Πολιτικη & Οικονομια

Θάρρος ή Αλήθεια;

Λύση στο Προσφυγικό δεν υπάρχει. Τι μπορούμε, λοιπόν, να κάνουμε;

agapidaki_-_antigrafi_1.jpg
Ειρήνη Αγαπηδάκη
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Προσφυγική κρίση
Προσφυγική κρίση © INTIME NEWS/ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Η αδυναμία να συνειδητοποιήσουμε έγκαιρα τις αναπόφευκτες αλλαγές μπορεί να οδηγήσει στο να πληρώσουμε τεράστιο τίμημα. Αυτό συμβαίνει με το Προσφυγικό ή Μεταναστευτικό.

Μικροί, δοκιμάζαμε τις αντοχές μας σε αυτό το παιχνίδι. Τι μπορούσαμε να αντέξουμε περισσότερο; Το να κάνουμε μια παράτολμη πράξη ή να φανερώσει κάποιος μια δική μας αλήθεια; Και όμως, το παιχνίδι δεν ήταν ποτέ διαζευκτικό, αλλά συμπλεκτικό. Νομίζαμε ότι διαλέγαμε ανάμεσα στο θάρρος ή την αλήθεια ενώ στην πραγματικότητα παίζαμε «θάρρος και αλήθεια». Το «θάρρος» φανέρωνε άθελά μας την αλήθεια: φοβόμαστε τόσο πολύ αυτό που ενδεχομένως να αποκαλυφθεί για μας, που προτιμάμε να χτίσουμε μια εικόνα θαρραλέου. Προτιμά κάποιος να πιάσει ένα ποντίκι (ακόμα και αν το φοβάται) από το να ρισκάρει να ακουστεί κάτι που ισχύει για τον ίδιο. Τι θάρρος όμως είναι αυτό, ποια γενναιότητα υπάρχει στο να προσπαθείς να αποφύγεις την αλήθεια;

Το Προσφυγικό είναι ένα σύνθετο πρόβλημα. Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν έπαιξε καν αυτό το παιχνίδι. Δεν έκανε απολύτως τίποτα. Η τωρινή κυβέρνηση έχει να διαχειριστεί και την απουσία δράσης και τα προβλήματα που προέκυψαν στο μεταξύ, με μέσα που κουβαλούν τις τυπικές παθογένειες του ελληνικού κράτους. Σε τέτοιες συνθήκες είναι φυσικό να παλεύει με την αμφιθυμία: θάρρος ή αλήθεια;

Εμείς ως πολίτες μπορούμε να διαδραματίσουμε καθοριστικό ρόλο στο ποια απόφαση θα πάρει.

Οι πολιτικοί δεν αναγνωρίζουν πάντα τις αναπόφευκτες αλλαγές, για αυτό και κάποιες φορές ταλανίζονται από ανώφελα διλήμματα. Νομίζουν ότι αν διαλέξουν το θάρρος θα γλιτώσουν το πολιτικό κόστος, ενώ αν προτιμήσουν την αλήθεια θα το πληρώσουν ακριβά. Μόνο που η πραγματικότητα δείχνει πως το πολιτικό κόστος είναι αναπόφευκτο. Δεν έχουν να διαλέξουν ανάμεσα στο να το υποστούν ή να το αποφύγουν, αλλά ανάμεσα στο να μετατραπεί το πολιτικό κόστος σε μια νέα βαθύτατη, κοινωνική, ηθική, οικονομική και, βέβαια, πολιτική κρίση. Η αδυναμία δηλαδή να συνειδητοποιήσουν έγκαιρα τις αναπόφευκτες αλλαγές μπορεί να οδηγήσει στο να πληρώσει η χώρα και η κοινωνία, τεράστιο τίμημα. Αυτό συμβαίνει με το Προσφυγικό ή Μεταναστευτικό (ή όπως αλλιώς θέλετε να το βαφτίσουμε, με όποιον politically correct ή incorrect όρο) πρόβλημα.

