Πολιτικη & Οικονομια

Δεν έχετε καταλάβει ακόμα τίποτα…

Την κεντροαριστερά την κερδίζεις με μετριοπάθεια, επιμονή στις μεταρρυθμίσεις και στον εκσυγχρονισμό, δηλαδή με σοσιαλδημοκρατικά μυαλά

4628-666073.jpg
Προκόπης Δούκας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία Αλέξη Τσίπρα στην Νίκαια στην Πλατεία 17ης Αυγούστου (Οσία Ξένη)
© ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ / EUROKINISSI

Ο Προκόπης Δούκας σχολιάζει την αυτοκριτική που δεν άκουσε, για το εκλογικό αποτέλεσμα.

Οι περισσότεροι που είναι σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσαν ότι το κέντρο του πολιτικού φάσματος είναι, όχι μεταξύ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά μεταξύ αυτών και της ΔΗΜΑΡ. Όλοι οι υπόλοιποι ήταν δεξιοί. Μετά, επειδή δεν μπορούσαν να είναι όλοι δεξιοί, έγιναν ακροκεντρώοι, στην καλύτερη περίπτωση, γιατί αλλιώς ήταν νεοφιλελεύθεροι ακροδεξιοί (σε μια ωραία σούπα ανάμειξης της συκοφαντίας). Μόνο και μόνο αυτό το διαρκές προσβλητικό ψέμα θα αρκούσε για να μπει ένα κόμμα για πάντα στο περιθώριο.

Προφανώς ενόχλησαν τους ψηφοφόρους ο Κατρούγκαλος, η έκκληση για τις ψήφους των Χρυσαυγιτών, η επίθεση στον Σαββόπουλο, τα παράλληλα νομίσματα και οι Δήμητρες, η βιτρίνα της Ακρίτα, της Τσαπανίδου και της Θρασκιά. Οι κυβερνήσεις της προόδου, των ηττημένων, της ανοχής και άλλα που δεν θυμόμαστε και έφαγαν πόρτα, έπαιξαν τον ρόλο τους. Η ανερμάτιστη καμπάνια, ο ανύπαρκτος στρατηγικός σχεδιασμός οι υπερβολές, οι ύβρεις, η εχθροπάθεια, ο πολακισμός, η κουτοπόνηρη χρήση της απλής αναλογικής, η πλήρης απουσία σωστής εκτίμησης της πραγματικότητας ήταν ουσιώδεις αδυναμίες, που πληρώθηκαν με την υπέροχα βουβή απάντηση του εκλογικού σώματος. Είναι δυνατόν ολόκληρη αξιωματική αντιπολίτευση να λειτουργεί σαν τρολ;

Και ο τελευταίος μετριοπαθής πολίτης αναγκάστηκε να ταυτιστεί με το αντι-Σύριζα μέτωπο κι ας παρίσταναν με ευχολόγια πως το μέτωπο κατέρρευσε (ή έχει ανεπανόρθωτες ρωγμές). Η λυσσαλέα προσπάθεια να εμφανιστεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη ως η χειρότερη της μεταπολίτευσης ήταν η πιο αστεία αντιστροφή της πραγματικότητας: Οι αυταπάτες έκριναν εξ ιδίων τα αλλότρια.

Μετά τα Τέμπη, κυκλοφορούσαν στην Πλατεία Κουμουνδούρου με την οίηση οτι “τους τελειώσαμε”. Οι δημοσκόποι και οι δημοσιογράφοι ήταν όλοι πληρωμένοι, μην τους ακούτε, έλεγαν, λες και ο κόσμος δεν απέδιδε ευθύνες και στον Σπίρτζη, όπως και στον Καραμανλή. Έγραφαν άρθρα για το πώς έχει ήδη καταρρεύσει ο Μητσοτάκης. Οι ανεδαφικές βεβαιότητες για θρίαμβο ή έστω για ντέρμπι άνοιξαν τον λάκο, στον οποίον έπεσαν οι ίδιοι μέσα.

