Μουσικη

Ο Γιώργος Πέτρου μιλά για την μπαρόκ όπερα Αλτσίνα στο Ηρώδειο

Ο διάσημος έλληνας μαέστρος, ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές της γήινης μουσικής του Χαίντελ, επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών

4169-207182.JPG
Γιώργος Δημητρακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 709
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιώργος Πέτρου

Ο μαέστρος Γιώργος Πέτρου μιλάει στην ATHENS VOICE πριν την παρουσίαση της όπερας «Αλτσίνα» στο Ηρώδειο, για το Φεστιβάλ Αθηνών, με τη σοπράνο Μυρτώ Παπαθανασίου

Η Καμεράτα και ο Γιώργος Πέτρου επιστρέφουν στην μπαρόκ όπερα μεταφέροντας τη διάσημη όπερα του Χαίντελ «Αλτσίνα» στο Ηρώδειο (6&12/7) με τη διεθνώς διακεκριμένη σοπράνο Μυρτώ Παπαθανασίου στον επώνυμο ρόλο. Μιλήσαμε με τον καταξιωμένο μαέστρο για να μάθουμε περισσότερα. 

Γιώργος Πέτρου

Ο πολυσχιδής και ανήσυχος αρχιμουσικός Γιώργος Πέτρου θεωρείται διεθνώς ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές της μουσικής του 18ου αι., και μάλιστα της μουσικής του Χαίντελ, ενώ πρόσφατα ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Διεθνούς Φεστιβάλ Χαίντελ του Γκέτινγκεν. Έχοντας ήδη υπογράψει και ως σκηνοθέτης σημαντικές παραγωγές, σχεδιάζει μαζί με τη σκηνογράφο και ενδυματολόγο Γιώργινα Γερμανού μια Αλτσίνα που κινείται ανάμεσα στη σύγχρονη εποχή και την εξτραβαγκάντσα της Μπαρόκ όπερας, δημιουργώντας έναν κόσμο παραμυθένιο και μαγικό.

Tι είναι αυτό που καθιστά την όπερα Αλτσίνα αιώνια σε μουσικό αλλά και αφηγηματικό επίπεδο;
Η «Αλτσίνα» του Χαίντελ, που θα παρουσιάσουμε στο Ηρώδειο, είναι ένα μαγικό έργο, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αποφάσισαμε συνειδητά την επιστροφή της Καμεράτας και τη δική μου στην μπαρόκ όπερα μετά από ένα δημιουργικό διάστημα ενασχόλησης με το μιούζικαλ (Sweeney todd, Company, West Side story, Kiss me Kate) και την οπερέτα (Βαφτιστικός). Ίσως, η τακτική εμπλοκή της ορχήστρας σε μεγάλες παραγωγές μπαρόκ όπερας στο εξωτερικό (Alessandro, Arminio, Siroe, Polifemo) μας έκαναν να θεωρήσουμε ότι στην έδρα μας πρέπει να εξερευνήσουν αλλά πεδία. Η «Αλτσίνα» τώρα αποτελει τη νέα μας προκληση. Είναι ένα έργο βαθιά ψυχολογικό με πολλά επίπεδα. Η μάγισσα Αλτσίνα μεταμορφώνει τους εραστές της σε ζώα (βλ. Κίρκη). Όταν ο υπερήρωας Ρουρζέρο φτάνει στο νησί της, η Αλτσίνα ανακαλύπτει τον πραγματικό έρωτα. Από φόβο όμως μην τον χάσει, τον κρατά κοντά της με τεχνάσματα και όχι με τη δική του ελεύθερη βούληση. Αυτή είναι και η ύβρις της που θα οδηγήσει σε καταστροφή την ίδια και τον φαινομενικά παραδεισένιο κόσμο της. Όλα αυτά μέσα σε ένα συγκλονιστικό μουσικό κόσμο απίστευτης ομορφιάς, με την Καμεράτα να παίζει σε όργανα εποχής, δηλ σε όργανα αντίστοιχα με αυτά που είχε στη διάθεσή του ο Χαίντελ το 1735, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το έργο στο Λονδίνο. Τα όργανα εποχής, πολύ διαφορετικά από τα όργανα της σύγχρονης συμφωνικής ορχήστρας, είναι ένα ταξίδι στον χρόνο που συνδέει τους εξωτικούς ήχους του παρελθόντος με την αισθητική του σήμερα, δημιουργώντας κάτι απόλυτα σύγχρονο.

