Μουσικη

Κωνσταντία Γουρζή, Ζωή Ζενιώδη, Ζωή Τσόκανου: 3 Ελληνίδες μαέστροι στην κορυφή

Με αφορμή το Τar μιλήσαμε με τις τρεις Ελληνίδες που διαπρέπουν στο εξωτερικό

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 863
17’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κωνσταντία Γουρζή, Ζωή Ζενιώδη, Ζωή Τσόκανου: 3 Ελληνίδες μαέστροι στην κορυφή

Κωνσταντία Γουρζή, Ζωή Ζενιώδη, Ζωή Τσόκανου: Τρεις Ελληνίδες με σημαντική διεθνή παρουσία μας μιλούν για την πορεία τους στον χώρο της κλασικής μουσικής

Αρχιµουσικός της συµφωνικής του Βερολίνου, η Lydia Tarr είναι στο απόγειο της καριέρας της καθώς ετοιµάζεται να διευθύνει την 5η συµφωνία του Μάλερ σε µια παράσταση που θα ηχογραφηθεί ζωντανά. Παρά τις διαφωνίες µας ως προς τον χαρακτήρα της ηρωίδας κοινό και κριτικοί συµφωνήσαµε ότι η ερµηνεία της Κέιτ Μπλάνσετ ήταν αριστουργηµατική, περιµέναµε λοιπόν να κερδίσει το τρίτο της Όσκαρ στη φετινή απονοµή των βραβείων. Κι αν το Tar τελικά δεν επικράτησε σε καµία από τις 6 υποψηφιότητές του συζητήθηκε όσο καµία άλλη ταινία κερδίζοντας  τις εντυπώσεις, πετυχαίνοντας την ίδια στιγµή να φέρει ένα ευρύτερο κοινό σε επαφή µε τον κόσµο της κλασικής µουσικής, σπάζοντας στερεότυπα. Ακόµα κι αν ο δρόµος προς την κορυφή δεν είναι εύκολος, υπάρχουν πλέον γυναίκες µουσικοί που σπουδάζουν διεύθυνση ορχήστρας και κάνουν καριέρα στο πόντιουµ.

Αναζητήσαµε τις τρεις διακεκριµένες Ελληνίδες µε σηµαντική διεθνή παρουσία και τις ρωτήσαµε για την πορεία τους στον χώρο της κλασικής µουσικής, τις δυσκολίες που συνάντησαν σε ένα επάγγελµα που ιστορικά εκπροσωπούταν από άνδρες, αλλά και πώς τους φάνηκε η ταινία µε ηρωίδα µία οµότεχνή τους.

Ζωή Ζενιώδη

Ζει στη Νέα Σμύρνη και ταξιδεύει πολύ λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Οι πιο πρόσφατες συνεργασίες της περιλαμβάνουν τις Όπερες του Σικάγο και της Σάντα Φε στην Αμερική, την Όπερα του Κουίνσλαντ στην Αυστραλία καθώς και ορχήστρες όπως η Συμφωνική Ορχήστρα της Βρέμης και η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Κολομβίας. Πολύ σύντομα θα βρεθεί στο Παρίσι με την Orchestre de Paris ως βοηθός δύο μεγάλων μαέστρων, της Marin Alsop και του Jaap Van Zweden, και αμέσως μετά στην Κολωνία με την Köln Gürzenich Orchestra και τον François Xavier Roth. 

Ζωή Ζενιώδη

Ποια ήταν η  πορεία σας; Ποιοι είναι οι πιο σημαντικοί σταθμοί που σας έφεραν σε έναν τόσο υψηλό επίπεδο; 

 Η πορεία έχει υπάρξει όμορφη, έντονη και δύσκολη. Ξεκίνησα ως πιανίστα και καθιερώθηκα στον ευρωπαϊκό χώρο του τραγουδιού και της όπερας ως συνοδός πολλών διάσημων τραγουδιστών. Έζησα στο Λονδίνο και την Αυστρία και έδωσα πάμπολλες συναυλίες. Μέσα από κάπως τυχαία γεγονότα, βρέθηκα για διδακτορικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι στη διεύθυνση ορχήστρας. Εργαζόμενη σκληρά, με επιμονή και υπομονή, κατάφερα μέσα σε τρία χρόνια από την έναρξη των σπουδών μου να είμαι μαέστρος δύο ορχηστρών στην Φλόριντα και αργότερα να είμαι συνεργάτης μαέστρος της Florida Grand Opera. Μετά από τη γέννηση των παιδιών μου και από ατελέσφορες προσπάθειες να εργαστώ στην Ελλάδα, αποφάσισα να εργαστώ μόνο ως freelancer μαέστρος έτσι ώστε να μπορώ να είμαι με την οικογένεια μου. Τα τελευταία δύο χρόνια ταξιδεύω σε ολόκληρο τον κόσμο και δίνω συναυλίες με μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες και όπερες. Μέσα στο 2022 βρέθηκα να δουλεύω στο Σικάγο, την Σάντα Φε, την Ολύμπια και το Αλμπουκέρκι στη Βόρεια Αμερική, τη Βραζιλία και την Κολομβία στη Νότια Αμερική, το Μπρίσμπεϊν στην Αυστραλία, το Παρίσι και τη Βρέμη στην Ευρώπη. 

