- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα: Η Σώτη στέλνει γράμμα στον Διονύση
«Μια εκδήλωση αφιερωμένη στον Διονύση Σαββόπουλο με ευκαιρία την έκδοση του βιβλίου του, από την οποία έλειπα»
Η Σώτη Τριανταφύλλου έπαθε αφωνία και δεν πήγε στην παρουσίαση του βιβλίου του Διονύση Σαββόπουλου στο Μέγαρο, αλλά εμείς μάθαμε τι ήθελε να του πει
Δεν είναι η πρώτη φορά που σε εγκαταλείπω, Διονύση, αλλά δεν φταίω (έπαθα αφωνία: επιτέλους, Shut up Σώτη!) κι ελπίζω να μη θεωρήσεις την απουσία μου γαϊδουριά. Χρησιμοποιώ τη λέξη επειδή την επαναλαμβάνεις συχνά στο βιβλίο σου.
Το διάβασα το βιβλίο. Αφηγείσαι μια ζωή παράλληλη με τη δική μου, με τη ζωή όλων μας —δεν ταυτίστηκες μόνο με το ελληνικό τραγούδι, ταυτίστηκες με εξήντα χρόνια ιστορίας, της ιστορίας μας σε κομμάτια.
Οι αφηγήσεις σου από τη δεκαετία του 1960 είναι φωτεινές, πριν από το 1967 τουλάχιστον —τότε, ήμουν κι εγώ εκστατικά ευτυχισμένη. Η υπέροχη παιδική μου ηλικία είχε μουσική υπόκρουση από χολιγουντιανά μιούζικαλ και ροκ εντ ρολ· όταν χορεύαμε, γλιστρούσαν τα χαλιά, έτριζαν τα γυαλικά στα ράφια. Δεν σε είχα ανακαλύψει ακόμα. Νομίζω πως σε πρωτοείδα στην τηλεόραση —το 1970, το 1971;— μαζί με τα Μπουρμπούλια και πως ήσουν γλυκός κι αστείος με τα γυαλάκια σου. Κι έφερνες έναν ήχο που ήταν αποκλειστικά δικός σου σαν να ερχόταν από τον καινούργιο κόσμο που μας περίμενε.
Ύστερα, στην τελευταία τάξη του λυκείου, το αγόρι μου εκείνη την εποχή ήξερε όλους τους στίχους σου απέξω και έβαζε στο πικάπ ένα κομμάτι για κάθε περίσταση. Νομίζω πως όταν τσακωνόμασταν, και τσακωνόμασταν συχνά, έβαζε τη «Συννεφούλα» γιατί πίστευε πως είμαι η ψυχική μου διάθεση ήταν άστατη—«φεύγεις, ξαναγυρνάς»— και τα απογεύματα της Κυριακής, ιδιαίτερα τον χειμώνα, όταν πάσχαμε από κυριακοαπογευματίτιδα, το «Έρχεται βροχή έρχεται μπόρα, έρχεται μπόρα και παγωνιά…» (Με την ευκαιρία, σου στέλνει μήνυμα από το Νανσύ της Γαλλίας: έχει φτιάξει ορχήστρα με τα τέσσερα παιδιά του και τα πέντε εγγόνια του και παίζουν το «Με αεροπλάνα και βαπόρια»).
Μέχρι τη μεταπολίτευση δεν ακούγαμε τίποτ’ άλλο από ελληνική μουσική που να τη θεωρούμε δική μας: ακούγαμε το «Φορτηγό», το «Περιβόλι του Τρελού», το «Βρώμικο Ψωμί». Ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις ανήκαν στον κόσμο των γονιών μας. Όσο για μένα, είχα στραφεί στους Socrates και στον Δημήτρη Πουλικάκο. Σύχναζα στο Τσιντσίν, ένα κλαμπ στη Ζωοδόχου Πηγής, όπου κάθε βράδυ έπαιζαν οι Πελόμα Μποκιού.
