Πολιτικη & Οικονομια

Σκοτ Μόρισον: Ποιος είναι ο Αυστραλός πρωθυπουργός;

Στα σαράντα του χρόνια ήταν ένας άγνωστος, τυχαία εκλεγμένος βουλευτής. Σήμερα είναι ένας από τους ισχυρότερους αρχηγούς κρατών του κόσμου.

agis_avatar_2.jpg
Άγης Παπαγεωργίου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
scottmorrison.jpg
Ο Αυστραλός πρωθυπουργός, Σκοτ Μόρρισον | © Lukas Coch/EPA

Σκοτ Μόρισον: Η απρόσμενη πρωθυπουργία της Αυστραλίας, η γεωπολιτική φιλοδοξία, η αυστηρή μεταναστευτική πολιτική και ο Νόβακ Τζόκοβιτς.

Το σίριαλ σχετικά με την πιθανή απέλαση του Νόβακ Τζόκοβιτς από την Αυστραλία δεν είχε πρωταγωνιστή μόνο τον Σέρβο τενίστα. Στην πραγματικότητα, πίσω από την όλη ιστορία –αλλά και τα ευρύτερα αυστηρά μέτρα που έχουν επιβληθεί στην Αυστραλία καθόλη τη διάρκεια της πανδημίας– βρίσκεται ο Αυστραλός Πρωθυπουργός, Σκοτ Μόρισον. Η στάση της κυβέρνησης Μόρισον τόσο απέναντι στον Τζόκοβιτς, όσο και απέναντι σε πληθώρα θεμάτων της Αυστραλιανής ημερήσιας διάταξης έχει προσελκύσει τόσο τον θαυμασμό, όσο και το μένος εξωτερικών αναλυτών, τραβώντας συχνά-πυκνά την Αυστραλία από την άκρη της γης στο κέντρο του κόσμου.

Η προσωπική επιρροή του Μόρισον είναι καθοριστική στον τρόπο με τον οποίο η Αυστραλιανή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τον εαυτό της τα τελευταία τρία χρόνια. Και αν ο πενηντατετράχρονος συντηρητικός από το Σύδνεϋ μπορεί να βρέθηκε στο αξίωμα σχεδόν κατά τύχη, δείχνει αποφασισμένος τόσο να παραμείνει σε αυτό, όσο και να συνδέσει το όνομα του με μερικές ανεπανάληπτες εθνικές επιτυχίες.

Τα πρώτα χρόνια του Σκοτ Μόρρισον

Ο Μόρισον γεννήθηκε το 1968, μερικά τετράγωνα μακριά από την ξακουστή παραλία Μπόντι, σε μια οικογένεια της ανώτερης μεσαίας τάξης. Παρά τις μάλλον τυπικές του καταβολές, φοίτησε σε ένα από τα πιο επίλεκτα σχολεία της πόλης με κρατική υποτροφία, ενώ ως φοιτητής παρέμεινε στο Σύδνεϋ όπου σπούδασε γεωγραφία στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας. Για ένα μικρό διάστημα μετά τις σπουδές του, ο Μόρρισον εξέτασε την πιθανότητα να μεταναστεύσει στον Καναδά για να εξειδικευτεί στη θεολογία, τελικά όμως μπήκε στην αγορά εργασίας,  επιλέγοντας αρχικά να εργαστεί ως λομπίστας στον τομέα του Αυστραλιανού real estate περίπου μέχρι τα τριάντα του. Αμέσως μετά, ο Μόρρισον έκανε στροφή προς τον τομέα του Τουρισμού, μεταναστεύοντας στη γειτονική Νέα Ζηλανδία όπου εργάστηκε ως διευθυντής της Αυστραλιανής αποστολής τουρισμού και αθλητισμού.

Με άλλα λόγια, σχεδόν τίποτα από τα πρώτα τριανταπέντε περίπου χρόνια της ζωής του Μόρισον δεν προμήνυε πως θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργός της χώρας, αν έφτανε ποτέ στο κοινοβούλιο. Μπορεί να παρέμενε μεν αφοσιωμένος στις ιδέες και τις πολιτικές του Φιλελεύθερου κόμματος—το οποίο εκπροσωπεί παραδοσιακά την κεντροδεξιά παράδοση της Αυστραλιανής πολιτικής στα πλαίσια του συνασπισμού του με το Εθνικό Κόμμα—όμως τόσο ως φοιτητής, όσο και ως εργαζόμενος, δεν κατείχε ποτέ μια θέση-διαβατήριο ώστε να χτίσει πάνω της μια μακρόχρονη πολιτική καριέρα. Τα μόνα κομματικά χιλιόμετρα που είχε μαζέψει ο Μόρισον αφορούσαν μερικές τοπικές και ομοσπονδιακές εκλογές που διηύθυνε ως επικεφαλής του τοπικού κομματικού βραχίονα, μια θέση που ωστόσο άφησε ξανά για να εργαστεί ως γενικός διευθυντής του Αυστραλιανού οργανισμού τουρισμού.