Σημαντικούς σταθμούς θεωρώ αρχικά τους δασκάλους μου, την  Ίντα Λώρη Μαργαρίτη και τον Thomas Sleeper, χωρίς τους οποίους δεν θα είχα καταφέρει αυτά που έχω καταφέρει. Ταυτόχρονα, θεωρώ ακραία σημαντικές τη συνέπεια, την προσήλωση, την αφοσίωση και τη συγκέντρωση που διέπουν την προσωπικότητά μου αλλά και το βλέμμα μου προς τη ζωή. Σταθμός είναι κάθε φορά οι άνθρωποι και οι σχέσεις που αναπτύσσουμε καθώς και η κάθε όμορφη συνεργασία που μας πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. 

Πώς βρίσκεται μία γυναίκα να κάνει καριέρα σε υψηλό επίπεδο σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο; Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Ως γυναίκα έπρεπε να μοχθήσετε περισσότερο να κατακτήσετε μία θέση στη μουσική κοινότητα; 

 Βρέθηκα στον χώρο αυτόν επειδή ένας άντρας μου είπε ότι πρέπει να ακολουθήσω αυτήν την καριέρα – θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που συνέβη αυτό. Είναι πολύ δύσκολη η καθιέρωση σε υψηλό επίπεδο και είναι ακόμη πιο δύσκολη η συνέπεια και η συνέχεια. Όλοι γνωρίζουμε ότι είναι πολύ πιο εύκολο να κάνει κάποιος επαφές και καριέρα όταν βρεθεί σε κάποια θέση ηγεσίας σε κάποια ορχήστρα ή οργανισμό και επίσης ότι αυτό οδηγεί στο να σε καλούν σε διάφορα μέρη να διευθύνεις. Αυτό που δείχνει την πραγματική αξία κάποιου είναι οι επαναλαμβανόμενες προσκλήσεις και συνεργασίες με σοβαρούς οργανισμούς.

Αντιμετώπισα πολλές δυσκολίες, δυστυχώς τις περισσότερες στη χώρα μας, και οι περισσότεροι γνωρίζουν τον πρόσφατο δικαστικό μου αγώνα με τον ΟΜΜΘ. Είναι επίσης γεγονός ότι δύο βασικοί οργανισμοί της Αθήνας δεν με έχουν καλέσει να συνεργαστούμε. 

Το 2016 επιλέχθηκα να είμαι μία από τις γυναίκες μαέστρους του Institute of Women Conductors της Όπερας του Ντάλας, το 2022 ήμουν μία από τις φιναλίστ του διαγωνισμού La Maestra στη Philharmonie του Παρισιού, πράγμα που οδήγησε στο να είμαι αυτή τη στιγμή μία από τις έξι γυναίκες μαέστρους παγκοσμίως του La Maestra Academy και, λόγω της πορείας μου στον χώρο, έχω επιλεχθεί ως Conducting Fellow Mentee από τον οργανισμό Taki Alsop Fellowship για το 2023. Έχω πραγματικά εργαστεί πολύ σκληρά για να βρεθώ εδώ που βρίσκομαι και θα συνεχίσω γιατί πρέπει να έρθει η στιγμή που θα μας απασχολεί μόνο η ποιότητα και τίποτε άλλο. Νιώθω πολύ χαρούμενη που μπορώ να συνεργάζομαι με πολύ διάσημους οργανισμούς στο εξωτερικό. 

Zoe Zeniodi | La Maestra 2022

Έχετε δύο παιδιά. Ποιο είναι το σχόλιό σας στη μητρότητα πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία καριέρα σαν τη δική σας.  Πώς μπορεί κανείς να τα συνδυάσει και αν υπήρχαν περιορισμοί και εμπόδια.

