Περιβαλλον

Ο Σταύρος Τσέτσης μιλάει στην AV για το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας

Ένα σημαντικό εργαλείο για να δώσει στην πόλη τη θέση που της αρμόζει στο παγκόσμιο γίγνεσθαι

41535-93522.jpg
Βασιλική Γραμματικογιάννη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
370271-764764.jpg

Η Αθήνα τα τελευταία χρόνια βίωσε και βιώνει μια άνευ προηγουμένου οικονομική και κοινωνική κρίση. Κρίση που ανέδειξε την αδυναμίες της πόλης, αποκάλυψε όμως και τα πλεονεκτήματα και τις κρυμμένες δυνάμεις που παρά τις δυσκολίες έκαναν την πόλη να σταθεί στα πόδια της. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας είναι ένα σημαντικό εργαλείο για να δώσει στην πόλη τη θέση που της αρμόζει στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, αλλά και για να τη βοηθήσει να αντιμετωπίσει τις πιέσεις που θα δεχτεί στο μέλλον. Ο Σταύρος Τσέτσης είναι Αρχιτέκτονας, Πολεοδόμος-Χωροτάκτης Μηχανικός και Διδάκτωρ του ΕΜΠ. Ασχολείται με θέματα αστικού και χωροταξικού σχεδιασμού σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Τον συναντήσαμε και μιλήσαμε μαζί του για το σημαντικό «εργαλείο» που ονομάζεται Ρυθμιστικό Σχέδιο.

Το Ρυθμιστικό Σχέδιο: Τι είναι και ποιος ο ρόλος που εξυπηρετεί στις πόλεις.

Το Ρυθμιστικό Σχέδιο, είναι ένα χωρικό προγραμματικό εργαλείο, επιτελικού χαρακτήρα, που ερευνά και παρεμβαίνει σε μία μητροπολιτική αστική περιοχή, συνολικά. Αποσκοπεί στο στρατηγικό σχεδιασμό της ιστορικής εξέλιξης του πολεοδομικού συγκροτήματος. Στην περίπτωση μας, της Αττικής. Υλοποιείται, αφενός μέσω της εξυγίανσης και λειτουργικής προσαρμογής των υφιστάμενων ιστών και αφετέρου με την περαιτέρω ανάπτυξή του. Επιπλέον το ΡΣ συνιστά το κρίσιμο θεσμοθετημένο σχεδιαστικό μέσο βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης και των κύριων χωροταξικών παραγόντων, που στοιχειοθετούν την εδαφική συνοχή, την ανταγωνιστικότητα της εξεταζόμενης περιοχής, την περιβαλλοντική προστασία, τη διατήρηση και ανάδειξη της «μνήμης της πόλης» και των φυσικών της πόρων. Αποτελεί τον κατευθυντήριο οδηγό των παρεμβάσεων ανάπτυξης, της μείζονος περιοχής της πρωτεύουσας –εξ αυτού προκύπτει και η ιδιαίτερη χρησιμότητα του.

Επομένως το ΡΣ σε μία πόλη όπως η Αθήνα θα έπρεπε να δίνει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα αλλά και διέξοδο στην οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική κρίση. Το πετυχαίνει;

Ακριβώς. Αποτελεί προαπαιτούμενο για την επίλυση σοβαρών προβλημάτων, χρόνιων ή πιο πρόσφατων, της πολεοδομικής συνάθροισης της Αττικής: Συγκρούσεις χρήσεων , μετακινήσεις, σε πολλές περιπτώσεις δραστική υποβάθμιση και ανάγκη εξυγίανσης συνοικιών, κτιριακή γήρανση, περιθωριοποίηση και ραγδαία υποβάθμιση ολόκληρων περιοχών, όχι μόνον οικιστικών, άρση ενδοαστικών ανισορροπιών, εδαφική συνοχή, διατήρηση και ανάδειξη πολύτιμων τεκμηρίων προγενέστερων εποχών, περιβαλλοντική αναβάθμιση, για -να επισημανθούν τα χαρακτηριστικότερα. Αλλά και για να αντιμετωπιστούν νέες και αναφυόμενες προκλήσεις: βιώσιμη αστική κινητικότητα, ανάδειξη της –μοναδικής της- Ιστορικής Μνήμης κι αν όχι ενσωμάτωσης, σε κάθε περίπτωση «συνομιλίας» της με το σύγχρονο αστικό γίγνεσθαι , «γαλάζιοι» και « πράσινοι» διάδρομοι, αστικές καινοτομίες. Και ενίσχυση της εξαιρετικής -και σύγχρονης- πολιτισμικής της υποδομής. Πρόσφατα το BBC, «διερωτήθη», εάν η Αθήνα μπορεί να αποτελέσει το νέο πολιτιστικό κέντρο της Ευρώπης.