Και φυσικά ένα καστ με επικεφαλής τη διεθνώς διακεκριμένη σοπράνο Μυρτώ Παπαθανασίου, που έχει διαπρέψει στον επώνυμο ρόλο στις όπερες της Βιέννης και του Παρισιού, τη μέτζο σοπράνο Μαίρη-Έλεν Νέζη που έχει τραγουδήσει τον ρόλο του Ρουτζέρο στη Νυρεμβέργη και την όπερα της Δρέσδης, στον απαιτητικό ρόλο που γράφτηκε για τον καστράτο Giovanni Carestini. Η Μυρσίνη Μαργαρίτη, στο ρόλο της Μοργκάνα, πρόσφατα ερμήνευσε την ίδια την Αλτσίνα στο διεθνές φεστιβάλ Χαίντελ στη Χάλλε της Γερμανίας και η Ιταλίδα Benedetta Mazzucato στον ρόλο της Μπρανταμάντε, στον οποίο πρόσφατα διέπρεψε στο φεστιβάλ Χαίντελ της Καρλσρούης. Οι αγαπημένοι μου συνεργάτες Πέτρος Μαγουλάς, Θεοδώρα Μπάκα και Γιάννης Καλύβας συμπληρώνουν την εξαιρετική διανομή.

Γιώργος Πέτρου
© Ilias Sakalak

Πώς προσεγγίσατε τη νέα αυτή παραγωγή που έρχεται από περασμένους αιώνες;
Με τη σκηνογράφο/ενδυματολόγο Γιώργινα Γερμανού δημιουργήσαμε έναν εντυπωσιακό κήπο με αληθινά δέντρα και φυτά στη σκηνή του Ηρωδειου, που αντιπροσωπεύει τον αντίποδα στο ψέμα της Αλτσίνα. Ο ρεαλιστικός κόσμος συγκρούεται με την εξαπάτηση και τον χειρισμό. Ο κόσμος της Αλτσίνας είναι ένας κόσμος που ζει και κινείται στις συμβάσεις του 18ου αι. με υπέροχα κοστούμια εποχής. Οι επισκέπτες στον κόσμο αυτό είναι σύγχρονοι άνθρωποι. Οι δυο αυτοί κόσμοι/εποχές συναντιούνται, αναμειγνύονται και τελικά συγκρούονται δημιουργώντας μια ιστορία τραγική και συγκινητική μαζί. Έχουμε στην παραγωγή μας τη χορογράφο/κινησιολογο Edith Lalonger, η οποία είναι εξειδικευμένη στον μπαρόκ χορό και γνωρίζει καλά τη θεατρική μπαρόκ κινησιολογία. Χωρίς να αποτελεί στόχο μια ιστορική προσεγγιση του έργου, οι συμβουλές της Edith δίνουν στον κόσμο της Αλτσίνα, αυτό τον εξωτικό χαρακτήρα που έρχεται μέσα από τις συμβάσεις και την αισθητική του μπαρόκ θεάτρου, που συνάδει απόλυτα κσι με τον χαρακτήρα της αριστουργηματικής μουσικής του Χαίντελ. Ο κόσμος της Αλτσίνα πλησιάζει το «Αρκαδικό ιδεώδες» της εποχής της αναγέννησης. Μόνο που στην παραγωγή μας ο κόσμος αυτός κρύβει από κάτω μια σαθρή πραγματικότητα με χειριστικες συμπεριφορές.

Πώς επέδρασε καθαυτός ο χώρος του Ηρωδείου στο αποτέλεσμα;
Το Ηρώδειο είναι ένας χώρος μοναδικής ομορφιάς που φέρνει την ενέργεια θρυλικών δημιουργών που έχουν περάσει από τη σκηνή του. Ο χώρος ο ίδιος είναι απίστευτα επιβλητικός και το ρωμαϊκό μνημείο τείνει να ακυρώσει οποιαδήποτε εικαστική παρέμβαση στο χώρο. Έχοντας ήδη εμπειρία από τρεις σκηνικές παραγωγές στο θέατρο αυτό, είναι σαφές για εμένα ότι οφείλει κανείς να εντάξει το μνημείο σε οποιαδήποτε σκηνογραφία. Γι’ αυτό φέτος δημιούργήσαμε τον παραδεισένιο κήπο, πίσω από τον οποίο το ίδιο το Ηρώδειο γίνεται το παλάτι της Αλτσίνας. Η κεντρική πύλη είναι σχεδιασμένη στα πρότυπα της Μπαρόκ αισθητικής, ενώ δύο τεράστιοι «πολυέλαιοι» από υπερμεγέθη κλαδιά δέντρων συμπληρώνουν τη μαγική εικόνα. Ανυπομονώ να δω το σκηνικό στο στημένο στο Ηρώδειο. Με τα φώτα της Στέλλας Κάλτσου νομίζω ότι θα είναι μια εικόνα μεγάλης ομορφιάς.

