Μουσικη

Ελένη Καραΐνδρου: Κάθε βραβείο αποτελεί ένα είδος δικαίωσης

Η παγκοσμίου εμβέλειας συνθέτις μιλάει στην ATHENS VOICE με αφορμή τη βράβευσή της από τη World Soundtrack Academy

giorgos-florakis.jpg
Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 807
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ελένη Καραΐνδρου και Manfred Eicher σε στούντιο ηχογραφήσεων
Ελένη Καραΐνδρου και Manfred Eicher © ECM Records

Συνέντευξη: Η Ελένη Καραΐνδρου μιλάει για τη βράβευσή της από τη World Soundtrack Academy, τη συνεργασία με τον Τέρενς Μάλικ και τον Μάνφρεντ Άιχερ, τη ζωή της.

Στη δεκαετία του ’80 δεν διεκδικούσα δάφνες σοβαρού ακροατή της ελληνικής μουσικής. Είχα δανείσει το ένα μου αυτί στο μετα-punk και ιδίως στις σκοτεινότερες εκδοχές του και το άλλο, στους δίσκους του Coltrane για την Impulse και σε αυτή την –τότε– σχετικά καινούργια και πολύ ωραία εταιρεία, την ECM, που μάλιστα ήταν και ευρωπαϊκή. Υπάρχουν όμως δίσκοι που σε αναγκάζουν να τους ακούσεις προσεκτικά. Το «Ταξίδι στα Κύθηρα» ήταν ο δίσκος με τον οποίο γνώρισα την Ελένη Καραΐνδρου. Πριν δω την ταινία. Πάνω απ’ όλα, ήταν ο τρόπος με τον οποίο κάθε κομμάτι έμπαινε μέσα στο επόμενό του. Ο τρόπος με τον οποίο το oboe –όργανο κλασικό– συναντούσε το μπουζούκι –όργανο λαϊκό– και στη συνέχεια τα δυο μαζί συναντούσαν το πιάνο και το σαξόφωνο της jazz. Από τότε παρακολουθούσα κάθε νέα κυκλοφορία της Ελένης Καραΐνδρου, από τα πρώτα soundtracks του Αγγελόπουλου μέχρι την ένταξή της στην ECM και τη συνεργασία της με τον Μάνφρεντ Άιχερ (Manfred Eicher). Η βράβευσή από τη World Soundtrack Academy για το σύνολο του έργου της στάθηκε η αφορμή να συνομιλήσουμε και πάλι. Κάθε φορά που τελείωνε μια συζήτησή μας, είχα το αίσθημα μιας ασυνήθιστης γαλήνης. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, κι ας διανύουμε δύσκολους καιρούς.

Πώς σας βρίσκει αυτή η εποχή που φαίνεται να φέρνει έστω και με αργούς ρυθμούς το τέλος της πανδημίας;
Δεν έχω πεισθεί πως έρχεται το τέλος της πανδημίας. Αισθάνομαι κι εγώ, όπως όλοι, ότι η εποχή που ζούμε, πρωτόγνωρη για όλους μας, δεν έχει ολοκληρώσει τον επώδυνο κύκλο της. Με βρίσκει επιφυλακτική και με μια βαθιά ανησυχία για το μέλλον της καθημερινότητάς μας. Αν το σκεφτούμε, ένα μέρος της ζωής μας έχει εντελώς χαθεί κι αναφέρομαι σε αυτό που αφορά στις σχέσεις μας τις ανθρώπινες, οικογενειακές και φιλικές. Ακόμα δεν έχουμε προσμετρήσει το έλλειμμα και τα τραύματα. Κι ακόμα δεν έχουμε προσμετρήσει το χάσμα μέσα στις ανθρώπινες ψυχές. Η αποξένωση των ατόμων γέννησε βία και επιθετικότητα, κι αυτό που γλύκαινε τις ψυχές, η τρυφερότητα, η έγνοια για τον πλησίον, οι εκδηλώσεις αγάπης, η συντροφικότητα, έχει πολύ τραυματισθεί, ελπίζω όχι ανεπανόρθωτα.