Μετά το πρωτοφανές χαστούκι σε κόμμα αντιπολίτευσης, κάποιες άτολμες δικαιολογίες έκαναν την εμφάνισή τους. Κάποιες δειλές προσπάθειες αυτοκριτικής, όπως αυτή του εξαδέλφου Τσίπρα πνίγηκαν μέσα στην ανασύνταξη για την επιβίωση, μετά τις επόμενες κάλπες. Μετά άρχισαν πάλι να φταίνε τα άλλα κόμματα, το εκλογικό σώμα, τα ΜΜΕ που δεν κατάλαβαν ποτέ πώς λειτουργούν, οι ολιγάρχες που δεν ήταν απέναντι, αλλά σύμμαχοι του Μητσοτάκη. Το βασικό όμως, για την πολιτική επιβίωση, είναι η αυτοκριτική και η πλήρης αποκήρυξη όσων έκαναν τον Σύριζα απεχθή στα μάτια του κόσμου.

Όταν ρωτάς παλιούς συμμαθητές, κάποτε ψηφοφόρους του ΚΚΕεσ και του Συνασπισμού, πώς είναι δυνατόν να εξακολουθούν να υποστηρίζουν αυτή τη μετεξέλιξη που ονομάστηκε ΣΥΡΙΖΑ, σηκώνουν τα χέρια ψηλά και σου απαντούν “μα αφού αυτός είναι ο χώρος μας πια”. Και η προσπάθεια για βελτίωση, αντί για χειροτέρευση, δεν είναι ζητούμενο; Ο Μητσοτάκης, όπως και ο Σημίτης, με διείσδυση στο απέναντι στρατόπεδο, δεν κατάφεραν να σύρουν τα κόμματα τους σε καλύτερα μονοπάτια; Η σημερινή ηγεσία της κυβερνώσας αριστεράς τι κατάφερε, αν όχι τον εκχυδαϊσμό και την ποιοτική κατρακύλα; Είναι ο ρόλος της αριστεράς να επιδιώκει πάση θυσία την εξουσία, όσες κι αν είναι οι εκπτώσεις;

Έτσι το προπατορικό αμάρτημα δεν το θίγει κανείς, γιατί κανείς δεν τολμά να πάει στο απαιτούμενο βάθος. Το παιχνίδι καθορίστηκε από τότε που εξελέγη ο Αλέκος Αλαβάνος, απέναντι στον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Τότε χάθηκε οριστικά μια ευγενής, πολιτισμένη ανανεωτική αριστερά που ήταν φιλοευρωπαϊκή, αντιλαϊκίστικη, χωρίς απόρριψη της διάκρισης και της αριστείας.

Το αμάρτημα ολοκληρώθηκε με την προσπάθεια να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ, με αυτά τα χαρακτηριστικά, κόμμα εξουσίας με διάρκεια. Χωρίς καμία ουσιαστικά προσέγγιση με το κέντρο και την αισθητική του, η όλη προσπάθεια χαρακτηριζόταν από μια τεράστια αντίφαση: Χωρίς το κέντρο, σε συνθήκες ομαλότητας, δεν κερδίζονται εκλογές. Και αυθεντική, έστω μερική εκπροσώπηση του κέντρου δεν γίνεται, όταν μαζεύει κανείς τους χειρότερους από όλο το πολιτικό φάσμα, όποιον δηλαδή σιχαίνεται τον εκσυγχρονισμό και εξευρωπαϊσμό της χώρας (τι να περιμένεις, όταν το “Μένουμε Ευρώπη” δεν είναι το αυτονόητο);

Όλα αυτά τα χρόνια, αυτή η βασική αντίθεση εκφράστηκε με παραλογισμούς: Για να να αποκρουστεί κάθε έννοια μετριοπάθειας και λογικής (που υπηρετούσε βεβαίως το σύστημα), εφευρισκόταν μονίμως μια άλλη, εναλλακτική θέση, συνήθως ιδεοληπτική. Για να εκμηδενιστούν οι ικανότητες ή τα προσόντα του αντιπάλου, όλα ήταν εντάξει, ακόμα και η ανικανότητα, ο ερασιτεχνισμός, το να είσαι απαράσκευος σε όλα. Γιατί το άσχημο να μην είναι όμορφο; Γιατί το κέντρο να μη βαφτιστεί ακραίο;

Έτσι, φτάσαμε ο επικεφαλής του συντηρητικού κόμματος να φαντάζει πιο προοδευτικός και αποτελεσματικός, από τους αρχηγούς του λεγόμενου προοδευτικού μετώπου.