 Η μητρότητα είναι ό,τι πιο υπέροχο έχω ζήσει. Ο συνδυασμός είναι δύσκολος και καμία απόφαση ποτέ δεν θα έπρεπε να παίρνεται εις βάρος των παιδιών. Επέλεξα να ζω στη χώρα μας για να έχουν ένα σταθερό περιβάλλον και για τα πρώτα τους χρόνια δεν δούλεψα στο εξωτερικό για να είμαι απόλυτα μαζί τους. Δεν ήταν εύκολο, σε κανένα επίπεδο. Θα μπορούσε να είχε κινδυνέψει η καριέρα μου πολύ, μόλις ξεκινούσα ουσιαστικά και δεν είχα πουθενά μία μόνιμη θέση. Επίσης, στη χώρα μας, δεν ανανεώθηκε σύμβαση μου λόγω εγκυμοσύνης με προειδοποίηση δέκα ημερών και έμεινα ξαφνικά χωρίς εργασία. Υπήρξαν λοιπόν πολλά εμπόδια και περιορισμοί. Αμέσως μετά τον Covid ξεκίνησα να εργάζομαι εντατικά με μία μεγάλη τρίμηνη παραγωγή στην όπερα της Νέας Ζηλανδίας όπου και ταξίδεψα με την οικογένειά μου. Από τότε, είτε ταξιδεύω μαζί τους, όταν δεν υπάρχουν οι υποχρεώσεις του σχολείου, είτε μένουν με τον πατέρα τους (ο οποίος, μοιράζοντας το χρόνο του μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας, είναι ακραία υποστηρικτικός) σε ένα πολύ σταθερό περιβάλλον στο σπίτι μας στη Νέα Σμύρνη και κάνω τα πάντα για να είμαι παρούσα με όλους τους δυνατούς τρόπους. 

Το Ταρ, πέραν όλων των άλλων, μας εξοικείωσε με την εικόνα μιας γυναίκας στη θέση του διευθυντή ορχήστρας, και μάλιστα στο υψηλότατο επίπεδο. Αυτό τον καιρό συμμετέχετε σε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο Maestra, που δείχνει υπαρκτά πρόσωπα στη θέση αυτή, το οποίο βασίστηκε σε έναν σημαντικό διεθνή διαγωνισμό για γυναίκες μαέστρους, ανάμεσα στους φιναλίστ ήσασταν κι εσείς.  Πείτε μας για αυτό. 

Το Ταρ είναι μία εξαιρετική ταινία, ένα αριστούργημα. Δεν δείχνει όμως πραγματικά τη ζωή μίας γυναίκας μαέστρου. Δείχνει την κατάχρηση εξουσίας, τη σκληρότητα του συστήματος, τη μοναξιά λόγω επιλογών, τα εσωτερικά παιχνίδια δύναμης-αδυναμίας, τα δίπολα θύματος-θύτη, αλλά, τουλάχιστον προς το παρόν, σε καμία περίπτωση αυτά τα στοιχεία δεν ανήκουν σε γυναίκες μαέστρους ενώ, μέσα στα χρόνια, έχουμε δει τέτοιες συμπεριφορές σε άντρες μαέστρους πολύ συχνά. Ο συγκεκριμένος χαρακτήρας, κατά την άποψή μου, δημιουργήθηκε από τον σκηνοθέτη γιατί υπάρχει μία υπέροχη Cate Blanchett που θα έδινε ρεσιτάλ ερμηνείας, όπως και έγινε, και επειδή ήταν ένα hot θέμα το οποίο θα δημιουργούσε μεγάλη θέαση.

Αντιθέτως, το ντοκιμαντέρ Maestra της Maggie Contreras το οποίο καταγράφει τις ζωές και την προετοιμασία πέντε γυναικών για τον παγκόσμιο διαγωνισμό La Maestra στο Παρίσι, εκ των οποίων μία είμαι εγώ, δείχνει ξεκάθαρα την προσωπικότητα, τον αγώνα, το συναίσθημα, την προσπάθεια και την αληθινή ζωή μίας γυναίκας μαέστρου. Παρουσιάστηκε μόλις πριν λίγες ημέρες ως sneak preview στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με τεράστια επιτυχία και ακολουθήθηκε από μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με το κοινό. Το ντοκιμαντέρ αυτό θα κάνει πρεμιέρα σε μεγάλο φεστιβάλ σύντομα και θα μπορέσει να παρουσιαστεί επίσημα στο κοινό. Έχουν ήδη γίνει συζητήσεις για την προβολή του στην Αθήνα. 

Zoe Zeniodi, Farrenc Symphony No. 2, La Maestra, Paris Philharmonie, Paris Mozart Orchestra

Ζωή Τσόκανου

Aριστούχος απόφοιτος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του του ΑΠΘ, έχει τελειώσει πιάνο και ανώτερα θεωρητικά στο Κρατικό Ωδείο. Συνέχισε τις σπουδές της στη Ζυρίχη, η βάση της τα τελευταία 20 χρόνια, διαγράφοντας  εντυπωσιακή καλλιτεχνική καριέρα, με επιτυχημένες διεθνείς συνεργασίες στο ενεργητικό της τόσο στην όπερα όσο και στην συμφωνική μουσική. Τον Οκτώβριο έκανε το ντεμπούτο της σε ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα παγκοσμίως, τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, διευθύνοντας την τρίτη συμφωνία του Γκορέτσκι για σοπράνο και ορχήστρα χορογραφημένη για το μπαλέτο της Όπερας, μια καινούρια παραγωγή του μπαλέτου που θα την επαναλάβουν το καλοκαίρι στην Εθνική Όπερα της Νορβηγίας, ενώ την τρέχουσα περίοδο εμφανίστηκε με τη συμφωνική ορχήστρα της Βαρκελώνης το Grand Theatre της Γενεύης και πραγματοποιεί το ντεμπούτο της στο Μεξικό. Σημαντικές πρόσφατες εμφανίσεις περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την Ακαδημία Karajan της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου, τις Συμφωνικές Ορχήστρες του Ντύσελντορφ, της Λιλ, της Μαδρίτης, της Σόφιας, την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, την Εθνική Λυρική Σκηνή. Σημαντικός σταθμός στην καριέρα της ήταν τα 6 χρόνια (2017-2022) που υπήρξε καλλιτεχνική διευθύντρια και αρχιμουσικός στην ΚΟΘ, η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε τα ηνία ενός μεγάλου μουσικού οργανισμού στην Ελλάδα.

