Πολιτικη & Οικονομια

Οι τηλεοπτικές σειρές είναι η νέα λογοτεχνία;

Μπορείς να διαβάσεις ένα κείμενο 500 λέξεων;

14241-108382.jpg
Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 671
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
edito671.jpg

Αυτό το καλοκαίρι διάβασα 3 εφημερίδες. Όλο τον Αύγουστο. Μπορεί να μην ακούγεται περίεργο στους περισσότερους, αλλά για μένα είναι σχεδόν μια άλλη ζωή. Τρεις εφημερίδες κανονικά διάβαζα τη μέρα, είμαι ο τύπος που κάθε μεσημέρι έπαιρνε το αυτοκίνητο για τη βόλτα των 5 χιλιομέτρων στον χωματόδρομο, να φτάσει στο πρακτορείο, να ξεφυλλίσει εφημερίδες και περιοδικά, να γυρίσει με το πακέτο, φρέντο, απλωμένες σελίδες.

Όχι φέτος. Έτσι κι αλλιώς στο νησί εφημερίδες υπάρχουν πια μόνο στο λιμάνι. Δεν είναι ότι δεν διάβαζα εφημερίδες, ότι δεν διάβαζα οτιδήποτε δημοσιευόταν. Διάβαζα ίσως και περισσότερο από πριν. Στο τηλέφωνο. Και το διάβαζα πιο εύκολα. Για πιο σωστά, δεν ξέρω. Πάντως είναι λάθος να λέμε ότι χάνεται η γραφή και η ανάγνωση λόγω της τεχνολογίας. Το αντίθετο, μάλλον. Διαβάζουμε συνέχεια. Και γράφουμε συνέχεια. Μηνύματα. Λίγων λέξεων, αλλά πάρα πολλά.

Δεν κλαίω για τη σταδιακή εξαφάνιση των εφημερίδων παρ’ ότι ανήκω στη γενιά που είχε σχεδόν σωματική σχέση με το χαρτί. Πληροφορίες, αυτή είναι η ιστορία της ζωής μας και ο τρόπος που τις αποκτούμε και τις μεταδίδουμε δεν έχει τόση σημασία. Το περιεχόμενο είναι ο βασιλιάς.

Πραγματικά, δεν έχει τόση σημασία; Υπάρχει περίπτωση εκείνο το παλιό σλόγκαν του προηγούμενου αιώνα, «το μέσον είναι το μήνυμα», να βγει αληθινό; Τις φορές, αυτές τις 3, που πήρα εφημερίδα, κουράστηκα. Δυσκολευόμουν, ήταν και κυριακάτικες, να διαβάσω το ένα άρθρο μετά το άλλο. Σε όλη μου τη ζωή διάβαζα 2-3 εφημερίδες τη μέρα και 5 τις Κυριακές. Τι μου συμβαίνει; Υπάρχει περίπτωση ο τρόπος που διαβάζουμε πια μέσω των σόσιαλ μίντια να αλλάζει τις ικανότητές μας;

Είμαστε συνεχώς μπροστά σε μια οθόνη. Διαβάζουμε κείμενα φυσικά, αλλά όχι μόνο. Ένα άρθρο άποψης ακολουθείται από μια φωτογραφία, μετά μια είδηση, μετά ένα βίντεο από τυφώνα στις Φιλιππίνες, μετά άλλο ένα ρεπορτάζ, μια φωτογραφία της Έμιλυ Ρατακόφσκι, ένα σχόλιο στον τοίχο ενός φίλου, κάτι που σου λέει ένας γνωστός σου, ένα προσωπικό μήνυμα, μια φωτογραφία ηλιοβασιλέματος, ο Πολάκης, ένα σκυλάκι, ένα meme, ένα αστείο στο yolo, το καινούργιο τραγούδι του Έμινεμ στο youtube. Κείμενα, φωτογραφίες, βίντεο, αναλύσεις, αστεία, πληροφορίες, απόψεις, τρέχω προς τα κάτω, το δάχτυλο αυτόματα σκρολάρει. Πολύ δύσκολο να συγκεντρωθείς, το τηλέφωνο συνεχώς χτυπάει, σφυρίζει, τραγουδάει, κουδουνίζει, δονείται, μήνυμα, μέιλ, μέσεντζερ, ίνστα στόρι, γουάτς απ, τουίτ, βζιν, γκλιν, ντλον, μπιπ, ντριν. Να το κλείσεις; Κι αν χάσεις καμιά σημαντική ειδοποίηση; FOMO.