Η στροφή στην πολιτική

Στην πραγματικότητα, ο Μόρισον κατάφερε να εκλεγεί στο Αυστραλιανό κοινοβούλιο μετά από δύο οριακά εξωφρενικές συγκυρίες – και μια μεγάλη πολιτική ήττα. Συγκεκριμένα, το 2007 στην ηλικία των τριανταεννιά διεκδίκησε εσωκομματικά την έδρα του Μπρους Μπαρντ στο δυτικό Σύδνεϋ όταν εκείνος παραιτήθηκε, όμως η επιστροφή στον τουρισμό έμοιαζε βέβαιη, καθώς ηττήθηκε με διαφορά 74 ψήφων συγκεντρώνοντας μόλις 8 απέναντι στις 82 που συγκέντρωσε ο αντίπαλος του, Μάικλ Τόουκ. Όμως, μετά την αποκάλυψη πως ο Τόουκ είχε εμπλακεί σε μια υπόθεση διαφθοράς, η έδρα πέρασε στον Μόρισον, ο οποίος κατάφερε να την κρατήσει οριακά στις εκλογές της ίδιας χρονιάς. Στην αντιπολίτευση, ο Μόρισον επιλέχθηκε από τον επικεφαλής του κόμματος, Μάλκομ Τέρνμπουλ, ως σκιώδης υπουργός τοπικής αυτοδιοίκησης το 2008, ενώ ο επόμενος επικεφαλής, Τόνι Άμποτ, τον επέλεξε ως σκιώδη υπουργό μετανάστευσης το 2009.

Σε αυτή τη θέση, ο Μόρισον έδειξε για πρώτη φορά στοιχεία της πολιτικής του κοσμοθεωρίας σχετικά με τα μεταναστευτικά ζητήματα. Από το 2009 μέχρι και το 2013, προχώρησε σε διάφορες δηλώσεις, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τους αντιπάλους του από ξενοφοβικές έως και ρατσιστικές· όμως, ο Μόρισον αποτέλεσε απλώς έναν υπέρμαχο της παραδοσιακά αυστηρότατης Αυστραλιανής μεταναστευτικής πολιτικής, στα πλαίσια της οποίας τα κριτήρια ακόμα και για την παροχή ασύλου ή την υποδοχή προσφύγων είναι ανάμεσα στα αυστηρότερα του κόσμου. Τόσο η γεωγραφική θέση της χώρας—με τον Ειρηνικό και τον Ινδικό ωκεανό να την προφυλάσσουν ως αδιαπέραστα τείχη—αλλά και η αποικιστική παράδοση της από δυτικό-ευρωπαίους μιας μέσες-άκρες κοινής πολιτισμικής καταβολής βρίσκονται στον πυρήνα της αυστηρής αυστραλιανής μεταναστευτικής πολιτικής, με τον Μόρισον να αποτελεί απλώς άλλον έναν συντηρητικό πολιτικό ο οποίος δεν επιθυμούσε ποτέ να τη διαταράξει—ειδικά όταν μπορούσε να αξιοποιήσει την αυστηρή αντιπολιτευτική και αντιμεταναστευτική του στάση ως πολιτικό διαβατήριο για μια κυβερνητική θέση.

