Βιβλιο

Τ' αγαπημένα του Μιχάλη Γκανά: ποιήματα και αφηγήματα άλλων

“Τ' αγαπημένα του Μιχάλη Γκανά” λειτουργεί όπως ένα σεμινάριο, ειδικά το πρώτο μισό του βιβλίου που αφορά την ποίηση.

62222-137653.jpg
A.V. Team
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
318989-627779.jpg

Μιχάλης Γκανάς: Τ' αγαπημένα του ποιήματα και αφηγήματα άλλων (Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2014)

Η ιδέα ανήκει στον Νώντα Παπαγεωργίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο: ας ανθολογήσουν Έλληνες δημιουργοί που έχουν μια πορεία μέσα στον χρόνο, κείμενα, πεζά και μη, που αγάπησαν, που τους διαμόρφωσαν ή που τα θεωρούν σπουδαία. Ας μας δώσουν το καταστάλαγμα της αναγνωστικής τους ζωής. Με ελάχιστους έως καθόλου περιορισμούς, ας αποφασίσουν οι ίδιοι με ποια κριτήρια θα διαλέξουν. Κι ας μας μιλήσουν μετά για τις επιλογές τους.

Τη σειρά εγκαινίασε πέρσι το φθινόπωρο ο δωρικός, βαθύχοος Μιχάλης Γκανάς. Τον ακολούθησε ο πιο πληθωρικός και λαϊκότροπος Θωμάς Κοροβίνης ο οποίος στη δική του προσωπική ανθολόγηση, σχολιάζει: “Πρόκειται για μια καταβύθιση στο 'είναι', ταυτόχρονα μια απαιτητική συνομιλία με πνευματικούς ανθρώπους-σταθμούς της ζωής.” Και έπονται άλλοι.

Η λογοτεχνία είναι ένα από τα τελευταία οχυρά συνειδητής ιδιωτικότητας όπως ωραία το θέτει η Άντζελα Δημητρακάκη: “σε αντίθεση με την εικαστική τέχνη, είναι κάτι με το οποίο αγκαλιάζεσαι στο κρεβάτι.” Το να ζητήσεις λοιπόν από κάποιον να σου μιλήσει για το ποιούς είχε αγκαλιά μαζί του στο κρεβάτι τις τελευταίες δεκαετίες, είναι πολύ προσωπική υπόθεση. Του ζητάς ν' ανοίξει πολλά βιβλία, να θυμηθεί, να ξαναδιαβάσει.

Οι βιβλιογραφικές παραπομπές στο τέλος του κάθε βιβλίου μαρτυρούν από μόνες τους ένα στοχαστικό εγχείρημα που χρειάζεται χρόνο και ζέση. Ίσον αγάπη.

Στην πραγματικότητα, “τ' αγαπημένα του Μιχάλη Γκανά” λειτουργεί όπως ένα σεμινάριο, ειδικά το πρώτο μισό του βιβλίου που αφορά την ποίηση. Μαθαίνουμε εδώ πως οι ποιητές είναι πλάσματα με οπλές που έρχονται από το πουθενά και βρίσκουν καταφύγιο στην ποίηση. Που πάνε να σε χαϊδέψουν και σου τσακίζουν τα κόκαλα. Που δεν έχουν επιλογή από το να υπακούουν την επιταγή του κενού (ένα παραθυρόφυλλο που βροντάει στον αέρα.) Αυτές και άλλες χρήσιμες πληροφορίες περιέχονται στα σχόλια με τα οποία ο Γκανάς περιβάλλει τα ποιήματα που παραθέτει. Εδώ η κριτική αποδεικνύεται τόσο δημιουργική όσο και το αντικείμενό της, ως οφείλει. Κι εδώ βρίσκεται η μυητική λειτουργία του βιβλίου, στη μεταλαμπάδευση μιας προσωπικής γνώσης: “Θαυμάζω τον Ελύτη για τον τρόπο του αλλά με συγκινούν αφάνταστα τα φάλτσα ενός χαρισματικού ποιητή σαν τον Καρούζο.” Κάθε σχόλιο είναι απόδοση φόρου τιμής ή και μια μικρή ερωτική εξομολόγηση. Π.χ. για τον Τάσο Λειβαδίτη: “Διαβάζαμε μανιωδώς κατά μόνας ή σε παρέες, εκαστασιασμένοι από τον πληθωρικό λόγο του ποιητή, απαγγέλαμε παθιασμένα, τσιτάραμε συνέχεια στίχους του...” Για τον Ηλία Λάγιο: “Είχε διαβάσει τόση λογοτεχνία και ειδκότερα ποίηση, ελληνική και ξένη, που όταν διάβασα τις Ασκήσεις του είχα την εντύπωση ότι ξερνούσε αυτή τη διαβασμένη ποίηση, σα να ήθελε να μηδενίσει το κοντέρ και να αρχίσει από την αρχή. Και αυτό έκανε.” Για τον Γιάννη Σκαρίμπα: “...έχει μια τρέλλα μεταδοτική. Τον διαβάζω και 'φεύγω'. Φεύγω με όλα τα μέσα, αλλά κυρίως με στοιχειωμένα καράβια και τρένα που τρέχουν ανάποδα στον χρόνο, προς το παρελθόν δηλαδή.”

image

Στο δεύτερο μισό του βιβλίου που αφορά τον πεζό λόγο, ανθολογούνται στυλοβάτες από Παπαδιαμάντη και Βιζυηνό, μέχρι Κωστή Παπαγιώργη και Δημήτρη Χατζή. Και εδώ, το αναγνωστικό κέρδος έγγειται όχι μόνο στα αναγνώσματα αφεαυτά αλλά στη στάθμισή τους από κάποιον με το γλωσσικό κριτήριο και τη χωμάτινη θέρμη του Γκανά: “Ό,τι έχω διαβάσει του Ηλία [Παπαδημητρακόπουλου] μου αρέσει, όχι μου αρέσει απλώς, πολλά μας αρέσουν, τα διηγήματα του Ηλία μου πάνε, με κάνουν να νιώθω τόσο ωραία, αυτό που λέμε “αναγνωστική απόλαυση”, αλλά με άλλα λόγια ή χωρίς λόγια.” Με τρόπο παρόμοια επαινετικό εκφράζεται βέβαια ο ποιητής για όλους τους εκλεκτούς του, ας μου επιτραπεί όμως να εξαίρω το διήγημα με το οποίο κλείνει η ανθολογία, Ο Εισπράκτορας του Νίκου Χουλιαρά. Γραμμένο ως εάν ο συγγραφέας να λέει το φλυτζάνι, λες και ψάχνει την πλοκή του μέσα σε αδιαπέραστη ομίχλη, ιχνηλατώντας την ίδια του σκέψη. Ένα κείμενο που είναι ταυτόχρονα και ένα συμβάν, ένα κείμενο που βρίσκεται, κυριολεκτικά, καθοδόν. Δηλαδή, ποιητικό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