www.zoitsokanou.com

Ζωή Τσόκανου

Πώς βρεθήκατε στη Ζυρίχη;

Στη Ζυρίχη ήρθα το 2003 για σπουδές πιάνου και στη συνέχεια διεύθυνσης ορχήστρας, κατόπιν έκανα τα πρώτα επαγγελματικά βήματα, γνώρισα τον Ελβετό σύζυγό μου και έχουμε δύο παιδιά. νιώθω τη Ζυρίχη το δεύτερό μου σπίτι, αν και το τελευταίο διάστημα δεν έχω καταφέρει να κοιμηθώ πάνω από 4-5 συνεχόμενες εδώ – τα ξημερώματα ήρθα από τη Γενεύη όπου διηύθυνα παραστάσεις όπερας και το Σάββατο ταξιδεύω για το Μεξικό.

Πώς γίνατε αρχιμουσικός;

Η διεύθυνση ορχήστρας υπήρχε από πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, μου άρεσε πολύ να βλέπω το σύνολο της μουσικής εικόνας και να οδηγώ τη μουσική, και ήθελα κάποια στιγμή να το σπουδάσω. Όταν τελείωσα τις σπουδές στο πιάνο, γιατί πρώτα ήθελα να τελειοποιήσω πρώτα το όργανό μου, κατάφερα να μπω στην τάξη Διεύθυνσης του πανεπιστημίου της Ζυρίχης, που είναι κορυφαίο τμήμα Διεύθυνσης για νέους αρχιμουσικούς. Δεν ήταν ποτέ στόχος ζωής, όταν ξεκίνησα, δηλαδή, δεν είχα φιλοδοξία μία μέρα να διευθύνω για παράδειγμα στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου! Όμως είχα μια φωνή μέσα μου που έλεγε, Ζωή, ίσως αυτό να είναι για σένα, πρέπει να το δοκιμάσεις. Και έτσι ήταν. Ακολούθησε σκληρή δουλειά με προσήλωση και πολλή επιμονή. Η διεύθυνση ορχήστρας είναι ο χώρος όπου μπορώ να εκφραστώ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ως καλλιτέχνης, νιώθω σαν στο σπίτι μου.

Είχατε στο μυαλό σας ότι ήταν ένας χώρος που εκπροσωπούνταν περισσότερο από άνδρες;

Φυσικά και γνώριζα ότι η συγκριτική πλειοψηφία των μαέστρων ήταν άντρες. Το γεγονός αυτό όμως ποτέ δεν έδρασε ανασταλτικά στην απόφασή μου να γίνω αρχιμουσικός. Στο τμήμα Διεύθυνσης τότε ήμασταν τρεις γυναίκες στους δέκα, τώρα πλέον είναι μισοί μισοί. Επίσης υπήρχαν ήδη αρκετές γυναίκες μαέστροι, οι πρώτες μάλιστα τότε αναλάμβαναν σημαντικά πόστα σε κορυφαίες ορχήστρες και φεστιβάλ. Οπότε, είχε ήδη ανοίξει ο δρόμος για τις γυναίκες στον χώρο μου. Αν και ο δρόμος αυτός είναι ακόμα πολύ μακρύς ποτέ δεν ένιωσα ότι πρέπει να σπάσω κάποια όρια, ούτε συνάντησα δυσκολίες λόγω του ότι ήμουν γυναίκα. Αποκτούσα εμπειρία και γνώσεις, και έχτιζα την αυτοπεποίθησή μου έχοντας κοντά μου ανθρώπους που πίστευαν σε μένα και με στήριζαν, όπως ο μέντοράς μου Bernard Haitink, ήδη από τις σπουδές μου, μετά πήγα μαζί του σε πολύ μεγάλα Φεστιβάλ στη Λουκέρνη, κάναμε μαθήματα, συναυλίες, υπήρξε πολύ σημαντικός και τον έχω πάντα μέσα μου όταν διευθύνω.  Οι γυναίκες σήμερα δεν χρειάζεται να αποδείξουμε κάτι, αυτό το έχουν κάνει οι προηγούμενες από εμάς, αλλά να εστιάσουμε στην καλλιτεχνική μας σφραγίδα, στην ποιότητα και στην αυθεντικότητα της τέχνης μας.

