60 χρόνια και ρεκόρ 25.000 παραστάσεων για την «Ποντικοπαγίδα» της Άγκαθα Κρίστι
Αρέσει δεν αρέσει, η βρετανίδα ντάμα του σασπένς έχει κατορθώσει να πραγματοποιήσει ένα ρεκόρ δίχως όμοιο στον θεατρικό και μυθιστορηματικό κόσμο. Συγγραφέας ενός έργου που εξάπτει την περιέργεια του κοινού αδιαλείπτως επί έξι δεκαετίες, η Άγκαθα Κρίστι υπογράφει την παράσταση που εξακολουθεί να συνωστίζει πλήθη από όλες τις γωνιές του κόσμου στο «St. Martins Theater» του Λονδίνου.
Αρέσει δεν αρέσει, η βρετανίδα ντάμα του σασπένς έχει κατορθώσει να πραγματοποιήσει ένα ρεκόρ δίχως όμοιο στον θεατρικό και μυθιστορηματικό κόσμο. Συγγραφέας ενός έργου που εξάπτει την περιέργεια του κοινού αδιαλείπτως επί έξι δεκαετίες, η Άγκαθα Κρίστι υπογράφει την παράσταση που εξακολουθεί να συνωστίζει πλήθη από όλες τις γωνιές του κόσμου στο «St. Martins Theater» του Λονδίνου.
Όταν η «Ποντικοπαγίδα» έκανε πρεμιέρα στη βρετανική πρωτεύουσα το 1952, η δημιουργός είκαζε ότι δεν θα παιζόταν πάνω από οκτώ μήνες. Σήμερα, καθώς το έργο από εισέρχεται στην έκτη του δεκαετία, και ενώ 18 Νοεμβρίου έκλεισε τις 25.000 παραστάσεις, τίποτα δε θα ήταν έκανε περισσότερο χαρούμενη από μια τόσο πανηγυρική διάψευση.
Πρόκειται για τη μακροβιότερη παράσταση στην ιστορία του βρετανικού θεάτρου από το 1958 και συνάμα για τη μακροβιότερη του κόσμου από τα μέσα της δεκαετίας του ’70.
Όσοι από τους Λονδρέζους θέλουν να μάθουν το καλά κρυμμένο μυστικό του έργου, στριμώχνονται οκτώ φορές την εβδομάδα στα καθίσματα του St. Martins, ενώ η πρώτη τουρνέ του στη Βρετανία, που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο, διεξάγεται σε κατάμεστες θεατρικές αίθουσες σε όλη τη χώρα.
Με μια ειδική παράσταση - αφιέρωμα που άρχισε με την ομιλία του εγγονού της Άγκαθα Κρίστι, Μάθιου Πρίτσαρντ, στον οποίο η συγγραφέας είχε δωρίσει τα δικαιώματα, γιορτάστηκε η επέτειος των 60 χρόνων. Οι ηθοποιοί παραχώρησαν τους ρόλους τους σε οκτώ καταξιωμένους συναδέλφους τους, μεταξύ των οποίων ο σερ Πάτρικ Στιούαρτ, η Τζούλι Γουότερς, ο Ιαν Γκλεν, ο Χιου Μπόνβιλ (του «Πύργου του Ντάουντον») καθώς και σε άλλους.
Το στήσιμο της «Ποντικοπαγίδας» άρχισε το 1947 ως μικρό ραδιοφωνικό έργο, με τον τίτλο «Τρία τυφλά ποντίκια». Το κατοπινό, σημερινό της όνομα το πήρε από έναν στίχο του Σαίξπηρ όταν μετεξελίχθηκε σε κανονικό θεατρικό έργο, πραγματοποιώντας πρεμιέρα στο Βασιλικό Θέατρο του Νότιγχαμ τον Οκτώβρη του 1952.
Η καριέρα του στο Γουέστ Εντ ξεκίνησε στις 25 Νοεμβρίου του 1952, με τον λόρδο Ρίτσαρντ Ατένμπορο και τη γυναίκα του Σίλα Σιμ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Από εκείνη την πρώτη βραδιά η παράσταση τελειώνει με την παράκληση των ηθοποιών προς το κοινό να μην αποκαλύψει την ταυτότητα του δολοφόνου.
Στο πέρασμα των έξι μνημειωδών αυτών δεκαετιών, έχουν σημειωθεί εντυπωσιακότερα νούμερα απ’ όσα υποδηλώνει ο αριθμός των παραστάσεων: 382 ηθοποιοί υποδύθηκαν τους ρόλους του έργου επί σκηνής, σιδερώθηκαν κοστούμια έκτασης 186 χιλιομέτρων για τις ανάγκες του, ενώ πουλήθηκαν περισσότεροι από 415 τόνοι παγωτού. Ορισμένοι εκ των ηθοποιών πέρασαν μάλιστα κανονικά στο βιβλίο Γκίνες: ο Ντέιβιντ Ρέιβεν, για παράδειγμα, ο οποίος με τις 4575 εμφανίσεις του ως ταγματάρχης Μέτκαλφ ανακηρύχθηκε μακροβιότερος ηθοποιός, ενώ η Νάνσι Σίμπρουκ υπηρέτησε την παράσταση επί δεκαπέντε χρόνια.