Θεατρο - Οπερα

Ο αχαρτογράφητος Πέτρος Ζούλιας

«Εκτός από τις τέσσερις σκηνοθεσίες συζητάω και για μία ακόμη δουλειά που θ’ ανέβει αργότερα στο ΗΒΗ.

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 369
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
17824-39020.jpg

Εκτός από τις τέσσερις σκηνοθεσίες συζητάω και για μία ακόμη δουλειά που θ’ ανέβει αργότερα στο ΗΒΗ. Ομολογώ πως μου πέρασε από το μυαλό πως για να έχω τόσες δουλειές μάλλον “πουλάω”, αλλά πραγματικά δεν με αφορά. Σ’ έναν τέτοιο θεατρικό πληθωρισμό σκηνών είναι λογικό κάποιοι σκηνοθέτες να κάνουν περισσότερες από μία δουλειές. Μακάρι να μπορούσαμε να επιβιώνουμε με μία μόνο. Όμως δεν φτάνει για να ζήσεις αξιοπρεπώς η αμοιβή μίας σκηνοθεσίας περισσότερο από 3-4 μήνες – και αφήνω στην άκρη το γεγονός πως συνήθως δεν πληρώνεσαι ποτέ στην ώρα σου. Πάντως προσπαθώ οι δουλειές που αναλαμβάνω να έχουν μια χρονική απόσταση μέχρι ν’ ανέβουν, ώστε να μπορώ να τις κάνω με τον τρόπο που θέλω. Όλα αυτά τα έργα είναι σταθμοί ενός συνεχούς ταξιδιού που με υποχρεώνει να βρίσκομαι σε συνεχή εγρήγορση – μελετάω, σκέφτομαι, ονειρεύομαι, περνάω βραδιές με ουίσκι και τσιγάρα να σκέφτομαι λύσεις.

Δεν είμαι άνθρωπος που ανήκει σε συντεχνίες ούτε άνθρωπος των κλισέ. Για τους ποιοτικούς θεωρούμαι εμπορικός σκηνοθέτης και το αντίθετο για τους εμπορικούς. Μάλλον είμαι ένας αχαρτογράφητος σκηνοθέτης, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα στους δημοσιογράφους που δεν έχουν την κουλτούρα, δεν ξέρουν την ιστορία του θεάτρου και έχουν μάθει να δουλεύουν με κουτάκια –  συνήθως αυτοί είναι της νεότερης γενιάς. Αυτή η “έλλειψη χάρτη” ξέρω πως μου εξασφαλίζει την καλλιτεχνική ελευθερία και με έχει βοηθήσει να μη γίνω ένας σκηνοθέτης μανιέρας. Το “ναι” σε μια συνεργασία το καθορίζουν μόνο δύο παράγοντες: το κείμενο και ο ηθοποιός. Πιστεύω πως το βλέμμα και η προσωπικότητα του ηθοποιού συνεισφέρουν στο αποτέλεσμα, στον τρόπο που θα δεις ένα έργο.  

Άλλες φορές νιώθω πως αυτή η δουλειά δεν αμείβεται όσο θα έπρεπε και άλλες σκέφτομαι πως εγώ θα έπρεπε να πληρώνω γιατί παίζει το ρόλο της ψυχοθεραπείας, αφού κρατάει σε εγρήγορση το μυαλό και την ψυχή μου. »

Ο Πέτρος Ζούλιας μέσα από τα έργα

Χάρολντ και Μωντ (Μουσούρη) «Μου έδωσε την ευκαιρία να βγάλω την παιδικότητά μου στην επιφάνεια. Ο Χάρολντ μού θυμίζει εμένα στην παιδική-εφηβική ηλικία μου. Δεν έκανα ποτέ απόπειρες αυτοκτονίας, έκανα όμως τα πάντα προκειμένου να τραβάω την προσοχή. Πολύ δράμα, μελαγχολία, πόζα και καπέλο – τα οποία και χρησιμοποίησα αργότερα προκειμένου να γοητεύσω, ομολογώ με επιτυχία. Αυτή την εμμονή με τη μελαγχολία τη θεωρώ ένα είδος ψυχικής αναπηρίας και ευτυχώς τελείωσα οριστικά μαζί της. Το μόνο που μου έμεινε είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα – είμαι στρατευμένος στο να την αναδεικνύω και να την τιμώ με τα έργα που αναλαμβάνω

Δεν θέλω να πω πως είμαι άγιος. Κουβαλάω κι εγώ τις βρομιές μου. Ξέρω όμως πως θέλω με τις δουλειές μου να συμβάλω στη διάσωση των καλών στοιχείων, της καλής θεατρικής παράδοσης, να δουλεύω με παλιούς καλούς ηθοποιούς. Πιστεύω στα λόγια της Μωντ: “Πρέπει να χτίζουμε γέφυρες, φτάνει πια με τα τείχη”».

Η θεία μου κι εγώ (Βασιλάκου) «Έχω ανοιχτούς λογαριασμούς τόσο με τον εαυτό μου όσο και με άλλους. Κι αυτό το έργο μού υπενθυμίζει την αξία της συμφιλίωσης έναντι της κριτικής στάσης απέναντι στους ανθρώπους, σε ό,τι δεν γνωρίζεις. Επιπλέον, ο τρόπος που αντιμετωπίζει το θάνατο με ξελαφρώνει».

Κρητικοπούλα (Θέατρο Ολύμπια, από 12/11) «Με απασχολεί η έννοια της ελληνικότητας, η αξία της ελληνικής παράδοσης και η ιστορία, το έδειξα και με τον τρόπο που χειρίστηκα την “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”. Πιστεύω πως αυτό είδε ο πολύ διορατικός Μιχαηλίδης (σ.σ. καλλιτεχνικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής) και επέμενε για να δεχτώ τη σκηνοθεσία της οπερέτας του Σαμαρά. Είμαι ενθουσιασμένος που δουλεύω μ’ ένα έργο στο οποίο ακούγεται πεντοζάλης, υπάρχουν ντοπιολαλιές, ενώ το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον του έχει αναλογίες στο σήμερα. Το γεγονός πως έχει να ανέβει 80 χρόνια στη σκηνή, όπως καταλαβαίνεις, μου προσθέτει άγχος – αν και οι σολίστες της Λυρικής έχουν να το λένε πως είμαι ο λιγότερο αγχωτικός σκηνοθέτης με τον οποίο έχουν συνεργαστεί».

Μ’ αγαπάς, δεν μ’ αγαπάς (Βασιλάκου, από Φεβρουάριο) «Αυτό το σπουδαίο βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου με την αλληλογραφία της Καραπάνου με τη μητέρα της, τη Λυμπεράκη, είναι λογικό να με βάζει σε σκέψεις για τη σχέση μου με τον πατέρα μου και τα άλυτα θέματά μας».  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