Στο ευρύ κοινό, στην Ελλάδα σίγουρα, δεν είναι συνηθισμένο να βλέπει γυναίκες στη θέση του μαέστρου. Για αυτό και στο Ταρ μας έκανε εντύπωση ότι η ηρωίδα που ήταν γυναίκα.

Έχετε δίκιο, εμείς που κινούμαστε σε ένα χώρο γνωρίζουμε την διεθνή σκηνή και πρακτική, στον έξω κόσμο υπάρχει περισσότερο αυτό το στερεότυπο. Μου έχει τύχει κι εμένα πολλές φορές σε συναυλίες να έρχονται και να μου λένε, “ω! πρώτη φορά είδαμε γυναίκα μαέστρο και είναι τόσο ωραίο!” Νομίζω ότι το “Ταρ” σίγουρα ανοίγει έναν ορίζοντα στο ευρύ κοινό σχετικά την ισότητα των φύλων και το πώς βλέπουμε τις γυναίκες στο κομμάτι της κλασικής μουσικής. Προσωπικά θα ήθελα να βλέπω περισσότερες γυναίκες μουσικούς στις ελληνικές ορχήστρες.

Για την ίδια την ταινία, που τόσο πολύ συζητήθηκε, τι θα λέγατε; 

Δεν έχω προλάβει να δω το Ταρ, αυτές τις μέρες βγήκε στη Ζυρίχη, παρακολουθώ ωστόσο τη συζήτηση που έχει ανοίξει για την ταινία και διαβάζω τις κριτικές. Η Marin Alsop, η οποία είναι η πρώτη Αμερικανίδα γυναίκα μαέστρος που ανέλαβε μια μέγαλη αμερικανική ορχήστρα, έχει ένα foundation που στηρίζει γυναίκες μαέστρους και έχει πολλά κοινά με την Lindia Tar, έγραψε μια καταγγελτική επιστολή όπου δηλώνει τη δυσαρέσκειά της, («Προσβλήθηκα ως γυναίκα, προσβλήθηκα ως μαέστρος, προσβλήθηκα ως λεσβία»). Από την άλλη, έχουν υπάρξει κριτικές από μουσικούς δημοσιογράφους με ειδίκευση στην κλασική μουσική που έχουν γράψει πολύ καλές κριτικές. Θα έλεγα ότι είναι μια ταινία που απευθύνεται στο κινηματογραφικό κοινό, ίσως δεν πρέπει να τη δει κανείς με το βλέμμα του μουσικού, γιατί θα βρει ανακρίβειες,  αλλά ενός θεατή. Όπως επίσης να εστιάσει και στο ότι ανοίγει τον κόσμο της κλασικής μουσικής σε ένα ευρύτερο κοινό, για παράδειγμα διάβασα ότι το streaming της Πέμπτης του Μάλερ που διευθύνει η ηρωίδα σημείωσε αλματώδη αύξηση στο Spotify μετά την κυκλοφορία της ταινίας, όπως και ότι ρίχνει ένα φως σε αντιλήψεις πολλών ανθρώπων που μπορεί να περιορίζονταν από στερεότυπα. 

W.A.Mozart: Symphony No.39_TSSO / Zoi Tsokanou

Κωνσταντία Γουρζή

Mια σπάνια περίπτωση μουσικού, καθώς ενώνει με ασυνήθιστο τρόπο δύο ρόλους ταυτόχρονα: αυτόν του συνθέτη και του μαέστρου. Ξεκίνησε πιάνο σε ηλικία επτά ετών. Σπούδασε σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας στην Αθήνα και στο Βερολίνο. Έχει συνθέσει πολυάριθμα έργα για σόλο, μουσική δωματίου και ορχήστρα, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο.Είναι συχνά φιλοξενούμενη καλλιτέχνης και συνεργάζεται με διακεκριμένα φεστιβάλ, σύνολα, σολίστ και ορχήστρες.

Έχει ηχογραφήσει μεταξύ άλλων δύο άλμπουμ με την ECM. Το τελευταίο της cdυπό τον τίτλο Whispers–έργα για βιόλα και πιάνο– είναι εμπνευσμένο από τους ήχους της φύσης και κυκλοφόρησε το 2022 στη Sony classical. Έχει ήδη 6,5 εκ. streams στο Spotify και άλλα τόσα στο iTunes. Την άνοιξη και το καλοκαίρι πρόκειται να κυκλοφορήσουν πέντε διαφορετικά cd καταξιωμένων συνόλων και σολίστ με νέα της έργα. Είναι καλλιτεχνική διευθύντρια του Eigenzeit Festival της Βεστφαλίας που θα πραγματοποιηθεί τον Μάιο, έχοντας οργανώσει πρωτότυπα μουσικά δρώμενα στα οποία συμμετέχει και ως μαέστρος και συνθέτης. Τον Ιούνιο υλοποιείται μια ιδέα της σε συνεργασία με τη Φιλαρμονική του Ντίσμπουργκ της Βεστφαλίας: προκηρύχθηκεένας διαγωνισμός σύνθεσης με στόχο τη δημιουργία νέων συνθέσεων που θα συνδυάζουν την παραδοσιακή με τη συμφωνική μουσική. Από τις 146 συνθέσεις από 53 χώρες επιλέχθηκαν επτά έργα, τα οποία θα διευθύνει.

