Θεατρο - Οπερα

Είδαμε την όπερα «Γενούφα» του Λέος Γιάνατσεκ σε σκηνοθεσία Νίκολα Ράαμπ από την Εθνική Λυρική Σκηνή

Μια όπερα που θα σας κόψει την ανάσα

53155-117261.jpg
Λένα Ιωαννίδου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Γενούφα» του Λέος Γιάνατσεκ σε σκηνοθεσία Νίκολα Ράαμπ από την Εθνική Λυρική Σκηνή

Αντιζηλίες, ένοχα μυστικά, απελπισμένοι έρωτες, εκδίκηση, φόνος. Η «Γενούφα» τα έχει όλα, μα πάνω απ' όλα μεγαλειώδη μουσική και σπουδαίες ερμηνείες.

Για κάποιους η «Γενούφα» ήταν ρίσκο. Ποιον θα ενδιέφερε μια «τέλεια όπερα», όπως την έχουν χαρακτηρίσει, αλλά παντελώς άγνωστη στο ελληνικό κοινό; Μήπως μια Τραβιάτα, μια Μπατερφλάι, ένας Τροβατόρε, μια τέλος πάντων από τις δημοφιλέστατες ιταλικές όπερες, θα ήταν μια πιο ασφαλής και εύπεπτη επιλογή;

Η Εθνική Λυρική Σκηνή όμως, μας έχει πλέον αποδείξει ότι τολμά. Χωρίς να αποκλείει από το ρεπερτόριό της τα... blockbusters του μελοδράματος, φιλοδοξεί να διευρύνει το ακουστικό μας πεδίο συστήνοντάς μας τα άγνωστα αριστουργήματα του 20ού αιώνα. Η επιλογή της για την εναρκτήρια παράσταση της δεύτερης καλλιτεχνικής περιόδου, στο καινούργιο της σπίτι, το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τη δικαίωσε για μια ακόμη φορά. Η πανελλήνια πρώτη παρουσίαση της τρίπρακτης όπερας του Λέος Γιάνατσεκ «Γενούφα» μας ενθουσίασε, μας συγκίνησε, μας μάγεψε.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Η «Γενούφα» δεν είναι ρομαντικό παραμύθι. Το θεατρικό έργο της Γκαμπριέλας Πρεΐσοβα «Η ψυχοκόρη της», πάνω στο οποίο βασίστηκε η όπερα, είναι ένα ρεαλιστικό κοινωνικό δράμα, ένα σκοτεινό ψυχολογικό θρίλερ που τα έχει όλα. Συγκρούσεις, αντιζηλίες, μυστικά, απελπισμένους έρωτες, εκδίκηση, φόνο. Η ταλαντούχα Γερμανίδα Νίκολα Ρααμπ που σκηνοθέτησε την παράσταση, ανέδειξε όλα αυτά τα στοιχεία πετώντας κάθε τι περιττό. Άφησε να «μιλήσουν» μέσα από το μουσικό ιδίωμα του Γιάνατσεκ τα πρόσωπα του έργου, και πιο πολύ οι γυναίκες. Μαυροντυμένες, σκυθρωπές, βουβές, περιβάλλουν τις ηρωίδες, τις παρακολουθούν, ελέγχουν τις κρυφές και τις φανερές τους πράξεις − είναι εντυπωσιακό πόσο θυμίζουν γυναίκες της ελληνικής υπαίθρου στα χρόνια του '50. Οι άνδρες μοιάζουν να είναι απόντες, ανεύθυνοι, «λίγοι», όταν καλούνται να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις. Στο λιτό σκηνικό που έστησε ο Γιώργος Σουγλίδης −ο ίδιος υπογράφει και τα κοστούμια−, ένα λευκό, άδειο σπίτι, περικυκλωμένο από το σκοτεινό δάσος γίνεται η εστία που κρύβει μυστικά και διαλύεται όταν αυτά αποκαλύπτονται. Οι αμείλικτα ψυχροί φωτισμοί και οι απειλητικές σκιές του Νταβίντ Ντεμπριναί ήταν μια διαρκής υπενθύμιση της σκληρής πραγματικότητας αυτής της κλειστής κοινωνίας και των σκοτεινών πτυχών της.

ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ
Συμβαίνει σπάνια να έχεις παρακολουθήσει μια παράσταση όπερας και να μη βρίσκεις ούτε ένα λόγο να... γκρινιάξεις, να μην μπορείς να πεις ούτε ένα «ναι, αλλά...», να μη βρίσκεις το παραμικρό ψεγάδι στις φωνές ή στα εκφραστικά μέσα, όχι μόνο των πρωταγωνιστών αλλά όλων, μα όλων των συντελεστών της. Να όμως που συνέβη με το καστ που ευτύχησε να έχει η «Γενούφα». Μια σύμπραξη μοναδικών ταλέντων που έφερε ολοκάθαρα στα αυτιά μας την κατά Γιάνατσεκ «μελωδία του λόγου». Η κρυστάλλινη, με απίστευτη τεχνική φωνή της, η σκηνική της παρουσία και η τρυφερή, γεμάτη συναίσθημα αλλά και δραματικές κορυφώσεις ερμηνεία της νοτιοαφρικανής λυρικής σοπράνο Σάρα Τζέιν Μπράντον, στο ρόλο του τίτλου, μας μάγεψαν. Με την τεράστια έκταση της φωνής της και την εσωτερικότητα της ερμηνείας της, η σπουδαία Ζαμπίνε Χογκρέφε, έχτισε μια συγκλονιστική Νεωκόρισσα που σε στοίχειωνε, σε έκανε να ανατριχιάζεις με κάθε της φράση και κάθε της σιωπή − η δεύτερη πράξη ήταν όλη δική της. Δικαίως εισέπραξε στο τέλος το πιο δυνατό, το πιο ενθουσιώδες χειροκρότημα. Και βέβαια, οι ρόλοι των δύο ετεροθαλών αδερφών, γύρω από τους οποίους εκτυλίσσεται το δράμα, σφραγίστηκαν από την ερμηνεία δύο εξαιρετικών τενόρων, του Ολλανδού Φρανκ βαν Άκεν (Λάτσα) και του δικού μας, Δημήτρη Πακτσόγλου (Στέβα). Η Ινές Ζήκου (Γριά Μπούρυγια) και η Άρτεμις Μπόγρη (Κάρολκα), ο Γιάννης Γιαννίσης (Επιστάτης) και ο Δημήτρης Κασιούμης (Δήμαρχος), η Μαργαρίτα Συγγενιώτου (Σύζυγος του Δημάρχου), η Μπαρούνκα Πράιζινγκερ (Αγρότισσα), η Βαρβάρα Μπιζά (Μπάρενα), η Μιράντα Μακρυνιώτη (Γιάνο) και η Αναστασία Κότσαλη (Τέτκα), έδωσαν με την άψογη ερμηνεία τους υπόσταση στους δεύτερους αλλά εξίσου απαιτητικούς φωνητικά ρόλους του έργου.

Η χορωδία της ΕΛΣ γλύκανε τη γκρίζα, βαριά, ζοφερή ατμόσφαιρα του έργου, με «εθνικές» μελωδικές ανάσες και τη φώτισε περιστασιακά με την πολυχρωμία των κοστουμιών των νεαρών κοριτσιών της.

Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ
Αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στην ορχήστρα της Λυρικής. Για μια ακόμα φορά δοκιμάστηκε σε ένα έργο υψηλών απαιτήσεων και με την καθοδήγηση του Λουκά Καρυτινού κατόρθωσε να μας παρασύρει στο μουσικό σύμπαν του τσέχου συνθέτη. Ακούγοντας τον ήχο των εγχόρδων −με ένα μαγικό σόλο βιολί− άλλοτε ορμητικό κι άλλοτε απίστευτα λυρικό να καθοδηγεί και να προϊδεάζει για την εξέλιξη του δράματος, τα κρουστά να προμηνύουν συγκρούσεις και τα παραδοσιακά μελωδικά μοτίβα να συνυπάρχουν αρμονικά με τον μοντερνισμό, έχεις την αίσθηση ότι αυτή η ορχήστρα γεννήθηκε παίζοντας Γιάνατσεκ...

ΜΕ ΜΙΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ
Αν αγαπάτε τη μουσική, αν αγαπάτε την όπερα, μη χάσετε αυτήν τη συναρπαστική «Γενούφα».


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τη «Γενούφα» στο Guide της Athens Voice

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