Πώς βιώσατε το προηγούμενο δύσκολο διάστημα; Είχατε διάθεση να γράψετε και με τι ασχοληθήκατε;
Για μένα, επίσης ήταν άγριο πράγμα να μην μπορώ να βλέπω το μεγάλωμα των εγγονιών μου, το να ζούμε απομονωμένοι, το να νιώθω πως οι νέοι και τα παιδιά βασανίζονται μπροστά στο υποκατάστατο επικοινωνίας, μάθησης και διασκέδασης που ήταν ο υπολογιστής τους. Ευτυχώς, ζώντας με τον άντρα μου, μπορέσαμε να διοχετεύσουμε την ενέργεια και τη δημιουργικότητά μας σε όμορφες διαδικασίες: διάβασμα, μεταφράσεις και βόλτες στο πάρκο. Για μένα όμως, υπήρξε και μια ευλογημένη συγκυρία. Πολύ πριν έρθει ο κορωνοϊός, από τον Μάιο του 2019, έλαβα ένα υπέροχο τηλεφώνημα για συνεργασία μου με τον Τέρενς Μάλικ. Να γράψω μουσική για τη νέα του ταινία! Μετά τη συνάντησή μας στην Τουρκία, όπου έκανε κάποια γυρίσματα, και ύστερα από τις συζητήσεις μας, βυθίστηκα στον κόσμο του σκηνοθέτη και τις ιδέες του και άρχισα να δουλεύω. Το καταπληκτικό ήταν πως γνώριζε από συνεντεύξεις μου ότι για τον Αγγελόπουλο έγραφα τη μουσική πριν αρχίσουν τα γυρίσματα. Κι αυτό του άρεσε. Έτσι, η πρώτη μεγάλη ηχογράφησή μου ολοκληρώθηκε και στάλθηκε στον Μάλικ το Δεκέμβριο του 2019, λίγο πριν αρχίσει το μοντάζ. Είχαμε μια υπέροχη επαφή όλους αυτούς τους μήνες και ακολούθησαν και δύο μικρότερες ηχογραφήσεις, τον Μάρτη και τον Δεκέμβρη του 2020. Πυρετός, λοιπόν, δημιουργίας αλλά και πολλή χαρά. Σημαντικό αντιστάθμισμα στη μαυρίλα της εποχής.

Ελένη Καραΐνδρου
© Κατερίνα Μαριανού

Πρόσφατα βραβευτήκατε για τη συνολική σας προσφορά στη μουσική για τον κινηματογράφο από την World Soundtrack Academy. Τι σημαίνει για εσάς αυτό το βραβείο;
Κάθε βραβείο αποτελεί για τον καλλιτέχνη ένα είδος δικαίωσης, πόσο μάλλον όταν είναι βραβείο παγκόσμιο για το σύνολο της δουλειάς του. Αισθάνθηκα μεγάλη χαρά αλλά και ευγνωμοσύνη για όλους όσοι υπήρξαν συνεργάτες μου και μοιράστηκαν μαζί μου αυτή την τιμή. Για τη βράβευσή μου αυτή –που παραλίγο να μην πάω λόγω της πανδημίας, αν και το ήξερα έναν χρόνο πριν– έχω να πω ότι ολόκληρη η τελετή, η γιορτή αυτή της μουσικής του σινεμά που γίνεται εδώ και 21 χρόνια στη Γάνδη, έχει και λάμψη και τέλεια οργάνωση και πραγματοποιήθηκε στην πανέμορφη παλιά όπερά της πόλης με τη συμμετοχή της Συμφωνικής των Βρυξελλών και του εξαιρετικού μαέστρου Ντερκ Μπροσέ (Dirk Brossé).

