Κολομβία 2: Μεδεγίν και νοτιότερα
Ταξιδια

Οδοιπορικό στην Κολομβία, μέρος 2ο: Μεδεγίν και νοτιότερα

Εικόνες από ένα ταξίδι ζωής στη Λατινική Αμερική
68239-151630.jpg
Βασίλης Πεσμαζόγλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οδοιπορικό Περού-Κολομβία | Τρίτο μέρος: Μεδεγίν, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας μετά την πρωτεύουσα Μπογκοτά

→ Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρο του ταξιδιού | Λίμα: Οδοιπορικό στην πρωτεύουσα του Περού
→ Διαβάστε εδώ το δεύτερο μέρο του ταξιδιού | Κολομβία: Μπογκοτά και βορειότερα

Η επιτυχής νυχτερινή άφιξη σε ένα μοντέρνο διαμέρισμα Airbnb, σε καλή (=ασφαλή) γειτονιά του Μεντεγίν, επιστεγάστηκε με μια παραδόξως εξαιρετική πίτσα: θα ανακαλύπταμε, μέρες μετά, ότι η τοπική κτηνοτροφία παράγει εύγευστη μοτσαρέλα.

Μεδεγίν, γενέτειρα του ζωγράφου Μποτέρο, αλλά και του διαβόητου Εσκομπάρ: θησαύρισε στήνοντας μια πλήρως καθετοποιημένη μπίζνα κοκαΐνης που κατέληγε στις ΗΠΑ. (Βλ. σειρά Narcos). Στη μάλλον δυσάρεστη/κακόφημη κεντρική πλατεία της πόλης, συναντώνται ζητιάνοι και θλιβερές πουτάνες με ευτραφείς φιγούρες-μπρούτζινα γλυπτά του Μποτέρο˙ στο δε μουσείο, πλήθος πίνακές του, εξ ων δύο αναφέρονται στον θάνατο του Εσκομπάρ από σφαίρες των διωκτών του.

Τις τελευταίες δεκαετίες, η πόλη, τραυματισμένη από βαρόνους ναρκωτικών-αντάρτικο-σπιράλ βίας, προσπάθησε να διαμορφώσει κάποια νέα κανονικότητα. Το καινούργιο σύστημα μετρό-τραμ (υποδειγματική η τήρηση της ουράς) συμπληρώνεται από τελεφερίκ που συνδέει το κέντρο με τις φαβέλες στις πλαγιές των βουνών: οι μεροκαματιάρηδες δεν υποχρεώνονται σε τετράωρο ποδαρόδρομο σπίτι-δουλειά-σπίτι.

Οι τουριστικοί οδηγοί αναφέρουν την «Κομμούνα 13» ως αξιοθέατη γειτονιά που έχει εσχάτως καταστεί κέντρο πολιτιστικών δρώμενων: το ως άνω «FOMO» (βλ. πρώτο άρθρο) απεδείχθη ατυχέστατο. Μουσική; Μάλλον ηχορύπανση. Γκράφιτι; Τοιχορύπανση. Εδέσματα; Αποθέωση της τηγανίλας. Εν ολίγοις, άκρως δυσάρεστη βαβούρα. Μόνο διασκεδαστικό, οι ηλεκτρικές σκάλες με τις οποίες ανεβαίνεις βυθιζόμενος στον εν λόγω Γολγοθά κακογουστιάς.

Σαλπάραμε την επομένη, πάντα οδικώς, προς Νότο. Ντουέτο πλέον: εγώ ταξιδιώτης-πρωτοετής φοιτητής, ο Αλέξης μεταδιδακτορικός.

 Όπως και το Μεντεγίν, έτσι και η πόλη Μανιζάλες θα μας χάριζε κυρίως το υπέροχο ταξίδι: ποτάμια, καταπράσινες πλαγιές, βοσκοτόπια, χωριά με διασκεδαστικές ευρωπαϊκές ονομασίες (Βερσάγες, Μπρουσέλας), αλλά και πολύχρωμες κωμοπόλεις ύστερου αποικιακού ρυθμού, όπως η Αγκουάντας και, βέβαια, η Σαλαμίνα: υπέροχη μικρή πολιτεία του 19ου αιώνα, μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς UNESCO, σχετικά αλώβητη από τον τουρισμό καθότι σχετικά δυσπρόσιτη .

