Trending Now

Young Old: Το μέλλον ανήκει στους 70άρηδες

Εξοικειώσου με τον όρο Yold, γιατί θα τον ακούς ολοένα και περισσότερο τα επόμενα χρόνια

15223-628182_0.jpg
Βάγια Ματζάρογλου
ΤΕΥΧΟΣ 763
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Young Old: Το μέλλον ανήκει στους 70άρηδες

Yold (Young Old) σημαίνει πως η δεκαετία που ακολουθεί δεν θα ανήκει στην Generation X, τους Millennials ή τους Gen Z, αλλά στους Baby Boomers.

Ο κόσμος είναι περίπλοκος και ευμετάβλητος, ειδικά τα τελευταία 50 περίπου χρόνια, με την καταλυτική επίδραση της τεχνολογίας στις ζωές των ανθρώπων και τον χρόνο να τρέχει γρηγορότερα. Όμως υπήρχε μια ακλόνητη συμβατική νομοτέλεια. Κάθε γενιά θα διαδέχεται την προηγούμενη για να πάρει τα ηνία, με την αποχωρούσα να αποσύρεται διακριτικά και να δίνει τις ευλογίες της. Νομίζαμε…

Ξαφνικά ήρθε το 2020 και οι Ιάπωνες με τον υβριδικό όρο Yold (Young Old), για να μας προειδοποιήσουν πως το παιχνίδι ξεκινά από την αρχή. Η δεκαετία που ακολουθεί δεν θα ανήκει στην Generation X, τους Millennials ή τους Gen Z, αλλά στους Baby Boomers! Η Αμερική με τον 77χρονο Τζο Μπάιντεν στο τιμόνι της είναι το πιο τρανό παράδειγμα. Ένας Yold Σερίφης θα καθορίσει την τύχη των ΗΠΑ και του πλανήτη για τα επόμενα τέσσερα χρόνια τουλάχιστον.

Αν θέλουμε να μιλήσουμε την μπαμπινιωτική, τι μας λένε οι Ιάπωνες: πως η «γενιά του Πολυτεχνείου» είναι πολύ σκληρή για να αποσυρθεί. Επιστρέφει λοιπόν θριαμβευτικά για να (ξανα)αλλάξει τον κόσμο και το άμεσο μέλλον τής ανήκει (όπως άλλωστε τόσα και τόσα άλλα πράγματα).

Yoldies but goldies

Αν και το «Young Old» παραπέμπει ψυχολογικά σε έναν ανεπιτυχώς νεανίζοντα «Λαμπρούκο» (μπαρμπα-γαμίκος, «εγώ θα κάτσω με τους νέους»), ο όρος Yold αναφέρεται σε κάτι τελείως διαφορετικό και ευρύ. Ας δούμε ποια είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του baby boomer που θα κυριαρχήσει και, εκτός απροόπτου, θα ορίσει τη ζωή μας τα επόμενα δέκα χρόνια.

Baby Boomers είναι τυπικά όσοι γεννήθηκαν από το 1945 μέχρι και το 1964. Όμως το διάστημα εκείνων των συγκεκριμένων 20 χρόνων είναι –και λόγω ιστορίας– υπερβολικά μεγάλο για τσουβάλιασμα. Οι γεννημένοι το ’45 είχαν μνήμες Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έστω και από διηγήσεις των γονιών τους, μεγάλωσαν σε συνθήκες φτώχιας και στερήσεων και ζορίστηκαν να μορφωθούν, κάτι που δεν συνέβη με τους γεννημένους το ’64. Ας συμβιβαστούμε όμως με τις κατηγοριοποιήσεις των δημογράφων.

Οι σημερινοί 65-75άρηδες είναι υγιείς και πολύ πιο κοτσονάτοι σε σχέση με τους παλιούς 75άρηδες. Προσέχουν την υγεία τους, γυμνάζονται, τρέφονται καλά, είναι σε πολύ καλή φυσική κατάσταση. Η ηλικία τους δεν τους «φαίνεται» με τίποτα.

