Μουσικη

Πίτσα Παπαδοπούλου: «Είναι δυνατόν να μη γνωρίζω το αίσθημα του έρωτα, πώς θα το τραγουδήσω;»

H μεγάλη κυρία του λαϊκού τραγουδιού, που επιστρέφει με το νέο τραγούδι «Ρέστα μη ζητάς», μας μιλάει για τη ζωή της

ego.jpg
Πηνελόπη Μασούρη
ΤΕΥΧΟΣ 863
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Πίτσα Παπαδοπούλου
© Πηνελόπη Μασούρη

Πίτσα Παπαδόπουλου: Συνέντευξη με τη σπουδαία ερμηνεύτρια για τη ζωή της, τις συνεργασίες της, την μητρότητα, τον έρωτα 

Η Πίτσα Παπαδόπουλου και εγώ δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, αλλά με χαιρέτησε σαν να ήμουν μια παλιά φίλη. Φορώντας ένα σικάτο εμπριμέ πουκάμισο που μοιάζει ακριβό και μάλλον είναι, το οποίο έχει συνδυάσει με ένα μονόχρωμο παντελόνι και ίσια παπούτσια, συγκεντρώνει πάνω της όλα τα βλέμματα κατά την είσοδό της. Ερχόταν από το σπίτι της στη Βούλα, είχε κίνηση το Σαββατόβραδο από τη βραδινή έξοδο στη φωταγωγημένη Αθήνα. Ένας οργανοπαίχτης της την περίμενε στην πόρτα για να της δείξει με χαρά πώς ηχεί το νέο του μπουζούκι που θα τη «συνόδευε από δω και στο εξής». Μπήκαμε κατευθείαν στο καμαρίνι της. Μπροστά στον μεγάλο καθρέφτη την περίμενε ένα φλιτζάνι καφές. Όσο συζητούσαμε, τραγουδιστές και μουσικοί μπαινοέβγαιναν στο καμαρίνι, μουσικές ακούγονταν από παντού και, πριν καλά καλά το καταλάβω, είχε περάσει σχεδόν μία ώρα και δεν είχα κάνει ακόμη καμία από τις ερωτήσεις στη λίστα μου. Μου χάρισε ακόμα τριάντα λεπτά από τον χρόνο της, ενώ μπαινοέβγαινε από το καμαρίνι στη πίστα. Υπάρχουν λίγες γυναίκες που εκπροσωπούν τις αξίες του πενταγράμμου όσο η Πίτσα Παπαδόπουλου. Προικισμένη και αφιερωμένη στην τέχνη της, δεν έπαψε ποτέ να δουλεύει. Το avatar της λαϊκής τραγουδίστριας που κάποιοι ταυτίζουν με την ερμηνεύτρια μπορεί να της ταιριάζει, αλλά η αληθινή εικόνα της είναι πολύ πιο ποιητική και εγώ είχα την τύχη, τις δυο ώρες που πέρασα μαζί της, να βυθιστώ στον κόσμο της, να συγκινηθώ και κυρίως να αισθανθώ άλλος άνθρωπος. 

Πίτσα Παπαδοπούλου
© Πηνελόπη Μασούρη

Λίγο αργότερα, προβάλλοντας από την πόρτα που οδηγεί στα καμαρίνια, οι θαμώνες, άνθρωποι διαφόρων ηλικιών από 20άρηδες ως 70άρηδες, την υποδέχονται με ένα θερμό χειροκρότημα. Έχουν έρθει να την ακούσουν στο Περιβόλι του Ουρανού που είναι ασφυκτικά γεμάτο. Το εύρος του ρεπερτορίου της είναι μεγάλο, με αυθεντικά λαϊκά τραγούδια που έχουν δοκιμαστεί σε πίστες, ραδιόφωνα, συναυλίες, εφαρμογές και συνομιλούν διαχρονικά με ένα κοινό που τα έχει υποδεχτεί με λατρεία. Τις επόμενες ώρες η αγαπημένη λαϊκή τραγουδίστρια θα εντυπωσιάσει με την καθηλωτική ερμηνεία της σε σπουδαία τραγούδια της. Τραγούδια από διαφορετικά είδη παντρεύονται μουσικά, όπως το παλιό και αγαπημένο «Με τελείωσες», σε στίχους και μουσική του Γιάννη Καραλή, αλλά σε μια νέα ενορχήστρωση που απογειώνει με την ερμηνεία της.