Γιώργος Πέτρου
© Ilias Sakalak

Ποια είναι η μεγαλύτερη παρεξήγηση που συνοδεύει την μπαρόκ αισθητική;
Η μπαρόκ αισθητική, είτε σε εικαστικό είτε σε μουσικό επίπεδο, χαρακτηρίζεται από το στοιχείο του «excess», δηλαδή της υπερβολής. Όλα διογκώνονται με σκοπό να δημιουργηθεί ένα γλυκό «overdose» συναισθημάτων. Η χαρά γίνεται υπερβολική. Το ίδιο και ο φόβος, η οργή, το μίσος, ο έρωτας. Μουσικά ισχύει ακριβώς το ίδιο. Ειδικά μέσα από την πένα ενός μάστορα μουσικής δραματουργίας όπως ο Χαίντελ, η μουσική ρέει μιλώντας στην ψυχή με έναν μοναδικό τρόπο. Τα συναισθήματα μεγεθύνονται μέσα στον χρόνο της ακρόασης προκαλώντας πολύ έντονες συγκινήσεις. Κάτι το οποίο ταιριάζει πολύ στην εποχή μας, μια εποχή άκρων. Άρα, η τέχνη του 18ου αι, ειδικά περνώντας μέσα από την μπαρόκ μουσική, γίνεται ιδιαίτερα σύγχρονη. Έτσι εξηγείται ότι η μπαρόκ όπερα γνωρίζει στις μέρες μας μια ιδιαίτερη άνθιση διεθνώς, με το κοινό να στρέφεται φανατικά στο πεδίο αυτό.

Θεωρείστε ένας από τους κορυφαίους ερμηνευτές της μουσικής του G. F. Handel. Πώς είναι αυτή η αναμέτρηση με έναν κλασικό συνθέτη του μεγέθους του και ποια είναι τα δικά σας κριτήρια για τις νεότερες ερμηνείες κλασικών έργων; Για παράδειγμα πώς ισορροπεί κανείς μεταξύ σεβασμού και ανανέωσης;
Στη μουσική του Χαίντελ οφείλω πολλά, έχοντας εισπράξει μεγάλες στιγμές συγκίνησης και ανακαλύπτοντας ένα μουσικό ύφος που μιλάει στην καρδιά ενώ βάζει το μυαλό σε μια διαδικασία ανόδου προς μια μεγέθυνση συναισθημάτων και σκέψεων. Η μουσική του Χαίντελ είναι γήινη (σε αντίθεση με τη μουσική του συνομηλίκου του, Μπαχ, που είναι ουράνια). Ο Χαίντελ, άνθρωπος του θεάτρου και της όπερας, περιγράφει μουσικά με τον πιο αριστουργηματικό τρόπο την πιο ευρεία γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων. Αυτό, σε συνδυασμό με μια μοναδική μουσική δραματουργία, κάνουν τις όπερες του να ακούγονται σύγχρονες και να μιλούν στην ανθρώπινη ψυχή με έναν τρόπο άμεσο και ουσιαστικό.

Η ιστορική ερμηνευτική, κάτι με το οποίο και εγώ και η Καμεράτα έχει ασχοληθεί βαθιά, έχει εξασφαλίσει κάτι καταπληκτικό. Χρησιμοποιώντας τη γνώση αλλά και τα μέσα (όργανα εποχής) του παρελθόντος, δίνει στον σύγχρονο ερμηνευτή τη δυνατότητα να δημιουργήσει κάτι εντελώς νέο, που βασίζεται στο παρελθόν, απευθύνεται όμως σε ένα σύγχρονο κοινό και κατά συνέπεια πρέπει να είναι άμεσο για τον θεατή του σήμερα. Άρα στόχος δεν είναι η ιστορική αναπαραγωγή αλλά η δημιουργία μιας σύγχρονης γλωσσας με λεξιλόγιο απο παλιότερες εποχές. Ακόμα και με το λεξιλόγιο αυτό, η Τέχνη οφείλει να είναι σύγχρονη.

Πόσο «μυημένο» πρέπει να είναι το κοινό και πόσο σας ενδιαφέρει προσωπικά με τα έργα σας να διευρύνετε το κοινό της όπερας και των κλασικών έργων;
Το κοινό δεν πρέπει να είναι μυημένο. Αν η τέχνη χρειάζεται επεξήγηση τύπου «σεμιναρίου» τότε χανει το νόημα της επικοινωνίας. Το κοινό όμως οφείλει να είναι ανοιχτό και ευαισθητοποιημένο ώστε να μπορεί να επικοινωνήσει μέσα από τη μεγάλη Τέχνη. Η «Αλτσίνα» είναι ένα έργο σπουδαίο γιατί είναι άμεσο χωρίς να ειναι απλοϊκό ή να βασίζεται σε κλισέ που λειτουργούν ως κλειδιά αποκρυπτογράφησης νοημάτων. Η μεγάλη Τέχνη μιλάει στο μυαλό και στην καρδιά με τρόπο άμεσο και εξαναγκαστικό, θα έλεγα. Προσωπικά, ως καλλιτέχνη με ενδιαφέρει αυτή η επικοινωνία με τον κόσμο, αφού χωρίς το κοινό η δημιουργία είναι μόνο θεωρητική.


Hρώδειο, Είσοδος: €15, 10 φοιτ., 20, 30, 40, 50, ανέργων και ΑμεΑ 10. Προπώληση: Ελληνικού Φεστιβάλ (Πανεπιστημίου 39, Στοά Πεσμαζόγλου, ticketmaster.gr,  210 8938112. Στις 6&12/7.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