Health & Fitness

H σπαστικότητα μετά από εγκεφαλικό

Πώς θα βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής των ασθενών

sofia-neta.jpg
Σοφία Νέτα
ΤΕΥΧΟΣ 817
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Φυσιοθεραπευτής δείχνει ασκήσεις σε γυναίκα ασθενή

H σπαστικότητα μετά από εγκεφαλικό: Ο δρ Γιώργος Βησσαράκης μιλάει για τα συμπτώματα, τις επιπλοκές και τη θεραπευτική αντιμετώπιση της σπαστικότητας.

Ο δρ Γιώργος Βησσαράκης
Η σπαστικότητα μετά από εγκεφαλικό είναι μια συχνή επιπλοκή που μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό της κινητικότητας και στην επιδείνωση της αυτονομίας των ασθενών. Ενώ οι ασθενείς με βαρύ εγκεφαλικό εμφανίζουν αδυναμία από την πρώτη ημέρα της νόσου, η σπαστικότητα είναι μια επιπλοκή που εμφανίζεται στην υποξεία φάση, μέρες ή εβδομάδες μετά την έλευση του εγκεφαλικού, επισημαίνει ο δρ Γιώργος Βησσαράκης M.D., Φυσίατρος, Επιστημονικός Διευθυντής Αποκατάστασης Όμιλος ΑΚΤΙΟΣ (www.aktios.gr).

Σπαστικότητα μετά από εγκεφαλικό: Συμπτώματα - Επιπλοκές

Ως αποτέλεσμα της εγκεφαλικής βλάβης, οι ασθενείς εμφανίζουν αύξηση του μυϊκού τόνου επιπλέον της μυϊκής αδυναμίας. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα κάμψη των δακτύλων και της άκρας χειρός που οδηγούν σε αδυναμία διάνοιξης και, ως εκ τούτου, μη λειτουργικό χέρι. Μπορεί να επηρεάσει επίσης τη βάδιση, προκαλώντας πελματιαία κάμψη του άκρου ποδός, κλόνο, δυστονικές θέσεις που αποτρέπουν την ομαλή στάση και κίνηση. Πολύ συχνά οι κινητικές εκδηλώσεις συνοδεύονται από άλγος που είναι ανθεκτικό στα συνήθη αναλγητικά και επηρεάζει την ποιότητα ζωής των ασθενών τόσο άμεσα όσο και μέσω ανάπτυξης αντιδραστικής κατάθλιψης λόγω χρονιότητας, διαταραχής του ύπνου κ.λπ. Αν η σπαστικότητα αφεθεί άνευ θεραπείας, συνήθως επιδεινώνεται και προκαλεί συγκάμψεις των μυών, οστικές παραμορφώσεις, καθώς και κατακλίσεις. Τέλος, η σπαστικότητα επιτείνει τις ήδη υπάρχουσες κινητικές διαταραχές, καθώς στη μυϊκή αδυναμία που εμφανίζουν οι ασθενείς με εγκεφαλικό επιπροστίθεται απρόσφορη θέση των άνω και κάτω άκρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιδεινώνονται η στάση, η βάδιση, η κίνηση της άκρας χειρός και, τελικώς, η αυτονομία των ασθενών. Δηλαδή οι ασθενείς χρειάζονται περαιτέρω βοήθεια από τους φροντιστές τους, ενώ η ελαττωμένη κινητοποίηση μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω επιπλοκές όπως έλκη κατακλίσεως. 

Με απλά λόγια, η σπαστικότητα μετά από ένα εγκεφαλικό είναι δυσκαμψία των μυών που επηρεάζει κυρίως τις αρθρώσεις στον καρπό και τα δάκτυλα, το γόνατο και τον αστράγαλο. Δύο στους τρεις επιζώντες από εγκεφαλικό αναφέρουν κάποιο βαθμό σπαστικότητας. Όταν ερωτήθηκαν ασθενείς με εγκεφαλικό τι είναι αυτό που τους ενοχλεί περισσότερο στην καθημερινότητά τους, οι 3 συχνότερες απαντήσεις ήταν η αδυναμία, η σπαστικότητα και η εύκολη κόπωση. Δυστυχώς, πολλοί ασθενείς δεν λαμβάνουν καμία θεραπεία για τη σπαστικότητα, τονίζει ο δρ Γιώργος Βησσαράκης. 

