Οικία Λάζαρου Κουντουριώτη
Οικία Λάζαρου Κουντουριώτη
More in Culture

Ύδρα: Στην Iστορική Οικία Λάζαρου Κουντουριώτη και στο σπίτι του Παναγιώτη Τέτση

Τρεις ωραίες ιστορίες σε μια πρόσκληση εγκαινίων – κι ένα νησί όνειρο
34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ένα σαββατοκύριακο στην Ύδρα: Επίσκεψη στα δύο παραρτήματα του Εθνικό και Ιστορικού Μουσείου με αφορμή τα εγκαίνια της έκθεσης Διαφημίζοντας την Ελλάδα - Οι απαρχές του ελληνικού τουρισμού

Όταν φτάνεις, το αισθάνεσαι ότι είναι ένας ιδιαίτερος τόπος. Ίσως είναι τα πέτρινα αρχοντικά, χτισμένα αμφιθεατρικά στους λόφους που περιβάλλουν τον όρμο και ενσωματώνεται φυσικά στο τοπίο. Ίσως το ότι απουσιάζουν εντελώς τα αυτοκίνητα και τα μηχανάκια, κι υπάρχει αυτή η ησυχία – τόσο φυσική, που την ξεχνάς. Έχουμε έρθει στο νησί της Ύδρας. Στην προβλήτα κόσμος με βαλίτσες πάει και έρχεται, ενώ τα γαϊδουράκια (μουλάρια όπως μας διόρθωσε ο ιδιοκτήτης τους) που στέκονται υπομονετικά και σου γεννούν μια μελαγχολία όταν τα βλέπεις φορτωμένα. Κατευθείαν στο ξενοδοχείο, μέσα από τα στενά ανηφορικά δρομάκια, φτιαγμένα κι αυτά με τη φυσική αρμονία που δεν υπακούει στους αστικούς κανόνες – οι δρόμοι, λιθόστρωτοι, με ανισομετρίες και καμπύλες, θυμίζουν πως εδώ ο χρόνος κυλά διαφορετικά.

Αφορμή για αυτή την επίσκεψή μας στην Ύδρα ήταν τα εγκαίνια της έκθεσης «Διαφημίζοντας την Ελλάδα – Οι απαρχές του ελληνικού τουρισμού» στην Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη. Μαζί με την Οικία & Ατελιέ Τέτση, που θα επισκεπτόμασταν την επόμενη μέρα, είναι τα δύο παραστήματα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Ύδρα.

Μια πρόσκληση εγκαινίων που έκρυβε τρεις, τουλάχιστον, ωραίες ιστορίες.

Για να φτάσεις στην Ιστορική Οικία Κουντουριώτη, που δεσπόζει με τη χαρακτηριστική της ώχρα, περνάς μέσα από ανηφορικά, ελισσόμενα σοκάκια και στενά σκαλοπάτια, ακολουθώντας τις ταμπέλες.

Κι όπως ανεβαίνεις τη μεγάλη σκάλα που οδηγεί σε αυτή την υπέροχη βεράντα του αρχοντικού με θέα όλο τον όρμο, βλέπεις τη λέξη GREECE να πλαισιώνει το παράθυρο που οδηγεί στο πρώτο ισόγειο, όπου φιλοξενείται η έκθεση με τις εμβληματικές αφίσες του ΕΟΤ. Η κύρια είσοδος του ισογείου βρίσκεται στην εσωτερική πλευρά της κεντρικής αυλής, απέναντι από την αυλόθυρα.

Αυτές είναι το αντικείμενο της έκθεσης, αλλά πρώτα απ’ όλα εντυπωσιάζεσαι με τον χώρο που τις φιλοξενεί, αυτό το υδραίικο αρχοντόσπιτο του 19ου αιώνα, κι αναπόφευκτα, με το που μπαίνεις μέσα, το μυαλό σου δρασκελίζει τους αιώνες.

Ύδρα: Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

Είναι χτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα σε αυστηρή μορφή, δύο όροφοι και υπόγειο – ποιοι ήταν οι τελευταίοι του ένοικοι; Όπως μας λέει η Βένια Βογιατζή, επιμελήτρια των Μόνιμων Εκθέσεων του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου και ξεναγός μας και στις δύο οικίες, ήταν ο Παντελής Κουντουριώτης (1900-1978), δισέγγονος του προκρίτου της Ύδρας, Λάζαρου Κουντουριώτη. Άνθρωπος αγαπητός στην αθηναϊκή και την υδραίικη κοινωνία, έτρεφε πολύ μεγάλη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα του, και μαζί με τη σύζυγό του, Ευφροσύνη Κουντουριώτη, ήταν οι τελευταίοι ιδιοκτήτες του σπιτιού. Μετά τον θάνατό του, το κληροδότησαν στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδας.