Ασφαλώς. έργα πολιτισμού, παράγωγα ευποιίας-όπως το Ίδρυμα Νιάρχου, αυτό της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, αλλά και άλλα λιγότερο ή περισσότερο προβεβλημένα, όπως το Ευγενίδειο ή το Ίδρυμα Λασκαρίδη, το Ίδρυμα Τσάκου και ένας εντυπωσιακός αριθμός άλλων- προστίθεται σε υποδομές πυλώνες του Ελληνικού Ευρωπαϊκού και Οικουμενικού πολιτισμού: τα δημόσια και ιδιωτικού χαρακτήρα Μουσεία της Ακρόπολης, το Αρχαιολογικό, το Χριστιανικό και Βυζαντινό,της Σύγχρονης Τέχνης, του Κυκλαδικού Πολιτισμού, το αναμενόμενο Μοντέρνας Τέχνης του Ιδρύματος Β&Ε Γουλανδρή.ενδεικτικές πλην εμβληματικές δομές.

Εάν προστεθούν οι -ενίοτε ιδιαίτερα αξιόλογες- πρωτοβουλίες, μεμονωμένων ή όχι, δημιουργών «με οίστρο», σε όλους τους τομείς, η πρωτεύουσα, σ’ αυτόν τον τομέα εντάσσεται στο πλέγμα των κορυφαίων διεθνών πόλων πολιτισμού- όχι μόνον αυτών της ιστορίας. Υπάρχει μοναδικό δυναμικό –άρα και μέλλον. Χρέος της πολεοδομίας, είναι να άρει αγκυλώσεις και αντικίνητρα, που σχετίζονται με τον τομέα της. Και να προωθήσει τη διασύνδεση τους, μία μορφή χωρικού δικτύου. Να «κυκλωθεί» η πρωτεύουσα, να αναδείξει τη δημιουργικότητά της. σε όλους τους τομείς. Τότε μόνον επιτελεί το ρόλο της. Οφείλει-έχει το χρέος-του σχεδιασμού και της ανάληψης πρωτοβουλιών, που προσιδιάζουν στην ιστορία της Αθήνας. Το κόστος άλλωστε του α-απρογραμμάτιστου, του ευκαιριακού, του τυχαίου -το βιώνουμε- είναι πολύπλευρο και ιδιαίτερα υψηλό. Αντίθετα, παρεμβάσεις, όπως η ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων, καταδεικνύουν εύγλωττα τον επιβεβλημένο δρόμο της.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι «οδύνες» της κρίσης, θα ενισχύσουν τις τάσεις απώλειας πληθυσμού και δραστηριοτήτων, από την πρωτεύουσα. Ας μην ξεχνάμε, ότι η υπερσυγκέντρωση τους, στο Λεκανοπέδιο, συνιστά κύρια γενεσιουργό αιτία της «πολεοδομικής παθογένειας Αθήνα».

Άρα θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση και τα μνημόνια είναι παράγοντες που συμβάλλουν στη μη εφαρμογή του ΡΣ;

