Κινηματογραφος

Νίκος Περάκης: «Αυτοί που καίνε τα σινεμά του κέντρου κατεβαίνουν από τα βόρεια, σαν τους προγόνους τους»

Στις 2 Νοεμβρίου βγαίνει η νέα του ταινία με τον εύλογο τίτλο «Success story» και τον καλέσαμε να μας αποκωδικοποιήσει τα μυστικά ενός τέτοιου ελληνικού… στόρι!

324257-668306.jpg
Κωνσταντίνος Καϊμάκης
ΤΕΥΧΟΣ 633
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
379203-782457.jpg

Ανατόμος της ελληνικής κοινωνίας, αναδεικνύει μονίμως τις παθογένειες και τα ευτράπελά της στις ταινίες του, συνοδεύοντας διαρκώς την κάμερά του με το υπόγεια σαρκαστικά αλλά και αιχμηρά πολιτικό χιούμορ του. Στις 2 Νοεμβρίου βγαίνει στις αίθουσες η νέα του ταινία με τον εύλογο τίτλο «Success story» και τον καλέσαμε να μας αποκωδικοποιήσει τα μυστικά ενός τέτοιου ελληνικού… στόρι!

Ποια στοιχεία είναι εκείνα που μετατρέπουν ένα απλό στόρι σε success;

Μόνο ο τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ το δημοσιοποιούν. Αν αυτό το story δεν ήταν ένα αφήγημα της σχιζοφρένιας που ζούμε, θα μπορούσε να καταλήξει μόνο σε πρωτοσέλιδο έντυπου yellow press, άντε κι ένα μονόστηλο σε φιλοκυβερνητική εφημερίδα. Το success εξάπτει τη φαντασία ή μπορεί ακόμη και να προκαλέσει θετικά το κοινό περί δικαίου αίσθημα, ιδιαίτερα αν ο επιτυχημένος εκτός από πλούσιος βρεθεί και μακαρίτης. 

Γιατί επιλέξατε το σχήμα ΜΜΕ - πολιτική - θέατρο ως καμβά της σύγχρονης πολιτικής κρίσης;

Αυτή είναι μια ερώτηση προς τη σεναριογράφο (σ.σ. η Κατερίνα Μπέη είναι η σεναριογράφος στις περισσότερες ταινίες του των τελευταίων 20 περίπου χρόνων). Αλλά ρωτήστε την καλύτερα για το σχήμα Ψυχιατρική - πολιτική - πολιτισμός και τα στερεότυπα των χώρων. Το μόνο που μπορώ να σας απαντήσω είναι ότι αυτό το σχήμα είναι ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να γυρίσω το σενάριο. Αν αυτός ήταν βιομήχανος καλλυντικών κι αυτή κόρη εφοπλιστού θα το έκανα ίσως, αλλά με ανάλογη αμοιβή.  

Ήταν τελικά μόνο χρόνια απερισκεψίας αυτά της επίπλαστης ευμάρειας ή και κάτι παραπάνω;

Η απερισκεψία μπήκε στην αφίσα γιατί είναι μικρή και η επίπλαστη ευμάρεια δεν θα χωρούσε στο πλάτος της. Δεν έχουμε budget να την κολλήσουμε σε τρόλεϊ ή μετρό. Πέρα απ’ αυτό όμως, δεν θέλουμε να θυμίσουμε πράγματα περασμένα και ξεχασμένα στο θεατή, ούτε να τον στενοχωρήσουμε πάλι τη στιγμή που βλέπουμε την ανάκαμψη και την αvαπτύξη να έρχονται κατά πάνω μας.  Σημειώστε ίσως ότι η περίοδος του story είναι η 7ετία 2007 έως 2014, όταν αλλάζαμε κυβερνήσεις κάθε δύο χρόνια. Περίοδος ιδανική για ταινίες δράσης, αλλά και για ένα μεγάλο μελόδραμα.

Ποια είναι τα προσωπικά σας συμπεράσματα σε σχέση με τις βασικές αιτίες που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση;

Είναι τόσο πολλές που δεν έχω καταλήξει ακόμα. Ιδίως όταν κάθε τόσο βγαίνουν αποφάσεις δικαστηρίων και κοινοβουλευτικών και ειδικών επιτροπών, και δεν συμμαζεύεται. Ο Πάγκαλος το είχε πει μια χαρά στην ολομέλεια: Μαζί τα φάγαμε. Όμως δεν έχω μάθει ακόμα, αν το είπε πριν και σε κύκλο δημοσιογράφων ή σε κομματική οργάνωση. Πρέπει να διαβάσω το βιβλίο, το ξέρω. 

