Design & Αρχιτεκτονικη

Για τον Αριστείδη Αντονά η αρχιτεκτονική έχει άμεση σχέση με τη λογοτεχνία

«Με ενδιαφέρει η περαιτέρω συγκόλληση ετερόκλητων ευρημάτων που οδηγεί σε μια εντελώς παράδοξη σύνθεση»

unnamed.jpg
Γιάννης Κωνσταντινίδης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
2221-18330.jpg

Ο Αριστείδης Αντωνάς μιλάει για την αρχιτεκτονική και το σπίτι που σχεδίασε στην Ύδρα και είναι υποψήφιο για το βραβείο Mies van der Rohe

Σπούδασε στο ΕΜΠ και στη συνέχεια στη Γαλλία, όπου απέκτησε διδακτορικό Φιλοσοφίας. Είχε πάντα μια σχέση με τη λογοτεχνία και έχει εκδώσει αρκετά βιβλία που έχουν χαρακτηριστεί ως φιλοσοφικά αφηγήματα. Στα βιβλιοπωλεία, όμως, τα βρίσκει κανείς στα ράφια της λογοτεχνίας, ενίοτε στα ράφια της φιλοσοφίας («και σπάνια στα ράφια της αρχιτεκτονικής – παρά το ότι συχνά εντάσσονται στην προτεινόμενη «ύλη» για τους φοιτητές των αρχιτεκτονικών σχολών). Για κείνον η αρχιτεκτονική έχει άμεση σχέση με τη λογοτεχνία, καθώς όταν σχεδιάζει ένα χώρο πλάθει ταυτόχρονα μία μυθιστορηματική δράση μέσα σ’ αυτόν. Θεωρεί ότι πολλοί από τους πειραματικούς χώρους που μελετά και σχεδιάζει «έπεσαν από τη λογοτεχνία». Δηλαδή, δεν του χρησίμευσαν εκεί κι έτσι παρουσιάζονται αυτόνομα ως αρχιτεκτονικό έργο.

Τον ενδιαφέρουν τα πρότζεκτ που δεν έχουν συγκεκριμένο κτιριολογικό πρόγραμμα, δηλαδή δεν έχουν προδιαγραφές που θέτει ο πελάτης για το κτίριο. Προτιμά να σχηματίζει εκείνος ένα πολύ ιδιαίτερο –περίεργο– πρόγραμμα κτιρίου. Όπως λέει: «Tο ενδιαφέρον για τον αρχιτέκτονα είναι ακριβώς να προτείνει χώρους που θα μπορούσαν πράγματι –κάπως, κάποτε– να κατοικούνται, αλλά που τώρα δεν είναι αυτονόητο ότι αυτό μπορεί να συμβεί. Δυστυχώς ένα προαποφασισμένο πρόγραμμα κατασκευής εξωθεί τον αρχιτέκτονα να απαρνείται τον πρωταρχικό του ρόλο, που είναι να ακυρώνει ορισμένα κλισέ, να δημιουργεί εναλλακτικές αντιλήψεις για τη χρήση και έτσι να ανασχεδιάζει τον τρόπο που βιώνεται ένας χώρος».

Θα πίστευε κανείς ότι περιφρονείτε τα πρότζεκτ που xτίζονται με τούβλα και σοβάδες.
Ίσως να μην είναι ούτε αυτό. Άλλωστε αυτά τα παλιά υλικά είναι πολύ ενδιαφέροντα. Εξάλλου σε πολλές δουλειές χρησιμοποιώ κάποιον υπαρκτό χώρο σαν βασική αφετηρία. Παράδειγμα, τα πρότζεκτ Real Fake house two και Real Fake house one, όπου προβάλλω μια νέα χρήση σε δύο υπαρκτά κτίρια. Το ένα είναι μια παλιά εγκαταλελειμμένη υδατοδεξαμενή που γίνεται σπίτι και το άλλο ένα γιαπί στη φάση του ξυλότυπου. Το σταματώ σ’ αυτή τη δεδομένη στιγμή και μέσα του φτιάχνω μια κατοικία. Ένα κτίσμα που ανήκε στο φάσμα της μπανάλ αρχιτεκτονικής παρέμεινε σε ένα ανολοκλήρωτο στάδιο, για να δημιουργηθεί μέσα απ’ αυτό κάτι απρόβλεπτο. Αυτό συμβαίνει με όλα μου τα πρότζεκτ που δεν ξεκινούν με κάποιο πρόγραμμα. Τα περισσότερα γεννιούνται χάρη σε κάποιο εύρημα, όπως ήταν εκείνη η εγκαταλελειμμένη υδατοδεξαμενή. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, μ’ ενδιαφέρει η περαιτέρω συγκόλληση ετερόκλητων ευρημάτων που οδηγεί σε μια εντελώς παράδοξη σύνθεση. Εφευρίσκω πράγματα μέσα σε μπανάλ πράγματα – αυτή είναι η διαδικασία. Συνειδητοποιώ μάλιστα ότι όσα έργα μου βραβεύτηκαν ή διακρίθηκαν, προέρχονταν από αυτό το κομμάτι της δουλειάς μου – το να δημιουργώ με ελεύθερο κτιριολογικό πρόγραμμα.

