Πάνος Παπαδόπουλος: Το έγκλημα των αδελφών Παπέν και τα «Αντικείμενα»
Μιλήσαμε με τον ηθοποιό που σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην παράσταση στο Θέατρο Ροές
Συνέντευξη με τον Πάνο Παπαδόπουλο με αφορμή τα «Αντικείμενα» στο Θέατρο Ροές
Ο Πάνος Παπαδόπουλος συνυπογράφει μαζί με τον Γιώργο Κατσή και τον Γιάννη Αποσκίτη το έργο «Αντικείμενα». Πρόκειται για μια παράσταση βασισμένη στην αληθινή ιστορία των αδερφών Παπέν, που είχε συγκλονίσει τη γαλλική κοινωνία στη δεκαετία του 1930. Δυο εσωτερικές υπηρέτριες δολοφόνησαν, με πολύ άγριο τρόπο, την εργοδότριά τους και την κόρη της. Το περιστατικό αυτό ενέπνευσε πολλούς διανοούμενους και λογοτέχνες της εποχής, ενώ η ιστορία αναβιώνει στην παράσταση «Οι δούλες» του Ζαν Ζενέ. Μια δική τους εκδοχή στην ιστορία παρουσιάζουν στα «Αντικείμενα» οι δύο δημιουργοί. Εμείς μιλήσαμε με τον Πάνο Παπαδόπουλο, που συμμετέχει στο κείμενο και στη σκηνοθεσία, αλλά έχει και έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Πάνος Παπαδόπουλος: Συνέντευξη για τα «Αντικείμενα» στο Θέατρο Ροές
Γιατί στο έργο σας τους γυναικείους ρόλους τους υποδύονται άντρες; Εξηγήστε μου λίγο τη φράση του Groucho Marx «Οι άντρες είναι γυναίκες που δεν τα κατάφεραν», η οποία βρίσκεται και στο επίκεντρο του έργου σας.
Υποδυόμαστε εμείς τους γυναικείους χαρακτήρες για λόγους σκηνικού ενδιαφέροντος. Αποκτούν δηλαδή τα πρόσωπα ερμηνευτικά μια άλλη διάσταση, πιο σουρεαλιστική, πιο λοξή. Σαν να είναι εγκλωβισμένα πέραν αυτού του σπιτιού, και σε σώματα και σε ρούχα που δεν είναι δικά τους. Αυτό άλλωστε είναι που μας ενθουσίασε και στη φράση που αναφέρετε, η αποτυχία στο να είσαι γυναίκα και η κατάληξή σου στην ανδρική σου μορφή, κρατώντας όμως κάποια γυναικεία στοιχεία, όπως είναι η στολή εργασίας, ας πούμε... δίνει συνεχώς την αίσθηση του άβολου, ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να πηγαίνουν καλύτερα αλλά τώρα βρίσκεσαι σε ένα μεταιχμιακό στάδιο, εντείνει την πίεση και την κλειστοφοβία.
Πώς είναι οι δικές σας αδερφές Παπέν; Ποιος είναι ο ρόλος του τρίτου προσώπου της παράστασης;
Όπως και στην πραγματική ιστορία, είναι δύο κορίτσια που εργάζονται ασταμάτητα ως εσωτερικές υπηρέτριες σε ένα πλούσιο σπίτι. Τα βράδια κοιμούνται στη σοφίτα και ονειρεύονται ότι η ζωή τους θα αλλάξει. Βρίσκουν παρηγοριά η μια στην άλλη και όσο το αφεντικό τους κοιμάται, εκείνες εφευρίσκουν τρόπους για να αντέχουν τη σκληρή ρουτίνα. Κρατάνε ζωντανό το παιδί μέσα τους και επιμένουν να παίζουν μεταξύ τους, ίσως ακριβώς γιατί δεν το χόρτασαν ποτέ. Είναι σίγουρα δύο βαθύτατα κακοποιημένα πλάσματα, όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Το τρίτο πρόσωπο στη δική μας ιστορία είναι η κυρία τους, όμως εδώ παρουσιάζεται ως μια κατάκοιτη φιγούρα, βυθισμένη στη θλίψη και τη μοναξιά. Δεν μετακινείται ποτέ από το κρεβάτι και οραματίζεται μια μεγάλη επιστροφή στο θέατρο. Συνεχώς ελπίζει σε ένα τηλεφώνημα για μια πρόταση που δεν έρχεται ποτέ.