Στο Προσφυγικό δεν υπάρχει προς το παρόν λύση, γιατί το μόνο που συνιστά πράγματι λύση είναι να μπορεί, αυτός που φεύγει, να ζήσει καλά στη χώρα του. Και λύση που να εγκαθιστά μαγικά στις χώρες δημοκρατία, πλούτο, καλές δουλειές, κοινωνική ευημερία, δεν υπάρχει. Κάποιοι λένε «αν γίνουμε σκληροί και σταματήσουμε να τους παρέχουμε φαγητό, στέγη, ρούχα, φάρμακα, θα σταματήσουν να έρχονται. Μερικοί προτείνουν ακόμα πιο δραστικά μέτρα. Να βουλιάζουμε βάρκες, να τους πνίγουμε. «Θα πνιγούν 50 και θα σταματήσει το κακό. Άλλωστε, μήπως τώρα δεν πνίγονται;» λένε. Κανείς όμως δεν σκέφτεται ότι ακόμα και αν κάνουμε όλα αυτά, ακόμα και αν στήναμε εκτελεστικό απόσπασμα, δεν θα σταματούσαμε τον αγώνα τους για επιβίωση. Ανάμεσα στο «καμία πιθανότητα να επιβιώσω» και το «μια πιθανότητα να επιβιώσω» ο άνθρωπος θα διαλέγει πάντα το δεύτερο. Θα αφήσει τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Ιράκ, τη Νιγηρία, γιατί εκεί δεν έχει καμία ελπίδα. Θα φύγει κι ας πεθάνει στο δρόμο για την ελπίδα.

Δεν με σοκάρει να γράφω τους διαφορετικούς τρόπους εξόντωσης που προτείνουν διάφοροι, γιατί τα διαβάζω και τα ακούω κάθε μέρα. Δεν με σοκάρουν οι λέξεις, κάποτε με σόκαρε η πραγματικότητα, όχι πια. Όσοι υποστηρίζουν αυτές τις λύσεις διαλέγουν το «θάρρος». Όλες αυτές οι παράτολμες κινήσεις επιλέγονται γιατί φοβόμαστε την αλήθεια, δεν αντέχουμε να αποδεχτούμε ότι όλα αυτά τα ακραία μέσα δεν θα λύσουν τίποτα – ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος περνά μέσα από την αποδοχή της σκληρής αλήθειας: Λύση στο προσφυγικό δεν υπάρχει. Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Να διαχειριστούμε το πρόβλημα.

Αυτό ονομάζεται συμβιβασμός. Να μπορείς να αποδέχεσαι ότι ένα πρόβλημα για το οποίο δεν φταις και δεν το διάλεξες, ένα πρόβλημα που σου φόρτωσε η ανεπάρκεια και η σκοπιμότητα άλλων, είσαι αναγκασμένος να το αντιμετωπίσεις. Το ίδιο δεν κάνουμε άλλωστε και στη ζωή μας, καθημερινά; Έχουμε την επιλογή να πνιγούμε στην οργή, να πάρουμε τα όπλα, να καταλύσουμε τον νόμο στην ίδια μας τη χώρα, να τραυματιστεί το Πολίτευμα, να προκληθεί χάος ή να κάνουμε έναν συμβιβασμό για να εξυπηρετήσουμε πρώτα από όλα τον εαυτό μας και τη δική μας ευημερία. Αν πάρεις εσύ το όπλο, θα το πάρει και ο άλλος. Αν το κράτος χάσει το μονοπώλιο της βίας, η δημοκρατία τετέλεσται. Η Δικαιοσύνη πάει περίπατο. Η αδυναμία μας να αποδεχτούμε την αλήθεια, θα μας οδηγήσει στο να χάσουμε όσα με αιματηρό μόχθο έχουμε κατακτήσει.

Είμαστε σε επικίνδυνη καμπή, συμβαίνει με το Προσφυγικό ό,τι ακριβώς συνέβη με την οικονομική κρίση και τα Μνημόνια.

Είμαστε σε επικίνδυνη καμπή, συμβαίνει με το Προσφυγικό ό,τι ακριβώς συνέβη με την οικονομική κρίση και τα Μνημόνια. Λύση που να εξαφανίζει το χρέος και να φέρνει μαγικά πλούτο δεν υπάρχει. Το μάθαμε μετά από 10 χρόνια αλληλοσπαραγμού, μετά από επιλογές λεφτόδεντρου, εκρηκτικής ανεργίας, φτώχειας, μετανάστευσης, Σώρρα, Χρυσή Αυγή, Plan B, διχαστικά δημοψηφίσματα και εργαλειοποίηση της Δημοκρατίας. Και τότε υπήρχε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα: εκείνοι που παρίσταναν τους πολιτικούς αλλά ήταν απλώς μια κακή τους απομίμηση, δεν αναγνώρισαν τις αναπόφευκτες αλλαγές. Διάλεξαν το δήθεν θάρρος του Αντιμνημονίου για να γλιτώσουν το πολιτικό κόστος, ταυτιστήκαμε κι εμείς μαζί τους και παίζαμε το ίδιο παιχνίδι, για να φτάσουμε μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια να αποδεχτούμε την αλήθεια που ήταν μπροστά στα μάτια μας από την πρώτη στιγμή, αλλά δεν θέλαμε να δούμε: καμία οικονομική κρίση δεν θα περνούσε χωρίς Μνημόνια. Δεν υπάρχει μαγικός τρόπος να γεννηθούν λεφτά. Η προηγούμενη κυβέρνηση νόμιζε ότι το δίλημμα ήταν «πολιτικό κόστος ή όχι;», μόνο που το δίλημμα ήταν πάντα «πολιτικό κόστος ή γενικευμένη και βαθύτατη κρίση»; Νομίζω ότι όλοι ξέρουμε τι έγινε στο τέλος. Πληρώσαμε πανάκριβα τον συμβιβασμό με την πραγματικότητα.

