Κοσμος

Κίνα: Η Μεγάλη Παραίτηση της Νεολαίας

Το ποσοστό ανεργίας αγγίζει επισήμως το 21,3%

113810-648403.jpg
Πλάμεν Τόντσεφ
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κίνα: Η Μεγάλη Παραίτηση της Νεολαίας.
© Linghe Zhao / Getty Images

Κίνα: Η ανεργία των νέων και οι ευρύτερες διαστάσεις του φαινομένου, εν μέσω της γενικότερης κρίσης της κινεζικής οικονομίας

Με μεγάλη ανησυχία παρακολουθούν οι κινεζικές αρχές την συνεχώς αυξανόμενη ανεργία των νέων, ηλικίας από 16 ώς 24 ετών. Τον περασμένο Ιούνιο ανακοινώθηκε ποσοστό 21,3% επισήμως, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι το πραγματικό ύψος της ανεργίας είναι μεγαλύτερο – κάτι που εξηγεί την απόφαση της κρατικής στατιστικής υπηρεσίας να σταματήσει να δημοσιεύει σχετικά στοιχεία (sic). Σημειώνεται ότι από το 2018 η ανεργία καταγράφεται μόνο στους κατοίκους των αστικών κέντρων, χωρίς να πιάνει τους μετακινούμενους εργάτες από την ύπαιθρο (migrant workers), περί τα 300 εκατ. το 2022.

Η επίσημη ανεργία των νέων εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένη ανάμεσα στους απόφοιτους πανεπιστημίων, στην δεξαμενή των οποίων μόνο φέτος προστέθηκαν 11,5 εκατομμύρια. Παρά την αυστηρή λογοκρισία, στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνεχώς εμφανίζονται φωτογραφίες και βίντεο που δείχνουν απόφοιτους πανεπιστημίων να πετάνε τα νεοαποκτηθέντα πτυχία τους σε κάδους απορριμμάτων ή να ξαπλώνουν στο έδαφος παριστάνοντας τους πεθαμένους.

Ο όρος «μεγάλη παραίτηση» έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια διεθνώς, για να περιγράψει την μαζική έξοδο εργαζομένων, οι οποίοι είτε προσαρμόζονται στις νέες ευκαιρίες που προσφέρει η τηλεργασία είτε ζητούν καλύτερες αποδοχές και ουσιαστικό νόημα στην δουλειά. Στα συμφραζόμενα της Κίνας, όμως, το φαινόμενο αυτό έχει διαφορετικά αίτια.

«Ασ' τα να παν' στο διάολο»

Κατ’αρχάς, η «μεγάλη παραίτηση» στην Κίνα αφορά κυρίως την νεολαία της ανερχόμενης μεσαίας τάξης, όσο κι αν ο ορισμός αυτού του τμήματος της κινεζικής κοινωνίας διαφέρει από τα δυτικά στάνταρ. Πρόκειται για νέους ανθρώπους που διαμένουν στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και είναι κατά τεκμήριο πιο μορφωμένοι τόσο από την προηγούμενη γενιά, όσο και από τους συνομηλίκους τους στην αγροτική ύπαιθρο. Επιπροσθέτως, η Generation Z της Κίνας μεγάλωσε σε μια εποχή αλματώδους ανάπτυξης της χώρας, με την βεβαιότητα για εγγυημένη επιτυχία και με ισχυρές τάσεις καταναλωτισμού.

Ωστόσο, ενώ αυτή η νεολαία εισέρχεται στην αγορά εργασίας με πτυχία και προσδοκίες, σύντομα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα πολύ χειρότερη από την επίσημη κρατική προπαγάνδα περί λαμπρής προοπτικής της χώρας. Η αισθητή επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας επιφέρει – ή, ακριβέστερα, επιτείνει – πολλές δυσμενείς αλλαγές στην αγορά εργασίας. Π.χ. οι νέοι των αστικών κέντρων συχνά αναγκάζονται να δουλέψουν με εξοντωτικούς ρυθμούς στο πλαίσιο του άτυπου συστήματος «996», δηλαδή εργασία από τις 9 το πρωί ως τις 9 το βράδυ, έξι μέρες την εβδομάδα. Ποιά είναι η εναλλακτική αυτής της ευρέως διαδεδομένης πρακτικής; Η ανεργία.