Η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος μάς πηγαίνει –επίσης– πίσω στα τέλη του 19ου αιώνα. Όπως λέει η κ. Βογιατζή: «Η Εταιρεία συστάθηκε από πνευματικούς ανθρώπους που ήθελαν να διασώσουν όλον αυτό τον ιστορικό πλούτο, καθώς δεν υπήρχε τότε Μουσείο Νεότερης Ιστορίας – οι εταίροι υπάρχουν μέχρι σήμερα. Το σπίτι αυτό ο Παντελής Κουντουριώτης το αγαπούσε και το φρόντιζε σαν τα μάτια του, αν και δυσκολευόταν να το συντηρήσει. Όταν πέθανε, το κληροδότησε στο Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο, το οποίο ίδρυσε η Εταιρία το 1882, με τον όρο να γίνει μουσείο».

Το Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο είναι το πιο παλιό μουσείο της Ελλάδας και στεγάζεται στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής στην Αθήνα, και με τα εκθέματά του παρουσιάζει την ιστορική διαδρομή των Ελλήνων από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς μέχρι και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η προσπάθεια συντήρησης και αποκατάστασης της Ιστορικής Οικίας Λάζαρου Κουντουριώτη δεν ήταν απλή υπόθεση. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 2000 και έκτοτε λειτουργεί ως μουσείο. Στα έπιπλα και αντικείμενα του σπιτιού, προστέθηκαν αντίστοιχα έπιπλα άλλων αρχοντικών του νησιού, αλλά και αντικείμενα από τις πλούσιες συλλογές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.

Το κατώι της οικίας Κουντουριώτη αποτελείται από μεγάλους χώρους που εξυπηρετούσαν τις λειτουργικές ανάγκες του μεγάλου αρχοντικού, που είχε βέβαια πολυάριθμο προσωπικό, και χρησίμευαν ως αποθήκες, κελάρι, στάβλοι, πλυσταριό, ζυμωτήριο, χώρος υγιεινής. Χαρακτηριστικοί είναι οι μεγάλοι φούρνοι. Η είσοδος στο κατώι ήταν ανεξάρτητη του κυρίως σπιτιού, αλλά η επικοινωνία προς τα πάνω εξασφαλιζόταν και με τη στενή και απότομη σκάλα που οδηγεί στο μαγειρείο του ισογείου. 

Είναι πλέον ο χώρος όπου φιλοξενούνται οι περιοδικές εκθέσεις, με τελευταία αυτή που «τρέχει» τώρα με τις αφίσες του ΕΟΤ (μέχρι τέλη Οκτωβρίου). 

Διαφημίζοντας την Ελλάδα – Οι απαρχές του ελληνικού τουρισμού

Τη βραδιά των εγκαινίων, με επίσημους καλεσμένους και πλήθος κόσμου, κλέβοντας ματιές από τα δωμάτια του πανέμορφου αρχοντικού, κατεβήκαμε στον κατώι του αρχοντικού. Εκεί παρουσιάζονται σε μόνιμη έκθεση και τα έργα ζωγραφικής (1893-1972) του σημαντικού Υδραίου ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου, που λάτρεψε το νησί και το απεικόνισε σε πολλούς πίνακές του, αλλά και τα έργα του γιου του Ντίκου Βυζάντιου. Για αρκετά χρόνια, μάλιστα, ο Περικλής Βυζάντιος ήταν και διευθυντής του Παραρτήματος της Σχολής Καλών Τεχνών, που λειτουργεί στο αρχοντικό Τομπάζη και φιλοξενεί επί σειρά ετών φοιτητές της ΑΣΚΤ.

Τα έργα των δύο καλλιτεχνών είναι δωρεά προς την Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος της Μαριλένας Λιακοπούλου, κόρης του Περικλή Βυζάντιου, και του γιου της Αλέξανδρου. Οι δωρητές συνδέονται με στενούς δεσμούς τόσο με την οικογένεια Κουντουριώτη όσο και με το νησί.

Σ’ ένα μικρό δωμάτιο ο επισκέπτης βλέπει έργα του που δείχνουν το εσωτερικό του Παραρτήματος της ΑΣΚΤ –μια κοπελίτσα που απεικονίζεται σ’ έναν πίνακά του είναι η Ξένια Καλογεροπούλου της οποίας η μητέρα ήταν φοιτήτρια στη σχολή (!)–, όπως και σκηνές από τη ζωή στην Ύδρα.

Να πούμε εδώ ότι οι ζωγράφοι είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ιστορίας του νησιού, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τους Παύλο Παντελάκη, Νίκο Χατζηκυριάκο Γκίκα, Νίκο Νικολάου, Παναγιώτη Τέτση, αλλά και σύγχρονους όπως ο Αλέξης Βερούκας, επίσης μέλος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.