Στη δουλειά της σημαντικό ρόλο κατέχει η προσπάθεια για τη δημιουργία νέων, υβριδικών καλλιτεχνικών γεγονότων που θα διανοίγουν νέους χώρους δημιουργικότητας και φαντασίας για τους νέους μουσικούς. Σε αυτό τον «νέο χώρο» εστιάζει και το εκπαιδευτικό της έργο, με την προσδοκία οι νέοι ερμηνευτές και συνθέτες να αντιληφθούν και να βιώσουν τη μουσική ως μια εκφραστική ολότητα υπερβαίνοντας κλισέ και προκαταλήψεις.

Η Κωνσταντία Γουρζή είναι επίσης ιδρύτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια διαφόρων μουσικών συνόλων, ενώ από το 2002 διδάσκει ερμηνεία και σύνθεση στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου.

Κωνσταντία Γουρζή

Ως μουσικός πώς είδατε την ηρωίδα του Ταρ;

Αν συμφωνήσουμε πως η κυριότερη αποστολή της τέχνης είναι να διανοίγει ένα νέο, βαθύτερο πεδίο στην ανθρωπινότητά μας, κάτι τέτοιο δεν μπόρεσα να διακρίνω να συμβαίνει στην ηρωίδα. Φοβάμαι πως η κυριαρχία του εξουσιαστικού της χαρακτήρα δεν άφησε περιθώριο ώστε να αναδειχθούν άλλες πτυχές του χαρακτήρα της. Για μένα δεν τέθηκε το κρίσιμο ερώτημα του πώς η μουσική της ιδιοφυΐα θα συμβάλει στην ανθρωπινότητά της, θα την κάνει πιο σοφή, πιο ταπεινή. Ίσως η μοναδική στιγμή που η ευαισθησία υπερτερεί είναι η σκηνή της ανάκλησης της μνήμης, όταν έχει πέσει από την κορυφή και θυμάται τα πρώτα της βήματα, βλέποντας στο πατρικό της σπίτι το βίντεο με τον Μπερνστάιν. Δεν νομίζω να τα κατάφερε η ταινία να διαφύγει από τα στερεότυπα της υποβάθμισης της γυναίκας-μαέστρου. Ιδιαίτερα για εμάς τους μουσικούς, οι προσδοκίες μας ήταν μεγαλύτερες: αναμέναμε να αναδειχθεί αυτό το πλούσιο, σύνθετο και ολιστικό συμβάν της «συνάντησης» με τη μουσική, με το βάθος και την πολυπλοκότητα του συναισθήματος που εμπεριέχει. Βέβαια, παραμένει ασυνήθιστη για το ευρύ κοινό η παρουσία μιας γυναίκας –συνεπώς ενδιαφέρουσα– στη θέση του διευθυντή ορχήστρας, καθώς και η διαπλοκή των σχέσεων εξουσίας που απορρέουν από αυτή τη θέση. Αλλά δεν είναι όλη η εικόνα, αφού παραμένει μια ταινία…

Έχετε ένα γεμάτο πρόγραμμα με συναυλίες, πρεμιέρες, ηχογραφήσεις, πανεπιστήμιο, ταξίδια, φέτος επίσης γιορτάζετε και τα 20 χρόνια δημιουργίας του μουσικού συνόλου σας με πολλές δραστηριότητες. Πώς βρίσκετε χρόνο να συνθέσετε, να διδάξετε, να μάθετε νέες παρτιτούρες;

Η μουσική αναζήτηση είναι πάνω από όλα ένας εσωτερικός χρόνος που βιώνεται και σου δίνει τη δυνατότητα να γνωρίζεις εαυτό και κόσμο εκ νέου κάθε φορά. Με μαγνητίζει αυτή η μόνιμη πρόκληση, αυτή η αναμέτρηση με τον εσωτερικό και τον εξωτερικό χρόνο. Είναι κάθε φορά μια καταβύθιση αυτογνωσίας αλλά και προσέγγισης του Άλλου. Έτσι, η αφοσίωση, ο ενθουσιασμός και τα δημιουργικά ερωτήματα γίνονται το «πρώτο κινούν» μιας συνεχούς εγρήγορσης που βέβαια δεν θα μπορούσε παρά να συνυπάρχει με ένα αυστηρό καθημερινό πρόγραμμα. Έχω την αίσθηση, την ελπίδα, την πίστη, αν θέλετε, ότι η τέχνη γίνεται η μόνη «σωτηρία»στην εποχή μας, ακόμη περισσότερο σήμερα, από ό,τι πριν από τρία ή τέσσερα χρόνια. Αυτή η ακατάπαυστη επιθυμία της συνάντησης, η επικοινωνία μέσω της πνευματικής ανταλλαγήςκαι της προσφοράς που ξετυλίγεται με τους μουσικούς συνεργάτες και το κοινό μού δίνει τη δύναμη να ολοκληρώνω αυτά που ξεκινώ και σκέφτομαι. Είναι ένας συνεχής αγώνας δρόμου...