Φοβάμαι ότι κινδυνεύουμε να ζήσουμε ξανά το ίδιο. Βρισκόμαστε ήδη βουτηγμένοι στο πρόβλημα και κάνουμε σαν να ζούμε την αρχή του προβλήματος. Χιλιάδες ξένοι βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα. Άλλος για να φτάσει στην κεντρική Ευρώπη και να κάνει επιθέσεις αυτοκτονίας, άλλος για να φτάσει στη χώρα που βρίσκεται η οικογένεια του, άλλος για να βρει απλώς έναν τόπο να ζήσει. Να ζήσει. Ανάμεσα τους βρίσκονται 5.000 ασυνόδευτα παιδιά. Παιδιά που κηδεμονεύει η τύχη.

Το ελληνικό κράτος είναι κυρίαρχο. Έχει την εξουσία να επιβάλει τον νόμο και να δώσει επιλογές και αυτό οφείλει να κάνει. Οι εγκληματίες πρέπει να πάνε στη φυλακή. Ο νόμος πρέπει να ισχύσει για όλους. Ούτε εμείς έχουμε δικαίωμα να πετάμε πέτρες ούτε εκείνοι να εγκληματούν. Πρέπει να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με αυτούς τους ανθρώπους που θέλουν να μείνουν στη χώρα μας. Μπορούμε να τους δώσουμε μια διέξοδο ζωής και να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία. Δεν χρειάζεται να λέμε από τη μια «έξω οι ξένοι» και από την άλλη να συντηρούμε Μανωλάδες (υπολογίζεται ότι περίπου 220 παιδιά δουλεύουν ήδη παράνομα στη Μανωλάδα), ούτε να υποκρινόμαστε ότι οι Έλληνες ψάχνουν αγροτικές δουλειές αλλά δεν υπάρχουν. Μπορεί να μη θέλουμε πια να μαζεύουμε ροδάκινα, γιατί είναι κακό να το παραδεχτούμε; Μπορεί να μη θέλουμε καν να ασχοληθούμε με τη γεωργία.

Πού είναι το κακό στο να αναπτύξουμε ένα πλάνο και να ενισχύσουμε την αγροτική οικονομία δίνοντας μια λύση σε εκείνους που το θέλουν; Πού είναι το κακό στο να γίνει καθένας που το επιθυμεί επιχειρηματίας και να καλλιεργήσει τη γη προσλαμβάνοντας άλλους; Πού είναι το κακό στο να αυξήσουμε την παραγωγή, να βρούμε φτηνότερα εργατικά χέρια (ναι, έτσι πάει, λυπάμαι και προτιμώ να τα γράφω όπως είναι, παρά να κοροϊδεύω ότι στη χώρα που οι πολίτες παίρνουν 400 ευρώ μισθό στην ιδιωτική οικονομία θα ξεκινήσουν οι μετανάστες με 1.000) και να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί; Πού είναι το κακό στο να πιέσουμε την ΕΕ να μας βοηθήσει να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, παρουσιάζοντας πλάνο προς αυτήν την κατεύθυνση; Πού είναι το κακό στο να διεκδικήσουμε να πάρουμε κοινοτικά κονδύλια για να φτιάξουμε την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και να εξυπηρετήσουμε εαυτούς και αλλήλους; Πουθενά.

Οι ακραίες λύσεις δεν είναι οι μόνες που έχουμε, αντίθετα, δεν είναι καν λύσεις. Απλώς ανακουφίζουν τον φόβο μας.