Εκτός από τα εντυπωσιακά μόνιμα εκθέματα και την εμπειρία περιήγησης σε ένα αυθεντικό υδραίικο αρχοντικό, προχωρώντας στην έκθεση παρακολουθούμε πώς διαμορφώθηκε η εικόνα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού, από τις αρχές του 20ού αιώνα έως και τη δεκαετία του ’60. Μέσα από σπάνιες αφίσες, φυλλάδια, τουριστικούς οδηγούς και οπτικοακουστικό υλικό, ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή με τα πρώτα βήματα της τουριστικής προβολής της χώρας, τόσο από τον προπολεμικό ΕΟΤ όσο και από τον μετέπειτα, μεταπολεμικό οργανισμό που ανέλαβε με πιο συστηματικό τρόπο την προώθηση της «εικόνας» της Ελλάδας στο εξωτερικό.

Η έκθεση αποτελεί και ένα ταξίδι στην ιστορία του γραφιστικού σχεδιασμού και της αφίσας ως μορφή τέχνης, με έργα που φιλοτέχνησαν καταξιωμένοι καλλιτέχνες – από τη Nelly’s και τις φωτογραφίες της πρώτης τουριστικής αφίσας του 1935, τον Σπύρο Βασιλείου, τον Τσαρούχη και τον Γιάννη Μόραλη, τον Παναγιώτη Τέτση, έως τον χαράκτη Τάσσο, τον Φρέντυ Κάραμποτ, τον Μιχάλη Κατζουράκη και άλλους.

Πέρα από την καλλιτεχνική τους αξία, είναι μια έκθεση τόσο πλούσια σε πληροφορίες και τόσο όμορφη οπτικά, που αξίζει να τη δει κανείς ξεχωριστά. Γι’ αυτό, της αφιερώσαμε ιδιαίτερο κείμενο, ώστε να παρουσιαστεί αναλυτικά το υλικό και οι ιστορίες που φέρνει στο φως, που έχουν να κάνουν με την ιστορία του τουρισμού και την προβολή της Ελλάδας ως τόπου πολιτισμού, φυσικής ομορφιάς και φιλοξενίας.

Ύδρα: Η Ιστορική Οικία Λάζαρου Κουντουριώτη

Την επόμενη μέρα, επιστρέφουμε σε αυτό το τόσο όμορφο αρχοντικό για να το απολαύσουμε στο φως της μέρας με την ησυχία μας. Η οικία του Yδραίου πρόκριτου Λαζάρου Κουντουριώτη, χτισμένη την εποχή της ναυτικής ακμής του νησιού, δεσπόζει στη δυτική πλευρά του όρμου της Ύδρας. Είναι το κατάλληλο μέρος για να ξεσκονίσουμε τις γνώσεις μας στην ιστορία της προεπαναστατικής Ελλάδας, που άλλωστε εξηγεί και τη φυσιογνωμία του νησιού.

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα η Ύδρα είναι πρώτη ναυτική δύναμη ανάμεσα στα ελληνικά νησιά, με το εμπόριο να ακμάζει και το νησί να επεκτείνεται αμφιθεατρικά (όπως το βλέπουμε τώρα) και να ανοίγεται προς τη θάλασσα. Τότε χτίζονται κι όλα αυτά τα μεγάλα αρχοντικά, τα περισσότερα σε περίοπτη θέση, στον λόφο της δυτικής πλευράς του λιμανιού από όπου αγναντεύουν ολόκληρη την πόλη και το λιμάνι της.

Όπως διαβάζουμε στον κατάλογο του Μουσείου, τα σπίτια αυτά είναι «λιτά και απέριττα εξωτερικά, εσωτερικά όμως συγκρίνονται με γενοβέζικα αναγεννησιακά αρχοντικά, καθώς διαθέτουν σπάνιες για την εποχή ανέσεις, πολυτελή έπιπλα, χάλια, οικιακά σκεύη και διακοσμητικά αντικείμενα, που έχουν έλθει από τα λιμάνια της Δύσης και της Ανατολής».

Ελάχιστες πληροφορίες διαθέτουμε για τη χρήση των χώρων. Κατά τα βαλκανικά και οθωμανικά πρότυπα η ιδιωτική ζωή και οι δημόσιες λειτουργίες δεν θα ήταν αυστηρά διαχωρισμένες. Συνήθως οι ανώτεροι όροφοι θεωρούνταν προτιμότεροι για διαβίωση και για υποδοχή ξένων. Και σίγουρα στη διάρθρωση των χώρων του σπιτιού, ειδικά του ισογείου, διακρίνονται και δυτικές επιρροές.

Όσο για τον πρώτο ένοικο και ιδιοκτήτη, Λάζαρο Κουντουριώτη (1769-1852), υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές πολιτικές φυσιογνωμίες της Ύδρας στα προεπαναστατικά χρόνια αλλά και κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ενώ ο πατέρας του είχε εγκατασταθεί στη Γένοβα για εμπορικούς λόγους – φανταστείτε τι καλλιέργεια είχαν οι άνθρωποι αυτοί εκείνη την εποχή. Αλλά και πόσο πατριώτες ήταν.