Ως αποτέλεσμα, μετά το 2021 έχει φουντώσει ένα υπόγειο ρεύμα στην νεολαία γνωστό ως tang ping (躺平, lying flat). Η στάση αυτή, που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «αραλίκι» ή «ξάπλα», είναι η παραίτηση από το κυνήγι επαγγελματικών στόχων σε ένα περιβάλλον, το οποίο δεν εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση και δεν επιτρέπει στους νέους την άνεση να απολαύσουν τις χαρές της ζωής. Τον τελευταίο χρόνο η ψυχολογική διάθεση tang ping έχει «μεταλλαχθεί» στο ακόμη πιο απαξιωτικό bai lan (摆烂, let it rot) που μπορεί να μεταφραστεί περίπου ως «ας τα να παν στο διάολο».

Η απογοήτευση και κατήφεια που χαρακτηρίζουν την ψυχολογία πολλών εκατομμυρίων νέων Κινέζων καταγράφεται σε «χιονοστιβάδα» αναρτήσεών τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρά τα γεγονός ότι σβήνονται συστηματικά από τις κινεζικές αρχές. H έλλειψη ανταμοιβής για τις σπουδές τους και η απουσία σοβαρής προοπτικής είναι τα κυριότερα αντικίνητρα, με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η νεολαία της μεσαίας τάξης. Σε πολιτικό δε επίπεδο, αυτή η αναχωρητική στάση αποτελεί ευθεία απόρριψη του επίσημου κυβερνητικού αφηγήματος για την «ασταμάτητη άνοδο της Κίνας», όπως και της προτροπής για σκληρές ατομικές προσπάθειες για την επίτευξη του υπέρτατου στόχου που δεν είναι άλλος από την «αναγέννηση του κινεζικού έθνους».

Το «παράδοξο της Κίνας»

Τα αίτια του μαζικού αισθήματος ματαίωσης σχετίζονται με δομικά χαρακτηριστικά του κινεζικού μοντέλου ανάπτυξης και διακυβέρνησης. Σημειωτέον, το εισόδημα των Κινέζων πολιτών ποτέ δεν ακολουθούσε τους ονομαστικούς ρυθμούς μεγέθυνσης της εθνικής οικονομίας και το φαινόμενο αυτό έχει χαρακτηριστεί ως «παράδοξο του κινεζικού ΑΕΠ». Με άλλα λόγια, το κόμμα-κρατος δεν αποδίδει στους πολίτες το “μέρισμα” που αναλογεί στον κόπο τους και την συνεισφορά τους στην μεγέθυνση της κινεζικής οικονομίας. Στην ουσία, οι αρχές κατακρατούν μεγάλο μέρος του νεοπαραγόμενου πλούτου για την χρηματοδότηση του κόμματος-κράτους, εις βάρος του εισοδήματος των νοικοκυριών.

Η σοβαρή απόκλιση μεταξύ των επίσημων ρυθμών ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των Κινέζων πολιτών αφορά ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους. Εκτός από την αυξανόμενη ανεργία, τα παράπονά τους σχετίζονται με το υψηλό κόστος ζωής, τις δυσθεώρητες τιμές διαμερισμάτων στα αστικά κέντρα και την δυσκολία να δημιουργήσουν οικογένειες.

Μια άλλη παράμετρος είναι το γεγονός ότι, ως «παγκόσμιο εργοστάσιο», για τέσσερις δεκαετίες περίπου η Κίνα βασιζόταν στην μεταποίηση και τις κατασκευές – τομείς που απαιτούν πολλά εργατικά χέρια και ωφελούνταν από τους συγκριτικά χαμηλούς μισθούς. Το 2019 το εργατικό κόστος ως ποσοστό του ΑΕΠ περιοριζόταν στο 40%, ενώ στις 35 πιο ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου ξεπερνούσε το 50% εκείνη την χρονιά.

Σήμερα, οι κινεζικές αρχές εξαγγέλλουν σταδιακή απομάκρυνση από τις βιομηχανίες εντάσεως εργασίας και θέτουν ως προτεραιότητα τομείς υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, αλλά η στροφή προς ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο αποδεικνύεται δύσκολη. Είναι προφανές ότι η προσφορά νέων εξειδικευμένων στελεχών ξεπερνά κατά πολύ την ζήτηση για σχετικά προσόντα στην πραγματική αγορά εργασίας.

Επιπρόσθετα, ενώ ο ιδιωτικός τομέας στην Κίνα εξασφαλίζει έως και το 80% της απασχόλησης και 9 στις 10 νέες θέσεις εργασίας, τα τελευταία δύο χρόνια η κυβέρνηση επέβαλε σημαντικούς περιορισμούς σε μεγάλους ιδιωτικούς ομίλους με εξειδικευση στην υψηλή τεχνολογία και την εκπαίδευση. Ως αποτέλεσμα, αντί να προσλάβουν πρόσθετους απόφοιτους πανεπιστημίων, οι επιχειρήσεις σ’αυτούς τους κλάδους αναγκάστηκαν να απολύσουν εκατομμύρια εργαζόμενους.