Στο σπίτι που σχεδιάσατε στην Ύδρα και είναι τώρα υποψήφιο για το βραβείο Mies van der Rohe είχατε πλήρη ελευθερία προγράμματος;
Ιδιοκτήτης είναι η αδελφή μου, οπότε είχα απόλυτη ελευθερία να κάνω ό,τι ήθελα.

Ποια στοιχεία του πιστεύετε ότι το κάνουν ενδιαφέρον;
Είναι ένα σπίτι που έχει εννέα μέτρα ύψος και αντί για καθιστικό ένα αμφιθέατρο. Τα δωμάτια είναι οι μόνοι κλειστοί χώροι, δηλαδή, απομονώνονται με πόρτες – εκτός από το κύριο υπνοδωμάτιο, που είναι σαν μια πλατφόρμα που αιωρείται πάνω από το αμφιθέατρο, σαν να πετάει. Έχει σχεδιαστεί για να έχει ελάχιστα έπιπλα και αντικείμενα. Η κεντρική ιδέα είναι τέτοια, που οφείλει να έχει πάντα ελάχιστα πράγματα και αυτά να είναι κινητά για να μπορούν εύκολα να αλλάζουν θέσεις. Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι διαχειρίζεται με σχεδόν ασκητικό τρόπο τα υπνοδωμάτια. Δεν παρέχουν καμιά από τις παραδοσιακές ανέσεις. Κοιμάσαι σε στρώματα που ανοίγουν και μαζεύονται, κατά τον ιαπωνικό τρόπο.

Δεν είναι άβολο όταν είσαι κουρασμένος να πρέπει να ανοίγεις το στρώμα σου;
Το ανοίγεις φτάνοντας και το μαζεύεις όταν φεύγεις ή αν επιλέξεις κάποια στιγμή άλλη θέση για να κοιμηθείς μέσα στο σπίτι. Ο τρόπος που κατοικείται το σπίτι είναι αρκετά εύπλαστος. Μπορεί κανείς, αν θέλει, να επιλέξει να κοιμηθεί στο αμφιθέατρο ή έξω στον υπαίθριο χώρο. Έχει δηλαδή μια πλαστικότητα από αυτή την άποψη, ενώ η μορφή του έχει κάτι το πολύ άκαμπτο και τελείως χοντροκομμένο, αφού στην ουσία του δεν είναι παρά ένας στεγασμένος χώρος με αναβαθμούς και ένα ιπτάμενο δωμάτιο.

Έχοντας βιώσει πια αυτό το σπίτι, έχετε εντοπίσει κάτι που θα θέλατε να αλλάξετε;
Θα μου άρεσε να βάλω μερικά ακόμα έπιπλα με ρόδες. Επίσης, κρεμαστά κρεβάτια – από τη στέγη. Θα μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα και στον υπαίθριο χώρο. Αλλά δεν θα άλλαζα κάτι στην κεντρική ιδέα.

Τι πιστεύετε ότι θα πρόσφερε το κρεμαστό κρεβάτι σε ένα φιλοξενούμενο;
Μου αρέσει να σκέφτομαι το δάπεδο σαν το ταβάνι ενός σπιτιού. Πολλές φορές όταν πέφτω να κοιμηθώ, κοιτάζω το ταβάνι σαν να μπορούσα να περπατάω. Τα κρεμαστά κρεβάτια αφήνουν το πάτωμα άδειο σαν ταβάνι.