Υπάρχει περίπτωση να αυξάνεται η οριζόντια αντιληπτική μας ικανότητα αλλά να μειώνεται η δυνατότητα εμβάθυνσης; Μήπως αύριο στα skills θα γράφουμε στα βιογραφικά, «ικανότητα ανάγνωσης και κατανόησης κειμένου 500 λέξεων»;

Παρατηρώ τον εαυτό μου προσπαθώντας να βγάλω συμπεράσματα. Αρχίζω να βεβαιώνομαι, όταν φτάνουμε στα βιβλία. Δεν είμαι μόνο media freak, μ’ αρέσει και να διαβάζω βιβλία. Από 5 χρονών, είναι παιδική ασθένεια. Το καλοκαίρι διαβάζω ό,τι δεν προλαβαίνω τον χειμώνα. Τα αφήνω στο πορτ-μπαγκάζ, οι φίλοι όταν ξεμένουν μου λένε, ανοίγεις τη βιβλιοθήκη να πάρω κανένα βιβλίο; Με ρωτάνε αν διάβασα φέτος τίποτα καλό. Τίποτα, μόνο σαχλαμάρες, απαντάω. Τίποτα στο ένα, τίποτα στα 5, τίποτα στα 15 βιβλία, στα 20; Αποκλείεται, κάποιος άλλος έχει το πρόβλημα, όχι η λογοτεχνία.

Το «Νιξ» του Νέιθαν Χιλ είναι ένα πολύ καλό βιβλίο. Η Αμερική των σίξτις, ταραχές στο Σικάγο, Αύγουστος του 1968, χίπις, γίπις, Μαύροι Πάνθηρες. Η Αμερική των 80s της ενσωμάτωσης, η Αμερική των χρόνων του 2000 με την επανάσταση της πληροφορικής, την πολιτική ορθότητα, τα media, τα σόσιαλ μίντια. Αυτό που λέμε «το μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα», που το ρουφάς και δεν θες να τελειώσει. 700 σελίδες. Άλλες φορές θα ξενύχταγα δυο βράδια μέχρι το πρωί και θα έφτανα στο τέλος, πλήρης απόλαυσης. Τώρα κάθε 30-50 σελίδες μού πέφτει από τα χέρια. Με κουράζει. Τσεκάρω το κινητό. Μήπως η λογοτεχνία όπως την ξέραμε αλλάζει;

Στο «Νιξ», κάποιοι ήρωες του Νέιθαν Χιλ είναι εξαρτημένοι από τα βιντεοπαιχνίδια. Παίζουν σε 10άδες πίστες ταυτοχρόνως, αφού έχουν δημιουργήσει δεκάδες διαφορετικά προσωπικά προφίλ, σε αλληλοεπίδραση με 100άδες παίκτες απ’ όλο τον κόσμο. Η ταχύτητα των δακτύλων είναι αστραπιαία καθώς στις οθόνες τους εναλλάσσονται εικόνες και πληροφορίες περισσότερες απ’ όσες προσλαμβάνει ένας άνθρωπος σ’ όλη του τη ζωή και με τις οποίες πρέπει να αλληλοεπιδράσουν με ταχύτητα πιλότου πολεμικής αεροπορίας. Είναι πιθανόν, αναρωτιέται ο Χιλ, να επέρχεται από την ενεργοποίηση αυτών των λειτουργιών, μικροαγγειακή αναδιάταξη των νευρώνων στο κρανίο;