Δεν έχουν καμιά διάθεση να πάρουν σύνταξη, να φορέσουν παντόφλα, να ετοιμάσουν το καλάμι για το ψάρεμα ή να κάνουν baby sitting σε εγγόνια. Θα μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα –προλάβαιναν να κατοχυρώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα– και να εισπράξουν βαρβάτα εφάπαξ, όμως προτίμησαν να συνεχίσουν να εργάζονται. Είναι ενεργοί επαγγελματίες και καταναλωτές, κοινωνικά και πολιτικά επιδραστικοί, ενώ παίζουν τα χρηματοοικονομικά στα δάκτυλα.

Ήταν και είναι έντονα πολιτικοποιημένοι. Σέβονται τη δημοκρατία και δεν θα ακούσεις εύκολα από το στόμα τους τη φράση «όλοι είναι ίδιοι». Πίστεψαν στην ουτοπία και στρατεύθηκαν για να φέρουν τη «φαντασία στην εξουσία». Έζησαν τον Ψυχρό Πόλεμο, τον φόβο του πυρηνικού ολέθρου, τον Μάη του ’68, την κρίση του πετρελαίου, το 114, τη χούντα, την πτώση του Τείχους και του κομμουνισμού.

Σπούδασαν στην πλεοψηφία τους. Οι Έλληνες σε μεγάλο βαθμό φοίτησαν σε πανεπιστήμια της Ευρώπης, καθώς η εισαγωγή στο ελληνικό πανεπιστήμιο ήταν στα χρόνια τους προβληματική.

Κοινωνικά, πρωτοστάτησαν στο φαινόμενο της αστυφιλίας και της αντιπαροχής, ξεφεύγοντας από ασφυκτικά επαρχιακά περιβάλλοντα και επιλέγοντας τις πόλεις για να ζήσουν ελεύθεροι από το «τι θα πει ο κόσμος». Οι πρώτοι που άρχισαν να καταθέτουν δειλά αιτήσεις διαζυγίου.

Από τα μέσα των 70s (μετά τη Μεταπολίτευση) απέκτησαν υπέρμετρη αισιοδοξία και χρήμα. Μπόρεσαν να αγοράσουν αυτοκίνητο, κάτι που για τους γονείς τους ήταν άπιαστο όνειρο ζωής, σπίτι και εξοχικό.

Οι γυναίκες βγήκαν από τις κουζίνες και μπήκαν με ορμή στον εργασιακό στίβο, ενώ έσπασαν και το καλούπι της καλής νύφης. Ξετίναξαν τη μαρξιστική, λενινιστική και μαοϊκή βιβλιοθήκη, ενώ ως σινεφίλ έφαγαν τα νιάτα τους με Γκοντάρ, Ταρκόφσκι και Αγγελόπουλο (άρα προπονήθηκαν στην υπομονή).

Αποταμίευσαν στα καλά τα χρόνια, όταν τις δραχμές τις αλώνιζαν. Όμως έχουν τύψεις που υποθήκευσαν το μέλλον των παιδιών τους (Millennials) με τις σπατάλες τους, και πλέον έχουν αναλάβει τον ρόλο του μεγάλου χορηγού. Επειδή οι περισσότεροι έγιναν με το ζόρι αυτό που επιθυμούσαν οι γονείς τους, με τα παιδιά τους υπήρξαν πολύ προοδευτικοί. Καταρχάς δεν τους έδωσαν τα ονόματα των παππούδων. Κατά δεύτερον τους επέτρεψαν να κάνουν επάγγελμα την κλίση τους και σήμερα τα καμαρώνουν ως performance artists ή ζωγράφους, κι ας μην υπάρχουν επαρκείς απολαβές.

Συμμετείχαν στη σεξουαλική απελευθέρωση και χτυπήθηκαν από το AIDS όχι ακριβώς πάνω στο άνθος της ηλικίας τους – ήταν ήδη παντρεμένοι με παιδιά. Καθόλου πουριτανοί, υπέρμαχοι των ανθρώπινων δικαιωμάτων, των LGBTQ+ κινημάτων, του πολυπολιτισμού.