Στο συγκεκριμένο έργο συμπράττετε στο κείμενο, τη σκηνοθεσία και παίζετε κιόλας. Είναι ένα έργο που έχει γραφτεί πάνω σας; Με τον Γιώργο Κατσή έχετε συνεργαστεί πολλές φορές. Με τους υπόλοιπους;
Μου αρέσει αυτός ο τρόπος δουλειάς όταν προκύπτει, ας το πούμε, συλλογικά. Κάποιος φέρνει ένα κείμενο στην πρόβα, ένας άλλος θα προσθέσει μια μουσική, κάποιος θα βάλει μια «βόμβα» σε αυτό που έχει γραφτεί και με πέντε ατάκες θα το πάει παραπέρα... Έχει ενδιαφέρον. Οπότε σίγουρα σε μια τέτοια συνθήκη, η ιστορία και οι χαρακτήρες μετακινούνται συνεχώς. Γράφονται πάνω μας ανάλογα με τις ανάγκες της πρόβας και με τα κενά που πρέπει να καλυφθούν. Με τον Γιώργο έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές και ήταν επιθυμία μας φέτος να κάνουμε κάτι παρέα, όπως και με τον Κωνσταντίνο (Πλεμμένο). Είναι δύο πρόσωπα που εκτιμώ και πιάνω συχνά τον εαυτό μου να αναζητώ μέσα στα χρόνια, όταν περάσει λίγος καιρός που έχουμε να συναντηθούμε. Τον Γιάννη τον Αποσκίτη τον γνώρισα μέσω των παιδιών, όταν πήγα να τους δω στη «Μαύρη Μαγεία». Ενθουσιάστηκα με το κείμενό του, τη σπάνια ευαισθησία του, και χάρηκα πολύ που τον συνάντησα.
Μίλήστε μου λίγο για τον δικό σας ρόλο στο έργο. Στις διάφορες ιστορίες, οι αδερφές Παπέν έχουν καταγραφεί ως η μια πιο δυναμική κι η άλλη πιο πειθήνια στις βουλές της αδερφής της. Το έχετε κρατήσει αυτό;
Ήταν πράγματι έτσι. Εγώ παίζω τη Λέα. Τη μεγαλύτερη απ' τις δύο. Είναι αυτή που αποφασίζει τη δολοφονία και που «εμπνέει», κατά κάποιον τρόπο, και την αδελφή της. Είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, πιο εγκεφαλική, πιο χειριστική. Καταφέρνει αυτό που επιθυμεί μέσα από μια φαινομενική ηρεμία, σε αντίθεση με την άλλη, που λειτουργεί περισσότερο με το ένστικτο και το θυμικό.