Να μπορείς να βάζεις μπροστά σου μόνο βραχυπρόθεσμους και κοντινούς στόχους με άμεσα αποτελέσματα, όπως στα βιντεοπαιχνίδια; Να ατροφούν οι «φράκτες» και να εκρήγνυνται τα συναισθήματα; Να μειώνεται η ικανότητα ελέγχου ορμών και επιθυμιών; Πώς θα είναι ο αυριανός άνθρωπος; Παρατηρώ τον εαυτό μου, που ανήκει στην τελευταία προντίτζιταλ γενιά. Και παρ’ όλα αυτά αλλάζει ραγδαία μέσα σε λίγα χρόνια. Πώς θα είναι οι καινούργιοι άνθρωποι της ψηφιακής εποχής; Τι καινούργιες δεξιότητες θα αποκτήσουμε και τι θα χάσουμε; Θα μπορούμε να διαχειριζόμαστε με απίστευτη ευκολία έναν ασύλληπτο όγκο πληροφοριών, αλλά πόσο θα μπορούμε να τις επεξεργαστούμε; Τι άνθρωποι θα είναι αυτοί που θα έχουν εθιστεί στην άμεση ανταμοιβή των λάικ, στην ισότιμη οριζόντια πληροφόρηση χωρίς αξιολόγηση, στην αδιάκοπη περιπλάνηση χωρίς τον απαραίτητο χρόνο να φρενάρεις για να αντιληφθείς τι αξίζει, τι θέλεις, τι σημαίνει και αν αυτό που σημαίνει έχει κάποια αξία για σένα;

Στη μικρή οθόνη της τηλεόρασης παίζουν τα «Αιχμηρά αντικείμενα» της Τζίλιαν Φλιν, με την Έιμι Άνταμς, και είναι ακόμα καλύτερο ως ταινία. Στο «Big Little Lies» οι μεσοδυτικές πολιτείες ραγίζουν μέσα από τις ζωές τεσσάρων υπέροχων γυναικών καθώς τα προάστια αποκαλύπτουν τα μυστικά τους. Καλά σχολεία, κρυμμένος ρατσισμός, οικογενειακή βία, αλκοολισμός, φόνος, μπούλινγκ. Στο «Here and Now» με τον Τιμ Ρόμπινς και τη Χόλι Χάντερ, η Δύση πια δεν ραγίζει απλώς, αποσυντίθεται, χαμένη στην πολιτική ορθότητα, την ψυχασθένεια, τη ματαιωμένη σεξουαλικότητα, τον φόβο του διαφορετικού, τον φανατισμό της στράτευσης, την πολιτική βία. Κάθε εικόνα της σειράς έχει τόσα διαφορετικά επίπεδα, τόσες πληροφορίες, τόσα υποδηλούμενα μηνύματα, που δεν μπορείς να αφομοιώσεις, χάνεις την απόλαυση της ιστορίας. Προτιμώ το «Deuce», αρχίζει ο δεύτερος κύκλος, Time Square, τέλη σέβεντις.

Κάθε εικόνα αυτών των σειρών ισοδυναμεί με δεκάδες σελίδες ενός μυθιστορήματος. Στέλνουν φευγαλέα, υπαινικτικά μηνύματα με τα ρούχα, τη μουσική, τα έπιπλα, τον τόνο της φωνής, την αργκό της υποκουλτούρας που εξετάζεται, στο σκηνικό της πόλης, στις σεξουαλικές επιλογές, στα τραγούδια. Αστραπιαία, τόσο γρήγορα, ώστε υποσυνείδητα μόνο ο εγκέφαλος συλλαμβάνει και αποθηκεύει όσα σήματα και πληροφορίες χρειάζεσαι για να μπεις στον κόσμο της ταινίας. Χρειάζεσαι να δεις και να ξαναδείς αυτές τις μεγαλοφυείς δημιουργίες εκπληκτικών μυαλών. Τα εξασκημένα όμως μυαλά των καινούργιων ανθρώπων θα μπορούν αυτόματα να συλλαμβάνουν όλες αυτές τις λεπτομέρειες και να απολαμβάνουν το στόρι, με την ίδια απόλαυση που εμείς ξεφυλλίζουμε τις σελίδες.

Καθώς το σκέφτομαι αυτό, ο φόβος υποχωρεί, το αύριο μπορεί να είναι και καταπληκτικό, δεν μας φοβάμαι, ο άνθρωπος μέχρι τώρα πάντα έβρισκε έναν τρόπο να διαχειριστεί τη ζωή του στους Νέους Κόσμους. Πατάω το pause και σηκώνομαι να γράψω αυτά που μόλις σκέφτηκα πριν τα ξεχάσω μέχρι το πρωί. Κρίμα που δεν γίνεται απλώς να πατήσω print και να τα τυπώσω όλα, κι αυτά που σίγουρα έχω ήδη ξεχάσει και χάθηκαν, φευγαλέες, ασχημάτιστες ιδέες στους διαδρόμους του μυαλού μου. Δεν θ’ αργήσει κι αυτό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