Όμως η επιμονή στη δονκιχωτική υπέρασπιση κάθε οπισθοδρομικής παθογένειας της χώρας, που εκφραζόταν μέσα από τον συνδικαλισμό, άρχισε να δείχνει τη σκουριά της δεκαετίας του ’80. Η άρνηση της αξιολόγησης, η εμμονή στις αρρωστημένες ιδιαιτερότητες της παιδείας στην Ελλάδα, η υπεράσπιση των άκρων και της παρανομίας, η γλώσσα της διεκδίκησης που οδηγούσε μονίμως στις προσλήψεις και όχι στον εκσυγχρονισμό απευθυνόταν στη γενιά του Πολυτεχνείου και όχι στις υπόλοιπες. Αλλά και αυτή η γενιά, προϊούσης της ηλικίας, σταμάτησε να γοητεύεται από τα παλιά τσιτάτα.

Το παραμυθάκι οτι το εκλογικό σώμα συντηρητικοποιήθηκε, δεν πουλάει πια. Η αλήθεια είναι οτι ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεν έχουν πια καμία σχέση με την πρόοδο. Ούτε διακρίνονται πια ως δημοκράτες. Κάποτε, πάλευαν για την ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα στην άποψη, κόντρα σε μια εμφυλιοπολεμική δεξιά. Τώρα, αυτοί που ακολουθούν αντιδημοκρατικές ή φασίζουσες μεθόδους αντιμετώπισης του αντιπάλου, μαζεύονται στους πολέμιους της κεντροδεξιάς και της πραγματικής (και όχι της αλά Τσίπρα) κεντροαριστεράς.

Το χειρότερο είναι οτι αυτά που πρότεινε και ο ΣΥΡΙΖΑ (όπως όλοι οι λαϊκιστές αντιδυτικοί/αντιευρωπαίοι/αντισυστημικοί, από τον Τραμπ και το Φάρατζ, ως τη Λεπέν και τον Όρμπαν) κάνει τη ζωή των απλών ανθρώπων - και ειδικά των πιο αδύναμων - χειρότερη. Και στην Ελλάδα, πιο εχθρικός στον Τραμπ και στον Όρμπαν δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο δαιμονοποιημένος αντίπαλος του. Ταυτόχρονα, η προσπάθεια να πείσεις οτι μπορείς να ζεις τρυφηλή ζωή, αλλά να υπερασπίζεσαι δήθεν τους μη προνομιούχους, προσέκρουε συνεχώς στο προηγούμενο των Ποδέμος.

Προοδευτικός (και πατριώτης) είναι αυτός που επιθυμεί έμπρακτα τον εκσυγχρονισμό, με ενίσχυση της οικονομίας, των δημοκρατικών θεσμών και διεθνούς θέσης της χώρας. Αυτός (και όχι οι υπόλοιποι) δικαιούται να οργίζεται και να διαμαρτύρεται για τις υποκλοπές, για τα Τέμπη και για κάθε υστέρηση της ανοργάνωτης κοινωνίας μας.

Εν κατακλείδι, την κεντροαριστερά (άρα και την διάρκεια στην κυβέρνηση ή στην αξιωματική αντιπολίτευση) την κερδίζεις με μετριοπάθεια, επιμονή στις μεταρρυθμίσεις και στον εκσυγχρονισμό, δηλαδή με σοσιαλδημοκρατικά μυαλά. Αλλά και με κάτι ακόμα.

Κάποτε η ανανεωτική αριστερά (απαραίτητη για την υγιή λειτουργία του πολιτεύματος, όπως μια σύγχρονη κεντροδεξιά και κεντροαριστερά) είχε ως κύριο χαρακτηριστικό της την καλλιέργεια και την μόρφωση, τουλάχιστον στις (πολλές) προσωπικότητες που ξεχώριζαν. Κάτι που μοιάζει προφανώς αδύνατο να το αντιληφθεί ένας άνθρωπος, που δεν έπρεπε ποτέ να γίνει πρωθυπουργός - και ο περίγυρός του.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