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε συνηθίσει την εικόνα της γυναίκας, και μάλιστα σε ένα τόσο υψηλό επίπεδο. Θα το ακούτε συχνά ότι το επάγγελμά σας είναι ανδροκρατούμενο. Ισχύει και σήμερα;

Αυτή την ερώτηση την ακούω από τα πρώτα χρόνια των σπουδών μου στο Βερολίνο και τη θεωρώ σε σύγκριση με τα τωρινά κοινωνικά συμβάντα σχεδόνανεπίκαιρη. Σίγουρα, έχουν αλλάξει αρκετά δεδομένα από τότε, ωστόσο το αίτημα για την ισότιμη πρόσβαση των γυναικών δεν έχει επιτευχθεί. Το 2016 ήταν η χρονιά των γυναικών στο Φεστιβάλ της Λουκέρνης, όπου με είχαν καλέσει ως συνθέτρια και μαέστρο μαζί με άλλες συναδέλφους. Από τότε τα Φεστιβάλ και οι ορχήστρες είναι πιο ανοιχτά απέναντι στις γυναίκες μαέστρους. Φοβάμαι όμως ότι αντιμετωπίζεται είτε ως μόδα είτε ως μια άσκηση πολιτικής που προσπαθεί να ενδυθεί με την πολιτική ορθότητα και με αυτή την έννοια τη θεωρώ μια στάση που δεν προσεγγίζει παρά την επιφάνεια των πραγμάτων.

Ναι, υπάρχουν στο μεταξύ διεθνώς περισσότερες γυναίκες μαέστροι από ό,τι πριν από 20 ή 30 χρόνια.  Και ναι, παραμένουν τόσο η διεύθυνση ορχήστρας όσο και η σύνθεση ακόμη και σήμερα ανδροκρατούμενα επαγγέλματα.

Όμως η πραγματική αντίσταση απέναντι σε αυτό είναι η καθημερινή αγάπη και η πίστη απέναντι σε αυτό που κάνουμε. Καλούμαστε λοιπόν να κάνουμε το καλύτερο δυνατό στις δεδομένες συνθήκες, επικεντρώνοντας στην εσωτερική εξέλιξη και την εμβάθυνση στη μουσική εν μέσω αυτών των δυσκολιών. Αξίζει ωστόσο να επισημάνουμε το εξής: Οι πρώην και νυν φοιτητές μου που παίζουν σε ορχήστρες σε όλον τον κόσμο, φυσικά και δεν έχουν πρόβλημα με μια γυναίκα μαέστρο γιατί έχουν ήδη εργαστεί και συμφιλιωθεί με την παρουσία μιας γυναίκας μαέστρου από τα πρώτα φοιτητικά τους χρόνια. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και παράλληλα ικανοποιητικό να παρακολουθώ πώς συντελείται αυτή η αλλαγή και να γνωρίζω ότι είμαι κι εγώ μέρος της.

Έχετε αντιμετωπίσει προβλήματα εξαιτίας του ότι είσαστε γυναίκα;

Από την πρώτη στιγμή που αποφάσισα ότι θα φύγω για το Βερολίνογια να σπουδάσω διεύθυνση ορχήστρας και σύνθεση αρκετοί στην Ελλάδα με ρωτούσαν αν ξέρω «πού πάω να μπλέξω» και επέμεναν να παραμείνωστην Αθήνα με «τα γαλλικά και το πιάνο». Όταν έφτασα το 1987 στο δυτικό Βερολίνο με ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή και μια βαλίτσα για να σπουδάσω σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας αναρωτιόντουσαν αρκετοί Γερμανοί με απαξίωση: μα γυναίκα-μαέστρος από την Ελλάδα; Από τότε, όπως ήδη ανέφερα, έχουν γίνει πολλά βήματα, αλλά η ισοτιμία δεν έχει κερδηθεί. Όμως οι έμφυλες διακρίσεις δεν είναι παρά μία μόνο πλευράτων ιεραρχικών δομών της εξουσίας. Αυτό το πλέγμα των διακρίσεων –και είναι πολλές– πρέπει να το εξετάζουμε μέσα από όλα τα ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα που το καθορίζουν.