Μαζί με τον αδερφό του Γεώργιο Κουντουριώτη [το δικό του αρχοντικό δεσπόζει ακόμα πιο δυτικά, στον λόφο, πέρασε στον εγγονό του Παύλο, ναύαρχο και πρώτο πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ένα επίσης εκπληκτικό σπίτι, που έχει δοθεί στο Υπουργείο Πολιτισμού και είναι επισκέψιμος μόνο ο πρώτος όροφος] στήριξαν τον αγώνα με όλες τους τις δυνάμεις, με χρήματα και με τα πλοία της οικογένειας στις πολεμικές επιχειρήσεις, και τον Ανδρέα Μιαούλη να οδηγεί τον υδραίικο στόλο από νίκη σε νίκη, καθιστώντας την Ύδρα ναυαρχίδα της επανάστασης. Μαθαίνουμε πως το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του Λάζαρου δαπανήθηκε για τους σκοπούς του αγώνα της ανεξαρτησίας.

Στα ευρύχωρα δωμάτια του ορόφου, ο επισκέπτης της Οικίας βλέπει νεοελληνική τέχνη: κοσμήματα, κεραμικά, υφαντά από τις νησιωτικές περιοχές του ελλαδικού χώρου, αλλά και ενδυμασίες συγκεκριμένων γυναικών –από Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά, τη φορεσιά της γυναίκας του Λ. Κουντουριώτη, αλλά και φορεσιές από Σποράδες, Κέρκυρα, Δωεδεκάνησα, αλλά και Ήπειρο– που εντυπωσιάζουν με την πολυτέλεια των υλικών κατασκευής τους.

Η εντυπωσιακή αυτή συλλογή των φορεσιών προέρχεται από τις πλούσιες συλλογές της λαογραφικής συλλογής του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου και είναι από τις παλιότερες στην Ελλάδα, εξηγεί η Βένια Βογιατζή: «Το Μουσείο φτιάχτηκε το 1884. Σκεφτείτε, λοιπόν, ότι το πρώτο αντικείμενο ήταν η ψαριανή φορεσιά που είχε χρησιμοποιήσει ο Νικηφόρος Λύτρας ως μοντέλο για να ζωγραφίσει το “Ψαριανό μοιρολόι” – το δώρισε στο μουσείο μας γιατί ήταν το μόνο που υπήρχε με ιστορικά αντικείμενα τότε και είναι το νούμερο 1 στον κατάλογο, δεν είναι τρομερό;» Όντως!

Βλέπουμε πολυτελείς αστικές ενδυμασίες συγκεκριμένων γυναικών, όπως της Υδραίας Ελένης Βούλγαρη, εγγονής του Λαζάρου Κουντουριώτη, της Σπετσιώτισσας Μαρίας Μπόταση, και η φορεσιά της Ψαριανής Καλλιόπης Κοτζιά. Στον ίδιο χώρο παρουσιάζονται και τα περίφημα υδραίικα μαντίλια, δημιουργήματα της γυναικείας καλλιέργειας και ευαισθησίας με κυρίαρχο αυτό της Κυριακούλας Κριεζή, Επίτιμης Κυρίας των Τιμών της βασίλισσας Αμαλίας. 

Και τα έπιπλα; «Είναι από το αρχοντικό Παούρη. Η Αικατερίνη Παούρη ήταν ένας τύπος του 20αιώνα, η γυναίκα που απεικονιζόταν στο χιλιάρικο». Παρατηρούμε τη φωτογραφία της, τα ρούχα της, το μπουντουάρ της, το κρεβάτι της.

Τα έπιπλα από το δωμάτιο της Αικατερίνης Παούρη
Τα έπιπλα από το δωμάτιο της Αικατερίνης Παούρη © Δήμητρα Γκρους

Τα έπιπλα από το δωμάτιο της Αικατερίνης Παούρη © Δήμητρα Γκρους

Την προσοχή μας, πέρα από τα εξαίρετα δείγματα αργυροχρυσοχοΐας, τα πολύχρωμα κεραμικά πιάτα και τα κανάτια από διάφορες περιοχές, που δείχνουν τη νησιωτική παράδοση, τραβάει και ο ξύλινος σκαλιστός αργαλειός από την Κρήτη και τα διάφορα εργαλεία για την επεξεργασία του μαλλιού, εξαιρετικά δείγματα υφαντών με πολύχρωμα κεντήματα του αργαλειού για το στολισμό του σπιτιού και το ντύσιμο της οικογένειας.