Η παρατεταμένη, οξύτατη και πολυεπίπεδη κρίση των τελευταίων χρόνων, πλήττει-«υπόκωφα»-αλλά με ιδιαίτερη σφοδρότητα σε κάποιες περιπτώσεις και τη φυσική δομή της πρωτεύουσας. Ας δούμε τα αστικά «κενά», την υποβάθμιση του δημόσιο της χώρου, στις κεντρικές ιδίως περιοχές. Την επίλυση της αστικής κρίσης, δυσχεραίνει η μη επιλεξιμότητα της Περιφέρειας –σε «βαριές υποδομές», από την Ευρωπαϊκή διαρθρωτική πολιτική. Η Αττική στο Περιφερειακό της Σκέλος, θεωρήθηκε, κατά τη διάρκεια της διαμόρφωσης των κριτηρίων διοχέτευσης κοινοτικών κονδυλίων, ως ανεπτυγμένη/ σε μετάβαση, περιοχή. Βεβαίως καταβάλλονται, απ’ ότι γνωρίζω, προσπάθειες βελτιωτικών επεμβάσεων απ’ τους άμεσα εμπλεκομένους. Η ΕΕ οφείλει, όπως και στο παρελθόν, να αναλάβει –σύστοιχη με τον έως τώρα ρόλο της- το βάρος της ευθύνης που της αναλογεί.

Σύμφωνα με τα «Memoranda», για συγκεκριμένες εκτάσεις/ ακίνητα του Δημοσίου προς πώληση ή αξιοποίηση, δύνανται να παρακαμφθούν, οι γενικά ισχύοντες όροι και προϋποθέσεις δόμησης –μία μορφή «άνωθεν» και επιβαλλόμενης ανάπτυξης. Τα «οφέλη» μιας τέτοιας, θεωρούμενης ως ευέλικτης διαδικασίας, πιθανόν να αποδειχτούν πρόσκαιρα.

Ασφαλώς η πρακτική αυτή, συναρτάται άμεσα, με το ισχύον «Σισύφειο» σύστημα Χωροταξίας – στα όρια της κατάρρευσης, αφού σπανίως τελεσφορεί. Και η Πολιτεία, αντί να συγκροτήσει μία ουσιαστική πολιτική βιώσιμη ανάπτυξή του χώρου της επικράτειάς της –που συνιστά το θεσμικό υπόστρωμα κάθε αναπτυξιακού εγχειρήματος, ανεξαρτήτου Αρχετυπικής μορφής- συνεχίζει να «τακτοποιεί»… Η κρίση, συνιστά πάντα, ερέθισμα για αυτογνωσία και ευκαιρία υπέρβασης. Η ευθύνη παραμένει πρωτίστως πολιτική.

Η παγκόσμια τάση είναι αναπλάσεις αντί για επεκτάσεις. Στην Αθήνα ακούμε πολλά και βλέπουμε λίγα. Τι φταίει;

Η ανάκτηση του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της μητροπολιτικής Αθήνας – με βασικό άξονα τις αναπλάσεις- συνιστούν, αναντίρρητα προτεραιότητα. Ωστόσο, ένα χωροταξικό Σχέδιο κλίμακας, εκ των πραγμάτων με ορίζοντα 15ετίας, τουλάχιστον- είναι πρόδηλο, ότι θα πρέπει να προβλέψει, αν όχι να προκαταλάβει και νέες, μελλοντικές επεκτάσεις. Αυτό είναι συστατικό στοιχείο του ρόλου του. Άλλωστε το δίλλημα, πλασματικό θα έλεγα, ανακτήσεις υφισταμένων πολεοδομικών ή νέες οικιστικές επεκτάσεις -που ενίοτε δεν υφίσταται ιδεολογικών ερεισμάτων ακόμη και ιδεοληψιών-, έχει βρει προ πολλού την απάντηση στην Ευρωπαϊκή εμπειρία : Ταυτόχρονες παρεμβάσεις. Πρώτη το δίδαξε η «GiuntaRossa» της Μπολώνια, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, με την υποδειγματική αναβίωση του Ιστορικού της Κέντρου, ως εναλλακτική στις άλογες επεκτάσεις. Επέτρεψε, ωστόσο, όχι με μεγάλη χρονική απόσταση, την «extramuros» επέκτασή της, στη Fiera,βάσει σχεδίων του KenzoTange, του Αρχιτέκτονα των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκυο. Είναι αγωνία και πάγιο αίτημα των πολεοδόμων, η ανατροπή του φαινομένου εξωαστικών «οικιστικών κηλίδων. και μορφωμάτων».

