Πολιτικη & Οικονομια

Τραμπ: Το νέο κατηγορητήριο και οι πολιτικές επιπτώσεις

Άμεση Ανάλυση - Τα αποδεικτικά στοιχεία, οι αντιδράσεις και οι επιπτώσεις στις εκλογές

Νικόλας Μολφέτας
Νικόλας Μολφέτας
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Ντόναλντ Τραμπ απέναντι από τη Δικαιοσύνη: Οι νέες κατηγορίες εναντίον του πρώην προέδρου των ΗΠΑ - Οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ

Ο Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στη Δικαιοσύνη: Οι νέες κατηγορίες εναντίον του πρώην προέδρου των ΗΠΑ - Οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ

Οι νέες κατηγορίες κατά του Ντόναλντ Τραμπ, που ανακοινώθηκαν χθες, είναι ξεκάθαρα οι σοβαρότερες που έχει αντιμετωπίσει, καθώς –για πρώτη φορά– αφορούν τα όσα έκανε ως Πρόεδρος, και συγκεκριμένα την προσπάθεια ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος. Έρχονται μετά από την πολύμηνη έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Τζακ Σμιθ, και βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στο έργο της επιτροπής της Βουλής που διερεύνησε το ίδιο θέμα από τον Ιούλιο του 2021 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2022. Παρόλο που μια πιθανή καταδίκη δεν θα εμπόδιζε τυπικά τον Ντόναλντ Τραμπ να λάβει μέρος στις εκλογές, υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην πολιτική συζήτηση, όσο και στην πιθανή στάση κάποιων κρίσιμων ομάδων ψηφοφόρων.

Ντόναλντ Τραμπ: Τι περιλαμβάνει το κατηγορητήριο 

Ο Τζακ Σμιθ έχει φανεί πολύ προσεκτικός, καθώς έχει αποφύγει κατηγορίες που δεν στηρίζονται πλήρως από τα δεδομένα. Έτσι, δεν γίνεται καθόλου λόγος για «υποκίνηση εξέγερσης», και ξεκαθαρίζεται ευθέως ότι ο πρώην Πρόεδρος είχε κάθε δικαίωμα να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα των εκλογών, τόσο με δικαστικές αγωγές όσο και με δημόσιες δηλώσεις. Προβάλλονται όμως οι παρακάτω κατηγορίες σχετικά με τις παράνομες προσπάθειές του να ανατρέψει την εκλογή του Τζο Μπάιντεν:

  1. Συνωμοσία για εξαπάτηση των ΗΠΑ [σχετικά με την αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος].
  2. Συνωμοσία για παρακώλυση επίσημης διαδικασίας [της επικύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών από το Κογκρέσο, την 6η Ιανουαρίου 2021].
  3. Προσπάθεια παρακώλυσης, και παρακώλυση επίσημης διαδικασίας.
  4. Συνωμοσία εναντίον δικαιωμάτων [συγκεκριμένα, του δικαιώματος των πολιτών να καταμετρηθεί η ψήφος τους στο εκλογικό αποτέλεσμα].

Η πρώτη και η τελευταία κατηγορία τιμωρούνται με φυλάκιση έως 5 ετών η κάθε μία, ενώ οι άλλες δύο με φυλάκιση έως 20 ετών η κάθε μία. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι, αν ο Τραμπ καταδικαστεί τελεσίδικα, θα περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι αντίστοιχες ποινές υπάρχουν και για το προηγούμενο κατηγορητήριο που είχε ανακοινώσει ο Τζακ Σμιθ πριν από μερικές εβδομάδες και αφορούσε τα απόρρητα έγγραφα που βρέθηκαν στην έπαυλη του Τραμπ στη Φλόριντα.

