Κοσμος

Από τη Φλωρεντία στο Παρίσι, από την έκσταση στην απόγνωση, ή το σύνδρομο της προσδοκίας

Ναι, πιστέψαμε πως ο κόσμος είναι ένα όνειρο (και πως όλα θα γίνονταν όλο και καλύτερα)

myrsini-gkana.jpg
Μυρσίνη Γκανά
ΤΕΥΧΟΣ 850
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Παρίσι
© Luis Moura / Unsplash

Το «Σύνδρομο της Φλωρεντίας», το «Σύνδρομο του Παρισιού» και οι ψευδαισθήσεις της γενιάς μας.

Υπάρχουν δύο εμβληματικές ευρωπαϊκές πόλεις των οποίων το όνομα συνδέεται και με ένα ολοδικό του ψυχολογικό σύνδρομο. Πρώτα υπήρξε το «Σύνδρομο της Φλωρεντίας» ή «Σύνδρομο Σταντάλ», χάρη στην περιγραφή του από τον Γάλλο συγγραφέα. Το 1817 λοιπόν, ο Σταντάλ έγραφε για το ταξίδι του στη Φλωρεντία: «Και η ιδέα μόνο ότι βρισκόμουν στη Φλωρεντία μου προκαλούσε έκσταση…η καρδιά μου χτυπούσε ξέφρενα, περπατούσα και φοβόμουν ότι θα σωριαστώ στο έδαφος». Το σύνδρομο περιγράφεται και καταγράφεται στην ψυχιατρική το 1989, και χαρακτηρίζει τουρίστες οι οποίοι, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους στη Φλωρεντία αισθάνονται ζάλη και ταχυκαρδία, παραισθήσεις και κρίσεις πανικού, ανίκανοι να διαχειριστούν την τεράστια δόση ομορφιάς και τέχνης στην οποία βρίσκονται ξαφνικά εκτεθειμένοι.

Πρόκειται για μια τόσο ωραία ιδέα, αυτή η σκέψη της δύναμης της ομορφιάς, που αναγνωρίζεται ακόμα και από το σώμα, που προκαλεί σωματικές αντιδράσεις, υπάρχει κάτι το εξαιρετικά ρομαντικό, ιδεαλιστικό εκεί.

Πρόσφατα όμως έμαθα ότι υπάρχει και το «Σύνδρομο του Παρισιού», που θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι το ακριβώς αντίθετο. Ωστόσο, τα συμπτώματα είναι περίπου τα ίδια. Ταχυκαρδία, ζάλη, παραισθήσεις, μανία καταδίωξης. Εμφανίζεται επίσης σε τουρίστες. Κυρίως σε τουρίστες από την Ιαπωνία, οι οποίοι φτάνουν συχνά στην πρεσβεία τους ζητώντας να τους διαβεβαιώσει κάποιος ότι η πόλη του φωτός δεν θα σωριαστεί γύρω τους και επάνω τους. Εδώ δεν εκστασιάζονται μπροστά στην ομορφιά, αν και σίγουρα θα μπορούσαν. Εδώ το σοκ και η απογοήτευση από τη σύγκριση ανάμεσα στην προσδοκία του Παρισιού όπως το είχαν φτιάξει στο μυαλό τους και την πραγματικότητα μιας πόλης πανέμορφης μεν αλλά ταυτόχρονα και σκληρής, και βρόμικης, και παντελώς αδιάφορης έως εχθρικής προς τους ίδιους, βυθίζει τους Ιάπωνες τουρίστες σε ψυχική αποδιοργάνωση.

Θορυβήθηκα όταν, ακούγοντας για το «Σύνδρομο του Παρισιού», ένιωσα μια έντονη ταύτιση με τους Γιαπωνέζους τουρίστες, κι ας έχω βρει το Παρίσι πανέμορφο όσες φορές το έχω επισκεφτεί. Το αίσθημα της αναγνώρισης αυτού του συναισθήματος, αυτής της ψυχικής αποδιοργάνωσης, δεν είχε να κάνει με κάποια πόλη,  όπως διαπίστωσα συζητώντας και με φίλους. Είναι γενικευμένο μάλλον στους ανθρώπους της γενιάς μου τουλάχιστον, και πρόκειται για μια αντίδραση κατάρρευσης και ακραίας απογοήτευσης μπροστά στην πραγματικότητα του κόσμου, όσο γελοίο κι αν ακούγεται αυτό.

Η γενιά που μεγάλωσε μέσα σε αυτή την ευχάριστη παρένθεση της ιστορίας που υπήρξε ο δυτικός κόσμος μετά τον Β' ΠΠ είχε τεράστιες προσδοκίες 

Η γενιά που μεγάλωσε μέσα σε αυτή τη μικρή, ευχάριστη παρένθεση της ιστορίας που υπήρξε ο δυτικός κόσμος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ως το τέλος του 20ου αιώνα περίπου, είχε μεγάλες, τεράστιες προσδοκίες. Πίστευε ειλικρινά στην ελευθερία της και την απολάμβανε, πίστευε πως όλα θα γίνονταν όλο και καλύτερα, πως ο κόσμος ήταν μια πόλη του φωτός, ένα υπέροχο και λαμπερό Παρίσι όπου στους μεγάλους δρόμους ακούγονται ακορντεόν και περνάνε πάνω σε ποδήλατα κορίτσια με μπερέδες. Πολλοί έζησαν κιόλας ένα διάστημα μέσα σε ένα διαρκές «Σύνδρομο Φλωρεντίας», διαρκώς εκστατικοί μπροστά στην ομορφιά του κόσμου που απλωνόταν μπροστά τους, μπροστά στις ατέλειωτες δυνατότητες.

Ναι, υπήρξαμε κακομαθημένοι, τυχεροί, ίσως πολλές φορές αχάριστοι, εξαιρετικά αφελείς, ναι, πιστέψαμε πως ο κόσμος είναι ένα όνειρο, και ναι, στεκόμαστε μπροστά του τώρα νιώθοντας ζάλη, ταχυπαλμία, κρίσεις πανικού, πολίτες μιας χώρας που δεν υπάρχει, έχουμε μόνο ο ένας τον άλλο, και το μόνο που με καθησυχάζει είναι πως όλα αυτά έχουν γίνει ξανά, είναι πως από όλα αυτά βγαίνει τέχνη, η οποία είναι ικανή να προκαλεί έκσταση, χαρά, παρηγοριά, όπως αυτό το απόσπασμα από το ποίημα του Μάθιου Άρνολντ «Η παραλία του Ντόβερ», το οποίο σκέφτομαι πολύ συχνά:

Αχ, αγάπη, ας είμαστε αληθινοί
Ο ένας με τον άλλο! γιατί ο κόσμος, που μοιάζει 
Να απλώνεται μπροστά μας σαν χώρα ονείρων,
Τόσο ποικίλος, τόσο όμορφος, τόσο νέος, 
Δεν έχει πράγματι μήτε χαρά, μήτε αγάπη, μήτε φως, 
Μήτε βεβαιότητα, μήτε ειρήνη, μήτε βοήθεια για τον πόνο.
Κι είμαστ’ εδώ σαν σε σκοτιδιασμένο κάμπο
Σαρωμένο από συγκεχυμένους συναγερμούς αγώνα και φυγής,
Όπου άγνωρες στρατιές χτυπιούνται τη νύχτα.

 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