Πολιτικη & Οικονομια

Και τούτο ποιείν, κακείνο μη αφιέναι...και στα δημόσια νομικά πρόσωπα

Το πελατειακό οικοδόμημα έμεινε, οπωσδήποτε, άθικτο στον πυρήνα του

89182-200292.jpg
Παναγιώτης Καρκατσούλης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Βουλή: Συγκροτήθηκε η εξεταστική για τα Τέμπη
Βουλή: Συγκροτήθηκε η εξεταστική για τα Τέμπη © Σώτης Δημητρόπουλος / Eurokinissi

Το νομοσχέδιο που αφορά για τη διοικήση των δημοσίων φορέων και τα ερωτήματα για την αποδοτικότητά του

Ένας ακόμη νόμος με τον τίτλο «Νέο σύστημα επιλογής διοικήσεων φορέων του δημοσίου τομέα, ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς τους και λοιπές διατάξεις» (ν. 5062/23) μόλις ψηφίστηκε.

Εν πρώτοις, ο νέος νόμος ακολουθεί τη νομοθετική πρακτική που αναδείχτηκε και απογειώθηκε επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Σύμφωνα μ’ αυτήν, οι τίτλοι των νόμων αντί να περιγράφουν το αντικείμενο της ρύθμισης επιχειρούν τη λήψη του ζητουμένου- δηλαδή, διακηρύσσουν ως δεδομένο εκείνο που πρέπει να αποδείξουν ότι μπορούν να πετύχουν. Το εάν, δηλαδή, θα ενισχυθεί η αποδοτικότητα των δημοσίων φορέων είναι ζητούμενο και καθόλου δεδομένο.

Ένας παραπάνω λόγος σκεπτικισμού σε σχέση με το επιθυμητό αποτέλεσμα είναι ότι ο νόμος αυτός ήρθε να προστεθεί σε μια μακρά αλυσίδα νόμων που εξαγγέλλουν, εδώ και περισσότερο από μια εικοσαετία, ότι θα εξορθολογίσουν το πελατειακό οικοδόμημα του ελληνικού κράτους αλλά τα αποτελέσματά τους είναι πολύ κατώτερα των προσδοκιών.

Tα δημόσια νομικά πρόσωπα (δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου) αποτέλεσαν και εξακολουθούν να αποτελούν ένα νομικό ένδυμα υπό το οποίο ο πελατειασμός- το ελληνικό μοντέλο οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους- μπορεί να αναπτυχθεί άνετα. Με το πρόσχημα του «ειδικού σκοπού», έχουν δημιουργηθεί πλείστα όσα διοικητικά μορφώματα που συνδέονται, τις περισσότερες αν όχι όλες τις φορές, με χρηματοδοτήσεις η με την δυνατότητα είσπραξης εσόδων από υπηρεσίες/προϊόντα που παράγουν. Για να λειτουργήσουν αυτά υπέρ των σκοπών του πελατειακού κράτους δεν χρειάζεται παρά μόνον η εγγύηση της κομματικής αφοσίωσης των διοικήσεών τους. Κι ο ευκολότερος και ασφαλέστερος τρόπος για να επιτευχθεί ο μείζων αυτός στόχος ήταν και είναι η εκάστοτε κυβέρνηση να διορίζει τους διοικητές και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων τους.

Βεβαίως, η επιδίωξη της νομής της εξουσίας και του χρήματος μέσω ευνοιοκρατίας και περιφρόνησης των βασικών αξιών της αξιοκρατίας και της ισότητας των ευκαιριών δεν γίνεται αποδεκτή ούτε από τους ευρωπαίους εταίρους μας ούτε, όμως, και από τους γρηγορούντες Έλληνες πολίτες που αγωνίζονται, διαχρονικά, για την επικράτησή τους. 

Η έγνοια, λοιπόν, των κυβερνήσεων των δύο τελευταίων δεκαετιών ήταν να προσπαθούν να μειώσουν την πίεση που τους ασκούσαν οι Έλληνες και ξένοι μεταρρυθμιστές με παράλληλη, όμως, διάσωση του πυρήνα του πελατειασμού που τους διασφάλιζε την άνοδο και παραμονή στην εξουσία.

Η λύση που βρέθηκε ήταν να προσποιούνται ότι απεκδύονται την ρουσφετολογική τους λειτουργία και να ενδύονται τη λεοντή του μεταρρυθμιστή.

Αρχής γενομένης από τον ν. 3230/2004 που θέσπισε ένα σύστημα στοχοθεσίας και μέτρησης της αποτελεσματικότητας και τον ν. 3249/2005 για τις ΔΕΚΟ που εισήγαγε τις έννοιες των συμβολαίων απόδοσης και αξιολόγησης των επικεφαλής τους βάσει του βαθμού επίτευξης των στόχων, και ακολούθως από μια πλειάδα νομοθετικών ρυθμίσεων στην ίδια κατεύθυνση, διαμορφώθηκε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο επαρκές στα χαρτιά και εντελώς αδύναμο στην εφαρμογή του. Αυτή ήταν άλλοτε ανύπαρκτη (συνδεόμενη με την έκδοση παράγωγων κανονιστικών ρυθμίσεων), άλλοτε εθελοντική (!), άλλοτε πιλοτική κι άλλοτε υπονομευόταν με έναν νεότερο νόμο.

Το πελατειακό οικοδόμημα έμεινε, οπωσδήποτε, άθικτο στον πυρήνα του. Εκσυγχρονίστηκε, βεβαίως, κι αυτό εξελισσόμενο παράλληλα προς τις μεταρρυθμίσεις κι έτσι απέχει πολύ από την εποχή του «μπάρμπα στην Κορώνη». Ο πελατειασμός εκτείνεται στο σύνολο των μερών του διοικητικού συστήματος (δομές, λειτουργίες και λήψη αποφάσεων) κι όχι μόνον στις προσλήψεις.

Στη διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού, ειδικότερα, τα πιθανολογούμενα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων ακυρώνονται από τις βαριές ισοπεδωτικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και του μισθολογίου. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν τα μπόνους παραγωγικότητας συνυπάρχουν με τα επιδόματα που μοιράζονται αδιακρίτως σε όλους.

Και μπορεί, μεν, η δυναμική των μεταρρυθμίσεων να έχει εξουδετερωθεί, πλην όμως οι βασικοί «παίχτες» είναι ευχαριστημένοι. Οι μεταρρυθμιστές γιατί προωθούν την σισύφεια ατζέντα των διοικητικών μεταρρυθμίσεων και οι ηρακλείς του πελατειακού συστήματος επίσης, αφού ο πυρήνας του πελατειασμού (μονοκρατορία του πολιτικού συστήματος στον προγραμματισμό, στη λήψη της τελικής απόφασης, στον έλεγχο και στην αξιολόγηση) παρέμεινε ανέπαφος.

Η ίδια συνταγή ακολουθήθηκε και στο νόμο για τα δημόσια νομικά πρόσωπα. Ο νόμος θεσπίζει κριτήρια και περιγράφει διαδικασίες που έχουν αναφερθεί η δοκιμαστεί κι αλλού, εμφανίζοντάς τα ως νέα. Η δομημένη συνέντευξη, για παράδειγμα, που θα ισχύσει και στην επιλογή των Προέδρων και μελών ΔΣ, εφαρμόζεται ήδη στην επιλογή των διοικητικών διευθυντικών στελεχών και δεν υπάρχει καμία αναφορά για περαιτέρω διαφοροποίησή του.

Αντιστοίχως, η επιλογή των διοικήσεων των νοσοκομείων βάσει τυπικών και ουσιαστικών προσόντων και η παρακολούθηση της θητείας τους σε σχέση με στόχους που πρέπει να επιτευχθούν δεν διαφέρει από προηγούμενες ρυθμίσεις για τους προέδρους και διευθύνοντες συμβούλους των ΔΕΚΟ που έμειναν στα χαρτιά.

Από την άλλη, ο νόμος πλατειάζει αναφερόμενος σε διαδικαστικά ζητήματα ήσσονος σημασίας, προκειμένου να δώσει την εντύπωση ότι τα ζητήματα είναι μελετημένα και υπό έλεγχο, ενώ παρακάμπτει ουσιαστικά ζητήματα που θα έπρεπε να απαντηθούν, εάν υπήρχε, όντως, πρόθεση αντιμετώπισης του πελατειασμού.

Η επιλογή ορισμένων μόνο νομικών προσώπων (ΥΠΕ/Νοσοκομεία), για παράδειγμα, δείχνει ότι υπάρχει έλλειψη στρατηγικής και σταθερού μεταρρυθμιστικού προσανατολισμού.

Η, όταν η κυβέρνηση κρατάει για τον εαυτό της το αποκλειστικό δικαίωμα θέσης σε λειτουργία και ολοκλήρωσης των σχετικών διαδικασιών, δείχνει ότι δεν έχει σκοπό να απεμπολήσει τα οφέλη από την πελατειακή διακυβέρνηση. Τι άλλο δείχνει μια κομματικά ελεγχόμενη επιτροπή (3 από τα 5 μέλη της είναι Γενικοί Γραμματείς) που θα αποφασίζει εάν, πότε και τι θα στείλει στο ΑΣΕΠ προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία επιλογής; Εάν δεν υπάρχει λειτουργική και οργανωτική αυτοτέλεια του φορέα επιλογής αλλά οι ενέργειές του εξαρτώνται από τις βουλήσεις και τον σχεδιασμό των υπουργών, τότε δεν μπορεί να υπάρξει εγγύηση αμερόληπτης κρίσης.

Αυτό συνέβη και με παρόμοια προηγούμενη ρύθμιση κατ’ εφαρμογή της οποίας τα διευθυντικά στελέχη που κρίθηκαν από την Ανεξάρτητη Αρχή μόλις και μετά βίας έφθασαν τα δέκα σε μια τριετία.

Ο νέος νόμος ολοκληρώνει το πλέγμα των πελατοκρατικών εγγυήσεων με τον Υπουργό να προβαίνει σε αξιολόγηση του Διοικητή (που θα έχει επιλέξει ο ίδιος).

Ακόμη κι αν παραβλέψουμε τις πρόδηλες αντιφάσεις του νόμου, έχουμε να κάνουμε με μια άσκηση θάρρους των μεταρρυθμιστών της κυβέρνησης, αφού είναι βέβαιο ότι οι γρηγορούντες πελατοκράτες, ανά την επικράτεια, θα προβάλλουν όλα τα πιθανά veto και ενστάσεις, προκειμένου ακόμη κι αυτή η ημιτελής μεταρρύθμιση να μην εφαρμοστεί.

Μακάρι να διαψευστούμε.

 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