Υπολείπονται μόνο σε ύψος σε σχέση με τα ντερέκια των κατοπινών γενεών. Μην ξεχνάμε πως ο ψηλότερος εκπρόσωπος της γενιάς τους στην Ελλάδα, ο ένας και μοναδικός Δημήτρης Κοκολάκης, με ύψος 2.15 θεωρούνταν θαύμα της φύσης. Συντηρητικοί; Σε πολύ συγκεκριμένα θέματα: Φορούν το ίδιο άρωμα για δεκαετίες, καπνίζουν την ίδια μάρκα τσιγάρων αν δεν το έκοψαν, πίνουν το ίδιο ποτό και εμπιστεύονται τον ίδιο πάροχο κινητής από την ώρα που απέκτησαν κινητό για πρώτη φορά.

Αν και θα περίμενε κανείς να είναι ψηφιακά στραβάδια, αφού η τεχνολογία μπήκε πολύ αργά στη ζωή τους, συμβαίνει το αντίθετο. Εντάξει, θα τους δεις στις τράπεζες, όχι γιατί δεν έχουν web banking, αλλά για να παρακολουθήσουν την πορεία των διαφόρων τραπεζικών προϊόντων που έχουν αγοράσει – ο διευθυντής της τράπεζας είναι φίλος τους.

Πάντως, δεν τους πολυαρέσει το ψηφιακό shopping – αγοράζουν κυρίως αεροπορικά εισιτήρια. Πραγματικοί κοσμοπολίτες, ταξίδεψαν σε όλον τον κόσμο και συνεχίζουν να ταξιδεύουν ξοδεύοντας χρήμα. Αυτοί στηρίζουν τον υψηλό τουρισμό. Είναι φιλομαθείς και δεν σταματούν να αυτομορφώνονται.

Είναι η λιγότερο δύσπιστη γενιά όσον αφορά τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Διαβάζουν εφημερίδες, βλέπουν δελτία ειδήσεων στην τηλεόραση, ακούνε ραδιόφωνο, αλλά ενημερώνονται και από το ίντερνετ και τις αγαπημένες τους σελίδες.

Στα social media προτιμούν να συνομιλούν με τον κύκλο τους και είναι οι πιο πολιτισμένοι και σοφοί χρήστες. Δεν μπαίνουν σε καβγάδες, δεν σβήνουν σχόλια, δεν μπλοκάρουν κόσμο αλλά δεν μπαίνουν και σε αδιέξοδους διαλόγους.

Να (μην) περάσει ο επόμενος

Η «Γενιά του Πολυτεχνείου» συνεχίζει να κινεί τον κόσμο μέσα στη λασπωμένη δόξα της, γιατί έχει πείρα, εφόδια, χρήμα. Αν το 1996, όταν ο Ντάγκλας Κόπλαντ εξέδιδε το μυθιστόρημα «Generation X», ένα υποδειγματικό πορτρέτο όσων ήρθαν στον μάταιο τούτο κόσμο από το 1965 και μέχρι το 1979, κάποιος τον ενημέρωνε για την ιαπωνική πρόβλεψη του 2020, εκείνος λογικά θα χασκογελούσε μην μπορώντας να πραγματοποιήσει ένα τόσο χονδροειδές άλμα φαντασίας.

Όμως ο κόσμος έχει γίνει υπερβολικά περίπλοκος. Το παραδοσιακό χάσμα των γενεών «νέοι vs ηλικιωμένοι γονείς» είναι ένα τουρλουμπούκι με όλους εναντίον όλων. Baby Boomers, Generation X, Millennials, Generations Ζ και Α διαγκωνίζονται για μια θέση στον ήλιο. Όμως το θέμα των γενεών και της επικράτησής τους δεν είναι γράμματα και αριθμοί. Σε έναν κόσμο που φλέγεται, τη Λόλα απ’ τη φωτιά ποιος θα τη βγάλει; Ο baby boomer που ’χει δύναμη μεγάλη; Ή μήπως οι Gen X Τριντό και Μακρόν; Και αυτός είναι ένας ωραίος, σχεδόν λιντσεϊκός, γρίφος για να μας απασχολήσει τα επόμενα χρόνια.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