Konstantia Gourzi - Wunde I Wunder - Soloist: Claudio Estay

Πώς αποφασίσατε να ακολουθήσετε διεύθυνση ορχήστρας και σύνθεση στο Βερολίνο;

Μια συναυλία στο Ηρώδειο στα γυμνασιακά μου χρόνια με μαέστρο τον Σεργκέι Οζάουα και μια πρόβα με ένα κομμάτι του τότε δασκάλου μου Μιχάλη Τραυλού με την ορχήστρα της ΕΡΤ και με μαέστρο τον Λουκά Καρυτινό αποτέλεσαν μια καθοριστική πηγή έμπνευσης για μένα ώστε να στραφώ στη διεύθυνση ορχήστρας. Η σύνθεση προέκυψε από την ιδιοσυγρασιακή μου αντίληψη –ένστικτο θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε–, να προσλαμβάνω τη σύνθεση και τη διεύθυνση ορχήστρας ως ένα Όλον, ως μια αδιαχώριστη, συμπληρωματική σχέση. Το Βερολίνο το επέλεξα γιατί το 1987 στην Ελλάδα δεν υπήρχαν ανώτατες σπουδές ούτε στη σύνθεση αλλά ούτε και στη διεύθυνση ορχήστρας. Ο Μ. Τραυλός και ο Λ. Καρυτινός, που είχαν σπουδάσει στο Βερολίνο, με παρότρυναν να σπουδάσω εκεί. Ούτως ή άλλως εκείνη την περίοδο το Βερολίνο αποτελούσε έναν πόλο έλξης για μένα καθώς ήταν η πόλη που συγκέντρωνε μοναδικό πλούτο σε μουσικά και καλλιτεχνικά δρώμενα.

Έχετε υπάρξει παράδειγμα για νεότερες γυναίκες, ειδικά στον χώρο της μουσικής. Τι θα τους λέγατε σήμερα;

Να κάνουν αυτό που πιστεύουν, να ακούν αυτό που λέει η καρδιά τους, να προσπαθούν συνεχώς να πραγματοποιούν τα όνειρά τους. Αν όμως μια τέτοια παραίνεση έχει κάποια δυναμική πραγμάτωσης για τις νεαρές γυναίκες των δυτικών κοινωνιών, υπάρχουν γωνιές του πλανήτη όπου η αυτονομία των γυναικών είναι ανύπαρκτη. Στο Αφγανιστάν ή στο Ιράν είτε στις αφρικανικές ερήμους οι γυναίκες δεν βιώνουν μια ζωή άξια να βιωθεί Βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν καταιγισμό διακρίσεων και βίαιων αποκλεισμών. Οφείλουμε να οξύνουμε τον προβληματισμό μας και την ευαισθησία μας σε αυτή την πραγματικότητα και όχι απλά να αναλογιστούμε αλλά κυρίως να δράσουμε απέναντι σε αυτή τη ριζική απαξίωση της γυναίκας ως ανθρώπινη ύπαρξη.

Πώς βλέπετε το μέλλον των νέων που ασχολούνται με τη μουσική στην Ελλάδα;

Η περίοδος που διανύουμε μας καλεί τόσο ως πρόσωπα όσο ως κοινωνίες να αναστοχαστούμε με περισσότερη ευθύνη και ωριμότητα τόσο γι’ αυτά που κάνουμε όσο και γι’ αυτά που δεν κάνουμε. Η ανάπτυξη της μουσικής στην Ελλάδα μαστίζεται από την εξής αντίθεση: ενώ υπάρχει μια πολυεπίπεδη και εύφορη μουσική παράδοση που ωθεί πολλούς νέους ανθρώπους να ασχοληθούν δημιουργικά με τη μουσική, δεν μπορούν να απορροφηθούν επαγγελματικά καθώς η Ελλάδα δεν έχει επενδύσει στον μουσικό της πολιτισμό. Δεν υπάρχουν οι θεσμικές εκείνες πρωτοβουλίες όπως για παράδειγμα τα μουσικά σύνολα ή τα δρώμενα –διοργανώσεις, φεστιβάλ, ακαδημίες – μέσα από τα οποία οι μουσικοί θα ασκήσουν επαγγελματικά αυτό που έμαθαν να κάνουν. Ζώντας στην πλειονότητά τους μέσα στην ανασφάλεια ή και την ευκαιριακή άσκηση του επαγγέλματός τους οι Έλληνες μουσικοί είναι στην ουσία ανέστιοι. Χωρίς τη δυνατότητα να δοκιμάσουν τις ιδέες τους, να εκθέσουν και να εκτεθούν, να εξελιχθούν μέσα από έναν απρόσκοπτο διάλογο με άλλους μουσικούς και το κοινό, να αρθρώσουν τηνπροσωπική τους φωνή, να δώσουν νέες ερμηνείες και προτάσεις. Δεν έχουν τον σεβασμό και την εκτίμηση που τους αξίζει, αρχές οι οποίες είναι αναγκαίες για ένα υγιές επαγγελματικό γίγνεσθαι. Πολλοί μουσικοί εγκαταλείπουν αναγκαστικά την Ελλάδα για να επανδρώνουν αξιόλογες μουσικές σκηνές εκτός της. Είναι αυτό που θέλει η Πολιτεία;

wind whispers, Op. 85: I. raindrops

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