Τι ιδιαίτερες απαιτήσεις έχει το να γράφει κανείς μουσική για τον κινηματογράφο;
Δύσκολα θα μπορούσα να απαντήσω για το τι απαιτήσεις έχει να γράφεις μουσική στον κινηματογράφο. Υποθέτω, θα πρέπει, για να ανταποκριθεί κανείς σε αυτό το λειτούργημα, πρώτα απ’ όλα να έχει καθίσει στο σκαμνί κάποια χρόνια και να θητεύσει στη μουσική γνώση με αφοσίωση και σοβαρότητα. Να είναι μουσικός, να αγαπάει το σινεμά και να είναι διαθέσιμος. Βοηθάει το να έχει μια πλατιά μόρφωση και να είναι ανοιχτός σε συγκινήσεις που προέρχονται από την πλευρά του συνομιλητή του, του σκηνοθέτη. Και είναι πολύ σημαντικό η μουσική να μην περιγράφει τις καταστάσεις που εξελίσσονται αλλά να αναζητάει τη βαθύτερη αιτία των πραγμάτων. Το γιατί έγινε, όχι το τι έγινε. Αυτά και άλλα πολλά. Αλλά, πάνω απ’ όλα, αγάπη για τον άνθρωπο και για τον συνομιλητή του.

Ποιες είναι οι διαφορές από το να γράφει μουσική για το θέατρο;
Κάτι ανάλογο θα έλεγα και για το θέατρο. Εκεί τα πράγματα είναι κάπως πιο απτά. Η χαρτογράφηση είναι πιο βατή. Υπάρχουν βοηθήματα, παράλληλη δράση, ηθοποιοί που ψάχνονται, σκηνοθέτης παρών και διδάσκων. Κι όλα έχουν μια φυσική ροή και ολοκληρώνονται μπροστά στα μάτια σου. Βέβαια, στο θέατρο συχνά χρειάζεται να κάνουμε άλματα στον χρόνο. Παραδείγματος χάριν, αρχαία τραγωδία: τεράστια ερωτηματικά! Αυτά ξεπερνιούνται για τον συνθέτη αν δεν χάσει τον εαυτό του, αν καταφέρει δηλαδή, αναζητώντας ιδιαίτερους ήχους και ρυθμούς, να φωτίσει τα πάντα μέσα από τη δική του ψυχοσύνθεση.

Η Ελένη Καραΐνδρου παίζει πιάνο

Πότε πιστεύετε ότι ένα soundtrack είναι επιτυχημένο;
Μια μουσική για ταινία έχει πετύχει όταν υπηρετεί τα βαθύτερα μυστικά της ιστορίας και το κάνει με τρόπο διακριτικό. Όταν γίνεται ένα με την εικόνα και δίνει την ανάσα που χρειάζεται. Θέλει ταπεινότητα και ευαισθησία ο τόνος που θα επιλεγεί από τον συνθέτη. Πιστεύω πως, αν ο συνθέτης μοιράζεται το «γιατί» του σκηνοθέτη κι έχει ψυχική συνομιλία μαζί του, τότε θα καταφέρει να υπηρετήσει σωστά την ταινία.

Τι φέρνετε σήμερα πιο έντονα στον νου σας από τη συνεργασία σας με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο;
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν μια προσωπικότητα στον χώρο του σινεμά. Θαύμαζα την επιμονή του στο χτίσιμο κάθε σκηνής που συνήθως ήταν πολύπλοκη, τη συνέπεια στο ύφος, την ευφυΐα, τη βαθιά γνώση της ιστορίας και την ανεξάντλητη αγάπη του για την Ελλάδα. Ίσως η πρώτη μας συνεργασία έχει εγγράψει τις πιο δυνατές εικόνες. Ήταν η πρώτη συνάντηση, το πρώτο βλέμμα, ο πρώτος τερματισμός. Δοκιμάστηκα σε όλα τα είδη μουσικής: κονσέρτο, μπλουζ, ροκ, τραγούδι λαϊκό. Αυτό ήθελε, και το πέτυχα.

