόλης. Έπινε καφέ εσπρέσσο και μοιραζόταν τη ζωή της με τον Βαρόνο Ξάπλα. Ο Βαρόνος Ξάπλας δεν ήταν ακριβώς άνθρωπος, αλλά περισσότερο σκύλος. Παρόλα αυτά Βαρόνος.
Η Βαρόνη Φιλξ, λοιπόν, περπατούσε αμέριμνη. Είχε ραντεβού με την κυρία Μαμαλούξ. Η κυρία Μαμαλούξ ήτο συγγραφεύς. Ή έτσι νόμιζε εκείνη τελοσπάντων. Και αφού το νόμιζε, δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθήσουμε να της αλλάξουμε γνώμη.
Η Βαρόνη και η Κυρία Μαμαλούξ έκαναν στενή παρέα. Έπιναν μαζί εσπρέσσο και κρασί από σύκα κ έτρωγαν αμύγδαλα γεμιστά με τυρί μπρι ή καμαμπέρ. Συνήθως τα ξημερώματα.
Η ώρα ήταν δώδεκα, κοινώς μεσάνυχτα, και η Βαρόνη κατευθυνόταν στο σημείο του ραντεβού, όταν ξαφνικά, μα τόσο ξαφνικά, γλίστρησε, κατρακύλησε, κουτρουβαλιάστηκε και βρέθηκε στην αγκαλιά του σουβλατζή της γειτονιάς της.
Ο έρως ήτο κεραυνοβόλος. Η Βαρόνη Φιλξ σπανίως έτρωγε σουβλάκια, και για αυτό τo λόγο δεν είχε συναντήσει ποτέ της τον σουβλατζή της γειτονιάς. Ενώ αντιθέτως, ο σουβλατζής ήταν πασίγνωστος τόσο στην γειτονιά της Βαρόνης όσο και στις όμορες γειτονιές.
Η Βαρόνη έχασε τα λόγια της, καθώς τα μάτια του σουβλατζή την έτρωγαν με μανία χορτοφάγου που τρώει σουβλάκι μετά από δεκατρία χρόνια.
Ω, ψέλλισε! Και αντιλήφθηκε πόσο ερωτευμένη ήταν. Για να κερδίσει λίγο χρόνο με το αντικείμενο του πόθου της, η Βαρόνη Φιλξ παρήγγειλε οχτώ τυλιχτά σουβλάκια, και έμεινε να θαυμάζει τη μαεστρία του σουβλατζή στο τύλιγμα, με μοναδικό σκοπό της να τον τυλίξει.
Την ίδια ακριβώς στιγμή, η Κυρία Μαμαλούξ, περίμενε την Βαρόνη στον Κίτρινο Πελαργό. Γνωστό μπαρ και έπινε τη μία βότκα μετά την άλλη. Βλέπετε, η κυρία Μαμαλούξ είχε κόψει το αλκοόλ, και τώρα το ξανάρχιζε, οπότε ένιωθε ότι πρέπει να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο,και όχι να τον αναζητήσει. Αυτός ο μη αλκοολικός χρόνος είχε χαθεί για πάντα.
Αργούσε, όμως, η Βαρόνη Φιλξ, και η κυρία Μαμαλούξ όταν έμενε μόνη στα μπαρ, είχε την τάση να κάνει ελαφρώς ηλίθιες πράξεις, γνωριμίες, σκέψεις, κυρίως σκέψεις.
Αφού κοίταξε ολόγυρα, και δεν βρήκε τίποτα ενδιαφέρον, αφού τελείωσε η αγαπημένη της βότκα, η οποία προφανώς θα τελείωνε, αφού μόνο η κυρία Μαμαλούξ μόνη είχε πιει τρία μπουκάλια, αποφάσισε να αυτοκτονήσει.
Δεν ήταν και τίποτα φοβερό, το είχε ξανακάνει. Όσο λοιπόν η Βαρόνη Φιλξ έτρωγε με δυσκολία ομολογουμένως το τέταρτο από τα οχτώ πιτόγυρα, η κυρία Μαμαλούξ, πόσο κλισέ, έριξε στη βότκα της, όχι την αγαπημένη της φυσικά, ένα ένα 39 μοβ χάπια. Απεχθανόταν το μοβ γενικά, όχι τα μοβ χάπια, και με μία κίνηση το κατέβασε ολόκληρο.
Στο έκτο σουβλάκι της πια η Βαρόνη Φιλξ αισθάνθηκε μια κάποια δυσφορία. Είχε συνηθίσει στο μπρι και το καμαμπέρ, βλέπετε. Και κάπως η καρδούλα της πετάρισε. Η Βαρόνη πίστεψε ότι ήταν από έρωτα, αλλά όχι. Ήταν μια βαρβάτη ανακοπή από τα πολλά πιτόγυρα, ενώ στον Κίτρινο Πελαργό η Κυρία Μαμαλούξ ίσα που πρόλαβε να γράψει ένα Ε σε μια χαρτοπετσέτα. Ως αντίο. Ποιος ξέρει τί ήθελε να πει.
Ανακοπές, λοιπόν, τόσο στα σουβλατζίδικα όσο και στα μπαρ. Βαρόνη και Κυρία μεταφέρθηκαν σε κοντινό νοσοκομείο, και βρέθηκαν σε διπλανά κρεββάτια. Αργήσαμε λίγο να βρεθούμε ή μου φαίνεται επεσήμανε η κυρία Μαμαλούξ, η οποία είχε ένα θέμα με την συνέπεια.
Ερωτεύτηκα τον σουβλατζή, γι' αυτό άργησα, εξομολογήθηκε η Βαρόνη Φιλξ στην Κυρία Μαμαλούξ. Και όλα ήταν ok.
*Η Βαρόνη Φιλξ ως γνήσια βαρόνη μένει σε ένα στενό των Εξαρχείων και συνηθίζει να τριγυρίζει στην νυχτερινή Αθήνα με συντροφιά μία κάτοικο των Άνω Πετραλώνων,γνήσια υποτιθέμενη συγγραφέα,την Κυρία Μαμαλούξ. Η ιστορία μιας φιλίας,αμέτρητου αλκοόλ και ασίγαστης εναλλαγής μπαρ,σε συνέχειες...