Σημείο εκκίνησης στη μακρόχρονη καριέρα της ήταν η συνάντηση της με τον Γιώργο Ζαμπέτα, μου εξομολογείται. Το 1961 που κατεβαίνει με την οικογένειά της στην Αθήνα, ο αδερφός της θα δοκιμάσει την τύχη του στο τραγούδι. Στα δεκαέξι της την πάει στον Χρυσίνη και έπειτα στον Στράτο Παγιουμτζή, ο οποίος τη σύστησε στον Ζαμπέτα που ακούγοντάς την θα τη βάλει κατευθείαν να τραγουδήσει στα Ξημερώματα, δίπλα στη Βίκυ Μοσχολιού. Εκείνο το βράδυ, θυμάται, που τραγούδησε για πρώτη φορά μπροστά σε κοινό με δανεικό φουστάνι, άλλαξε τη ζωή της διά παντός. Και εκείνη όμως απεδείχθη ικανή, χάρη στη μοναδική στάκα της φωνής της, να μετασχηματίσει τραγούδια και νότες σε συναίσθημα, να ξεπεράσει τα όρια και να γράψει ιστορία. Με γυρίζει πίσω σε εκείνες τις μέρες περιγράφοντας πώς ξεπέρασε τις αντιξοότητες δουλεύοντας πολύ και μη γνωρίζοντας τι σημαίνει διάλειμμα για να φτιάξει τη ζωή της με τους δικούς της όρους.

Η γιαγιά της ήρθε από τη μακρινή Ανατολία, από μια περιοχή κοντά στην Άγκυρα αλλά πέθανε νωρίς, στη Θεσσαλονίκη. Η παιδική της ηλικία ήταν δύσκολη και κύλησε σε μια ατμόσφαιρα επισφάλειας, όμως μια σειρά γεγονότων την έκαναν αυτό που είναι σήμερα. Οι προγονοί της, μου λέει, έζησαν μια από τις πιο σκοτεινές πλευρές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας με δυο πόλεμους. Από τη μεριά του πατέρα της ξεκίνησαν από τον Πόντο της Μικράς Ασίας για να έρθουν πρόσφυγες στην Ελλάδα το 1922. Ο πατέρας της, δύσθυμος κι απόμακρος, κάνει σκληρότερο τον αγώνα της μητέρας να μεγαλώσει τα παιδιά της. Δουλεύει στα λουτρά της πόλης και σαν καπνεργάτρια για να μεγαλώσει την ίδια και τα αδέλφια της. Το σπίτι τους, στην οδό Ευζώνων, βρίσκεται στο όριο με την αριστοκρατική Συνοικία των Εξοχών, δίπλα σε Εβραίους και Αρμένιους. Τις ανέμελες παιδικές αναμνήσεις ακολουθεί η μετοίκιση στη πλατεία Βικτωρίας. Εκεί ήταν και το μανάβικο που άνοιξε η μητέρα της. «Η φωνή της μάνας μου ακουγότανε σ’ όλη τη γειτονιά, άρεσε τόσο στον Καζαντζίδη σε σημείο να της παραγγέλνει “Κυρία Ιουλία, θέλω έναν τραχανά και έναν αμανέ!”. Εμείς τραγουδάγαμε όλοι και δεν μας έκανε καμία εντύπωση».  

Πίτσα Παπαδοπούλου

Τα τέλη της δεκαετίας του 1960, μιας από τις πιο παραγωγικές περιόδους στην ιστορία του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, τη βρίσκουν στη «Βεντέτα». Η αθηναϊκή νυχτερινή ζωή εκείνα τα χρόνια και για μεγάλο διάστημα μετέπειτα, εκτυλίσσεται στον άξονα της Αχαρνών. Τα λαϊκά κέντρα όπως η «Βεντέτα» και το «Πανόραμα», με Γαβαλά, Κούρτη, Δούκισσα, Πόλυ Πάνου, Λαμπράκη, Ψιλόπουλο, Ντάλλη, Σαλαμπάση, Καφάση, Μοναχό, ακμάζουν. Το κοινό θέλει να ξεδώσει. Η συνεργασία της με τον Μανώλη Χιώτη θα απογειώσει την καριέρα της. Περιοδείες σε όλο τον κόσμο, λουλούδια, πιάτα και σαμπάνιες για τους απανταχού Έλληνες της ομογένειας, στιγμές λατρείας και αποθέωση από πλούσιους και φτωχούς. Οι χρυσοί δίσκοι και οι φωτογραφίες της από εκείνη την εποχή που γεμίζουν τους τοίχους του σαλονιού της είναι τεκμήρια αδιάψευστα. Η Καλλιόπη Καραμανλίδου, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, φωτίζει την αθηναϊκή νύχτα. Το επικοινωνιακό της χάρισμα κι ο ζεστός τόνος της φωνής της την κάνουν να γρήγορα ξεχωρίσει.

«Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς μουσική. Τραγουδάω από την ημέρα που γεννήθηκα. Θυμάμαι  τη μητέρα μου πόσο χαιρόταν για τις επιτυχίες μου. Η ίδια δεν είχε απλά μια φωνή, είχε πολύ ωραία φωνή, ήταν τελειομανής. Μείναμε σε διάφορα σπίτια στην Αθήνα. Αρχικά σε ένα υπόγειο στην πλατεία Βικτωρίας, αλλά όταν άρχισα να δουλεύω και να κερδίζω χρήματα μετακομίσαμε σε ένα καλό διαμέρισμα στην Πατησίων. Το '80 βρέθηκα στην Αχαρνών με τη Λίτσα Διαμαντή, την Πόλυ Πάνου, τον Τσετίνη. Η νύχτα ήταν όμορφη δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή, τότε υπήρχαν τα αναψυκτήρια και τα μαγαζιά μας. Ο πολύς κόσμος πήγαινε στα αναψυκτήρια. Αυτοί που είχαν κάποια χρήματα ερχόντουσαν στα κέντρα που τραγουδούσαν τα πρώτα ονόματα. Καμία σχέση με τα σημερινά ορθάδικα. Ευτυχώς εδώ, στο Περιβόλι του Ουρανού, έχουμε ένα πολύ ωραίο λαϊκό πρόγραμμα και ο κόσμος το γλεντάει, χορεύει.

» Αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη, όταν είμαι πάνω στη σκηνή. Βεβαίως και ο λόγος για τον οποίο δουλεύουμε είναι βιοποριστικός, αλλά η μεγαλύτερή μου ευχαρίστηση είναι να βλέπω τον κόσμο να τραγουδάει μαζί μου και να ευχαριστιέται. Αυτό το δούναι και λαβείν, ο κόσμος που σε αγαπάει και σε πιστεύει, έχει έρθει με τα χρόνια, γι' αυτό κι η πιο μεγάλη σου υποχρέωση είναι να είσαι όλο πιο δοτική αλλά κυρίως αληθινή. Τα καλάθια πάντα υπήρχαν και ακόμα υπάρχουν γιατί κάποιοι άνθρωποι με χρήμα θέλουν να σκορπίζουν λουλούδια στην πίστα. Απορώ βέβαια πώς το κάνουν, όμως και τα καλάθια δεν είναι τόσο ακριβά πλέον.

» Έκανα πολλά χρόνια φωνητική. Επειδή δούλευα τόσο πολύ χρειάστηκε να μάθω πώς να προστατεύω τη φωνή μου και να μην κάνω πράγματα που θα τη βλάψουν. Δεν τη δυσκολεύω, δεν ξενυχτάω άσκοπα, δεν πίνω, δεν καπνίζω.

Πίτσα Παπαδοπούλου

» Τα Δειλινά, η Φαντασία, η Νεράιδα ήταν τα πρώτα μαγαζιά στην παραλία. Στην παραλιακή σήμερα συνεχίζουν τη νυχτερινή διασκέδαση νέα παιδιά, ο Οικονομόπουλος, η Ζοζεφίν, ο Αργυρός, και είναι πολύ σωστό να βγαίνουν νέοι τραγουδιστές. Κάθε εποχή έχει τους δικούς της καλλιτέχνες, τον ήχο της, τους όρους της. Έχουν αλλάξει οι εποχές, σήμερα είναι πολύ δύσκολο κάποιος να γίνει γνωστός, να αποκτήσει κοινό. Είναι πολλά τα εμπόδια, περισσότερα από ό,τι συναντήσαμε εμείς. Εμείς είχαμε τις εταιρείες μας, ανθρώπους που μας αγαπούσαν και μας πίστευαν, που έτρεχαν και δούλευαν για μας. Σήμερα οι νέοι τρέχουν μόνοι τους, πληρώνουν από τη δική τους τσέπη, μπορώ να εκτιμήσω τις προσπάθειές τους.