Ο ξενώνας στις καταπράσινες παρυφές της Μανιζάλες, βουτηγμένος στην πλούσια βλάστηση, μας επέτρεπε να βλέπουμε τα υψώματα της άχαρης πόλης από μακριά, μέσα στην απόκοσμη καταχνιά. Εκεί συναντήσαμε ζευγάρι ηλικιωμένων Ολλανδών φανατικών παρατηρητών πτηνών (bird watching): παραδόξως άνευ φωτογραφικής μηχανής.

Σταθερά στα 2000+ μέτρα, θα κατευθυνθούμε την επομένη στα 4000,  παρέα με ποδηλάτες που επιδίδονταν Κυριακάτικα στο άθλημα-δοκιμασία, μέσα στο κρύο και την ομίχλη. Μπαίνοντας στο τοπικό εστιατόριο, δεν μας ξάφνιασε η ξυλόσομπα που έκαιγε φουλ (κατά τα άλλα, τροπικοί…). Απάντηση στο τσουχτερό κρύο, απολαύσαμε ένα υπαίθριο θερμό λουτρό - ηφαιστειακή περιοχή γαρ.

Την επομένη, αναχωρώντας, επίσκεψη σε ύψωμα στην πόλη, όπου δεσπόζει ένα μεγάλο, πολιτικά «μη ορθό», γλυπτό-σύνθεση: οι φιγούρες αναπαριστούν την εποποιΐα των αποίκων που με το μόχθο τους δάμασαν τα στοιχεία της φύσης.

Πορεία νοτιότερα: πολύχρωμες υστερο-αποικιακές κωμοπόλεις Φιλάντια (ουδεμία σχέση με Φιλανδία) και Σαλέντο (ιταλικής έμπνευσης). Φυτείες καφέ στις πλαγιές: σκουροπράσινα θαμνώδη φυτά που κάνουν καλή παρέα με τις μπανανιές. Κατατοπιστική επίσκεψη σε τοπική «φίνκα» (κτήμα): η συγκομιδή γίνεται με αυξομειώσεις όλο τον χρόνο, το φυτό βγάζει ένα ωραίο λευκό λουλούδι. Πάντως, ο κολομβιανός καφές δε μου πάει ιδιαίτερα (ακόμα και ο φρεσκοαλεσμένος μπροστά μου). Ελληνοπρεπώς τιμήσαμε το αξιοπρεπές εστιατόριο Meraki : εξαίρετη σούπα βελουτέ λαχανικών και τοπική καπνιστή πέστροφα- είδος που εισήχθη από την Ισπανία, διαταράσσοντας την οικολογική ισορροπία.  Με ορμητήριο το Σαλέντο, περπατήσαμε στον κοντινό εθνικό δρυμό-FOMO: φοίνικες βουτηγμένοι σε ομιχλώδες τοπίο.

Επόμενος προορισμός, Κάλι. Στάση σε ταβέρνα γειτονικού χωριού: στον κήπο, γιγάντια κληματαριά. Τοπικός  γλυκίζων οίνος. Σπάνιο είδος: στην Κολομβία παράγονται κυρίως οινοπνευματώδη, όπως  αγκουαρδιέντε (με γλυκάνισο) και ρούμι.

Κάλι: ευχάριστη έκπληξη, συγκριτικά με τις προηγούμενες δύο μεγάλες πόλεις. Μείναμε στην παλιά αποικιακή γειτονιά, βολτάραμε στον πεζόδρομο δίπλα στο ποτάμι, επισκεφτήκαμε το τοπικό Μουσείο Χρυσού, τη γραφική παλιά εκκλησία-μοναστήρι-μουσείο, αλλά δυστυχώς όχι το «Μουσείο συμφιλίωσης-συμπερίληψης» που αναφέρεται στην πρόσφατη τραυματική ιστορία. Διότι και το Κάλι υπήρξε (παραμένει;) μείζον κέντρο βαρόνων της κοκαΐνης. Ο συνταξιδιώτης μου επέστρεψε σώος και ευλαβής από τα νυχτοπερπατήματά του εις άγραν της ξακουστής τοπικής μουσικής. Εγώ βραδινή αναδίπλωση, συνετή διαχείριση της δοσολογίας εντυπώσεων (όρια της φέρουσα ικανότητα)

