Πολεις

Σύντομο γράμμα από τη Νέα Υόρκη

Ο ήχος της αρμόνικας του Paul Butterfield και το χιπ-χοπ

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σύντομο γράμμα από τη Νέα Υόρκη
© Σώτη Τριανταφύλλου

Η Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '80 και του σήμερα, ο Paul Butterfield, οι συναυλίες, τα διαφορετικά είδη μουσικής

Η Νέα Υόρκη είναι πόλη ήχων και οσμών· δεν είναι πόλη χρωμάτων. Όταν πρωτοπήγα, πριν από σαράντα πέντε χρόνια, μύριζε απολυμαντικό· ένα μείγμα υγρασίας, ατμών, ωκεάνιου ανέμου και χλωρίνης. Κάπου-κάπου, για μια φευγαλέα στιγμή, εκείνη η μυρωδιά επανέρχεται μαζί με τις θρυμματισμένες εικόνες ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια: φτωχογειτονιές και ροκ εντ ρολ από θηριώδη φορητά κασετόφωνα. Από τα ισόγεια κι από τα υπόγεια, έρχονταν θεσπέσιες μουσικές· όλοι οι μεγάλοι ήταν ακόμα ζωντανοί: κάθε βράδυ μπορούσες να διαλέξεις ανάμεσα στους Cramps, στους New York Dolls, στους Ramones, στους Blondie· οι μπλουζίστες του Σικάγου και του Δέλτα πηγαινοέρχονταν ανάμεσα στις πόλεις. O Muddy Waters, o BB King, o Otis Rush, o Buddy Guy έπαιζαν συχνά στη Νέα Υόρκη: το «Birdland» βρισκόταν ακόμα στην 52η οδό — αργότερα μετακόμισε στην 44η στην περιοχή της πλατείας Τάιμς, στην Ντίσνεϋλαντ που αποφεύγω. Το Deuce έχει παραδοθεί στον υπερτουρισμό· έχει πλαστικοποιηθεί.

Σύντομο γράμμα από τη Νέα Υόρκη
© Σώτη Τριανταφύλλου

Τον φετινό χειμώνα, που έμοιαζε με άνοιξη, σκεφτόμουν συχνά τον Paul Butterfield: τα jam sessions του με τον Nick Gravenites και τον Elvin Bishop είναι από τις καλύτερες μουσικές μου αναμνήσεις στη Νέα Υόρκη. Δεν τον είδα ποτέ στη γενέθλια πόλη του, στο Σικάγο, απ’ όπου ξεκίνησε με μέντορα τον Muddy Waters κι όπου έπαιξε με θρύλους όπως ο Howlin’ Wolf, ο Otis Spann, ο Magic Sam, ο Junior Wells· τον είδα όμως δυο-τρεις φορές εδώ, στη Νέα Υόρκη· μια απ’ αυτές, η συναυλία στην αποβάθρα 17 το καλοκαίρι του 1984 μαζί με τον John Mayall και τον Leon Russell ήταν για μένα σαν προσευχή που είχε απαντηθεί —ιδιαίτερα εφόσον λίγες μέρες αργότερα στην όχθη του Χάντσον έπαιξε ο Frank Zappa· το απόλυτο μουσικό, συγκινησιακό τζάκποτ.

Paul Butterfield
Paul Butterfield © Larry Hulst/Michael Ochs Archives/Getty Images

Δεν πρόλαβα να δω τον Butterfield μαζί με τον Μike Bloomfield: το ’81, o Bloomfield πέθανε· εκείνη την εποχή, οι θάνατοι από υπερβολική δόση ήταν πολύ συνηθισμένοι· ήμασταν όλοι χαρακτηριστικά απερίσκεπτοι· οι περισσότεροι πειραματίζονταν με παράνομες ουσίες (ο κόσμος «δεν ήταν αρκετός»), άλλοι με αυτοκίνητα (όπως εγώ). Παρ’ όλ’ αυτά, είδα πολλούς από την παρέα του Butterfield τις τελευταίες μέρες όπου το soundtrack της πόλης ήταν μπλουζ, μπλουζ-κάντρι, σόουλ και ρυδμ εντ μπλουζ (R&B, με την παλιά έννοια του όρου): ο άνεμος έφερνε ήχους αρμόνικας· ριφς από slide κιθάρες. Μερικοί μπλουζίστες έρχονταν στο Lone Star στη 13η οδό, ένα σαλούν που έχει κλείσει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά όπου πρόλαβα να δω τους Fall, τους Band —χωρίς τον Levon Helm— τον Jerry Lee Lewis, τους Hot Tuna, τον Richard και τη Linda Thompson. Αν και ήμουν πολύ νέα, καταλάβαινα ότι ήταν το τέλος μιας εποχής· μια μορφή μουσικής Συντέλειας: θα περνούσα την υπόλοιπη νιότη μου ακούγοντας μουσική του παρελθόντος· όσα είχαν συμβεί στη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας ή και προτού έρθω στον κόσμο.

Σύντομο γράμμα από τη Νέα Υόρκη
© Σώτη Τριανταφύλλου

Το 1984, όταν ηχογραφήθηκε στη Νέα Υόρκη η ζωντανή εμφάνιση του Butterfield με τον Rick Danko και τον Richard Manuel δεν ήμουν εκεί. Ήμουν όμως στη συναυλία «BB King & Friends» όπου o Βutterfield συμμετείχε με τον Eric Clapton, την Etta James, τον Albert King και τον Stevie Ray Vaughan: είναι στιγμές που δεν μπορεί να ξεχάσει κανείς, πόσο μάλλον εγώ που πάσχω από κάποια μορφή υπερμνησίας. Τρία χρόνια αργότερα, ο Paul Butterfield βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στο βόρειο Χόλλυγουντ: ήταν 44 ετών. H συνηθισμένη ιστορία: ηρωίνη, κωδεΐνη, Λίμπριουμ και αλκοόλ· ακόμα και δύο απ’ αυτούς τους συνδυασμούς χημικών ενώσεων θα αρκούσαν να τον στείλουν στον άλλο κόσμο. Ύστερα, προτού περάσει πολύ καιρός, τα κλαμπ όπου έπαιζαν ο Butterfield, ο Αl Kooper και ο Peter Green, έκλεισαν ή έγιναν franchises, πράγμα ίσως ακόμα χειρότερο: τα venues πήραν ονόματα τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών. Μερικές ροκ σκηνές, όπως το CBGB, έγιναν μουσεία· άλλες κατάντησαν φαγάδικα: τα ψητά παϊδάκια εισέβαλαν παντού· είδα την Etta James στο «BB King Club and Grill» σε μια από τις τελευταίες της εμφανίσεις: η λέξη «Grill» τα λέει όλα, παρότι η James ήταν καταπληκτική.

B.B. King & Friends - A Blues Session [live in L.A. 1987]

Σήμερα ολόκληρη η Νέα Υόρκη μυρίζει μαριχουάνα. Αλλά, στα κλαμπ, το κάπνισμα της μαριχουάνας απαγορεύεται όπως και κάθε είδος καπνίσματος. Όσο για τη μουσική, είναι είτε electronica, είτε χιπ-χοπ: η πόλη έχει χάσει τη μουσική επένδυση που την έκανε μοναδική· ο αέρας φέρνει ήχους Lil Baby και Kendrick Lamar· το Dizzy’s Club στην 60ή οδό έχει γίνει τουριστική παγίδα.

Σύντομο γράμμα από τη Νέα Υόρκη
© Σώτη Τριανταφύλλου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