Για λίγο, σε εγκατέλειψα Νιόνιο.
Ύστερα ήρθε μια εποχή που με ξεκούφανε. Πολλές συναυλίες, πολλά στάδια και αρένες. Πολύς, πάρα πολύς θόρυβος. Κι εσύ άρχισες να μου θυμίζεις τον Φρανκ Ζάππα τον οποίον θαύμαζα, όχι μόνο για τη μουσική και τους στίχους του αλλά σαν αντίδοτο στη στενοκεφαλιά. Έτσι φτάσαμε στο «Happy Day»:η μουσική ήταν το τέλειο συμπλήρωμα μιας ταινίας που συμβολοποιούσε τη Μακρόνησο, την απομόνωση, την πλήξη, τον παραλογισμό. Αλλά μερικά από τα σχόλια που ακούστηκαν υπογράμμιζαν τη καταθλιπτική ιδέα που είχα ότι ζούσα ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν καταλάβαιναν τίποτα για τίποτα. Το ίδιο επαναλήφθηκε με τους «Αχαρνής»: νομίζω ότι σ’ εκείνο τον δίσκο συνέλαβες το πνεύμα του Αριστοφάνη που δεν κατάφερναν να συλλάβουν περισπούδαστοι φιλόλογοι και σκηνοθέτες. Στη συνέχεια, απομακρύνθηκα πολύ από την ελληνική μουσική. Όμως, το καλοκαίρι 1983 άκουσα τα «Τραπεζάκια Έξω» και η «Πρωτομαγιά» έγινε ο προσωπικός μου ύμνος. Κάθε Πρωτομαγιά το ακούω και κλαίω μοναχή μου μέσα στο σπίτι. Έπειτα, για μένα, κενό —περί άλλα τύρβαζα, το ροκ με είχε απορροφήσει. Αλλά το 1997, ουπς, εμφανίστηκες με το «Gimme some lovin’» και το «Perfect Day» κι όλα τα άλλα.
Αν και κατά καιρούς έκανες παρακάμψεις στο ροκ, δεν ξέρω πώς συνέβη, έγινες η φωνή της Ελλάδας: όχι μόνο της ελληνικής μουσικής δημιουργίας —συνεργάστηκες με τους καλύτερους— αλλά με όλους εμάς τους Έλληνες, είτε είμαστε oι Κωλοέλληνες, είτε oι Καραγκιόζηδες, είτε oι χουλιγκάνοι, και που παρ’ όλ΄αυτά κρατάμε τους χορούς. Πράγμα που μου θυμίζει αυτό που έλεγε ο Λέναρντ Κόεν για την Τζάνις Τζόπλιν στο «Chelsea Hotel»: We are ugly but we have the music.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η ελευθερία είναι ευάλωτη. Ζει μόνο εκεί όπου οι πολίτες μπορούν να αμφισβητούν, να κρίνουν, να διορθώνουν. Και πεθαίνει όταν κάποιος αποφασίζει ότι «ξέρει καλύτερα για όλους».
Από τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα μέχρι απλούς κατοίκους, ένα βιβλίο-ταξίδι σε 201 ιστορίες. Ο Χρήστος Πιπίνης, «ψυχή» της ομάδας, μάς είπε περισσότερα
Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου, στις 19:30
Τα δεκατέσσερα κείμενα του βιβλίου αναφέρονται στις πολιτικές, στρατιωτικές και διπλωματικές εξελίξεις που διαμόρφωσαν το νεοελληνικό κράτος και την νεοελληνική κοινωνία
Στην ποιητική συλλογή «Les Grottes – Excavating Insanity» προσπαθεί να βρει τον δρόμο της επιστροφής προς τη νηφαλιότητα και την επιβίωση γράφοντας
Όσα είπαμε με έναν από τους πιο επιδραστικούς στοχαστές της εποχής μας
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.