Κοσμος

Ο βασανιστικά αργός θάνατος της Σαμίρα Σαμπζιάν

Ο Θεός τους δεν χορταίνει από γυναικεία σάρκα

4766-35219.jpg
Νίκος Γεωργιάδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο βασανιστικά αργός θάνατος της Σαμίρα Σαμπζιάν

Η ιστορία της Σαμίρα Σαμπτζιάν: Ήταν θύμα ενδοοικογενειακής βίας, έσφαξε τον σύζυγό της και τη σκότωσαν διά απαγχονισμού

Είχε την ατυχία να γεννηθεί σε μία χώρα όπου το να είσαι γυναίκα είναι κατάρα. Στα δεκαπέντε της ο πατέρας της την πάντρεψε. Αυτός άλλωστε ήταν ο αφέντης και ο κύρης της. Έκανε δύο παιδιά. Δεν του ήταν αρκετό ωστόσο του άντρα της να την έχει παντρευτεί παιδούλα, να την έχει βασανίσει πονώντας την, να την έχει δούλα και σκλάβα μαζί και μητέρα των παιδιών του. Άρχισε να την δέρνει, να την βιάζει συστηματικά, να την βασανίζει. Πέρασαν τα χρόνια αλλά αυτός, ο νέος αφέντης και κύρης της, δεν χόρταινε ούτε από το αίμα της ούτε από τα βογγητά και τον πόνο της. Κανείς άλλωστε δεν την άκουγε. Ψυχή δεν την αφουγκραζόταν. Στην Περσία είναι καλύτερα για μία γυναίκα να πεθαίνει παρά να αποτολμά να ζήσει. Τουλάχιστον ο θάνατος, το βάναυσο τέλος, μπορεί να είναι και λύτρωση.

Μην νομίζετε πως οι άλλες γυναίκες του πρώτου οικογενειακού κύκλου θα αντιλαμβάνονταν την κατάστασή της. Ούτε να σας περάσει από το μυαλό πως θα προσέτρεχαν να την στηρίξουν. Ζώντας σε ένα πρωτογενές τυραννικό περιβάλλον, κάθε ψυχή αργά ή γρήγορα παραδίδεται, εκλιπαρεί να ζήσει, παρακαλεί να την ξεχάσουν παρατημένη σε κάποια σκοτεινή γωνιά μακριά από το βλέμμα του κάθε αφέντη, άντρα, κύρη και δυνάστη της.

Πέρναγαν τα χρόνια και ο πόνος για την Σαμίρα Σαμπζιάν όλο και γινόταν πιο οξύς, περισσότερο ανυπόφορος, ασύλληπτα διαπεραστικός. Είναι ένας πόνος που με αυτόν κοιμάσαι όταν αποκαμωμένη πέφτεις το βράδυ να ξεχάσεις και με αυτόν ξυπνάς το πρωί. Ο πόνος είναι η δεύτερη φύση σου. Είναι σαν ένα εσωτερικό ρολόι που σου υπενθυμίζει κάθε ώρα και κάθε στιγμή πως υπάρχεις για να υποφέρεις.

Προσπάθησες να τον ικετέψεις αλλά ήταν μάταιο. Στο τέλος κατάλαβες πως όσο τον ικέτευες να σταματήσει τόσο ηδονιζόταν. Ο θεός του, η θρησκεία του, το δόγμα του, τον οδηγούσαν κάθε ημέρα και βαθύτερα στο σκοτεινό κόσμο της βαρβαρότητας. Οι μουλάδες τον δίδασκαν και οι θρησκευτικοί ηγέτες τον διέταζαν να είναι αμείλικτος. Έτσι είναι ο κόσμος των φανατικών. Αμείλικτα μισάνθρωπος. Όχι, δεν πρόκειται για απλό μισογυνισμό. Όταν μισείς την μήτρα που σε γεννά, τότε είσαι κάτι χειρότερο από μισογύνης, κάτι απλούστερο από μισάνθρωπος. Είσαι ένας απόλυτος φασίστας. Είσαι έτοιμος για το ειδεχθέστερο των εγκλημάτων.

Η Σαμίρα Σαμπζιάν σταμάτησε να τον ικετεύει. Χάιδευε τις πληγές της αλλά δεν βογκούσε πλέον. Βύζαινε το αίμα της αλλά τα δάκρυα έπαψαν να κυλούν από τα μάτια της. Έμαθε να συμβιώνει με τους μώλωπές της, να τους κοιτά με τρυφερότητα, να τους μιλά. Είχε πια καταλάβει, το ένιωθε άλλωστε, πως δεν υπάρχει λύτρωση. Ήταν μόνη της απέναντι από αυτό το τέρας και έπρεπε να υπομένει την μοίρα της. Όσο πάει. Πέρασαν τέσσερα χρόνια. Στην πραγματικότητα πέρασαν τέσσερις αιώνες. Μέρα με την ημέρα. Σε μία γωνιά του εγκεφάλου της είχε οργανώσει το μυστικό αρχείο με τις μνήμες της. Με κωδικούς και ειδικές περιγραφές των γεγονότων. Ήταν η δική της «γωνιά» στην οποία φύλαγε τα αρχεία του προσωπικού της τρόμου.

Στα δεκαεννέα της χρόνια τον έσφαξε. Ναι, τον έσφαξε. Δεν έχουν σημασία οι λεπτομέρειες. Απλά τον έσφαξε. Την συνέλαβαν και την καταδίκασαν σε θάνατο διά απαγχονισμού. Στην χώρα του απόλυτου φασισμού, στην Περσία του ιερατείου, η κοπελίτσα με τα μαύρα μάτια δεν θα είχε καμία δυνατότητα να ακουστεί. Η γυναικεία φωνή δεν έχει καμία δυνατότητα να ακουστεί. Οι γυναίκες δεν είναι ούτε άνθρωποι, ούτε πολίτες. Ανήκουν σε μία κατηγορία υποδεέστερη των υποζυγίων. Τα ζώα εργασίας στην σύγχρονη Περσία έχουν περισσότερα δικαιώματα άλλωστε.

Η ταλαιπωρία της με την βασανιστική αναμονή του μοιραίου κράτησε δέκα χρόνια. Είναι το επιπλέον βασανιστήριο που επιφυλάσσουν οι φανατικοί στις γυναίκες. Δεν αρκεί η καταδίκη, ο φόβος του θανάτου, η απελπισία και η απόγνωση. Όχι βέβαια. Το θύμα πρέπει να υποστεί και τη βάσανο του χρόνου.

Την απαγχόνισαν λοιπόν στα 29 της χρόνια. Το βασανιστήριο κράτησε δεκατέσσερα χρόνια. Την ανέβασαν στο ικρίωμα στο οποίο έφθανε το σχοινί με την θηλιά που κρεμόταν από τον γάντζο ενός γερανού. Το κορμί κουνιόταν άναρχα για λίγα λεπτά και το στόμα ανοικτό προσπαθούσε να πάρει μία ανάσα. Μάταια. Ο αυχένας δεν έλεγε να συντριβεί ώστε να σταματήσει η αγωνία. Τελικά ο κεφάλι έγειρε στο πλάι. Οι μουλάδες, οι δικαστικοί υπάλληλοι, ο δικαστής, ο εισαγγελέας, αναφώνησαν «Ο Θεός είναι μεγάλος», γύρισαν ικανοποιημένοι, οσμίστηκαν στον αέρα τον θάνατο και πήραν τον δρόμο για τις δουλειές τους. Μία ακόμη ανθρωποθυσία στο όνομα του θεού τους. Στους σκοτεινούς διαδρόμους των Κεντρικών Φυλακών περίμεναν την σειρά τους και άλλες καταδικασμένες σε θάνατο δια απαγχονισμού. Ο Θεός τους δεν χορταίνει, βλέπετε, από γυναικεία σάρκα.  

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