Η γκρίζα κωμωδία είναι ο πιο έγκυρος και αποτελεσματικός τρόπος για να σχολιάσουμε τη… μαύρη πραγματικότητα; Εσείς τα βλέπετε μαύρα τα πράγματα;

Στη συνέντευξη τύπου δεν πρόλαβα να εξηγήσω την επιλογή του γκρίζου σαν είδος κωμωδίας.  Στην αρχή ήθελα να προτείνω στο μάρκετινγκ της ODEON «μια φαιά κωμωδία», αλλά φοβήθηκα ότι θα γίνουν συνειρμοί με εκκλησιαστικές κι εθνικιστικές οργανώσεις κι επειδή κάποτε τους κάψανε την ΟΠΕΡΑ το άφησα. Σε μια προηγούμενη φάση το είχα επιχειρήσει με το δίσκο του Νεύτωνα και τη μείξη των χρωμάτων του ουράνιου τόξου που με λίγο μαύρο γκριζάρουν, αλλά δεν έπεισα κανένα. Τώρα, δύο εβδομάδες πριν την προβολή της ταινίας στις αίθουσες μπορώ να σας εμπιστευθώ ότι έχω λίγο καταρράκτη στο αριστερό και καμιά φορά ιδίως τη νύχτα βλέπω τα πράγματα λίγο πιο γκρίζα από την ημέρα, που τα βλέπω μαύρα, αλλά ούτε αυτό τελικά δεν είναι ο λόγος που η κωμωδία είναι γκρίζα. Τελικά γκρίζα έγινε από μόνη της γιατί δεν ήταν αρκετά ροζ για να την πεις πολιτική, ούτε πολύ κίτρινη σαν τα ΜΜΕ, ούτε αμιγώς μαύρη σαν τα μαύρα που βλέπουμε. 

Σε μια παλιά σας συνέντευξη είχατε πει ότι δεν υπάρχουν εργαλεία για αντικειμενική κριτική. Το πιστεύετε ακόμη;

Πρέπει να ήταν πολύ παλιά, πριν σταματήσω να διαβάζω κριτικές. Τότε τις έπαιρνα πολύ σοβαρά κι έλεγα καμιά αρλούμπα για να εξηγήσω τα ανεξήγητα. Τώρα κοιτάζω μόνο τ’ αστεράκια στο «Αθηνόραμα» και από τα ονόματα των κριτικών και τ’ αστεράκια που δίνουν, πληροφορούμαι, τουλάχιστον την υποκειμενική τους άποψη. Με δυο-τρεις μάλιστα συμπίπτουν και τα γούστα μας. Μ’ άλλα λόγια, αν θυμάσαι τα πρόσωπα και τα κείμενά τους, μπορείς να βγάλεις και κάποιο συμπέρασμα για την ταινία που θέλεις να δεις. Αυτό δεν ισχύει δυστυχώς για τις ελληνικές ταινίες γιατί εκεί υπεισέρχονται άλλοι παράγοντες, όπως ονοματεπώνυμο, φύλο, ηλικία, πολιτικά φρονήματα, σεξουαλικές προτιμήσεις και άλλα τέτοια.

Είναι η σάτιρα και ο αυτοσαρκασμός ο πιο σίγουρος δρόμος για να ανακαλύψουμε τους εαυτούς μας; Τι θα συμβεί όμως αν διαπιστώσουμε ότι αυτό που βλέπουμε στον καθρέφτη τελικά δεν μας αρέσει και τόσο πολύ;

Το πιο απλό είναι να σταματήσουμε να ξυριζόμαστε στον καθρέφτη. Χρειάστηκα 60 χρόνια να το καταλάβω. Από τότε που τα κινητά βγάζουν και selfies τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα. Απλά πρέπει να μάθεις να φωτογραφίζεσαι με το ύφος του ισορροπημένου και πετυχημένου, στο τέλος το πιστεύεις κι εσύ. Καλό είναι να έχεις πρόχειρη και καμία όμορφη νέα γυναίκα –ή άντρα– αγκαλιά, ακόμη καλύτερα μία επιτυχημένη. Εγώ το κάνω συνήθως στις πρεμιέρες γιατί μετά βλέπω τις φωτογραφίες μου στην αίθουσα αναμονής του καρδιολόγου μου και δεν πάω και γλιτώνω τον ψυχολόγο.  

Τα σεξουαλικά προβλήματα του έθνους λύνονται μόνο με τη συνδρομή της ψυχιατρικής ή πρέπει οι… παθόντες να στραφούν κι αλλού;

Φαντάζομαι ότι η ερώτησή σας οφείλεται στο γεγονός ότι το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας είναι ένας ψυχίατρος και ψυχολόγος με πολιτικές φιλοδοξίες, ο οποίος αμολά στερεότυπα του τύπου ότι «οι περισσότεροι έγιναν πολιτικοί για να γαμήσουν» ή ότι οι μελλοντικοί του πολιτικοί αντίπαλοι είναι «βαριά περιστατικά και δεν τους αρκεί μια ομαδική θεραπεία». Υπάρχουν μερικές σεξουαλικές συμπεριφορές στην ταινία για τις οποίες μόνο η σεναριογράφος μπορεί να σας δώσει μια έγκυρη απάντηση. Αν πάλι ενδιαφέρεστε για αυτά του έθνους, διαβάστε το ομότιτλο μυθιστόρημά της που κυκλοφόρησε πριν μια εβδομάδα στις εκδόσεις Σαββάλας.