Θεραπευτική αντιμετώπιση της σπαστικότητας μετά από εγκεφαλικό

Η βάση της θεραπείας της σπαστικότητας είναι η τακτική κινησιοθεραπεία, που στόχο έχει τη διάταση των μυών και την κινητοποίηση των αρθρώσεων. Συνοδευτικά, η εργοθεραπεία στοχεύει στην εξάσκηση των λεπτών κινήσεων της άκρας χειρός. Η χρήση ειδικών ναρθήκων μπορεί επίσης να βοηθήσει τον άκρο πόδα ή την άκρα χείρα να αποκτήσει μια πιο φυσιολογική θέση και να διασφαλίσει τη βάδιση και να βελτιώσει τη λειτουργικότητα. 
Δυστυχώς οι από του στόματος φαρμακευτικές ουσίες για ασθενείς που εμφανίζουν εμμένοντα συμπτώματα παρά την κινησιοθεραπεία και εργοθεραπεία, είναι οριακά αποτελεσματικές και συνοδεύονται από σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες καθώς ασκούν τη δράση τους σε έναν εγκέφαλο που είναι ήδη τραυματισμένος από το εγκεφαλικό. Η βακλοφαίνη δρα κατασταλτικά στον εγκέφαλο και συχνά η δόση της πρέπει να ανέλθει σε επίπεδα που προκαλούν ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως ζάλη, κόπωση και αδυναμία.

Απότομη διακοπή της είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη και μπορεί να οδηγήσει σε επανάκαμψη της σπαστικότητας, ψευδαισθήσεις και επιληπτικές κρίσεις. Η τιζανιδίνη δρα σε επίπεδο νωτιαίου μυελού και εμφανίζει ανάλογες ανεπιθύμητες ενέργειες με τη βακλοφαίνη, αν και συνήθως ηπιότερες, ενώ μπορεί να συνοδευτεί από ηπατοτοξικότητα. Η δαντρολένη επιδρά απευθείας στους μύες αλλά ομοίως προκαλεί ανεπιθύμητες δράσεις, όπως ζάλη, αδυναμία, κόπωση, ενώ επίσης δύναται να προκαλέσει ηπατοτοξικότητα. Γενικώς, τα αντισπασμωδικά φάρμακα δεν είναι κατάλληλα για τον εστιακό χαρακτήρα της σπαστικότητας από εγκεφαλικό καθώς δεν δρουν μόνο στο πάσχον νευρομυϊκό τμήμα αλλά στο σύνολο του οργανισμού. Η χειρουργική θεραπεία με μερική νευροτομή, τενοντοτομή ή μετάθεση τενόντων επιλέγεται σε ελάχιστες περιπτώσεις ημιπληγικών ασθενών μετά από εγκεφαλικό και στόχο έχουν κυρίως την ανακούφιση παρά τη βελτίωση της λειτουργικότητας. 

Θεραπεία της εστιακής σπαστικότητας: Αλλαντική τοξίνη

Η πλέον αποτελεσματική και καλώς ανεκτή θεραπεία της εστιακής σπαστικότητας σε άνω και κάτω άκρα μετά από εγκεφαλικό είναι η τοπική έγχυση αλλαντικής τοξίνης. Η αλλαντική τοξίνη αποτρέπει την παθολογική υπερδιέγερση των μυών. Το πλεονέκτημα της θεραπείας έγκειται στην απουσία συστηματικών δράσεων του φαρμάκου καθώς και ότι δεν χρειάζεται καθημερινή χορήγηση. Παρόλα αυτά, συχνά απαιτείται επανάληψη ανά τρίμηνο για τη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος. Σημαντική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας είναι η σωστή στόχευση των πασχόντων μυών μετά από κλινική εκτίμηση από τον ειδικό ιατρό. Η απλή μέθοδος στόχευσης χρησιμοποιώντας ανατομικά οστικά σημεία δεν απαιτεί ειδικό εξοπλισμό και μπορεί να είναι επαρκής για ευμεγέθεις μυς.

Βελτίωση της στόχευσης και των αποτελεσμάτων, ειδικότερα σε μικρότερους και εν τω βάθει μυς, επιτυγχάνεται με τη χρήση μεθόδων ηλεκτρομυογραφίας ή υπερηχογραφίας. Νεότερες μέθοδοι αποκατάστασης με διακρανιακό ηλεκτρικό ερεθισμό δύνανται να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των ανωτέρω θεραπειών.

Η θεραπεία της σπαστικότητας είναι εξαιρετικά σημαντική για την αυτονομία και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των ασθενών με εγκεφαλικό και πρέπει να είναι αντικείμενο μιας διεπιστημονικής ομάδας από επαγγελματίες υγείας με εμπειρία στους ασθενείς με εγκεφαλικό. Βάση της θεραπείας είναι ο συνδυασμός φυσικοθεραπείας και εργοθεραπείας σε συνδυασμό με την έγχυση αλλαντικής τοξίνης, ιδανικά με ταυτόχρονη χρήση ηλεκτρομυογραφίας ή υπερηχογραφίας, καταλήγει ο κ. Βησσαράκης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