Μιλήστε μου λίγο για την εργοδότρια του έργου σας, που πυροδότησε και τον τίτλο. Είναι ένα έμμεσο σχόλιο προς την πραγματικότητα που βιώνουμε στα εργασιακά περιβάλλοντα;
Η γυναίκα αυτή είναι ένα πλάσμα διαταραγμένο, ακραία ναρκισσιστικό, το οποίο αδυνατεί να δει οτιδήποτε άλλο πέρα από τον εαυτό της. Είναι βαθύτατα μόνη γι' αυτό και τις χρειάζεται, εφόσον θέλει παρέα στο σκοτάδι που βρίσκεται. Γι' αυτήν όμως, οι δύο κοπέλες δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από δυο χρηστικά αντικείμενα για το σπίτι. Σχεδόν ενοχλείται στη σκέψη ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν όνειρα και επιθυμίες. Της προκαλούν την ανησυχία ότι τα δικά τους όνειρα θα στερήσουν κάτι από τον ζωτικό της χώρο. Διακατέχεται από συνεχή αμφιθυμία και εμπνέει την τρομοκρατία όποτε αισθάνεται απειλή. Δεν ξέρω αν θα το έλεγα σχόλιο αυτό ως προς τα εργασιακά περιβάλλοντα. Περισσότερο ίσως ως προς το κομμάτι των ανθρωπίνων σχέσεων. Πολλές φορές αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους σαν προέκταση του εαυτού μας. Σαν η μόνη τους ιδιότητα να είναι το να συμπληρώσουν με έναν καθαρά προσωπικό μας τρόπο την εικόνα μας.
Οι υπηρέτριες σχεδιάζουν ένα έγκλημα. Το διαπράττουν όμως, στη δική σας εκδοχή;
Ναι, ακριβώς όπως συνέβη και στην πραγματική ιστορία. Εμείς βέβαια χρησιμοποιούμε έναν καθαρά αφηγηματικό τρόπο στην παράσταση. Δεν το βλέπουμε ακριβώς να συμβαίνει, αλλά αυτό που συζητούσαμε και με τον Τζούλιο (Γ. Κατσή) είναι ότι δεν μπορούμε να αφήσουμε έξω από την ιστορία την αγριότητα αυτού του γεγονότος. Τα πρόσωπα μετά τον φόνο βρέθηκαν εντελώς αγνώριστα. Χωρίς μάτια. Βασανίστηκαν για ώρες ολόκληρες. Δεν ήταν κάτι που έγινε μια κι έξω.
«Φοράω αυτά τα ρούχα γιατί πρέπει να φάω, αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται να ξέρεις»: είναι η φράση που προλογίζει το Δελτίο Τύπου. Μπορείτε να μου την επεξηγήσετε;
Έχει διττή σημασία η φράση αυτή στη δική μας παράσταση. Απαντάει κυρίως στο γιατί υπομένουν οι δύο υπηρέτριες μια τόσο ασφυκτική ζωή. Γιατί παραμένουν σε αυτό το σπίτι και ανέχονται όλη την κακοποίηση από το αφεντικό τους. Υπάρχει όμως κι ένας δεύτερος λόγος που τη χρησιμοποιούμε, αλλά αποκαλύπτεται αιφνιδιαστικά μέσα στην παράσταση.
Πέρα από τα «Αντικείμενα», παίζετε και στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» στο Θέατρο Πόρτα. Θεωρείτε ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία στους δύο ρόλους; Πέρα από το προφανές, ότι δηλαδή βρίσκεστε σε ένα δίδυμο ηθοποιών;
Περιέργως έχουν και τα δύο έργα να κάνουν με πρόσωπα που οραματίζονται ένα καλύτερο μέλλον. Και είναι μια μεγάλη μου αδυναμία αυτή, να παίζω τέτοιους χαρακτήρες. Με συγκινούν βαθύτατα. Είναι οι άνθρωποι που έχουν μια ακλόνητη πίστη ότι η ζωή τους πρόκειται σύντομα να αλλάξει. Ότι κάτι όμορφο τους περιμένει στην άλλη πλευρά και θα βγουν από το τέλμα που βρίσκονται, την ώρα που εμείς ως θεατές γνωρίζουμε πως αυτό τους το όνειρο είναι απραγματοποίητο. Αυτό με συγκινεί σε μεγάλο βαθμό. Εκτός των άλλων, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και τα δύο πρόσωπα «καταραμένα». Περιθωριοποιημένα. Ζουν ζωές εκ των πραγμάτων χαμένες, χωρίς χαρές και συγκινήσεις, είναι αυτά που προσπερνάμε βιαστικά αν τα συναντήσουμε στον δρόμο. Δεν θέλουμε τίποτα δικό τους, τίποτα που να έχουνε αγγίξει. Γιατί, το έχουμε οι άνθρωποι αυτό δυστυχώς – την τάση να πιστεύουμε πως η ατυχία είναι μεταδοτική.
Είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζεστε με τον Θωμά Μοσχόπουλο. Μίλήστε μου για τη συνεργασία σας.
Είναι πολύ μεγάλη χαρά να συνεργάζεται κανείς με τον Θωμά, γιατί είναι σκηνοθέτης δάσκαλος. Έχει μια μέθοδο δική του, έναν τρόπο να οδηγεί τους ηθοποιούς στο αποτέλεσμα σχεδόν μαιευτικά. Σπάνιο για τη μικρή μας χώρα. Εγώ είμαι από τη φύση μου άνθρωπος του ενστίκτου, οπότε η συνάντηση μαζί του πυροδοτεί μεγάλη περιέργεια και καλλιτεχνικά αποτελέσματα, πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε και για ένα έργο σαν το «Περιμένοντας τον Γκοντό», που ήθελα να συναντήσω από τα χρόνια της δραματικής σχολής.
Πώς ισορροπείτε τους δύο ρόλους στην καθημερινότητά σας; Υπήρχε κάποια φάση που βρισκόσασταν ανάμεσα σε 3 έργα φέτος: «Και λέγε λέγε», «Περιμένοντας τον Γκοντό» και προεργασία των «Αντικειμένων»...
Πράγματι έτσι είναι. Ζω άλλωστε αποκλειστικά από το θέατρο και θα ήταν αδύνατον για μένα να κάνω ένα μόνο πράγμα τον χρόνο. Το ενδιαφέρον όμως, κατά τη γνώμη μου είναι στο ότι παίζοντας κανείς σε τέτοιες ταχύτητες και εναλλαγές, το μόνο πράγμα που κινδυνεύει να συναντήσει είναι ακόμα περισσότερο τον εαυτό του και λιγότερο την πιθανότητα του να χαθεί σε κάποιο ρόλο. Απολαμβάνω όλο και περισσότερο κάθε βράδυ, τη γοητευτική πιθανότητα να «κουτουλήσω» σε μια καθαρά δική μου αλήθεια, που έχει ως αφορμή τα λόγια κάποιου άλλου, που δεν την είχα προβλέψει, και είναι πολύ λυτρωτικό αυτό ως συναίσθημα. Και θέλω να το πω αυτό για το θέατρο, ότι έχει δηλαδή μια ειδική δυσκολία σε σχέση με τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση, αυτή της επανάληψης. Εκπαιδεύουμε το νευρικό μας σύστημα να αναπαράγει κάθε βράδυ το ίδιο αποτέλεσμα και στον ίδιο βαθμό πειστικότητας. Δεν αρκεί να ξεγελάσεις τον εαυτό σου μια φορά και να στο «κλέψει» η κάμερα. Πρέπει να το κάνεις συνεχώς. Να αδειάζεις τα ράφια σου και την επόμενη μέρα να είναι ξανά γεμάτα. Παρανοϊκά πράγματα. Γι' αυτό πιστεύω ότι κάνουμε αυτή τη δουλειά από έλλειμμα. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτή η υπερπροσφορά του εαυτού μας.
Εκπαιδεύουμε το νευρικό μας σύστημα να αναπαράγει κάθε βράδυ το ίδιο αποτέλεσμα και στον ίδιο βαθμό πειστικότητας
Ποια τα επόμενα σχέδιά σας σε θέατρο, κινηματογράφο ή τηλεόραση;
Τα πολύ άμεσα είναι ότι από τις 13 Φεβρουαρίου θα κυκλοφορήσει στο Άστορ η ταινία του Γιάννη Βεσλεμέ «Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο», που γυρίσαμε πριν από δύο περίπου χρόνια. Όλοκληρώνω και το μοντάζ μιας δικής μου ταινίας που θα λέγεται «Η αγάπη το βάζει στα πόδια».