Στο Πωλητήριο, που είναι σε αυτό τον όροφο, βρίσκεις πολύ ωραίες αφίσες αλλά και βιβλία από τις εκθέσεις του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου: από την επετειακή έκθεση το «’21 αλλιώς» στην Αθήνα για τα 200 χρόνια, από την ευφάνταστη έκθεση με αναπαραστάσεις σκηνών της Επανάστασης με playmobil, από τις εμβληματικές φωτογραφίες του Αργοσαρωνικού του φοβερού φωτογράφου και φιλέλληνα Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ, αλλά και από την έκθεση «Ένδυμα ψυχής» του Βαγγέλη Κύρη, γνωστού για τη δουλειά του γύρω από την ελληνική παράδοση και τις παραδοσιακές τέχνες, όπως τα κεντήματα και η αποτύπωση της φορεσιάς.

Κάποιες θα δούμε αμέσως μετά, κατεβαίνοντας στον κάτω όροφο, σε μια υποβλητική αίθουσα με πορτρέτα από το «Ένδυμα ψυχής», που μας θυμίζει πως η παραδοσιακή φορεσιά δεν είναι απλώς ένα κομμάτι ρουχισμού, αλλά εκφράζει την ψυχή του φορέα του, την ταυτότητα, την ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά μιας περιοχής ή ενός λαού.

«Ο Βαγγέλης Κύρης μας δώρισε όσα έργα είχαν να κάνουν με Αργοσαρωνικό: είναι τα αυθεντικά κεντήματα που έχει τυπώσει σε ύφασμα και από πάνω κέντησε κάποιες λεπτομέρειες. Η φορεσιά της Υδραίας που είδαμε στον πάνω όροφο είναι εδώ φορεμένη!» μας λέει η ξεναγός μας. Αν παραβλέψεις τα πρόσωπα, όλο το υπόλοιπο θυμίζει ζωγραφική της Αναγέννησης.

Στο ισόγειο, ο επισκέπτης έχει πράγματι την αίσθηση μιας οικίας. Οι χώροι παρουσιάζονται περίπου όπως είχαν παραδοθεί από τους τελευταίους ιδιοκτήτες και δωρητές, με τα έπιπλα των τελευταίων Κουντουριωτών, ενώ προστέθηκαν επιλεκτικά ιστορικά αντικείμενα από το Μουσείο της Αθήνας. Βλέπουμε τα πορτρέτα τους και φανταζόμαστε τη ζωή τους: ο Παντελής πέθανε το 1978 και η γυναίκα του το 1982. Σταματάμε και στην προσωπογραφία του Λάζαρου, με κάρβουνο και μολύβι, που έχει την υπογραφή του: «Είναι η βάση για όλες τις φωτογραφίες του, δηλαδή έχει διασωθεί η μορφή του» εξηγεί η κ. Βογιατζή και σκέφτεσαι το νήμα της ιστορίας που ξετυλίγεται μέσα από τα βάθη των χρόνων.

Όπως στα περισσότερα αρχοντόσπιτα του νησιού, η επίπλωση είναι ένα μείγμα Ανατολής και Δύσης: κάποια τα έφερναν από τα ταξίδια τους, κάποια τα κατασκεύαζαν στο νησί. Νησιώτικοι καναπέδες δίπλα σε ευρωπαϊκές κονσόλες και βιτρίνες, ξύλινες κασέλες και διπλές ντουλάπες, χρυσοποίκιλτοι καθρέφτες, αγγλικά και ιταλικά σερβίτσια, χαρακτικά με θέματα από τον αγώνα της ανεξαρτησίας, βιεννέζικες κουνιστές πολυθρόνες και τραπεζάκια με ξυλόγλυπτη διακόσμηση.

Η τραπεζαρία του σπιτιού, με αρχικά Λ.Κ., του πατέρα του Παντελή, δηλαδή τέλη 19ου αιώνα – τα ίχνη όσων έζησαν σε αυτό το σπίτι σου γεννούν το αίσθημα της οικογενειακής συνέχειας. Φυσικά είναι ένα πλούσιο αρχοντικό, όμως η αισθητική των επίπλων και η οικοσκευή, στην πιο απλή μορφή τους, περνούν μέσα κι από το δικό μας βίωμα, καθώς θυμίζουν αυτά των παππούδων μας: τα λαβομάνο στην είσοδο των σπιτιών, οι ανθοστήλες, τα μεταλλικά κρεβάτια και τα μπουντουάρ στα ψηλοτάβανα δωμάτια… είναι η κοινή μας ιστορία και μνήμη που διασώζει το Μουσείο.

