Πολιτικη & Οικονομια

Η κυβέρνηση κινδυνεύει να χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών

Σήμερα υπάρχει μια άνευ προηγουμένου κακοφωνία υπουργών που δημιουργεί την αίσθηση διαρκών παλινωδιών και δίνει αφορμές για κάθε είδους κριτική

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
© ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / EUROKNISSI

Σχόλιο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, τα μέτρα, την επιλογή των προσώπων και την έλλειψη μιας κεντρικής γραμμής από την κυβέρνηση.

Στην πολιτική το ένα θέμα φέρνει το άλλο. Με την άνοδο του ΚΙΝΑΛ, για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ τρόμαξε. Η αύξηση στα ποσοστά δεν είναι σημαντική, φοβήθηκαν ωστόσο ότι μπορεί να αποκτήσει δυναμική και να γίνει μη αναστρέψιμη. Αυτά τα αντιμετωπίζεις μικρά, πριν πάρουν διαστάσεις, είναι η λογική που επικράτησε. Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Τσίπρας μία απάντηση ξέρει, να ανεβάζει την ένταση. Να λοιπόν και το αίτημα για εκλογές. Πώς να δικαιολογηθεί όμως όταν μόλις χθες έλεγαν ότι είναι ανεύθυνο να θέτουν τέτοιο ζήτημα στη μέση της πανδημίας; Πόσο μάλλον όταν έχουμε μπροστά μας το 5ο κύμα, την ώρα που δεν έχει φύγει το 4ο; Μα φυσικά χαρακτηρίζοντας τον Μητσοτάκη «επικίνδυνο». Αρκεί να παρακολουθήσει λοιπόν κάποιος τις δηλώσεις των Συριζαίων ή, αν προτιμά, τις εκπομπές στο Κόκκινο, για να καταλάβει. Μόνο κατ’ όνομα δεν τον αποκαλούν δολοφόνο. Κακώς διέγραψαν τον Κουρουμπλή.

Η επιχειρηματολογία που επικαλούνται είναι γνωστή. Πόσοι νεκροί είναι το αποτέλεσμα της ολιγωρίας, της ιδεοληψίας και της διστακτικότητας της κυβέρνησης να πάρει εγκαίρως αποτελεσματικά μέτρα; Γιατί δεν ενισχύει το ΕΣΥ; Απάντηση: επειδή θέλει να το ιδιωτικοποιήσει. Γιατί δεν ενισχύει τις δημόσιες συγκοινωνίες; Απάντηση: επειδή αδιαφορεί για τα λαϊκά στρώματα. Γιατί δεν ενισχύει την εκπαίδευση; Απάντηση: επειδή αδιαφορεί για την δημόσια παιδεία και προωθεί την ιδιωτική. Γιατί δεν στηρίζει τις κατηγορίες που πλήττονται; Απάντηση: επειδή νοιάζεται μόνο για τις μπίζνες με τους δικούς της και τις απευθείας αναθέσεις. Κι αν αυτά δεν τα βλέπουν οι πολίτες είναι επειδή δεν τα προβάλλουν τα καλοταϊσμένα μέσα ενημέρωσης και τα παπαγαλάκια τους.

Είναι επιχειρήματα που δεν μπορεί να απαντηθούν ή μάλλον όποια απάντηση και αν δοθεί, πάντα θα υπάρχει περιθώριο για παραπάνω. Πόσες ΜΕΘ θα έπρεπε να έχουν δημιουργηθεί για να μην διαμαρτύρεται ο Πολάκης, πόσα λεωφορεία θα έπρεπε να έχουν προστεθεί και πόσοι διορισμοί θα έπρεπε να έχουν γίνει στην εκπαίδευση, στην υγεία ή στις συγκοινωνίες; Για να μη μιλήσουμε για τις ενισχύσεις στους τομείς που πλήττονται. Αν υπάρχει ένα αντικειμενικό μέτρο είναι ίσως οι δαπάνες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα. Τα στοιχεία δείχνουν μάλλον το αντίθετο. Η Ελλάδα είναι η χώρα η οποία μεταξύ 19 χωρών της ευρωζώνης, παρουσίασε την πέμπτη μεγαλύτερη αύξηση στο χρέος της μέσα στην πανδημία. Με τις πρόσθετες δαπάνες στα 37,6 δισεκατομμύρια, η Τράπεζα της Ελλάδος υπολογίζει ότι το χρέος την επόμενη δεκαετία θα είναι μεγαλύτερο κατά 27 μονάδες του ΑΕΠ εξαιτίας του κόβιντ. Με βάση αυτά τα στοιχεία λοιπόν θα μπορούσε να διατυπωθεί η αντίστροφη κριτική. Ότι δηλαδή η κυβέρνηση, ελπίζοντας ίσως ότι με το εμβόλιο θα απαλλαγούμε από τον ιό, έκανε δαπάνες που δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια για νέο γύρο ενισχύσεων το 2022. Ξόδεψε με περισσότερη γαλαντομία από χώρες με πολύ μεγαλύτερες δημοσιονομικές αντοχές. Μόνο που αυτό δεν μπορεί να το υποστηρίξει η αντιπολίτευση η οποία ζητούσε ακόμα μεγαλύτερο και «εμπροσθοβαρές» πακέτο. Ένας τόλμησε να το πει, ο υφυπουργός της κυβέρνησης Τσίπρα Δημήτρης Λιάκος και το αποκάλεσαν «χειρότερο από τον Σόιμπλε».

