Πολιτικη & Οικονομια

9 χρόνια μετά

Εννέα χρόνια μετά η Αμερική τρέχει ακόμα να επουλώσει πληγές

9651-65106.jpg
Θάνος Δημάδης
ΤΕΥΧΟΣ 317
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
8891-20308.jpg

Εννέα χρόνια μετά η Αμερική τρέχει ακόμα να επουλώσει πληγές που άνοιξαν οι τρομοκράτες των Δίδυμων Πύργων αλλά και η 8χρονη έκτοτε διακυβέρνηση Μπους, η οποία ήταν το τελειωτικό χτύπημα στο γόητρο και την πολιτική υπόσταση των Ηνωμένων Πολιτειών στο διεθνές προσκήνιο. Τις υλικές και έμψυχες απώλειες του αμερικανικού πολέμου στο Ιράκ εξακολουθούν να τις πληρώνουν ακριβά οι Αμερικανοί πολίτες. Σήμερα η αμερικανική κοινωνία είναι φοβισμένη. Σχεδόν μία δεκαετία από εκείνη την ημερομηνία-ορόσημο, η Αμερική δεν έχει καταφέρει αυτό που έπρεπε να είχε εξαρχής προσπαθήσει να πετύχει. Να δυναμώσει δηλαδή την κοινωνική ασφάλεια και κατ’ επέκταση συνοχή, που προφανώς δεν διασφαλίζεται με επιφανειακά μέτρα αστυνομοκρατικής περιφρούρησης αλλά με πολιτικές. Μόνο αν ακούσει κανείς τι έχει να του πει ο μέσος Αμερικανός πολίτης θα μπορέσει να αντιληφθεί σε τι κατάσταση βρίσκεται σήμερα, εννέα χρόνια μετά το φονικό χτύπημα, η αμερικανική κοινωνία. Κατ’ αρχήν έχει μεγαλύτερη αυτογνωσία. Η Αμερική της οπτιμιστικής λογικής, με ακραίες πολλές φορές εκφάνσεις αλαζονείας, έχει δώσει σταδιακά τη θέση της σε μία εσωτερική αναδίπλωση της κοινωνίας, από την οποία βέβαια δεν γνωρίζουμε ακόμα αν οι Αμερικανοί θα βγουν και κατά πόσο σοφότεροι τα επόμενα χρόνια. Ίσως όμως σήμερα, έναν περίπου αιώνα μετά, θα έκαναν τον Φρόιντ να μη μειδιά πια, όπως συνήθιζε, παρατηρώντας τους Αμερικανούς μετά τον Α΄ Παγκόσμιο και λίγο πριν το κραχ να ανακαλύπτουν την ψυχανάλυση. Αν ο Φρόιντ συνήθιζε να λέει ότι «η εσωτερική ψυχανάλυση ταιριάζει στο μέσο Αμερικανό όπως ένα λευκό κουστούμι σε ένα μαύρο κοράκι», σήμερα η αμερικανική κοινωνία, βαθιά διχασμένη, προσπαθεί –μάταια ή όχι θα αποδειχθεί– να υπερβεί τις δυσαρμονίες που κρύβει μέσα της, ενεργοποιώντας μηχανισμούς αυτό-ψυχανάλυσης έστω και σε πρώιμο επίπεδο. Η πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα βρίσκει τους Αμερικανούς σε αναζήτηση ελπίδας και ενός νέου “New Deal”, που θα τους βγάλει από το σύγχρονο “Great Depression” που βιώνουν και το οποίο δεν συνίσταται μόνο στο διογκωμένο δημοσιονομικό έλλειμμα, την έκρηξη της ανεργίας, την οικονομική κρίση. Απορρέει κυρίως από τις φοβίες που έχουν κυριεύσει την αμερικανική κοινωνία, παρά τα δειλά βήματά της να αναλύσει και να αφομοιώσει τους λόγους της σημερινής πτώσης.

Το δεύτερο και σημαντικότερο, κατά την άποψή μου, ζήτημα που εγείρεται για την Αμερική τού σήμερα έρχεται να βγάλει από τη νάρκη δεκαετιών επικίνδυνα διχαστικά ένστικτα στο εσωτερικό της κοινωνίας. Αν ο Τρούμαν κλήθηκε να διαχειριστεί την έξαρση του ιδεολογικού διχασμού της κοινωνίας στη βάση του αντικομμουνισμού, ο σημερινός πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών έχει μία ακόμα δυσκολότερη αποστολή, να μην επιτρέψει την ανάδυση ενός νέου μακαρθισμού αυτή τη φορά όχι με πολιτικά ή εθνικά κριτήρια, αλλά με θρησκευτικά. Σε αυτή τη φοβικά συστελλόμενη κοινωνία, όμως, όλα είναι πιθανά. Και το παραμικρό είναι αρκετό για να ανάψει τη σπίθα της σύγκρουσης μεταξύ δυτικού και ισλαμικού φονταμενταλισμού μέσα στα όρια της αμερικανικής επικράτειας. Ο εχθρός τώρα δεν είναι έξω από την Αμερική, αλλά μέσα σ’ αυτήν. Ο θρησκευτικός ρατσισμός έναντι του μουσουλμανικού στοιχείου τείνει να εξελιχθεί από δω και πέρα στην πιο καίρια εσωτερική ασύμμετρη απειλή που καλούνται εδώ και τώρα να αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το παράδειγμα από την ελληνική μυθολογία με την πτώση της αρχαίας Τροίας το γνωρίζουν όσοι Αμερικανοί έχουν ασχοληθεί με την αρχαία ελληνική γλώσσα και πολιτισμό, τον οποίο σημειωτέον εξυμνούν προς τιμή μας ακόμα και από την προ του ΔΝΤ εποχή.