Δεν είναι όλα έπιπλα των Κουντουριωτών. Στη δίπλα αίθουσα, έχουν δωρεές από την οικία Μπουντούρη, επίσης οικογένεια αγωνιστών. «Μην ξεχνάμε πως όλα αυτά τα σπίτια ήταν και εφοπλιστικοί οίκοι, από εδώ ξεκινούσαν τα πλοία για τις εμπορικές αποστολές, και μετά για τις μάχες στα χρόνια της επανάστασης». Εδώ βλέπουμε έργα τέχνης που απεικονίζουν το νησί, από αφίσες του ΕΟΤ μέχρι πίνακες του Παναγιώτη Τέτση. Αλλά και ένα ομοίωμα τορπιλικού, μαζί και τα όπλα της οικογένειας. Η ζωγραφική και τα κειμήλια από τον αγώνα της ανεξαρτησίας συνυπάρχουν αρμονικά –είναι και τα δύο αναπόσπαστα κομμάτια της ιστορίας του νησιού.

Μπορείς να χαθείς με τις ώρες στους τρεις ορόφους της Οικίας Κουντουριώτη και να ταξιδέψεις στον χρόνο. Βγαίνοντας έξω, για να ανηφορίσουμε μέσα από τα στενά δρομάκια της Ύδρας στο σπίτι του Παναγιώτη Τέτση, συνειδητοποιώ ότι τα σπίτια τους ήταν γειτονικά. Ο ένας ήταν απόγονος της μεγάλης οικογένειας των Κουντουριωτών, ο άλλος περνούσε πολύ χρόνο τα καλοκαίρια με τις παππούδες του που είχαν το μπακάλικο του νησιού, από την πλευρά της μητέρας του.

Το επιβεβαιώνει και η Βένια Βογιατζή: «Αυτό το σπίτι το δώρισε ο Τέτσης στο Μουσείο, επειδή περνώντας από μπροστά για να πάει σπίτι του, έβλεπε πώς το φτιάξαμε και πόσο φροντισμένα λειτουργούσε μετά».

Ύδρα: Στην Οικία & Ατελιέ Παναγιώτη Τέτση

Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925 –περίπου25 χρόνια μετά τον Παντελή Κουντουριώτη– και παρότι έζησε στην Αθήνα, αγαπούσε το νησί του, όπως και το σπίτι των παππούδων του, στο οποίο έμενε όταν ερχόταν στην Ύδρα και είχε διαμορφώσει ως ατελιέ. Το 2007, όταν δεν ήταν πια εύκολο να ανεβαίνει εδώ λόγω ηλικίας, το δώρισε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος με την επιθυμία να διατηρηθεί και να αναδειχθεί ως μια τυπική υδραίικη κατοικία του 19ου αιώνα - αρχών του 20ού, αλλά και να δημιουργηθεί, μετά τον θάνατό του, ένα μουσείο που θα στεγάσει το ατελιέ και τα έργα του. Όπως και έγινε: το 2016 έγινε παράρτημα του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου στην Ύδρα.

Οι παππούδες του έμεναν πάνω, δούλευαν κάτω – τα παλιά χρόνια στο ισόγειο στεγάζονταν ένα κηροπλαστείο και ένα μπακάλικο-ταβερνείο. Ο ίδιος αναδιαμόρφωσε τους χώρους του σπιτιού και από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 δούλευε στο παλιό αυτό σπίτι έχοντας μετατρέψει τη σάλα του ορόφου σε ατελιέ. Την αγάπη του για το νησί μετέδιδε πάντα και στους μαθητές του από τη Σχολή Καλών Τεχνών, τους οποίους έφερνε κάθε χρόνο στο Παράρτημα της Σχολής στην Ύδρα, φιλοξενώντας τους συχνά και στο σπίτι αυτό, μεταλαμπαδεύοντάς τους, εκτός από την τέχνη της ζωγραφικής και την αγάπη του για το νησί.

Στην Οικία και Ατελιέ Τέτση
Η κάβα με τα ποτά, μέσα στο ντουλάπι

Το ισόγειο είναι το πιο παλιό κομμάτι του σπιτιού, χτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα. Αν το παρατηρήσεις, σχηματίζει ένα Πι: εκεί που ήταν η αποθήκη τώρα είναι η καινούργια κουζίνα. Καθόμαστε στον καναπέ, σαν να έχουμε έρθει επίσκεψη, για να παρακολουθήσουμε ένα βίντεο που ζωντανεύει στιγμές από την καθημερινότητά του, μέσα από τις αφηγήσεις των μαθητών και φίλων του.
Σε αυτό το δωμάτιο έμπαιναν με το που έφταναν λαχανιασμένοι από τα ατελείωτα σκαλοπάτια της Ύδρας, έπιναν λίγο νερό παίρνοντας μια ανάσα, εκείνος έφτιαχνε τον καφέ, που σέρβιρε στο διπλανό δωμάτιο – την παλιά κουζίνα την οποία είχε κάνει καθιστικό, το αγαπημένο του σημείο του σπιτιού που τον συνέδεε με τα παιδικά του χρόνια.

Στο βίντεο ακούμε για τη ροδιά που είχε φέρει ο ίδιος μαζί με την κληματαριά, δυο κλαδάκια, από την αυλή της Ξενοκράτους, που βρήκαν εδώ τον τόπο τους – σταφύλια στην αυλή, ρόδι στον κήπο. Και εκείνος καμάρωνε.

Στην Οικία και Ατελιέ Τέτση
Η κάβα με τα ποτά, μέσα στο ντουλάπι

Η κάβα με τα ποτά, μέσα στο ντουλάπι

Στο σπίτι αυτό καλοδεχόταν φοιτητές που είχαν έρθει από διάφορα μέρη της Ελλάδας για να μάθουν ζωγραφική. Ο μαθητής και φίλος του Γιώργος Ρόρρης περιγράφει στο βίντεο τα γλυκά του κουταλιού που κερνούσε στο ίδιο αυτό τραπέζι: περγαμόντο, νεράντζι, κιτρολέμονο. «Κάποιες φορές το σερβίρισμα γινόταν και με το ζόρι, ερχόταν κι ένας καφές δυναμίτης και ξεκινούσε η επίσκεψη. Τόσο ωραίες αναμνήσεις και στιγμές έχουμε περάσει εδώ μέσα, τέτοια ελευθερία κίνησης, δεν ήσουνα φιλοξενούμενος, σε έκανε να νιώθεις ότι είναι το σπίτι δικό σου. Πολλές φορές ο ίδιος μας μαγειρεύει να φάμε, αλλά κι εμείς δεν ήμασταν τίποτα μουσαφιρέοι, να κάτσουμε να φάμε και να φύγουμε. Πλέναμε τα πιάτα, ψωνίζαμε…»

Συνεχίζουμε την ξενάγηση. Τα έπιπλα τα κατέβασε από τον πάνω όροφο – γιατί κάτω ήταν οι βοηθητικοί χώροι. Το δωμάτιο που έγινε το υπνοδωμάτιό του ήταν η συνέχεια του μαγαζιού όπου κοιμόταν ο παραγιός, αλλά και κηροποιείο – εκεί είχαν τα εργαλεία για το κερί που έλιωναν και πουλούσαν στο μπακάλικο. Στον τοίχο, κρεμασμένο ένα έργο που είχε φτιάξει μικρούλης αντιγράφοντας μια καρτ ποστάλ, στην πίσω όψη μιας παλιάς διαφήμισης. Λογικό, ζωγράφιζε όπου έβρισκε.

Η μεγάλη έκπληξη είναι το μπακάλικο και η αποθήκη κρασιού στο υπόγειο, τα οποία διατηρούνται άθικτα μέχρι σήμερα! Σαν να μεταφερόμαστε στον χρόνο. «Ο Τέτσης δεν το πείραξε ποτέ το μαγαζί, υπάρχουν προϊόντα φυλαγμένα από τη δεκαετία του ’70! Ένας συνάδελφός μου ερχότανε ως παιδί, και ψώνιζε από τις θείες του Τέτση, τις αδερφές της μητέρας του» μας λέει η ξεναγός μας. Στον τοίχο τακτοποιημένα τα βαρελάκια με τα διάφορα ποτά, που γράφουν πάνω μαστίχα, ούζο, κονιάκ, «με γράμματα που είχε ζωγραφίσει ο ίδιος μικρός».

Αν γεννήθηκε το 1925, άντε να τα έφτιαξε 15 χρόνων, σχολιάζουμε. Κάτω από τα πόδια μας, μια σχάρα για να αερίζεται το υπόγειο με τα κρασιά. «Μια φορά τον χρόνο την έβγαζαν, με την τροχαλία ανέβαζαν τα βαρέλια πάνω για να τα κατεβάσουν στην παραλία και να τα πλύνουν με θαλασσινό νερό», και στο μυαλό μας ζωντανεύουν σκηνές από τη ζωή του τόπου στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Βλέπουμε και τρία ξύλινα τραπέζια, το μπακάλικο ήταν και ταβέρνα, εκεί έπιναν κρασί και έτρωγαν κανένα μεζεδάκι. Δεν το πιστεύεις ότι είναι έτσι διατηρημένα όλα: τα βαρέλια, τα μπουκάλια και οι συσκευασίες των προϊόντων, Φυτίνη, μπισκότα Παπαδοπούλου, Θρεψίνη, τα τεφτέρια και οι διαφημίσεις, οι ζυγαριές και οι σέσουλες, τα εργαλεία και τα υλικά του κηροπλαστείου, οι προθήκες για το ρύζι και τα μακαρόνια, η βιτρίνα για τα κεριά που έφτιαχναν. Και όλα ξύλινα, τόσο ωραία φτιαγμένα. Είναι μοναδικό στην Ύδρα και ως τέτοιο το διαφύλαξε ο Τέτσης, και οι άνθρωποι του Ιστορικού Μουσείου κατέγραψαν τα αντικείμενα, τα τακτοποίησαν και το έκαναν όπως το βλέπουμε τώρα: είναι άψογο.

Βγαίνουμε στην αυλή για να ανέβουμε στον επάνω όροφο. Στα παλιά σπίτια (πλούσια και φτωχά) τα δωμάτια είναι συνεχόμενα – από το ένα περνάς το άλλο. Το υπνοδωμάτιο το έχει βάψει ο ίδιος με υδρόχρωμα, και όταν πέφτει ο ήλιος φαίνεται ένα υπέροχο χρυσοτριανταφυλλένιο χρώμα, μας λέει η Βένια Βογιατζή, που πρόλαβε και τον γνώρισε.

«Εδώ είναι τα κυρίως έπιπλα της τραπεζαρίας, αλλά τα πιο πολλά τα κατέβασε κάτω, γιατί εδώ πάνω δούλευε». Στους τοίχους υπάρχουν έργα του: η Ύδρα, μία προσωπογραφία του νεαρός, τα πορτρέτα της μητέρας του και της γυναίκας του, και σε ένα κάδρο μια φωτογραφία του όταν ήταν μωρό, όπως τον είχαν οι θείες – ίσως του 1926.

Και στη συνέχεια, το εργαστήρι του: τα τελάρα, τα εργαλεία και τα χρώματα, ακριβώς όπως ήταν όταν δούλευε. «Εδώ, πριν το κάνει ατελιέ, ήταν το σαλόνι. Πήρε τα έπιπλα και τα πήγε κάτω, κι έλεγε, “αν έβλεπαν οι θείες μου τι έχω κάνει στο σαλόνι τους, το οποίο άνοιγε μόνο σε γάμους και κηδείες, θα με είχαν αποκληρώσει!”» μας λέει η Βένια και γελάμε καταλαβαίνοντας ακριβώς τι εννοούσε.

Στο ξύλινο πάτωμα είναι απλωμένο ένα τεντόπανο, για να προστατεύεται από τις μπογιές όπως κάνουν οι ζωγράφοι στα ατελιέ τους, και στους πίνακες κάποια πρόσωπα της Ύδρας: ένας παπάς, ένας πρώην δήμαρχος, ένας λιμενάρχης... οι άνθρωποι του νησιού. «Υπάρχει μια σειρά έργων οι Φίλοι, για εδώ μάς δώρισε όσους εικονίζονται να κάθονται στον καναπέ και να ποζάρουν, το μόνο έπιπλο που κράτησε από την επίπλωση που είχαν οι θείες του» – υπέροχα όλα.

Το απόγευμα στη θάλασσα, στο Μανδράκι, είναι τόσο ωραία και χαλαρωτικά – αίσθηση διακοπών. Η Ύδρα μάς έχει προσφέρει γενναιόδωρα τη φιλοξενία της. Κοιτάζω το τοπίο και σκέφτομαι όλα όσα μάθαμε, τις εικόνες και τις ιστορίες με τις οποίες γεμίσαμε. Τη σύνδεση με τους ανθρώπους και την ιστορία, που κάνουν το νησί πιο οικείο και γνώριμο, φτιάχνοντας δεσμούς. Στις διακοπές, όπου κι αν πας, δεν φτάνει μόνο ο ήλιος και η θάλασσα, συνδέεσαι αλλιώς με έναν τόπο όταν γνωρίζεις την ιστορία του. Όταν δεν είσαι μόνο τουρίστας, αλλά γίνεσαι επισκέπτης.

Η Ύδρα, που άλλωστε είχε πάντοτε στενούς δεσμούς με την Αθήνα, είναι τυχερή που είχε ανθρώπους, στο πέρασμα των αιώνων, που τη φρόντισαν και την αγάπησαν, και που θέλησαν να διαφυλάξουν τη μνήμη και την κληρονομιά της για τους επόμενους. Και τέτοιους ανθρώπους έχει μέχρι σήμερα – γιατί τους τόπους οι άνθρωποι τους φτιάχνουν. Όσο για το Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο δεν έχει καταφέρει λίγα. Έχει διανύσει μια μεγάλη διαδρομή από την εποχή της ΕΠΑΝΑCYΣΤΑΣΗΣ 21, του επετειακού προγράμματος για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Για να συνεχίσει απερίσπαστο το πολύπλευρο έργο του, χρειάζεται τη στήριξη όλων, κράτους, θεσμών, φορέων και ιδιωτών, όπως μας ανέφερε η Διευθύντριά του, κ. Μαρία Παπαναστασίου σε μια από τις κουβέντες μας.

Ύδρα
Αποχαιρετώντας το νησί © Δήμητρα Γκρους

Αποχαιρετώντας το νησί © Δήμητρα Γκρους

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση