Βιβλιο

Οδοιπορικό στην αρχαιότερη ζωντανή δημώδη μουσική της Ευρώπης

Ηπειρώτικο Μοιρολόι: Ο Κρίστοφερ Κινγκ στέλνει ένα «ερωτικό γράμμα» στην Ήπειρο και τη μουσική της

4835-79724.jpg
Αγγελική Μπιρμπίλη
ΤΕΥΧΟΣ 695
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
don-anoigma.jpg

Ο Κρίστοφερ Κινγκ ερωτεύτηκε την Ήπειρο και τη μουσική της. Βραβευμένος μουσικός παραγωγός και μανιώδης συλλέκτης δίσκων γραμμοφώνου, θεωρούσε πάντα τη μουσική, στην πρωταρχική της μορφή, ένα γιατρικό για τις πληγές της ψυχής. Κι αν σταδιακά έπαψε να έχει αυτή τη λειτουργία, λέει, ανακάλυψε μια εξαίρεση. Στις εσχατιές της Ευρώπης, σε μια απόμερη γωνιά της Ελλάδας, την  Ήπειρο, σαν από θαύμα, κρατήθηκε ζωντανός ένας πανάρχαιος τρόπος ζωής που επέτρεψε στη μουσική να διατηρήσει αυτό τον θεραπευτικό της ρόλο. 

«Πίστευα ότι δεν υπάρχει μουσική στον κόσμο που να διατηρήσει έναν αρραγή δεσμό με το πρωταρχικό κοινωνικό της πλαίσιο, με την κουλτούρα στην οποία ανήκει. Έκανα λάθος. Τον 21ο αιώνα ανακάλυψα το αδιανόητο, μια γη και μια μουσική ξεχασμένες από τον χρόνο. Η μουσική αυτή ευδοκίμησε σ’ έναν τόπο των Βαλκανίων, σε μια κυριολεκτική και μεταφορική πύλη μεταξύ Ανατολής και Δύσης: την Ήπειρο». 

Στο βιβλίο «Ηπειρώτικο Μοιρολόι - Οδοιπορικό στην αρχαιότερη ζωντανή δημώδη μουσική της Ευρώπης» (εκδ. Δώμα) ο Κινγκ μας ξεναγεί σ’ αυτό τον δικό μας γνωστό άγνωστο, σκληρό και μαγικό τόπο, όπου η μουσική γίνεται ένα με την ποίηση, τον χορό και τη γιορτή.

«Εδώ, σε μια γωνιά της βορειοδυτικής Ελλάδας, βρίσκεται ένας τόπος όπου ο χρόνος έχει σταματήσει – ένας τόπος που δέχεται τις πιέσεις του εκμοντερνισμού αλλά την ίδια στιγμή διαθέτει τα απαραίτητα συστατικά για μια ακμαία και σφριγηλή μουσική ζωή. Σε τούτο τον τόπο, ο χορός δίνει νόημα στη ζωή, τα τραγούδια αναγνωρίζουν τον θάνατο και το μεγάλο μυστηριώδες ερώτημα –«γιατί φτιάχνει κάνεις μουσική;»– βρίσκει την απάντηση του». 

Κάπου ανάμεσα σε φιλοσοφικό έργο, μουσικολογική μελέτη, ιστορικό χρονογράφημα, προσωπικό ημερολόγιο και «ερωτική επιστολή» στην Ήπειρο και τη σπαρακτικά θλιμμένη μουσική της, το βιβλίο αυτό είναι και ένα απίστευτο ταξίδι στο παρελθόν, στις ιστορίες, τους θρύλους και τις παραδόσεις μας. «Οι Ηπειρώτες λένε πως έχουν ανάγκη τη μουσική τους γιατί η ζωή στα βουνά ήταν πάντοτε σκληρή, όλα ήταν αβέβαια. Η μουσική εδώ είναι ένα βάλσαμο –ένα γιατρικό– για το άγνωστο και το μοιραίο. Στη βορειοδυτική Ελλάδα η απειλή έχει όνομα, λέγεται Χάρος. Είναι ο βαρκάρης του κάτω κόσμου, ο θάνατος, αυτός που σου κόβει το τελευταίο εισιτήριο». 

Μια μέρα ο Κρίστοφερ Κινγκ έβγαλε εισιτήριο για την Ελλάδα, για να ακούσει από κοντά τα ηπειρώτικα τραγούδια που τον συγκλόνιζαν να παίζονται στα χωριά. «Ταξιδεύοντας στον τόπο αυτό μπόρεσα να συγκεράσω τη σκοπιά του εξωτερικού παρατηρητή με τη σκοπιά των ντόπιων και να καταλάβω πώς η γλωσσική και μουσική έκφραση μπορεί να γίνουν ένα». Ο συγγραφέας διηγείται πως άρχισε να ακούει μουσική από την Ήπειρο, που τον ταξίδευε σ’ έναν τόπο πιο σκοτεινό, μια μουσική σαν θρήνος, νανούρισμα και παρηγοριά, που ακούγοντάς την στους παλιούς δίσκους γραμμοφώνου «άνοιγε μέσα του ένας καινούριος συναισθηματικός χώρος που αναγνωρίζει τον πόνο και τη νοσταλγία από μια ξένη γη».