Αν πάρει κανείς υπόψη του τα δεδομένα της οικονομίας, μπορεί να καταλάβει καλύτερα γιατί η κυβέρνηση ήθελε όσο το δυνατόν να καθυστερήσει τη λήψη μέτρων και να «σώσει τις γιορτές». Άλλωστε ποτέ τα μέτρα δεν είχαν απλώς στόχο να σωθούν ζωές, ιδίως μετά την δυνατότητα που έχουν όλοι να κάνουν τρεις δόσεις του εμβολίου. Πάντα η επιδίωξη ήταν να μείνει ανοιχτή η οικονομία ως το σημείο εκείνο που θα οδηγούσε σε κατάρρευση το ΕΣΥ. Αυτή είναι η πολιτική στην Ελλάδα, αυτή είναι και η πολιτική σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμα και εκείνες που έχουν τα οικονομικά περιθώρια για ένα ακόμα μεγάλο λοκντάουν. Αντιπολίτευση που δεν παίρνει υπόψη της αυτά τα ζητήματα είναι απλώς άσκηση υποκρισίας.

Φυσικά η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε. Περίμενε, οι επιδημιολόγοι δηλαδή περίμεναν, επέλαση της Όμικρον στα μέσα Ιανουαρίου. Φαίνεται ότι ήρθε τρεις εβδομάδες νωρίτερα αναγκάζοντας και τον πρωθυπουργό να διακόψει τις διακοπές του. Ό,τι συμβαίνει πάντως στην Ελλάδα, συμβαίνει λίγο πολύ σε όλη την Ευρώπη. Παντού ρεκόρ νέων κρουσμάτων, παντού ελλείψεις και ουρές για τεστ, παντού προσπάθεια να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στην προστασία των συστημάτων υγείας και στην προστασία της οικονομίας. Κάποιες το πετυχαίνουν καλύτερα κάποιες χειρότερα.

Άλλο είναι το πρόβλημα το οποίο θα επηρεάσει ενδεχομένως και την πορεία της πανδημίας: η κυβέρνηση κινδυνεύει να χάσει, αν δεν έχει χάσει ήδη, την δυνατότητα να διαμορφώσει το αφήγημα της πανδημίας και κατ’ επέκταση κινδυνεύει να χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Από την αρχή αντιμετώπισε την υγειονομική κρίση κοντόφθαλμα, χωρίς σαφή επικοινωνιακή στρατηγική και με στόχο το βραχυπρόθεσμο συμφέρον. Δεν σκέφτηκε ποτέ για παράδειγμα ότι αν διεκδικεί τις δάφνες για τις λίγες απώλειες του πρώτου χρόνου, μοιραία θα της έριχναν την ευθύνη για τις εκατόμβες του δεύτερου. Κι ενώ την προηγούμενη χρονιά ένας Τσιόδρας μπορούσε να απευθυνθεί αξιόπιστα και με σοβαρότητα σε όλους τους πολίτες, σήμερα υπάρχει μια άνευ προηγουμένου κακοφωνία υπουργών που δημιουργεί την αίσθηση διαρκών παλινωδιών και δίνει αφορμές για κάθε είδους κριτική. Καλώς ή κακώς η ευθύνη πέφτει στο Μαξίμου. Τόσο για την επιλογή των προσώπων όσο κυρίως για την έλλειψη μιας κεντρικής γραμμής. Είναι αργά για να αλλάξουν τα πράγματα; Ίσως. Έτσι κι αλλιώς πρώτα κάποιοι θα πρέπει να αναγνωρίσουν τα λάθη τους.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