Θα μου πείτε καλά όλα αυτά. Αλλά αν μείνουν στην Ελλάδα όλοι αυτοί, δεν θα φτάσουν να γίνουν Έλληνες πολίτες; Ναι. Δε θα φτάσουν να ψηφίζουν στο μέλλον; Ναι. Να βρεθούμε δηλαδή με μουσουλμάνο πρωθυπουργό κάποια στιγμή; Να το αντιστρέψω: να γίνουμε δηλαδή ακραίοι; Να ψηφίσουμε στο μέλλον ένα νέο κόμμα που θα υπόσχεται να θεσμοθετήσει την οπλοφορία και την οπλοχρησία για κάθε πολίτη για λόγους αυτοπροστασίας και φωνάζει «θάνατος στους ξένους»; Να βρεθούμε με φασίστα πρωθυπουργό που θα σπάει στο ξύλο όποιον διαφωνεί μαζί του; Να αναστήσουμε το ΕΑΤ-ΕΣΑ; Να γυρίσουμε δεκαετίες πίσω; Ποιος το λέει ότι οι μόνες διαθέσιμες λύσεις είναι οι ακραίες; Γιατί αποκλείουμε την πιθανότητα να ψηφίζουν οι άνθρωποι στο μέλλον με βάση το συμφέρον τους και όχι τη «ράτσα» και τις ταυτότητες; Ποιος θα παλέψει για αυτό αν όχι εμείς οι ίδιοι; Οι ακραίες λύσεις δεν είναι οι μόνες που έχουμε, αντίθετα, δεν είναι καν λύσεις. Απλώς ανακουφίζουν τον φόβο μας. Λειτουργούν ως ψυχικό λεξοτανίλ, ανακουφίζουν το άγχος και συντηρούν το πρόβλημα, τη δειλία.

Για να υπάρξει πράγματι διαχείριση του προσφυγικού, θα πρέπει οι πολιτικοί να φερθούν πολιτικά. Για να μπορέσουν όμως να κάνουν τη δουλειά τους, πρέπει και εμείς να φερθούμε ως υπεύθυνοι και συνειδητοποιημένοι πολίτες και όχι να λέμε με τη στάση μας στους πολιτικούς «πες μου ένα ψέμα να αποκοιμηθώ».

Μόνο η πολιτική μπορεί να κάνει το πρόβλημα ευκαιρία, να ασκήσει πίεση στην ΕΕ, να περιορίσει την επιθετικότητα του Ερντογάν, να διαφυλάξει τη Δημοκρατία. Αν μείνουμε απαθείς στο Προσφυγικό, δεν θα απειληθεί απλώς η οικονομία αλλά η Δημοκρατία. Τα plan B, οι Σώρρες και τα λεφτόδεντρα θα είναι αστεία μπροστά σε αυτά που θα έρθουν. Αν δεν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, οι νέες ακραίες κοινωνικές τάσεις που θα γεννηθούν και θα εκπροσωπηθούν πολιτικά, θα είναι από το «έξω οι ξένοι» μέχρι το «όπλα για όλους». Αντί να δώσουμε ευκαιρία στους ανθρώπους που έρχονται από ρημαγμένες χώρες, θα ρημάξει η χώρα μας, θα ρημαχτούμε οι ίδιοι. 

Αδύναμοι θα γίνουμε αν αναγκάσουμε με τη στάση μας τους πολιτικούς να παίξουν «θάρρος ή αλήθεια». Αυτό είναι δική μας ευθύνη, αφορά εμάς.

Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, αλλά όχι αδύναμη. Αδύναμοι θα γίνουμε αν αναγκάσουμε με τη στάση μας τους πολιτικούς να παίξουν «θάρρος ή αλήθεια». Αυτό είναι δική μας ευθύνη, αφορά εμάς. Εσένα που διαβάζεις αυτό το κείμενο και σκέφτεσαι «τι μας λέει τώρα αυτή, προχτές μπούκαραν οι Γεωργιανοί και άρπαξαν ό,τι βρήκαν στο διπλανό διαμέρισμα, ευτυχώς που έλειπαν οι ένοικοι και δεν τους έσφαξαν κιόλας. Άσε μας, κοπέλα μου, με τις θεωρίες». Εμείς που τα ζούμε όλα αυτά πρέπει να απαιτήσουμε όσοι εγκληματούν να μπουν φυλακή, να εφαρμοστεί για όλους ο νόμος. Προχτές, σχολίασε μια κυρία σε κάποια ανάρτηση που είχα κάνει στο Facebook ότι ένας 15χρονος παραπονιόταν στο προσωπικό στη Μόρια «Πού είναι οι γυναίκες και τα λεφτά που μου έταξαν για να έρθω εδώ;». Βάζω στοίχημα ότι έχει ακούσει αντίστοιχες ανοησίες από πολλούς Έλληνες πολίτες. Εκείνες όμως δεν τις φοβόμαστε, γιατί τις λένε οι «δικοί μας», τις άλλες τις παίρνουμε στα σοβαρά, λες και πρόκειται για σοφίες. Οι Έλληνες πολίτες που βιάζουν είναι μεμονωμένα περιστατικά, οι ξένοι, κανόνας. Ωραίο παραμύθι, αλλά δεν έχει δράκο.