Ποια ήταν η μουσική για μια ταινία που ολοκληρώθηκε εύκολα και ποια σας δυσκόλεψε πολύ;
Η μουσική μου για το «Ταξίδι στα Κύθηρα» έγινε σε μια νύχτα. Οι ιδέες δηλαδή, όλες στο πιάνο. Φυσικά, πήραν 2-3 μήνες η επεξεργασία, η ενορχήστρωση και η ηχογράφηση. Η ταινία που είχε πολλή μουσική, πολλή αναζήτηση, πολύ ψάξιμο ήταν «Ο μελισσοκόμος». Τρέλα. Κυριολεκτικά. Πρώτα η ιδέα, η τολμηρή, να αναζητήσω τον Γιαν Γκαρμπάρεκ για το βασικό θέμα. Ύστερα, το «Βαλς του Γάμου». Το ήθελε έτοιμο για το γύρισμα στη Φλώρινα με τον Μαστρογιάνι. Μετά, το τραγούδι του τζουκ μποξ για να χορεύει η ηθοποιός. Άλλη τρέλα. Να βρω στίχους αγγλικούς (βρέθηκε, ευτυχώς, η Μελίνα Τανάγρη). Να βρω ροκάδες μουσικούς, να βρω τραγουδίστρια. Κι όμως, την πέτυχα. Ήταν η Τζούλι Μασίνο. Τεράστια επιτυχία! Αμ, δεν έφταναν αυτά, χρειαζόταν κι ένα ροκ, για τη σκηνή στην καντίνα, «Το ροκ της καντίνας». Σύγκρουση των δύο γενεών. Εκεί, θαυματούργησε ο απίστευτος Γιάννης Σπάθας, τρεις κιθάρες ηλεκτρικές, αλλά μαζί με τις τρομπέτες του Σωκράτη Άνθη, το κόρνο του Σκούρα και τα ντραμς του Αντύπα. Κουράστηκα και που τα σκέφτηκα. Ναι, ήταν πολύ δύσκολη δουλειά!

Από τα soundtracks που έχετε ακούσει, ποια αγαπάτε πιο πολύ και γιατί;
Αγαπώ πολλές μουσικές για τον κινηματογράφο, δε γίνεται να αναφερθώ σε όλες. Ενδεικτικά, Νίνο Ρότα και Φελίνι, απίστευτος συνδυασμός, Χίτσκοκ και Μπέρναρντ Χέρμαν, σου κόβεται η ανάσα. Αλλά σε μια ταινία θα μείνω, που τώρα μου έρχεται στο μυαλό και με στοιχειώνει. Η μουσική του Ντελερί (Georges Delerue) στην ταινία «L’ important c’ est d’ aimer».

Τι σημαίνει για εσάς η συνεργασία με τον Μάνφρεντ Άιχερ και την ECM;
34 χρόνια σε διαρκή συζήτηση με τον Μάνφρεντ Άιχερ, 30 χρόνια από το πρώτο μου άλμπουμ, το «Music for films». Κορυφαία συνάντηση, συνάντηση ζωής. Από το 1974 αγαπούσα την ECM και πολλοί καλλιτέχνες έγιναν σημείο αναφοράς για μένα. Ο Μάνφρεντ με ανακάλυψε μόνος του. Φοβερός κινηματογραφόφιλος, έβλεπε τις ταινίες του Θόδωρου και με είχε εντοπίσει από τη μουσική για το «Ταξίδι στα Κύθηρα». Αυτός έδωσε το πράσινο φως στον Γκαρμπάρεκ για να παίξει στην ταινία, παρόλο που τότε ήμουν στη ΜΙΝΟS. Όλα τα δέχτηκε γιατί ήθελε να με πάρει στην ECM. Με πίστευε. Λοιπόν, τι μπορεί να σημαίνει για έναν συνθέτη το να συνεργάζεται με τον άνθρωπο που άλλαξε τον μουσικό χάρτη στην Ευρώπη; Κάτι υπέροχο και μοναδικό. Η συνάντηση αυτή μου έδωσε πολλά μαγικά πράγματα στη δουλειά μου, άνοιξε τους ορίζοντές μου και τους έκανε διεθνείς και μου χάρισε έναν πολύτιμο φίλο, του οποίου τη γνώμη εμπιστεύομαι απόλυτα. Είμαι τυχερή κι ευλογημένη που βρίσκομαι σε αυτή τη μεγάλη οικογένεια της ECM, έζησα πολύτιμες συνεργασίες, όπως αυτή με τη μοναδική Κιμ Κασκασιάν, που ήταν το αστέρι μου στο «Βλέμμα του Οδυσσέα». Και ο Γιαν και η Κιμ, μεγάλες καρδιές και αξεπέραστοι μουσικοί. Αλλά και οι δύο φέρουν βαθιά το κρυφό τραύμα του ξεριζωμού. Ο Γιαν είχε πατέρα Πολωνό, πρόσφυγα στη Νορβηγία, και η Κιμ από γονείς Αρμένιους, κυνηγημένους στη γενοκτονία, που τους έσωσε ελληνική οικογένεια και τους φυγάδευσε στην Αμερική.