Ακόμα νοτιότερα, η ωραιότατη φοιτητούπολη Ποπαγιάν, πρώιμης αποικιακής εποχής (πιο λιτή/αυστηρή αρχιτεκτονική), ζωσμένη από βουνά. Σε καφενείο, συναπάντημα με γλυκύτατη μικροκαμωμένη στρουμπουλή νεαρά γεωπόνο: μας ενημέρωσε για τις δυσκολίες μετάβασης τμήματος του αγροτικού τομέα από την κόκα σε άλλες προσοδοφόρες καλλιέργειες. Μίλαγε ψιθυριστά, από φόβο μην την ακούσουν…Το βράδυ, σε τοπικό μπαράκι, μια κεφάτη μπάντα έπαιζε μουσική. Χαλαρά, άνευ πολυκοσμίας. Παρεϊστικη ατμόσφαιρα.

Μιάμιση ώρα δρόμος με τοπικό λεωφορείο, η Σίλβια: αμιγώς ινδιάνικο ορεινό κεφαλοχώρι, όπου οι τοπικές φορεσιές δίνουν και παίρνουν. Τουρίστες απόντες - πλην Τρίτης, όπου έχει αγορά.

Τελευταίος σταθμός, νοτιότατο άκρο της περιοδείας, το Σαν Αγκουστίν. Κυριακή: ο τοπικός οδηγός (Uber-τιμές προσιτές) μας ζήτησε να πάρει μαζί την καλή του, με τα δυο μικροσκοπικά σκυλάκια της. Περιβόλι η λεγάμενη, έξω καρδιά, θησαυρός πληροφοριών για την τοπική μουσική, έπιασε κουβέντα με τον Αλέξη. Κάποια στιγμή σε ένα χωριό, λέει στον δικό της να σταματήσει, πετάγεται έξω, μπαίνει σε ένα άσχετο συνεργείο και επιστρέφει με ένα στικάκι με μουσική!

Στο Σαν Αγκουστίν ανακαλύφτηκαν τον 18ο αιώνα πλήθος τάφων και πέτρινων αγαλμάτων: ορισμένα μεγάλα, ανθρωπόμορφα, θύμιζαν μακρόθεν φραγκισκανούς μοναχούς. (Ο κληρικός που τα πρωτοείδε τα θεώρησε δαιμονικά και θορυβήθηκε). Η αρχαιολογική σκαπάνη ανέλαβε δράση τον 20ό αιώνα, με κατάληξη τη δημιουργία ενός μεγάλου, όχι ιδιαίτερα πολυσύχναστου, αρχαιολογικού πάρκου: περπατάς τρεις ώρες και τα βλέπεις στον φυσικό τους χώρο. Ελλείψει γραπτών τεκμηρίων, ελάχιστα είναι γνωστά για τον τοπικό πολιτισμό που ήκμασε στην περιοχή, την πρώτη μ.Χ. χιλιετία. Πέπλο μυστηρίου.

Και απ’ τα ψηλά στα χαμηλά: στα Βόρεια-παραθαλάσσια (Καραϊβική). Από τη δροσιά / ψύχρα στη ζέστη. Το συμπαθές λιλιπούτειο αεροδρόμιο του Πιταλίτο, μέσα στη φύση, θυμίζει αντίστοιχα σε απομακρυσμένα ελληνικά νησιά: δυο πτήσεις ημερησίως για την πρωτεύουσα, όλες κι όλες.

(Συνεχίζεται)

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

Δειτε περισσοτερα

Η «αναγέννηση» τnς σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας
Η «αναγέννηση» τnς σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας

Οι Γιώργης Τσουρής, Τζούλια Διαμαντοπούλου, Νεφέλη Μαϊστράλη, Τάσος Ιορδανίδης και Άρης Ασπρούλης μας μιλούν για το πώς η ελληνική πένα βρίσκεται στο επίκεντρο της θεατρικής δημιουργίας