Τι άλλο θεωρείτε πραγματικά αντισυμβατικό σ’ αυτό το έργο σας;
Το χώρο του καθιστικού: ενώ είναι γιγαντωμένος σε αμφιθέατρο, είναι και ανύπαρκτος. Δεν υπάρχει ουσιαστικά, έχει χαθεί – μεταλλάχθηκε σε κάτι που δεν ξέρεις τι είναι ακριβώς. Θεωρώ ότι αυτό ήταν η πιο σημαντική κίνηση. Σκέφτομαι την ιστορία του καθιστικού στη σύγχρονη αρχιτεκτονική: το καθιστικό αποκτά ενδιαφέρον ως χώρος, γιατί δεν προσδιορίζεται ακριβώς ο προορισμός του. Είναι συνήθως ένα αμήχανο είδος χώρου. Η αυτονόητη σταθερή διάταξη ενός καναπέ απέναντι σε μια τηλεόραση είναι ένα κλισέ που τελειώνει – εννοώ ότι αναγκαστικά θα βρει ένα τέλος. Οπότε πιστεύω πως ο χώρος του καθιστικού αποτελεί πεδίο έρευνας για την αρχιτεκτονική.

Υπάρχει κάποιο έπιπλο που αν το βλέπατε σ’ αυτό το σπίτι θα θέλατε να το πετάξετε στα σκουπίδια;
Πολλά, αλλά δεν θα το έκανα νομίζω. Δεν θα ήθελα να είμαι τόσο υπερκαθοριστικός. Όμως ένας πολύ καλός καναπές, που ενδεχομένως να μου άρεσε σε ένα άλλο σπίτι, δύσκολα μπαίνει σ’ αυτό. Ενώ μια πολυθρόνα με ρόδες ίσως να εντασσόταν καλύτερα. Οποιοδήποτε κινητό στοιχείο. Μια απλή σεζλόνγκ ταιριάζει επίσης. Αλλά θα προτιμούσα να ήταν κοινή, αγορασμένη απ’ όπου να ’ναι. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που το αποζητά το ίδιο σπίτι.

Αν συμβιβαστεί κανείς με τα κοινά –τα πεζά, όπως έχετε χαρακτηρίσει– είδη επίπλωσης, δεν συμβιβάζεται ταυτόχρονα και με ένα κατώτερο επίπεδο ποιότητας και αντοχών από αυτό που συνήθως προσφέρουν τα είδη ντιζάιν;
Το ιδεώδες για μένα θα ήταν να σχεδιάσω μια πολυθρόνα ή μια σεζ λόνγκ που θα είναι έτσι απλή, και συγχρόνως ελάχιστα διαφορετική. Η αλήθεια είναι ότι θα ήθελα να την ξανασχεδιάζω, αλλά πάλι το ύφος της θα έπρεπε να μείνει κοινό, μπανάλ. Να της λείπει δηλαδή εκείνος ο εσωτερικός ναρκισσισμός που έχουν τα είδη που προτείνει το σύγχρονο ντιζάιν.

Είστε ο γιος δύο πολύ γνωστών και καταξιωμένων αρχιτεκτόνων, του Δημήτρη και της Σουζάνας Αντωνακάκη, πώς προέκυψε το όνομα Αντονάς;
Το επέλεξα για να διαφοροποιηθώ από τους γονείς μου. Αλλά επίσης το Αντωνακάκης ήταν πολύ μεγάλο για τους Γάλλους και στη Γαλλία ήταν που επέλεξα το Αντονάς. Το ψευδώνυμο ξεκίνησε από τα βιβλία μου. Ως λογοτέχνη, δεν με γνωρίζει κανείς με το όνομα των γονιών μου. Είναι τεράστιο θέμα το όνομα και δεν μπορώ να το αναλύσω με λίγα λόγια. Οι γονείς μου είναι δύο άνθρωποι απολύτως αφιερωμένοι στην αρχιτεκτονική. Εγώ λοιπόν και η αδελφή μου όλη μας την παιδική ηλικία την έχουμε περάσει μέσα σ’ αυτό – μέσα σε μια αγάπη για την αρχιτεκτονική και σε μια αυτονόητη εγκατάσταση μέσα της. Το εξωτικό για μένα είναι όλα τα υπόλοιπα. Για παράδειγμα, ο λαϊκός πολιτισμός, η μπανάλ κουλτούρα ή ο κιτς πολιτισμός. Όλα αυτά δεν τα γνώριζα. Είναι πράγματα που ήρθαν σε δεύτερη φάση στη ζωή μου. Στην ωριμότητά μου. Δεν υπήρξα ποτέ έξω από την αρχιτεκτονική. Η σχέση μου με τους γονείς μου περιγράφεται από το ότι υπήρξαν οι αυτονόητες αναφορές μου. Πάντοτε τους εκτιμώ και έχω γράψει κείμενα γι’ αυτούς. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα κάνουν κάτι διαφορετικό. Παράγουν ένα είδος αρχιτεκτονικού έργου που είναι δύσκολο να το κατατάξει κανείς, με πρωτοτυπία και επιμονή στη συνεχή έρευνα, χωρίς σταθερό ύφος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