Η Αθήνα, νομίζω -καταβάλει προσπάθεια για να αναβαθμιστεί- σε συνθήκες θυελλώδεις. Το συνολικό όραμα για την πρωτεύουσα, ωστόσο, δεν είναι ορατό –περιορίζεται, θα έλεγα, σε κύκλους ειδικών- ή είναι προς υλοποίηση, από την τρέχουσα Ευρωπαϊκή δέσμη συνοχής. Άλλωστε οι εξαιρετικά σχοινοτενείς διαδικασίες σχεδιασμού και υλοποίησης, αποθαρρύνουν, τόσο εκλεγμένους, όσο και κατοίκους –που όλο και πιο δύσκολα αντιλαμβάνονται, ότι οι πολεοδομικές παρεμβάσεις είναι μέρος της λύσης, μιας ζοφερής καθημερινότητας, που μας ταλανίζει. Επιπρόσθετος λόγος για ριζική αναδόμηση του συστήματος χωροταξίας.

Η Ευρώπη έχει ξεκαθαρίσει κάποια ζητήματα για τη συνεκτική πόλη. Για παράδειγμα οι «αστικοί αυτοκινητόδρομοι» σταδιακά σταματούν να υφίστανται. Αντίθετα στην Ελλάδα ζητάμε να αξιοποιήσουμε το πακέτο Γιούνκερ με τέτοια έργα που θεωρούνται ξεπερασμένα. Θα ήθελα την άποψή σας.

Η στροφή στα πλεονεκτήματα της αστικότητας, που διακρίνει όχι μόνον τους ιστορικούς, αλλά και «πιο σύγχρονους» πολεοδομικούς ιστούς του 19ου αιώνα στην Ευρώπη, γενικά ως τάση, είναι γεγονός – ασφαλώς η σύγχρονη παραγωγή των άμορφων περιαστικών οικιστικών συγκροτημάτων, δεν είναι πρότυπο. Αυτό το εγγυάται η συνεκτικότητας μιας πολεοδομικής συνάθροισης- και ένα Ρυθμιστικό Σχέδιο, έχει τον κεντρικό ρόλο.

Οι «πράσινες μετακινήσεις», οι οποίες καλούνται να εξασφαλίσουν την ασφαλή, οικονομική, γρήγορη, άνετη, στους περισσότερους δυνατόν προορισμούς και για όλους κυκλοφορία στην πόλη, είναι η ουσιαστική απάντηση σε πρακτικές του παρελθόντος, που βασίζονται στο ΙΧ και στις σχετικές υποδομές. Με άξονα την προτεραιότητα στα Μαζικά Μέσα Μεταφορών, τις φιλικότερες προς το περιβάλλον υποδομές Μεταφορών, την αποτροπή διαμετακομιστικών ροών, τον πολεοδομικό σχεδιασμό που περιορίζει τις άλογες μετακινήσεις, την καινοτομία, την πληροφόρηση, να συνεχίζουν να αποτελούν δοκιμασμένες πρακτικές.

Εξάλλου, τόσο η δέσμη Γιούνκερ (2014-2020), όσο και το χρηματοδοτικό μέσο Γιούνκερ –με περαιτέρω προσφυγή στις χρηματοδοτικές δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ενισχύουν ως προτεραιότητα, μια πολιτική αστικής βιώσιμης κινητικότητας. Οι κατευθύνσεις της Επιτροπής, επιδιώκουν την απαγόρευση των ΙΧ με συμβατικά καύσιμα, σε κεντρικές αστικές περιοχές, μακροχρόνια. Ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις, ήδη το εφαρμόζουν. Αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη ολοκλήρωσης του κύριου οδικού δικτύου, της χώρας. Ωστόσο οι σιδηροδρομικές συνδέσεις σε επίπεδο επικράτειας, το γνωρίζουμε, υστερεί δραματικά.