Εμείς που τα ζούμε όλα αυτά πρέπει να απαιτήσουμε το σχολείο να ενισχυθεί. Δεν είναι «κοινοτικά κονδύλια για τους ξένους και τίποτα για τους υπόλοιπους». Το σχολείο είναι ένα και χρειάζεται αναστύλωση. Δεν είναι «κοινοτικά κονδύλια για πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας για τους ξένους και τίποτα για τους υπόλοιπους». Το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ένα, το ίδιο θα υποδεχτεί κάθε άνθρωπο που ζει στην Ελλάδα και αρρωσταίνει. Τα ίδια και χειρότερα μαύρα χάλια θα ζήσουμε όλοι αν δεν καταφέρουμε να κάνουμε αυτήν την κρίση, ευκαιρία.

Αν αφεθούν οι ξένοι στην εξαθλίωση, το μόνο που θα γίνει είναι να πάμε όλοι μαζί κατά διαόλου. Ακόμα και αν κάθε πολίτης αποκτήσει το όπλο του, δεν μπορεί να αποκτήσει το σχολείο, ούτε το νοσοκομείο του. Δεν υπάρχει τέτοια κοινωνική συνθήκη, λυπάμαι. Αν από την άλλη νομίζουν όσοι ήρθαν στην Ελλάδα ότι είμαστε Δανία, λυπάμαι, θα πρέπει να καταλάβουν ότι βρίσκονται σε μια χώρα που έχει περάσει πολλά, βγαίνει τσακισμένη από μια κρίση, η κοινωνία είναι γεμάτη τραύματα και παλεύει να ορθοποδήσει. Έχουν συμφέρον να τη βοηθήσουν κι εκείνοι να ορθοποδήσει μια ώρα αρχύτερα.

Πρέπει να ξανα-ανακαλύψουμε την πολιτική.

Στις 15 Μαρτίου 1965, ο Lyndon Johnson απευθύνθηκε στα μέλη του Κογκρέσου με τα παρακάτω λόγια:

“This great, rich, restless country can offer opportunity and education and hope to all: black and white, North and South, sharecropper and city dweller. These are the enemies: poverty, ignorance, disease. They are the enemies and not our fellow man, not our neighbor. And these enemies too, poverty, disease and ignorance, we shall overcome”.

Σε ελεύθερη απόδοση:

«Αυτή η σπουδαία, πλούσια και ασταμάτητη χώρα μπορεί να προσφέρει ευκαιρία και εκπαίδευση και ελπίδα σε όλους: μαύρους και λευκούς, Βόρειους και Νότιους, μεροκαματιαριδες και πλούσιους. Ο εχθρός είναι η φτώχεια, η άγνοια, η αρρώστια. Αυτοί είναι οι εχθροί και όχι ο συνάνθρωπος και ο γείτονας μας. Και αυτούς τους εχθρούς, τη φτώχεια, την άγνοια και την αρρώστια, θα τους υπερνικήσουμε».

Ο πρωθυπουργός έδωσε μια σπουδαία ομιλία την προηγούμενη εβδομάδα, στο επίσημο δείπνο του «Συμποσίου της Θεσσαλονίκης». Αξίζει να την αναζητήσετε και να την ακούσετε. Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για μία από τις καλύτερες ομιλίες που έχουμε ακούσει στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Συμπύκνωσε με τον πιο εύστοχο τρόπο την κρίσιμη πολιτική διακύβευση της εποχής μας: ηθική του φρονήματος ή ηθική της ευθύνης; Θάρρος ή αλήθεια;

Πρέπει να ξανα-ανακαλύψουμε την πολιτική.

Μόνο έτσι το “We shall overcome” θα πάψει να είναι ευχή και θα γίνει βεβαιότητα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