» Το λαϊκό τραγούδι δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ, είναι ό,τι μας αντιπροσωπεύει περισσότερο σαν λαό. Έχουμε το παραδοσιακό τραγούδι, τα μπουζούκια μας, τον Τσιτσάνη, μία ιστορία μεγάλη. Ως λαό μας χαρακτηρίζει το κέφι, θέλουμε να διασκεδάσουμε, να γελάσουμε, να τραγουδήσουμε, να χορέψουμε, κι είμαστε της οικογένειας. Αυτός είναι ο λαός μας και είναι υπέροχος. Κι η χώρα μας είναι ένας παράδεισος. Έχουμε τα πάντα. Την έχω γυρίσει σε περιοδείες πάνω κάτω. Νησιά, βουνά, ήλιος, άφθονη παραγωγή, δεν μας λείπει τίποτα.

» Μένω στη Βούλα, η Βούλα δεν είναι σαν τη Γλυφάδα, δεν την αφήνουν να γίνει, έχουμε ησυχία. Η καθημερινότητά μου είναι πολύ απλή, υποχρεώσεις, ψώνια, μαγείρεμα, διάβασμα. Λατρεύω το διάβασμα. Αυτή την εποχή διαβάζω τα βιβλία της Victoria Hislop, τελείωσα το “Νησί” και τώρα διαβάζω το “Νύχτα του Αυγούστου”. Μου αρέσουν τα μυθιστορήματα, η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία που είναι βασισμένη στην ιστορία  μας. Η Κλαίρη Θεοδώρου με τις “Κόρες της βασίλισσας”, ο Παπαθεοδώρου με τη “Μικρασία” του. Παρακολουθώ και τον τηλεοπτικό “Μαέστρο” του Παπακαλιάτη και θαυμάζω τη Χαρούλα για μία ακόμα φορά. Είναι αποδεδειγμένο το ταλέντο της. Από μικρή τη θυμάμαι με οτιδήποτε καταπιάνεται να το πετυχαίνει. Είναι τόσο έξυπνο κορίτσι!

» Ως γυναίκα φυσικά και είχα επιτυχίες. Με σεβασμό βέβαια, δεν έδωσα ποτέ δικαιώματα για πράγματα που να με ντροπιάσουν. Υπήρξαν κάποιοι θαυμαστές οι οποίοι ήταν λίγο παραπάνω «άρρωστοι» για σένα ή που σε θαύμαζαν πάρα πολύ, αυτά είναι στο πρόγραμμα. Δεν άφησα όμως να περάσει το δικό τους ή να με καταπιέσουν, αν και δεν χρειάζονται αυτοί που το κάνουν  να τους δώσεις την άδεια, την παίρνουν από μόνοι τους!

» Αγάπησα και αγαπήθηκα. Είναι δυνατόν να μη γνωρίζω το αίσθημα του έρωτα, πώς θα το τραγουδήσω; Δεν χρειάζεται όμως τη συγκεκριμένη στιγμή που ερμηνεύεις να είσαι και ερωτευμένη. Αλίμονο! Το να τραγουδάς τον έρωτα δεν σημαίνει ότι θα είσαι στο πάλκο και θα ερμηνεύεις τραγούδια ούσα μονίμως ερωτευμένη. Μπορεί να αγαπάς άλλα πράγματα, προσωπικά μπορεί να σκέφτομαι τους ανθρώπους που αγαπώ. Τραγουδάω την αγάπη, δεν τραγουδάω μόνο τον έρωτα. Κι επειδή αυτή είναι η δική μου δουλειά πρέπει να την κάνω καλά. Άλλωστε κάθε πράγμα στον καιρό του. Όταν είσαι νέος θα ερωτευτείς! Έχεις αντοχές και δεν καταλαβαίνεις ότι ο έρωτας είναι ένα πολύ δύσκολο κομμάτι στη ζωή. Με τα συναισθήματα που φέρει μπορεί να είναι τόσο δυνατός ώστε να σε παρασύρει και να σου δώσει εμπειρίες. Καλές και κακές.

» Τον είδες τον μπουζουξή μου; Σαν μανεκέν είναι! Η παλιά εικόνα του μπουζουξή δεν ισχύει σήμερα. Κάποτε λέγαμε ότι οι μπουζουξήδες είναι χασικλήδες ή κουτσαβάκια. Μα ακόμα και τότε που η ζωή και τα ήθη ήταν διαφορετικά, οι άνθρωποι αυτοί είχαν τις δικιές τους αξίες, ήταν κύριοι με τον τρόπο τους και καλό θα ήταν να τελειώνουμε με αυτόν τον μύθο.

ΠΙΤΣΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ | ΡΕΣΤΑ ΜΗ ΖΗΤΑΣ | Official Video Clip

» Ο Ζαμπέτας, ο Διονυσίου, ο Χιώτης είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό, ήταν πολύ απλοί και συγχρόνως σπουδαίοι. Ο Χιώτης με λάτρευε και τον λάτρευα, με είχε σαν κόρη του. Και ο Βοσκόπουλος ήταν ξεχωριστός για μένα, ήμασταν πολλά χρόνια μαζί, του έκανα σεκόντα, γυρίσαμε πολλά μέρη της Αμερικής μαζί. Με τον Στράτο μπορεί να δουλέψαμε παρέα αλλά δεν είχαμε κάτι κοινό, ούτε μιλούσαμε, ούτε δεν μιλούσαμε. Αν και έχω δουλέψει πολύ μαζί του δεν έγινα ποτέ φίλη του, οπότε δεν γνωρίζω πολλά για αυτόν. Σαν κοπέλα δεν κατάλαβα τίποτα κακό. Δεν ήταν κι ανάγκη να μου δώσουν στοιχεία τους, ένα κοριτσάκι ήμουν τότε, ίσως καλή τραγουδίστρια αλλά είχαμε κι άλλες. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι ήμουν μοναδική. Ήμουν κυρίως ένα εργατικό κορίτσι με φωνή, αλλιώς δεν θα προχωρούσα.

» Δεν έχει σημασία πώς μεγαλώνεις το παιδί σου σαν μητέρα. Ο άνθρωπος γεννιέται. Εξαρτάται τι παιδί θα σου τύχει και, αναλόγως της κατάστασης, μπορεί εσύ να έχεις κάνει το καλύτερο και το παιδί να λέει δεν έκανες τίποτα, το έχουμε ακούσει αυτό από ανθρώπους που έδωσαν την ψυχή τους και εισέπραξαν αχαριστία. Αλλά, αν κάνεις το καλύτερο που μπορείς, θα έχεις τη συνείδησή σου ήσυχη. Δυστυχώς δεν σε διδάσκει κάνεις πώς να γίνεις μάνα ή το πόση μητέρα χρειάζεται ο άνθρωπος. Ο καθένας μας είναι μοναδικός, κι αν αυτό που έκανες εσύ για το παιδί σου έφερε καλό αποτέλεσμα μπορεί να το κάνω εγώ και να είναι το μεγαλύτερο λάθος.

» Δεν ξέρω οι άλλοι λαοί τι κάνουν, τι αγαπάνε, με τι διασκεδάζουν, αλλά ο δικός μας λαός είναι πονεμένος λαός. Πριν εκατό χρόνια ήρθαμε σαν πρόσφυγες. Οι γονείς μας, η μητέρα μου, ήθελε να πει τις ιστορίες της, αλλά ποιος είχε χρόνο να κάτσει να την ακούσει. Ήθελα τόσα να ρωτήσω και τώρα λέω “Θεέ μου, γιατί δεν το έκανα;” Παρόλο που ήμασταν πολύ δεμένες με τη μαμά μου και την οικογένειά μου πήρε μαζί της θυμίσεις που τώρα πια δεν θα τις μάθω».

Σήμερα η σπουδαία ερμηνεύτρια επιστρέφει στο δισκογραφικό προσκήνιο με ένα νέο τραγούδι του Παναγιώτη Στεργίου, σε στίχους της Ζωής Γρυπάρη, το «Ρέστα μη ζητάς». Διαθέτοντας έναν μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο ερμηνείας, το τραγούδι είναι σαν να γίνεται προσωπική της υπόθεση. Το «Ρέστα μη ζητάς», ένα αργό τσιφτετέλι, αποδίδεται από μια εξαιρετική ομάδα μουσικών και περιγράφει την αξιοπρέπεια της γυναίκας σε έναν χωρισμό. Ο σολίστας Μανώλης Καραντίνης ενορχήστρωσε και έπαιξε τις «ανατολίτικες» κιθάρες, ο Παναγιώτης Στεργίου το λαούτο, ο Θάνος Γκιουλετζής τα βιολιά και ο Αλέκος Ρούπας τα κρουστά. Κυκλοφορεί από την εταιρεία Μικρός Ήρως

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