Τέλος, τι πρέπει να κάνουμε, κατά τη γνώμη σας, για να μην γίνει το νέο Ρυθμιστικό άλλο ένα κείμενο χωρίς εφαρμογή;

Πριν τρία χρόνια τον Αύγουστο του 2014, η πρωτεύουσα εφοδιάστηκε με ένα καινούριο θεσμικό εργαλείο, στρατηγικού χαρακτήρα, για την Αττική. Το νέο Ρυθμιστικό της Σχέδιο. Αυτό συνιστά πρόοδο. Η κρισιμότητα της συγκυρίας, οι υπαρκτές δομικές αδυναμίες και διαρθρωτικές ελλείψεις, καθιστούν ωστόσο, αδήριτη την ανάγκη επικαιροποίησής/ αναμόρφωσής του, ως άμεση προτεραιότητα.

Μεταξύ των λόγων που την επιβάλλουν, βρίσκονται: η δραματική υποβάθμιση του δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, οι οξύτατες και αυξανόμενες συνθήκες ανέχειας –προπομπός της περαιτέρω τάσης εγκατάλειψης κτιρίων και συνόλων και ολόκληρων αστικών περιοχών- η υπόθεση της κλιματικής αλλαγής- για την αντιμετώπιση της οποίας σημαντικές ευρωπαϊκές μητροπόλεις λαμβάνουν (και) χωρικά μέτρα, αλλά και η μεταβαλλόμενη «Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική», με όχι αναγκαστικά ευδιάκριτες, πλην σαφώς υπαρκτές επιπτώσεις στα αστικά κέντρα και στον χώρο. και ιδίως στο γεωστρατηγικό σχεδιασμό της πρωτεύουσας.

Αλλά και ενός επιτακτικού Μεσογειακού και ευρύτερα Διεθνούς, ανοίγματός της. Η προώθηση επίσης, νευραλγικών για την πολεοδομική αναβάθμιση επιμέρους στρατηγικών και η ειδίκευση κρίσιμων επεμβάσεων, στην κορυφή των οποίων βρίσκονται:

  • Η βιώσιμη κινητικότητα, ως κεντρική επιλογή του σχεδίου,
  • Η εξισορρόπηση μιας διαφαινόμενης, περαιτέρω ανισορροπίας, μεταξύ κεντρικών και δυτικών περιοχών της Αθήνας και του δυναμικά αναπτυσσόμενου παραλιακού μετώπου,
  • Η διεύρυνση των ορίων παρέμβασης των Ιστορικών και Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας και η ενοποίησή τους,
  • Ο ακριβής καθορισμός νέων κεντρικοτήτων,
  • Η ανάγκη ειδίκευσης μεγάλου αριθμού διαφοροποιημένων πολεοδομικών παρεμβάσεων, βάσει κεντρικής συν-αρμογής, όπως η εξυγίανση της ευρύτερης περιοχής της Ακαδημίας του Πλάτωνα και η μετεγκατάσταση του γειτνιάζοντος σταθμού ΚΤΕΛ Κηφισού,
  • Η αναβάθμιση των συνοικιών, που χρήζει πιο άμεσης αντιμετώπισης, ιδίως κεντρικών και Δυτικών. Η Δυτική Αττική, αναμορφωμένη μέσο/ μακροπρόθεσμα, συνιστά ζωτικό κομμάτι της μελλοντικής πρωτεύουσας, αποτελούν ορισμένους επιπρόσθετους λόγους.

Η πρωτεύουσα, αυτή του Μύθου και της Ιστορίας, της απαστράπτουσας Μνήμης, μιας «Λήθης» που επιμένει ή ακριβέστερα και πολεοδομικών πρακτικών που την επιφέρουν, του χώρου δραματικών και τραγικών γεγονότων, του «Φωτός» και των «Σκιών», των αντιφάσεων, του δυναμισμού της Ναυτιλίας, αυτή της έκρηξης της ζωτικότητας, που πρόσφατα μόνον φαίνεται να κάμπτεται -πιο έκδηλη στον πολιτισμό, οφείλει να ξαναβρεί τον εαυτό της. Αυτόν του Μέτρου και του Λόγου, της διαρκούς Αναζήτησης. Η Αθήνα μπορεί. Ας μου επιτραπεί, «ού τόπος», είναι η κατάσταση που βιώνουμε σήμερα. Όχι ασφαλώς ένα Σχέδιο, που θεσμοθετεί βάσιμες προοπτικές, που «διεμβολίζουν» αδιέξοδα. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο, έχει ρόλο σ’ αυτό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