Πρόσφατα σε ψηφοφορία οι αναγνώστες περιοδικού ψήφισαν ως καλύτερη ελληνική ταινία των τελευταίων 40 ετών τη «Λούφα και παραλλαγή». Ποιο στοιχείο θεωρείτε πως είναι εκείνο που κάνει την ταινία αυτή τόσο αγαπητή σε διαφορετικές μάλιστα γενιές;

Πιστεύω ότι η ταινία βοήθησε ιδιαίτερα τους τότε συνομήλικούς μου, αλλά και τις οικογένειές τους, να συμφιλιωθούν με την προσαρμογή τους στο καθεστώς της Χούντας. Θα ξέρετε ίσως ότι με τη μεταπολίτευση αυξήθηκε πολύ ο αριθμός μελών σε αριστερές νεολαίες και οργανώσεις. Πρέπει και γονείς να τα έστελναν εκεί τα παιδιά τους για να εξιλεωθούν οι ίδιοι, ή για να μην καταλάβουν τα παιδιά τι φασιστόμουτρα είχαν για γονείς. Αλλά τελικά πρώτο το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να αξιοποιήσει τις ενοχές τους και να τους κάνει όλους αντιστασιακούς, μάλιστα πολύ πριν την εθνική συμφιλίωση.  

Οι ταινίες σας ποτέ δεν χάιδεψαν το νεοέλληνα. Είναι πάντα αυστηρές μαζί του, έστω κι αν το κωμικό στοιχείο αποφορτίζει κάπως την ένταση ανάμεσά σας. Κατά καιρούς τα κακά της φυλής παρελαύνουν μπροστά από την κάμερά σας: η λαμογιά, η διαπλοκή, ο ωχαδελφισμός, η παντελής έλλειψη σεβασμού (που σας έχει κάνει ορκισμένο εχθρό των οδηγών που παρκάρουν στα πεζοδρόμια…) κ.λπ. Θέλω να πρωτοτυπήσουμε κάπως και να μας αναφέρετε τα θετικά στοιχεία (αν υπάρχουν) του νεοέλληνα.

Θέλετε να πρωτοτυπήσουμε και μου θυμίζετε τα πεζοδρόμια; Για αυτά και για τους βουλιαγμένους πεζόδρομους με βαρεθήκατε και κόψατε τις σχετικές συνδρομές μου στην ηλεκτρονική σας σελίδα. Όχι ότι έβγαζα κανένα μισθό, αλλά έβγαζα τουλάχιστον το άχτι μου. Στο μεταξύ κατέληξα ότι όσοι συμπεριφέρονται έτσι στο ιστορικό κέντρο δεν είναι πραγματικοί Έλληνες. Πρέπει να είναι προσμίξεις από επιδρομείς και στρατούς κατοχής όπως Βανδάλους, Βαράγγους, Φράγκους, Ούννους κ.λπ. Είναι διαπιστωμένο ότι όλοι αυτοί που καταστρέφουν με τα τζιπ και τα SUV τους τα πεζοδρόμια και τους πεζόδρομους και καίνε τα σινεμά του κέντρου κατεβαίνουν από τα βόρεια, σαν τους προγόνους τους. Αλλά ας μείνουμε στα θετικά. Εκτός αυτών, είμαστε λαός εγκάρδιος, και φιλόξενος, γι’ αυτό εξάλλου αφομοιώσαμε όλους αυτούς, τα βόρεια προάστια εννοώ. Είμαστε εύπιστοι και –εκτός από μερικές περιοχές– καθόλου μνησίκακοι, γι’ αυτό εκλέγουμε πάντα τους ίδιους. Έχουμε πολλά ταλέντα, και μεγάλες αντοχές στις κακουχίες και τις στερήσεις, όπως βλέπουμε στην τηλεόραση. Ο γνήσιος Έλληνας είναι τετραπέρατος, αλλά δεν είμαι σε θέση να κρίνω το βαθμό ευφυΐας του από το χαμηλό επίπεδο της δικής μου. Όταν ο Έλληνας έχει δουλειά την κάνει πολύ καλά και με μεράκι. Πιστεύω ακόμα ότι είναι και γενναιόδωρος, γι’ αυτό και ξεχνά εύκολα. Κάποτε όλοι μαζί φωνάζαμε: Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά. Τώρα, με την άκρα δεξιά στην κυβέρνηση, τι να ξεχάσει και τι να πρωτοθυμηθεί;   

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