Ο σκληρός υπουργός Μετανάστευσης

Στις εκλογές του 2013, το Φιλελεύθερο κόμμα επέτρεψε στην Κυβέρνηση μετά από οχτώ χρόνια, με τον Μόρισον να αναλαμβάνει υπουργός μετανάστευσης της κυβέρνησης Άμποτ. Σε αυτή τη θέση, εφάρμοσε μια εξαιρετικά αυστηρή μεταναστευτική πολιτική, στοχεύοντας—και πετυχαίνοντας—τον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης, προστατεύοντας απόλυτα τα θαλάσσια σύνορα της χώρας· ενδεικτικά, ο όγκος των θαλάσσιων παραβιάσεων σχεδόν μηδενίστηκε από το 2013 στο 2014. Ο Μόρισον υπεραμύνθηκε των χαρακτηρισμών «λαρθομετανάστες» και «λαθρομετανάστευση» για να περιγράψει το φαινόμενο παραβίασης των θαλάσσιων συνόρων, ενώ παράλληλα ο αριθμός των αποδεκτών αιτήσεων ασύλου μειώθηκε αισθητά.

Αναπόφευκτα, ο Μόρισον αποτέλεσε τον αγαπημένο στόχο τόσο της αντιπολίτευσης των Εργατικών και των Πράσινων, όσο και των ΜΜΕ. Ωστόσο, παρά τη συνεχή και έντονη κριτική, δεν άλλαξε στο ελάχιστον την προσέγγιση του ως υπουργός μετανάστευσης· όμως, μετά από σχετική έκθεση της Αυστραλιανής επιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση είχε αποτύχει να διασφαλίσει ικανοποιητικές συνθήκες για τα παιδιά των προσφύγων στα αυστραλιανά κέντρα υποδοχής και κράτησης, ο Μόρισον μετακινήθηκε από τον Άμποτ στη θέση του υπουργού κοινωνικής πολιτικής, με την τότε επικεφαλής των Πρασίνων να δηλώνει πως η θέση δεν του αξίζει γιατί «δεν έχει συμπόνια». Στην επόμενη κεντροδεξιά κυβέρνηση με επικεφαλής τον Μάλκομ Τέρνμπουλ, ο Μόρισον διορίστηκε υπουργός δημοσιονομικής και φορολογικής πολιτικής, όπου υπηρέτησε από το 2015 μέχρι το 2018.

Ο Πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον

Ο Μόρισον αναδείχθηκε στην πρωθυπουργία σχεδόν όσο συγκυριακά εκλέχθηκε στο κοινοβούλιο. Εκμεταλλευόμενος την κρίση της κομματικής εμπιστοσύνης προς τον Μάλκομ Τέρνμπουλ η οποία οδήγησε στην παραίτηση του το καλοκαίρι του 2018, ο Μόρρισον και άλλα δύο προβεβλημένα στελέχη διεκδίκησαν την αρχηγία—και την πρωθυπουργία· παρότι ηττήθηκε στον πρώτο γύρο, επικράτησε στον δεύτερο, και στις 24 Αυγούστου ορκίστηκε πρωθυπουργός της χώρας. Όμως, η εσωκομματική κρίση οδήγησε στην απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, με τον Μόρισον να αναγκάζεται να κυβερνήσει με κυβέρνηση μειοψηφίας. Παρότι η θητεία του έμοιαζε πως θα ήταν μια από τις συντομότερες της Αυστραλιανής ιστορίας, ο φαινομενικά αδύναμος συντηρητικός πρωθυπουργός γύρισε το παιχνίδι διαψεύδοντας τις δημοσκοπήσεις που έβλεπαν νίκη των Εργατικών στις εκλογές του 2019, κατακτώντας μια πλειοψηφία δύο εδρών, αλλά τραβώντας το κόμμα του δεξιότερα.

Μετρώντας πλέον σχεδόν τέσσερα χρόνια στην πρωθυπουργία, ο Μόρισον διαφέρει από τους προκατόχους του κυρίως σε ό,τι αφορά την προσέγγιση του στην εξωτερική πολιτική. Υπό τη δική του ηγεσία, η Αυστραλία έχει αναπτύξει μια αισθητά περισσότερο εξωστρεφή προσέγγιση στα διεθνή θέματα, θέτοντας ως προτεραιότητα την αύξηση της γεωπολιτικής της επιρροής· η σύναψη της πυρηνικής συμφωνίας AUKUS τον περασμένο Σεπτέμβριο αποτελεί μόνο την πιο εντυπωσιακή - αλλά και αμφιβόλου ηθικής, λόγω της προδοσίας απέναντι στη Γαλλική κυβέρνηση - κίνηση της κυβέρνησης Μόρισον, η οποία έχει στραφεί στρατηγικά προς τον περιορισμό της διαρκώς αυξανόμενης κινεζικής επιρροής στην ευρύτερη γεωπολιτική γειτονιά. Αντίστοιχης σημασίας είναι και η—πρωτοφανής—αμυντική συμφωνία που σύναψε η Αυστραλιανή κυβέρνηση με εκείνη της Ιαπωνίας, η οποία προβλέπει τόσο την πραγματοποίηση κοινών ασκήσεων, όσο και την αξιοποίηση κοινών βάσεων σε περίπτωση ανάγκης.

Παράλληλα, ο Αυστραλιανός πρωθυπουργός έχει βρει έναν φυσικό σύμμαχο στον Βρετανό συνάδελφο του. Οι απόψεις—αλλά και οι ιδιοσυγκρασίες—του Μόρισον και του Μπόρις Τζόνσον μοιάζουν να ταιριάζουν απόλυτα, ενώ οι στρατηγικές τους προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική έχουν πολλά σημεία συνάντησης, καθώς η επιθυμία του Μόρρισον να αυξήσει τη γεωπολιτική και οικονομική επιρροή της Αυστραλίας εξυπηρετεί το αφήγημα της «παγκόσμιας Βρετανίας» της μετά-Brexit εποχής. Η εμπορική συμφωνία ανάμεσα στις δύο χώρες δεν αποτελεί συγκυριακό γεγονός, αλλά ένδειξη της φιλοδοξίας και των δύο πρωθυπουργών να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα τους και μόνο, δουλεύοντας ο ένας με τον άλλο.

Η πανδημία και οι επόμενες εκλογές

Όπως όλοι οι επικεφαλής κυβερνήσεων, ο Μόρισον κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον Covid-19. Παρότι η Αυστραλία θεωρητικά είχε ένα σημαντικό γεωγραφικό πλεονέκτημα στην προσπάθεια περιορισμού της πανδημίας, τα κρούσματα καθήλωσαν τη χώρα με αλλεπάλληλα κύματα εξάρσεων, οδηγώντας την κυβέρνηση στη λήψη εξαιρετικά αυστηρών μέτρων αντιμετώπισης τους. Μέχρι σήμερα, η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει επιβάλει μερικά από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια lockdown παγκοσμίως, ενώ η μεταναστευτική της πολιτική προσαρμόστηκε αναλόγως· όσο τα εμβόλια βρίσκονταν σε στάδιο παρασκευής, η μετάβαση στην Αυστραλία ήταν κυριολεκτικά αδύνατη ακόμα και για Αυστραλούς πολίτες, ενώ σήμερα κανείς μη εμβολιασμένος—εκτός εξαιρετικών ιατρικών λόγων—δε μπορεί να περάσει τα αυστραλιανά σύνορα. Η περίπτωση του Τζόκοβιτς είναι η πλέον ενδεικτική του τρόπου που η κυβέρνηση Μόρισον αντιλαμβάνεται τη σημασία της ασφάλειας των Αυστραλών, μη αφήνοντας χώρο για καμία απολύτως εξαίρεση - αλλά φλερτάροντας και με τον λαϊκισμό αποσκοπώντας το πολιτικό όφελος που μια τέτοια σύγκρουση κορυφής μπορεί να αποφέρει.

Με τις επόμενες εκλογές να πραγματοποιούνται την άνοιξη του 2022 — και το Φιλελεύθερο κόμμα να βρίσκεται ξανά πίσω στις δημοσκοπήσεις, κάθε κίνηση μετράει. Μόνο ο ίδιος ο Αυστραλός πρωθυπουργός γνωρίζει αν προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την περίπτωση Τζόκοβιτς πολιτικά, όμως η προσωπική του πολιτική σταδιοδρομία, η οποία είναι γεμάτη στιγμές επιτυχημένου πολιτικού οπορτουνισμού, είναι πιθανότατα ενδεικτική του κυνικού τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται την πολιτική. Το ερώτημα είναι αν οι Αυστραλοί πολίτες θα αναγνωρίσουν στον πρωθυπουργό τους έναν φιλόδοξο statesman που έχει προσπαθήσει—και πετύχει— να αυξήσει την παγκόσμια επιρροή και προβολή της χώρας του, ή έναν οποροτυνιστή πολιτικό που βρέθηκε στο αξίωμα εκμεταλλευόμενος συγκυρίες, και που παραμένει υπέρμαχος μιας σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής, μην κάνοντας διάκριση για απολύτως κανέναν. Ο Σκοτ Μόρισον είναι και τα δύο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