INFO
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιώργος Κατσής και Πάνος Παπαδόπουλος
- ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Γιώργος Κατσής, Πάνος Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Πλεμμένος
- ΘΕΑΤΡΟ: Ροές
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Για δύο παραστάσεις, στις 16 & 17 Δεκεμβρίου
Την αγαπήσαμε για τη θρυλική της ατάκα “Σας αγαπώ”. Τώρα τη συναντήσαμε και, με αφορμή την παράσταση “Blue Train” στην οποία πρωταγωνιστεί, της ζητήσαμε να μας μιλήσει για όλα.
Η εκρηκτική διασκευή του Βρετανού σκηνοθέτη Ρόμπερτ Άικ συνεχίζει για 22 ακόμη παραστάσεις
Γιατί παραδινόμαστε στη ρουτίνα, αφήνοντας τη ζωή να περνά με εμάς απόντες;
Μιλήσαμε με τη διακεκριμένη Ελληνίδα κοντράλτο λίγο πριν τη συναυλία της στο ΚΠΙΣΝ
Η Λένα Μποζάκη, η Μαγδαληνή Σπίνου και η Νίκη Σερέτη πρωταγωνιστούν σε μια παράσταση με έντονη σωματικότητα στο Bios
Η αγαπημένη ηθοποιός σκηνοθετεί ένα ελληνικό μιούζικαλ και εξερευνά την πολυπλοκότητα του έρωτα.
Μιλήσαμε με την πρωταγωνίστρια της παράστασης «Είσαι μουσική» στο Nous-Creative Space
Με την παράσταση αυτή ολοκληρώνεται η τριλογία «Μια Σπουδή Πάνω στην Γυναικότητα» της Χριστίνας Κυριαζίδη
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος πραγματεύεται τα θέματα της εξουσίας και του ανταγωνισμού, σε ένα κείμενο που συνομιλεί ανοιχτά με τον Μπέκετ, τόσο σε επίπεδο γραφής όσο και περιεχομένου
Η πρωταγωνίστρια της παράστασης «Όλος ο χρόνος του κόσμου» στο Θέατρο Τέχνης μιλάει για τον ρόλο της
Υπερτιτλισμός, διερμηνεία στη νοηματική, απτική ξενάγηση και ακουστική περιγραφή για ίση πρόσβαση στον πολιτισμό
Μιλήσαμε με τους ηθοποιούς που ενσαρκώνουν τα παιδιά του Οιδίποδα, στην ομώνυμη παράσταση του Ρόμπερτ Άικ
Η καλλιτέχνιδα μιλά για τα έργα «Καρυοθραύστης» και το «Ο Μίκυ και η παρέα του σώζουν τα Χριστούγεννα» στο Θεάτρο Αυλαία στον Πειραιά
Αποκαλύψεις και μυστικά σε μια πολυκατοικία
Μιλήσαμε με τους δύο πρωταγωνιστές της παιδικής παράστασης «In motion» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Μια συζήτηση για το έργο «Ολική Άμεση Συλλογική Επικείμενη Επίγεια Σωτηρία», τις υπαρξιακές και κοινωνικές αφετηρίες που τροφοδοτούν το καλλιτεχνικό του όραμα, το θέατρο και την κοινωνία
Μιλήσαμε με τον στοχαστή της σύγχρονης σκηνής, με αφορμή την παράσταση «Ολική Άμεση Συλλογική Επικείμενη Επίγεια Σωτηρία» στο Θέατρο ΦΙΑΤ
Στιγμές από την πορεία της μεγάλης ντίβας που έμειναν ανεξίτηλες στον χρόνο
Είδαμε την παράσταση στο Hood Art Space και μιλήσαμε με τους συντελεστές για την επαφή μας με το χαμένο συναίσθημα
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.