Ποιες στιγμές στην καριέρα σας κρατάτε σήμερα ως πιο σημαντικές;
Δεν μπορώ να τις ξεχωρίσω. Όλες τις αγαπώ το ίδιο, είναι όλες ψηφίδες ενός ψηφιδωτού, αυτού που ζωγραφίζει το πέρασμά μου από τη μουσική. Κάθε ηχογράφηση, κάθε ολοκλήρωση εργασίας, κάθε άλμπουμ που κράτησα στα χέρια μου, κάθε συναυλία, κάθε συνάντηση. Όλα τα έζησα με την ίδια συγκίνηση και όλα ήταν σημαντικά για μένα. Ίσως εκείνη η συναυλία στο Ηρώδειο το 1988, μου χάρισε την πρώτη, απροσδόκητα μεγάλη συγκίνηση και ταραχή στη ζωή μου. Και κυρίως, τότε ένιωσα τη δύναμή μας, όταν είμαστε όλοι μαζί πάνω στη σκηνή, την ομοψυχία της ορχήστρας και των σολίστ. Ήταν ένα λουτρό ευτυχίας, ευγνωμοσύνης και αγάπης.

Ποια είναι η σχέση σας με την Αθήνα;
Τεράστια αγάπη για την Αθήνα που έχει συνδεθεί με τις πιο όμορφες εμπειρίες μου. Φοβερή πόλη, συναρπαστική. Από τα πρώτα μου βήματα, όταν πάτησα το πόδι μου στην πόλη σε ηλικία 7 ετών, δεν έπαψε να με μαγεύει, να με εκπλήσσει.

Ποιες είναι οι αγαπημένες σας διαδρομές στην πόλη;
Νομίζω δεν θα πρωτοτυπήσω αν πω ότι λατρεύω όλη την περιοχή γύρω από την Ακρόπολη, την Καισαριανή και τις βόλτες προς το μοναστήρι, κάποιες γωνιές στο Μετς που το κατοικώ αλλά και την Ερμού, την Αθηνάς και την περιοχή της Αγίας Ειρήνης, που μ’ αρέσει να τις επισκέπτομαι γιατί σφύζουν από ζωή.

Η Ελένη Καραΐνδρου παίζει πιάνο
© NDP Photo Agency

Έχετε πάντα αρκετά projects ανοιχτά; Αυτή τη στιγμή πάνω σε τι εργάζεστε;
Είμαι εν αναμονή της ολοκλήρωσης της ταινίας του Μάλικ «The way of the wind» («Η πορεία του ανέμου»). Δουλεύω πάνω στη μουσική για ένα άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει από την ECM και θα γίνει σε συνεργασία με το Μάνφρεντ Άιχερ. Έχει ήδη τη μουσική μου και θα έρθει για να δουλέψουμε στο στούντιο Sierra με τον Γιώργο Καρυώτη στον ήχο, για τη δραματουργία του νέου άλμπουμ ώστε να είναι έτοιμο όταν κυκλοφορήσει η ταινία. Παράλληλα, βρίσκομαι πάντα σε δημιουργική επαφή με τον Wajdi Mouawad για το νέο έργο που γράφει και που θα παρουσιαστεί στο τέλος το 2022, στο Παρισινό Εθνικό Θέατρο La Colline. Όλα αυτά, πλαισιωμένα από έναν πυρετό προετοιμασιών για κάποιες συναυλίες το 2022, ελπίζοντας ότι όλα θα πάνε καλά και η ζωή μας θα επανέλθει στους κανονικούς της ρυθμούς.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