Κι ενώ το «παράδοξο της Κίνας» μοιάζει να σχετίζεται με μακροοικονομικές επιλογές των εθνικών αρχών, παράλληλα υπάρχει κι ένα εξόχως πολιτικό σκεπτικό. Κατά βάση, το κόμμα-κράτος δεν επιθυμεί να δει μια δραστήρια μεσαία τάξη, η οποία να προβάλλει απαιτήσεις για καλύτερη ποιότητα ζωής, π.χ. σε ό,τι αφορά τις δημόσιες υπηρεσίες, το περιβάλλον, το κόστος ζωής, κ.λπ. Ο ενστικτώδης φόβος των αρχών είναι ότι σε βάθος χρόνου αυτές οι διεκδικήσεις – και ιδιαίτερα στο δυναμικό τμήμα της νεολαίας – θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε πολιτικά αιτήματα και αμφισβήτηση της κυριαρχίας του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Τέλος, χωρίς να είναι ήσσονος σημασίας, το οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, με την ταχεία γήρανση και συρρίκνωση του πληθυσμού της, ασκεί ιδιαίτερη ψυχολογική πίεση στην Generation Z της Κίνας. Οι νεοι Κινέζοι αισθάνονται ότι βρίσκονται στον πάτο μιας αντεστραμμένης δημογραφικής πυραμίδας, και καλούνται να εξασφαλίσουν με την εργασία τους – αν έχουν εργασία και καλές αποδοχές – τις συντάξεις ενός συνεχώς αυξανόμενου μεριδίου του πληθυσμού

Εύφλεκτη ύλη

Υπάρχουν, λοιπόν, πολλά σημάδια οτι οι νέοι Κινέζοι δεν είναι ευτυχείς και δείχνουν να έχουν χάσει την πίστη τους στο λεγόμενο «κινεζικό όνειρο». Η εθνική οικονομία έχει αποχωριστεί ανεπιστρεπτί πλέον τους διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ η σφοδρή κρίση στον τομέα των ακινήτων και τα εκτεταμένα lockdowns το 2022 έχουν καταρρίψει τον μύθο πως η Κίνα δεν μπορεί να έχει κρίσεις.

Η πολιτική μηδενικής ανοχής στον κορωνοϊό ήταν ιδιαίτερα απεχθής για εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζους και οδήγησε στα τέλη του 2022 στο κίνημα της λευκής κόλλας σε πολλά πανεπιστήμια της χώρας. Αυτή η έκρηξη οργής θορύβησε τους Κινέζους ιθύνοντες, λόγω της ομοιότητας με τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 1989 στην πλατεία Τιανανμέν, αλλά και τις ταραχές στο Χονγκ Κονγκ το 2019. Η στροφή 180 μοιρών και η απότομη εγκατάλειψη της μισητής πολιτικής zero-COVID έδειξαν ότι το πανίσχυρο Κομμουνιστικό Κόμμα δεν μπορεί να αγνοήσει παντελώς την κοινωνία της Κίνας.

Σ’αυτό το στάδιο, η συσσωρευμένη «εύφλεκτη ύλη» στην νεολαία των μεγαλουπόλεων δεν παρουσιάζει άμεση πολιτική πρόκληση για το κινεζικό κόμμα-κράτος. Κοινωνιολογικές έρευνες καταγράφουν σε μεγαλύτερο βαθμό προσωπικό άγχος παρά ενδιαφέρον για την πολιτική ανάμεσα στους νέους ανθρώπους. Σημειώνεται, επίσης, ότι ο ασφυκτικός έλεγχος επί της κοινωνίας και τα απανταχού παρόντα συστήματα παρακολούθησης των πολιτών αποτελούν σημαντική ασπίδα για το καθεστώς.

Ωστόσο, εάν το κόμμα-κράτος θέλει να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των νέων Κινέζων που είναι το μέλλον της χώρας, καλείται να αντιμετωπίσει τα δομικά προβλήματα της κινεζικής οικονομίας και να προβεί σε δικαιότερη κατανομή του εθνικού πλούτου προς όφελος της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της νεολαίας. Δύσκολη εξίσωση που δεν λύνεται μόνο με μέτρα αστυνόμευσης, αλλά ούτε και με βαρύγδουπα συνθήματα που πείθουν ολοένα και λιγότερους Κινέζους πολίτες.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