Αυτός ο θησαυρός δίσκων γραμμοφώνου που του πούλησε ο συλλέκτης Ηλίας Μπαρούνης τον έκανε να δεθεί με την Ήπειρο. «Είναι μια μουσική που αρνιόταν επίμονα ν’ αφομοιώσει ξένα στοιχεία – απέκρουε τις έξωθεν επιρροές κι έμοιαζε να παραπέμπει μονάχα στον εαυτό της». Ψάχνοντας ανακάλυπτε ότι σε πολλές ηχογραφήσεις επαναλαμβάνονταν το επώνυμο Χαλκιάς, Χαρισιάδης, Χαρίσης, Ζούμπας. Μυστηριώδεις λέξεις, «μοιρολόι», «σκάρος», «ξενιτιά», που το νόημά τους του ήταν ακατανόητο, εμφανίζονταν ξανά και ξανά.

Αποφάσισε να ταξιδέψει για να συναντήσει αυτή τη δημώδη μουσική της ελληνικής υπαίθρου, να δει με τα μάτια του το μεγαλείο του τοπίου με τις ακραίες αντιθέσεις, να χορέψει με «αυτοεγκατάλειψη» στα πανηγύρια που «έδιναν τροφή σ’ αυτό το άγριο ηχητικό σύμπαν», να γευτεί το τσίπουρο, την «υπερβατικότερη» απ’ όλες τις μεθυστικές ουσίες, να συναντηθεί με τους Τσιγγάνους οργανοπαίχτες για να μάθει από πρώτο χέρι για τα συλλογικά βιώματα και τις κοινές αναμνήσεις και για αυτά που σε κάνουν να νιώσεις «ολόκληρος». 

doma.jpg

Το βιβλίο του είναι τα ταξίδια του στη Ήπειρο. Μας μιλά για τους ανθρώπους που γνώρισε, για ανθρώπους που ξέρουν να πενθήσουν και ξέρουν να γλεντήσουν. Και που τιμούν τη φιλοξενία περισσότερο από κάθε άλλο μέρος στην Ελλάδα: «Δεν σου ζητάνε τίποτα άλλο παρά να είσαι άνθρωπος. Δίωξε κάθε προσποίηση. Είσαι στο χωριό επομένως είσαι ένας από αυτούς, έστω για λίγο.
-Πες μας γιατί ήρθες εδώ πέρα;
-Ήρθα γιατί ερωτεύτηκα τη μουσική σας. Οι παλιοί ήχοι του χωριού σας με έφεραν εδώ. Και το τσίπουρό σας είναι θαυμάσιο! 
-Είσαι σίγουρος; Στους πιο πολλούς η μουσική αυτή δεν αρέσει. Κυρίως στους Έλληνες. Σε παρακαλώ, πιες λίγο τσιπουράκι ακόμα»... 

Αυτή είναι η ιστορία του βιβλίου. Η ιστορία, η μεγάλη και η μικρή, της δικής μας Ηπείρου, αυτής της «μυθικής γης» και της μουσικής της που παρηγορεί, καθησυχάζει, θεραπεύει, απαλύνει τις πληγές της ψυχής.   

Bio
O Christopher C. King (1971) γεννήθηκε στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ, όπου και ζει. Σπούδασε φιλοσοφία στο Radford University και το Virginia Tech. Έχει επιμεληθεί, επεξεργαστεί και εκδώσει πολλές μουσικές ανθολογίες, κατά βάση προπολεμικής μουσικής. Το 2002 βραβεύτηκε με το Βραβείο Grammy για τη δουλειά του ως μουσικού παραγωγού, ενώ στη συνέχεια έλαβε άλλες πέντε υποψηφιότητες για το ίδιο βραβείο. Γράφει στο «Paris Review» και στο «Oxford American».

Info
Κρίστοφερ Κινγκ, «Ηπειρώτικο Μοιρολόι - Οδοιπορικό στην αρχαιότερη ζωντανή δημώδη μουσική της Ευρώπης», μτφ.: Αριστείδης Μαλλιαρός Επιμέλεια: Θάνος Σαμαρτζής, εκδ. Δώμα, σελ. 427, €20 
Ζωγραφιά εξωφύλλου: Robert Crumb, «Η ηπειρώτικη κομπανία του Λάζαρου Ρούντα στη Βίτσα», περ. 1930

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