Τα αποδεικτικά στοιχεία

Οι κατηγορίες αυτές βασίζονται σε μια σειρά ενεργειών του Τραμπ, που αναφέρονται στο κατηγορητήριο:

  1. Την προσπάθειά του –μαζί με τους στενούς του συνεργάτες– να αλλοιώσει το αποτέλεσμα και να ορίσει ψεύτικους εκλέκτορες σε κάποιες κρίσιμες Πολιτείες τις οποίες είχε κερδίσει ο Τζο Μπάιντεν (Αριζόνα, Τζόρτζια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Νέο Μεξικό, Πενσιλβάνια, Ουισκόνσιν), καθώς και την πίεση στους τοπικούς βουλευτές, γερουσιαστές και αξιωματούχους αυτών των Πολιτειών να επικυρώσουν τους ψεύτικους εκλέκτορες.
  2. Την εργαλειοποίηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης προκειμένου να δημιουργήσει πλαστές υπόνοιες για νοθεία των Δημοκρατικών στο εκλογικό αποτέλεσμα.
  3. Την πίεση που άσκησε στον Αντιπρόεδρο Μάικ Πενς να παραβεί το συνταγματικό του καθήκον και να μην επικυρώσει τα εκλογικά αποτελέσματα που είχαν αποστείλει οι Πολιτείες στο Κογκρέσο.
  4. Την εξαπάτηση πολιτών σχετικά με την υποτιθέμενη νοθεία στις εκλογές, και στη συνέχεια την εκμετάλλευση των ταραχών της 6ης Ιανουαρίου προκειμένου να πιέσει μέλη του Κογκρέσου να καθυστερήσουν την επικύρωση των αποτελεσμάτων.

Επιπλέον, δίνεται μια σειρά από στοιχεία που δείχνουν ότι ο Τραμπ ήταν αδύνατο να μη γνώριζε πως είχε χάσει τις εκλογές ή ότι δεν υπήρχε νοθεία, καθώς τού το είχαν δηλώσει ξεκάθαρα τα σημαντικότερα αρμόδια στελέχη της κυβέρνησης και των κρατικών υπηρεσιών, όπως ο Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, ο Υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ, οι διευθυντές των μυστικών υπηρεσιών και ο νομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου. Είναι χαρακτηριστικό επίσης πως, όταν ο Μάικ Πενς του είπε ότι δεν μπορεί να παραβεί τον ρόλο που προβλέπεται από το Σύνταγμα για τον Αντιπρόεδρο στην επικύρωση του αποτελέσματος, ο Τραμπ απάντησε: «Είσαι υπερβολικά έντιμος».

Οι αντιδράσεις των Ρεπουμπλικανών

Η ανακοίνωση της καμπάνιας του Τραμπ μιλά –όπως αναμενόταν– για «κυνήγι μαγισσών», παραλληλίζοντας μάλιστα την τωρινή κυβέρνηση με το καθεστώς των Ναζί τη δεκαετία του 1930! Ο ίδιος ο Τραμπ δήλωσε ότι είναι προσπάθεια του Μπάιντεν να στρέψει τα φώτα της δημοσιότητας μακριά από τον θόρυβο για τα πιθανά σκάνδαλα του γιου του, Χάντερ Μπάιντεν, τα οποία ερευνά αυτές τις μέρες η Βουλή, και την ίδια γραμμή ακολούθησε το ειδησεογραφικό κανάλι Fox News. Ο Τζον Λόρο, ένας από τους δικηγόρους του Τραμπ, δήλωσε στο CNN ότι πρόκειται για επίθεση στην ελευθερία του λόγου, καθώς ο πρώην Πρόεδρος είχε κάθε δικαίωμα να πιστεύει –και να δηλώνει δημοσίως– ότι υπήρξε νοθεία στις εκλογές. Δεν είναι σαφές πάντως αν αυτή θα είναι όντως η υπερασπιστική γραμμή στο δικαστήριο.

Οι περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί που έκαναν κάποια δήλωση στήριξαν τον Τραμπ, φαίνεται όμως ότι κάποιες αντιδράσεις δεν είναι τόσο έντονες όσο στα προηγούμενα κατηγορητήρια. Ο Ρον Ντε Σάντις επέκρινε μεν την κυβέρνηση Μπάιντεν, πρόσθεσε όμως ότι δεν έχει διαβάσει τις κατηγορίες. Η πιο αξιοσημείωτη αντίδραση ήταν αυτή του Μάικ Πενς, ο οποίος είπε πως ο Τραμπ του είχε ζητήσει την 6η Ιανουαρίου 2021 να επιλέξει ανάμεσα στο να στηρίξει τον ίδιο ή να τηρήσει το Σύνταγμα. «Οποιοσδήποτε βάζει τον εαυτό του πάνω από το Σύνταγμα, δεν πρέπει να είναι ποτέ Πρόεδρος», δήλωσε ο Πενς κατακρίνοντας έτσι ανοιχτά τον πρώην Πρόεδρο.

