- CITY GUIDE
- PODCAST
-
10°
Στα γήπεδα η Ελλάδα βιαιοπραγεί
Ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος για τη σχέση βίας και στερεοτύπων
Αν κάποιος κάνει μία συγκριτική αναδρομή σε αρχεία υποθέσεων της αθλητικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα και στην Αγγλία θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα οι γνωστοί άγνωστοι είναι ό,τι το ποτό στην Αγγλία.
Δηλαδή; Η αιτία για τα επεισόδια στα γήπεδα.
Όταν δεν θέλεις να αναγνωρίσεις ένα πρόβλημα, και συνεπώς να το αντιμετωπίσεις, ή όταν θέλεις εσκεμμένα να μπερδέψεις την κατάσταση, δεν υπάρχει πιο εύκολος δρόμος από τη δημιουργία στερεοτύπων.
Στην περίπτωση μας τα στερεότυπα είναι οι αιτίες των επεισοδίων. Ποτό στην Αγγλία, γνωστοί- άγνωστοι στην Ελλάδα. Βέβαια, ένας ορθολογικά σκεπτόμενος άνθρωπος θα αναρωτηθεί, υπάρχει σημειολογία στην μεταφορά της «ένοπλης πάλης» στα γήπεδα;
Αφού είναι ορθολογικός ξέρει και την απάντηση. No!!!
Η δικαιοσύνη όμως συχνά δίνει την αντίθετη απάντηση:Yes. Σε μία χώρα που συνήθως τα όχι είναι τα εύκολα, υπάρχουν και μερικά ναι που είναι εξίσου εύκολα. Ένα τέτοιο είναι το ναι στους μπαχαλάκηδες. Εάν λέγαμε όχι, τότε θα έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε ποιοι, πως και γιατί.
Αυτή η έρευνα όμως θα πήγαινε και στις ευθύνες των ηγετών, θα άγγιζε αθλητικούς παράγοντες που έχουν μπερδέψει την δημιουργία κλίματος στην έδρα τους με το κλείσιμο του ματιού στους οργανωμένους κάφρους…
Στην προσπάθεια με απλές σκέψεις να απαλείψουμε ένα στερεότυπο δεν πρέπει να δημιουργήσουμε ένα άλλο, ούτε και να γράφουμε συνταγές πανάκειας. Ένα κομμάτι της βίας στα γήπεδα προέρχεται όντως από την καλλιέργεια πολεμικού κλίματος και διχαστικού λόγου απέναντι στους αντιπάλους, ένα άλλο όμως κομμάτι εκπορεύεται από άλλες ατραπούς της αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Δεν μου αρέσει να προσεγγίζω τη βία ως κοινωνικό φαινόμενο, πρόκειται ουσιαστικά για μία αντικοινωνική συμπεριφορά, για μία κατάσταση τρόμου που ενεργοποιεί αντανακλαστικά λανθάνοντα και αυταρχικά.
Τα γήπεδα είναι μία μικρογραφία της κοινωνίας μας. Ο ρατσισμός, η ομοφοβία, το νταηλίκι, η παραβατικότητα, η «επανάσταση» βρίσκονται και εκεί, όπως βρίσκονται και σε κάθε γωνιά της χώρας μας. Υπάρχει όμως μία διαφορά, η μαζοποίηση της εξέδρας ως ασπίδα προστασίας, αλλά και ως καταλύτης έξαρσης. Μοιάζει λίγο με το άσυλο του Πολυτεχνείου.
«Θα χαθούμε μέσα στον κόσμο, οπότε ας σπάσουμε, ας κάψουμε, ας βρίσουμε, ας πετάξουμε, ας χτυπήσουμε». Το κόμπλεξ του παραβάτη, του «επαναστάτη», του «διαμαρτυρόμενου», του «μάγκα» ή όπως αλλιώς θέλετε βαφτίσετε τον μπορεί να βρει εύκολα καταφύγιο σε ένα γεμάτο γήπεδο.
Πόσο μάλλον αυτή την περίοδο που η έννοια της βίας έχει χάσει κάθε σημασία της στην Ελλάδα. Μία κοινωνία που μοιάζει με ένα εκρηκτικό μίγμα που δεν ξέρει ή δεν θέλει να ξεχωρίσει αν πρέπει και που να εκραγεί. Μία κοινωνία που βλέπει άλαλη να δολοφονούνται εργαζόμενοι και δεν οργίζεται, αλλά σιωπά.
Ακόμη και η βία έχει μία κουλτούρα, στην Ελλάδα όμως εδώ και δύο χρόνια η αδυναμία του πολιτικού συστήματος και οι πρωτοφανείς υποθέσεις σκανδάλων δημιούργησαν ένα κάθετο και οριζόντιο κλίμα ανομίας και ανοχής ακόμη και στη βία.
Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει έλεγε ο Σαββόπουλος, δεν αναστενάζει όμως απλώς, αλλά βιαιοπραγεί. Το ατιμώρητο, και η μη ουσιαστική ενασχόληση της πολιτείας, της κοινωνίας, της δικαιοσύνης, αλλά και του ίδιου του αθλητισμού με το φαινόμενο της βίας έχει δημιουργήσει μία ασύδοτα παραβατική ελευθεριακή ρωγμή. Ό,τι γίνεται στις κερκίδες ή έξω από αυτές δύσκολα τιμωρείται… πόσο επικίνδυνη είναι αυτή η συνθήκη για μία χώρα που βρίσκεται σε κοινωνικό αυτοματισμό, σε επαναστατική γυμναστική, και με μία κοινωνία σε σύγκρουση με το κράτος;
Δυστυχώς, τα γήπεδα μπορούν να καλοδεχτούν φαινόμενα εκχείλισης της τυφλής αντίδρασης… και τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται απίθανο σε μία χώρα που οι εργαζόμενοι σε μία τράπεζα δολοφονούνται με μολότοφ ως τσιράκια του κεφαλαίου.