Οι απειλές ενός θερμοκέφαλου –και γραφικού– πάστορα της Φλόριντα να κάψει μαζί με άλλους 200 ομόθρησκούς του το μουσουλμανικό Κοράνι, οι έντονες αντιδράσεις που έχει προκαλέσει η πρόθεση της μουσουλμανικής θρησκευτικής κοινότητας να κατασκευαστεί μουσουλμανικό τέμενος στο σημείο μηδέν της Νέας Υόρκης –μερικά τετράγωνα απ’ όπου μουσουλμάνοι εξτρεμιστές έριξαν τα δύο αεροπλάνα στους Δίδυμους Πύργους–, αλλά και η γενικότερη καχυποψία με την οποία αντιμετωπίζεται το μουσουλμανικό στοιχείο στην Αμερική, όλα αυτά είναι σαφείς ενδείξεις ενός υφέρποντα θρησκευτικού εξτρεμισμού που τυχόν περαιτέρω πυροδότησή του θα είναι η βόμβα που θα εκραγεί εντός των τειχών της αμερικανικής κοινωνίας, αλλά θα ανοίξει και τον ασκό του Αιόλου για ευρύτερες συμπλοκές μεταξύ Δύσης και Ανατολής, μεγέθους που δεν έχουν δει οι σύγχρονες γενεές. Η μετριοπαθής στάση που τήρησε τουλάχιστον ο Μπάρακ Ομπάμα αποδοκιμάζοντας ευθέως τις σκέψεις ορισμένων να ρίξουν «συμβολικά» το Κοράνι στην πυρά, αλλά και οι εκκλήσεις του προς τον αμερικανικό λαό να δείξει σύνεση και μετριοπάθεια και να επιδείξει σεβασμό στις θρησκευτικές ελευθερίες κάλμαρε, προς στιγμήν, το συγκρουσιακό κλίμα ακρότητας που είχε καλλιεργηθεί. Όπως κάθε φοβισμένη κοινωνία, έτσι και η αμερικάνικη είναι λογικό να είναι ευάλωτη στην καλλιέργεια εξτρεμιστικών απόψεων, γεγονός στο οποίο συντελεί ουκ ολίγο και η ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση. Ο αέρας νίκης που έχουν αποκτήσει οι Ρεπουμπλικάνοι εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου οφείλεται, εκτός των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σε επίπεδο οικονομίας η κυβέρνηση των Δημοκρατικών, και στο γεγονός ότι πριμοδοτούν τα φοβικά ένστικτα της κοινωνίας έναντι γενικότερα του μουσουλμανικού στοιχείου.

Μετά το κιτρινιάρικο ερώτημα στα παραπολιτικά αμερικανικά πηγαδάκια του διαδικτύου «αν ο Ομπάμα είναι ομοφυλόφιλος», η τελευταία κατηγορία που του εκτοξεύουν σχεδόν ανοιχτά οι πολιτικοί του αντίπαλοι σχετίζεται με τις υπόνοιες που καλλιεργούν μερικοί ότι «ο Ομπάμα είναι τελικά μουσουλμάνος». Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις συνθέτουν ιστορικά το νέο παζλ για την εικόνα της Αμερικής, το νέο ψηφιδωτό της αμερικανικής κοινωνίας εννέα χρόνια μετά από εκείνα τα καθοριστικά δευτερόλεπτα της 11ης Σεπτεμβρίου. Είναι μία κοινωνία σίγουρα πιο κλειστή, πιο φοβική και άρα με περισσότερες και εντονότερες συντηρητικές συσπειρώσεις. Ταυτοχρόνως όμως είναι μία κοινωνία που περνάει σταδιακά φάσεις αυτοκριτικής, αυτογνωσίας και μεγαλύτερου ρεαλισμού σε σχέση με το παρελθόν. Το έδειξε ο Αμερικανός πρόεδρος όταν προειδοποίησε ότι ένα καμένο Κοράνι ίσως σημάνει για αντίποινα εκατοντάδες νεκρούς στα αμερικανικά στρατεύματα στο Ιράκ από εξτρεμιστές διψασμένους για εκδίκηση. Αυτό στο παρελθόν θα θεωρούνταν ευθεία αμφισβήτηση της πολιτικής ηγεμονίας και δύναμης του έθνους. Σήμερα είναι απλά το αυτονόητο για τους Αμερικανούς και τον πρόεδρό τους.

Ο Τοκβίλ είχε πει για την Αμερική ότι «μεγαλουργεί όχι τόσο λόγω του πλούτου και της δύναμής της, αλλά χάρη στην ικανότητά της να διορθώνει τα λάθη της». Πόσα από αυτά θα προλάβει, αλήθεια, να διορθώσει ο Μπάρακ Ομπάμα; Αυτό αργά ή γρήγορα θα φανεί και ο σκόπελος των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου θα είναι ένα κρίσιμο τεστ για τον ίδιο και τους Δημοκρατικούς, που αυτή την ώρα όλα δείχνουν ότι δύσκολα θα περάσουν με επιτυχία. Αν οι δυσοίωνες προβλέψεις επιβεβαιωθούν για το Δημοκρατικό κόμμα, αυτό θα σημάνει για την Αμερική ενάμιση περίπου χρόνο πολιτικής στασιμότητας –μέχρι τουλάχιστον τις επόμενες προεδρικές εκλογές–, με τους Ρεπουμπλικάνους να έχουν το πάνω χέρι για την τελική έγκριση σημαντικών αποφάσεων και μεταρρυθμίσεων της αμερικανικής κυβέρνησης.  

Θάνος Δημάδης Ανταπόκριση από Ουάσιγκτον

Follow me on Twitter:http://twitter.com/thanosdimadis

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