Αρνητικοί έναντι του Τραμπ ήταν και οι αντίπαλοί του για το χρίσμα των επόμενων προεδρικών εκλογών Έισα Χάτσινσον και Γουίλ Χερντ, οι οποίοι όμως έχουν σχεδόν μηδενικά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις.

Οι πιθανές επιπτώσεις για τις προεδρικές εκλογές

Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, οι αλλεπάλληλες δικαστικές διώξεις έχουν βοηθήσει έως τώρα τον Τραμπ, τουλάχιστον στον αγώνα για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Οι περισσότεροι εσωκομματικοί του αντίπαλοι έχουν έρθει σε δύσκολη θέση, καθώς η άποψη που επικρατεί στο κόμμα είναι πως ο πρώην Πρόεδρος δέχεται επίθεση από τους Δημοκρατικούς, και επομένως όλοι οφείλουν να τον υπερασπιστούν. Επιπλέον, οι αντίπαλοί του δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να δυσαρεστήσουν το φανατικό του κοινό, χωρίς το οποίο δεν μπορούν να αποκτήσουν την πολυπόθητη πλειοψηφία. Περιορίζονται επομένως σε κάποιες –θερμές ή χλιαρές– δηλώσεις υπέρ του, κι ελπίζουν ότι αργά ή γρήγορα το κλίμα θα αλλάξει υπό το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων, ή ότι ο χρόνος και το χρήμα που θα δαπανήσει ο Τραμπ για τη νομική του υπεράσπιση θα τον εμποδίσουν να κάνει μια καλή καμπάνια. Όπως μάθαμε πρόσφατα, έχει ήδη ξοδέψει το υπέρογκο ποσό των 40 εκατομμυρίων δολαρίων για νομικά έξοδα, αν και παράλληλα αξιοποιεί τη δημοσιότητα και την εικόνα του «διωκόμενου» για να συλλέξει επιπλέον χρήματα από τους οπαδούς του.

Προς το παρόν πάντως ο Τραμπ όχι μόνο διατηρεί ισχυρό εσωκομματικό προβάδισμα, αλλά το έχει αυξήσει κιόλας από τα τέλη Μαρτίου που απαγγέλθηκαν οι πρώτες κατηγορίες στη Νέα Υόρκη. Έτσι έχει ανέβει από το 43%-46% στο 51%-54%, σύμφωνα με τον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων που δημοσιεύει το RealClearPolitics. Παράλληλα, ο βασικός του αντίπαλος Ρον Ντε Σάντις έχει πέσει από το 30% στο 18%-20%, ο Μάικ Πενς παραμένει στο 4%-6% και οι υπόλοιποι υποψήφιοι κυμαίνονται σε ακόμα πιο χαμηλά επίπεδα.

Το κρίσιμο ερώτημα, βέβαια, είναι τι θα γίνει στις εθνικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2024. Οι δίκες που έχουν προγραμματιστεί έως τώρα είναι στις 25 Μαρτίου στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης (υπόθεση πληρωμής της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς), και 20 Μαΐου για το ομοσπονδιακό δικαστήριο στη Φλόριντα (υπόθεση απόρρητων εγγράφων). Παρόλο που μέχρι τότε είναι πολύ πιθανό ο Τραμπ να έχει πρακτικά κλειδώσει το χρίσμα του κόμματος, θα είναι στο μέσον της εκστρατείας του κατά του Μπάιντεν – εκτός αν αυτά τα δικαστήρια πάρουν σημαντικές αναβολές. Για το νέο κατηγορητήριο δεν έχει οριστεί δικάσιμος, αλλά είναι πιθανό να προγραμματιστεί για την ίδια περίοδο. Επιπλέον, αναμένουμε σύντομα και νέο κατηγορητήριο, αυτή τη φορά από την Πολιτεία της Τζόρτζια, για την προσπάθεια αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον Τραμπ στήθος με στήθος με τον Μπάιντεν, και πρέπει να θυμόμαστε ότι οι δύο προηγούμενες προεδρικές εκλογές κρίθηκαν σε οριακές πλειοψηφίες πολύ λίγων Πολιτειών

Οι περισσότεροι ψηφοφόροι των Ρεπουμπλικανών βέβαια είναι πιθανό να μην αλλάξουν γνώμη για τον Τραμπ ακόμα κι αν καταδικαστεί, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να κερδίσει. Οι δημοσκοπήσεις τον δείχνουν αυτή τη στιγμή στήθος με στήθος με τον Μπάιντεν, και πρέπει να θυμόμαστε ότι οι δύο προηγούμενες προεδρικές εκλογές κρίθηκαν σε οριακές πλειοψηφίες πολύ λίγων Πολιτειών: Πενσιλβάνια, Μίσιγκαν, Ουισκόνσιν το 2016 (διαφορά 78.000 ψήφων αθροιστικά), και Τζόρτζια, Αριζόνα, Ουισκόνσιν το 2020 (διαφορά 42.000 ψήφων αθροιστικά). Κρίσιμος παράγοντας το 2016 ήταν η στροφή πολλών ψηφοφόρων της λευκής εργατικής τάξης προς τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ το 2020 είχαμε τη στροφή προς τους Δημοκρατικούς κάποιων τμημάτων της μέσης τάξης των προαστίων σε πόλεις όπως η Ατλάντα και το Φοίνιξ. Αυτά τα τμήματα των ψηφοφόρων της μέσης τάξης είναι που βλέπουν όλο και πιο αρνητικά τον Τραμπ, και είναι πιθανό να επηρεαστούν από τις δικαστικές του περιπέτειες.

Βρισκόμαστε βεβαίως 15 μήνες πριν τις εκλογές, και είναι ακόμα πάρα πολλοί οι παράγοντες που μπορεί να αλλάξουν. Ο Τζο Μπάιντεν έχει μόλις ξεκινήσει την εκστρατεία ενημέρωσης των ψηφοφόρων για το θετικό του έργο στην οικονομία, υιοθετώντας τον όρο «Bidenomics» («Μπαϊντενομική»), τον οποίο μέχρι τώρα χρησιμοποιούσαν κοροϊδευτικά οι Ρεπουμπλικανοί. Προσπαθεί να τονίσει τις θετικές αλλαγές στην οικονομία, όπως τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση θέσεων εργασίας, ειδικά για θέσεις στον κατασκευαστικό τομέα, αλλά και την έμφαση που δίνει στη βελτίωση των προοπτικών της μέσης τάξης. Αυτό το μήνυμα όμως θα είναι πιο δύσκολο να περάσει όταν όλη η προσοχή του κόσμου είναι στραμμένη στις περιπέτειες του Τραμπ, τις οποίες ως τώρα ο Μπάιντεν αποφεύγει να σχολιάσει.

Ασχέτως πάντως των επιπτώσεων στο εκλογικό αποτέλεσμα, η σημασία της δίκης είναι τεράστια κυρίως από πλευράς διατήρησης της αξιοπιστίας του αμερικανικού πολιτικού συστήματος. Εδώ είναι αναπόφευκτος ο παραλληλισμός με τις περιπέτειες του Προέδρου Νίξον και το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ πριν από σχεδόν 50 χρόνια. Τότε, ο διάδοχός του, Τζέραλντ Φορντ, του είχε απονείμει προκαταβολικά χάρη προτού ξεκινήσει η δικαστική δίωξη, προκειμένου να αποφευχθεί η παράταση της έντονης πολιτικής πόλωσης – και ίσως και για να προστατευτεί η εικόνα του αξιώματος του Προέδρου. Ο στόχος επετεύχθη προσωρινά, δεν μπορούμε όμως παρά να αναρωτηθούμε αν μακροπρόθεσμα έβλαψε τελικά η αίσθηση της ατιμωρησίας.

Η Αμερικανική Δημοκρατία έχει, λοιπόν, να αντιμετωπίσει τώρα μια νέα αντίστοιχη πρόκληση, από το αποτέλεσμα της οποίας ίσως να κριθεί η σταθερότητα του συστήματος για τα επόμενα 50 χρόνια.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