Χορος

Η Pina Bausch όπως τη γνώρισε ο Κωνσταντίνος Κακανιάς

Όσα είχε μοιραστεί στην A.V. ο διάσημος Έλληνας καλλιτέχνης για την κορυφαία χορογράφο που γεννήθηκε σαν σήμερα

62222-137653.jpg
A.V. Team
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
365657-756127.jpg
EPA/JOAO RELVAS

Γεννήθηκε στο βιομηχανικό Ζόλινγκεν της Γερμανίας, στις 27 Ιουλίου του 1940, σε μια πολυτάραχη εποχή για την Ευρώπη, και άλλαξε με τη ματιά, την κίνηση και τις ιδέες της το σύγχρονο χοροθέατρο.

Ο διάσημος Έλληνας καλλιτέχνης Κωνσταντίνος Κακανιάς, είχε μοιραστεί στο τεύχος 265 της A.V. τις σκέψεις του από τη γνωριμία του με την Pina Bausch. Αυτά είναι όσα μας είχε γράψει από τον Ιούλιο του 2009…

H εφήμερη τέχνη έχει κάτι πολύτιμο για μένα, γιατί αντίθετα από ένα ποίημα, έναν πίνακα ή ένα κτίριο, δημιουργήματα που μπορώ να ξαναδώ, η ζωντανή τέχνη, εύθραυστη αλλά και δυνατή, έχει τη μαγεία τού τώρα, της στιγμής. Γνωρίζοντας ότι δεν θα την ξανανιώσω ποτέ ξανά στην ίδια μορφή ακριβώς –και εφόσον η τέχνη είναι υψηλής ποιότητας–, η στιγμή αυτή νικάει το χρόνο, τον πιάνει για πάντα, γίνεται αιώνια.

Χωρίς να είμαι ειδικός της τέχνης του χορού και χωρίς να μπορώ να αποφασίσω αν η τέχνη αυτή είναι πραγματικά εφήμερη (μικρός όμως είχα την τύχη να δω τη Νατάλια Μακάροβα, τον Μπαρίσνικοφ και τον Νουρέγιεφ –ο οποίος με κυνηγούσε για ένα βράδυ στο Palace, ελπίζοντας να με βάλει στο κρεβάτι του– να χορεύουνε και μεγαλύτερος να θαυμάσω παραστάσεις των Merce Cunningham και του William Forsythe), θα πω ότι οι παραστάσεις που πραγματικά με συγκλόνισαν και, τολμώ να πω, μου άλλαξαν ριζικά τις ιδέες μου ήταν αυτές της μεγάλης Γερμανίδας χορογράφου Pina Bausch.

Αν η Pina Bausch ήταν απλά χορογράφος θα το αφήσω στους θεωρητικούς να το πουν, αλλά για το υπερευαίσθητο και μισοκατεστραμμένο μυαλό μου, η Pina Bausch ήταν χορεύτρια, χορογράφος, δραματουργός, ιδιοφυΐα του πάθους, του πόνου, ύψιστη ποιήτρια του θείου αλλά και του αιώνια εφήμερου. Τα χοροδράματά της –πραγματικές θεατρικές παραστάσεις– χωρίς λόγια (σπάνια, πού και πού, φράσεις ή κραυγές), μόνο κινήσεις πάθους, βίας, πόνου, αποξένωσης, μαζοχισμού, σκληρότητας, μαγείας αιχμαλωτισμένης στη σκηνή και ελευθερωμένης με ένα νεύμα, μόρια ποίησης πολλαπλασιασμένα στο άπειρο, αύρα πυκνής αποσταγμένης τέχνης –με πολυτέλεια αλλά και τρομερή οικονομία– μας δείξανε, σε εμάς τους ζωντανούς θεατές, τη ζωή μας, όπως πραγματικά είναι (και όχι έτσι όπως νομίζουμε). Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα είναι οι παραστάσεις των έργων της χωρίς τη θεϊκή αύρα της, την πειθαρχία και τη λατρεία της στους χορευτές της. Τα δράματά της όταν τα βλέπεις σε φιλμ χάνουν τόση από την έντασή τους… Η μελαγχολία, ο παραλογισμός, η ματαιότητά τους ξαφνικά παγώνουν μέσα στην άψυχη μηχανή… Το εφήμερα αιώνιο γκρεμίζεται. Ακόμα και όταν είναι κινηματογραφημένα από αριστοτέχνες όπως ο Pedro Almodovar, με τον οποίο συνεργάστηκε στο αριστούργημά του “Talk to Her”, η δύναμή τους, κατά τη γνώμη μου, λιγοστεύει.

Η Pina Bausch, η οποία σπούδασε κλασικό χορό και αποφάσισε σύντομα ότι δεν την ενδιέφερε, δημιούργησε το δικό της λεξιλόγιο κινήσεων, αφού η ίδια είχε δηλώσει το 1968: «Δεν θέλω να μιμηθώ κανέναν. Ό,τι κινήσεις ήξερα δεν ήθελα να τις χρησιμοποιήσω», μιλώντας για το πρώτο χορόδραμά της, το “Fragment”, σε μουσική Bela Bartok με την ομάδα της Wuppertal Tanztheater. Με αυτό το νέο «χορολόγιο» κινήσεων, με μια στροφή του ώμου, μια κίνηση του χεριού, ένα λύγισμα, τεμάχισε τη ζωή, το θάνατο, το σύμπαν σε κομμάτια και τα ξανασυναρμολόγησε –σαν κάθαρση–, φορτίζοντάς τα με ερωτηματικά και δίνοντάς μας το κλειδί για τη σοφία. Μας έκανε δυνατούς και αδύναμους, πλούσιους και φτωχούς, αλλά μυημένους.

Φυλάω σαν θησαυρό στη μνήμη μου ένα αυγουστιάτικο βράδυ που περάσαμε μαζί στην Πόλη, μερικά χρόνια πριν. Κατά τύχη βρέθηκα σε ένα δείπνο προς τιμήν της και της ομάδας της – στο παλάτι ενός πασά στον Βόσπορο. Περιτυλιγμένοι από οθωμανική μεγαλοπρέπεια, κοιτάζοντας την Ασία, μιλούσαμε για διάφορα – θυμάμαι την έκανα να γελάσει (μια πολύ μεγάλη τιμή για μένα)… Ανάμεσα στα πλατάνια και τις καρυδιές, φωτισμένα από τουρκικές λατέρνες, χορέψαμε αμανέδες της κοιλιάς πάνω στα τραπέζια. Η Pina, καθισμένη, ακτινοβολούσε και κοίταζε την ομάδα της, που από τέλειοι μοντέρνοι χορευτές εξελίχθηκαν σε ξέφρενα ουρί ποτισμένα με ρακή.

Η τελευταία φορά που την είδα ήταν πέρυσι στην  Όπερα στο Παρίσι, στην παράστασή της «Ορφέας και Ευρυδίκη» του Gluck. Τα έργα της πάντα μου φέρνανε αναφιλητά, αλλά αυτή τη φορά παρακολούθησα την παράσταση κλαίγοντας σιωπηλά, μισοκρυμμένος από τους διπλανούς μου. Στο τέλος η Pina υποκλίθηκε ταπεινά με την ομάδα της, απλή, όμορφη, πάντα στα μαύρα, με τη μεγαλύτερη χάρη ίσως που έχω δει ποτέ σε άνθρωπο.

Pina, Pina, η ποιήτρια του αιώνιου μελαγχολικού εφήμερου…

Αφήνοντας την πένα μου, για να πάρω μια ανάσα, βγήκα στο μπαλκόνι να δω λίγο «αγαπημένην πόλιν», όπως είπε ο Καβάφης. Βλέποντας τα πολύχρωμα φώτα του Χόλιγουντ, το βλέμμα μου γύρισε προς το βαθύ βελούδινο μπλε ουρανό και ω! να ένα αστέρι που μόλις, μόλις πέφτει… το ξέρω, μου το είπε, ότι είναι η Pina που χορεύοντας ψάχνει άλλα αστέρια για να χορέψουνε μαζί και να τους δείξει τι έκανε σε αυτό τον πλανήτη γη.

Hollywood, Ιούλιος 2009

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