Κοσμος

ΗΠΑ: Γιατί αυξήθηκαν τα βίαια εγκλήματα το 2020

Η χειρότερη πόλη είναι το Φορτ Λόντερντεϊλ στην Φλόριντα, ένας πρώην καλοκαιρινός παράδεισος

328203-678198.png
Φίλιππος Κόλλιας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το Φορτ Λόντερντεϊλ στη Φλόριντα των ΗΠΑ

Η άνοδος της εγκληματικότητας στις ΗΠΑ το 2020 και η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση των ανθρωποκτονιών από τότε που η χώρα άρχισε να διατηρεί αρχεία.

Το 2020 ήταν μια επικίνδυνη χρονιά εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού. Υπήρχε μια άλλη, όχι και τόσο πολυσυζητημένη απειλή για τη δημόσια υγεία που σκότωσε έναν ανησυχητικά μεγάλο αριθμό Αμερικανών πέρυσι: η βία με όπλα. Όπως γράφει ο Devlin Barrett στην Washington Post, «Στις Ηνωμένες Πολιτείες παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση των ανθρωποκτονιών από τότε που η χώρα άρχισε να διατηρεί αρχεία στις αρχές του 20ού αιώνα»: πράγματι, σύμφωνα με το FBI οι δολοφονίες αυξήθηκαν κατά 20,9% συγκριτικά με την ίδια περίοδο το 2019.

Πρόκειται ίσως για συνισταμένη των πιέσεων της πανδημίας και της έντασης που ακολούθησε τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ: η άνοδος της εγκληματικότητας εντοπίζεται σε γειτονιές με ιστορικό στη βία, ενώ τα «ήσυχα» μέρη παρέμειναν ήσυχα. Σε μερικές πόλεις, η αύξηση των δολοφονιών ήταν ακόμη πιο δραματική από ό,τι σε εθνικό επίπεδο: στη Νέα Υόρκη υπήρξε αύξηση 40% με 1.531 φόνους και στο Σικάγο 37% με 769 φόνους. Η εικόνα δείχνει επιστροφή στα μέσα της δεκαετίας του 1990, αλλά είναι ακόμα πολύ μακριά από τις φοβερές χρονιές των δεκαετιών 1970-1980.

Εξάλλου, η κάθε πόλη έχει την ιστορία της. Το Ντιτρόιτ που θεωρείται από τις πιο βίαιες πόλεις, σημείωσε αύξηση των βίαιων εγκλημάτων κατά 19% από το 2019, με 327 δολοφονίες, σχεδόν μία ημερησίως. Παρόμοια είναι η κατάσταση στο Μέμφις του Τενεσί και στη Βαλτιμόρη, καθώς και στο Σαιντ Λούις αν και το Σαιντ Λούις είναι μικρότερη πόλη και η εγκληματικότητα εξετάζεται με από διαφορετικές παραμέτρους.

Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι το 2020, ενώ βίαιο έγκλημα αυξήθηκε, οι άλλες μορφές εγκληματικότητας, όπως για παράδειγμα κλοπές, ληστείες και διαρρήξεις, μειώθηκαν. Φαίνεται πως η πανδημία διατάραξε τους θεσμούς που λειτουργούν ως πρώτη γραμμή έναντι της βίας των όπλων, η οποία είναι κάπως πιο περίπλοκη από τα άλλα εγκλήματα. Ο βανδαλισμός και η κλοπή είναι συχνά πιο τυχαίοι και πιο πιθανό να συμβούν απλώς ως αποτέλεσμα της περιπλάνησης των ανθρώπων μέσα στην πόλη: αντιθέτως, οι δολοφονίες -πολλές από τις οποίες, κατά γενική ομολογία, θα είχαν αποφευχθεί αν δεν ήταν τόσο εύκολη η η πρόσβαση στα πυροβόλα όπλα-οφείλονται σε προθέσεις και ένστικτα τα οποία εμποδίζουν, συνήθως, διάφορα κοινωνικά όργανα και διαδικασίες.

Όσα κάνει η αμερικανική κοινωνία για να μειώσει τη βία των όπλων -επιτήρηση, περιπολίες- έχουν κάπως αποδιοργανωθεί εξαιτίας της COVID-19: η πανδημία έχει ισχυρό αντίκτυπο στη συμπεριφορά της αστυνομίας η οποία αποφεύγει τις φιλικές (ή τουλάχιστον ουδέτερες) αλληλεπιδράσεις με πολίτες· δηλαδή δεν επιτελεί τη σωστή κοινοτική αστυνόμευση. Από την πλευρά των κοινωνικών υπηρεσιών -σχολεία, βιβλιοθήκες, μέντορες, κοινωνικοί λειτουργοί- όλα αυτά έχουν διαταραχθεί. Πολλά σχολεία στις ΗΠΑ παίζουν απλώς τον ρόλο της πρόληψη της βίας, κρατώντας τους εφήβους μακριά από τους δρόμους και τη ζωή των συμμοριών.

Έτσι, ενώ είναι κατανοητό ότι οι πολιτικοί έχουν επικεντρωθεί περισσότερο στην ευημερία του πληθυσμού άνω των 65 ετών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι νέοι υφίστανται λιγότερο άμεσες απειλές για την υγεία τους, στην πραγματικότητα για τη ζωή τους, εφόσον ορισμένες συνοικίες γίνονται πολύ πιο επικίνδυνες. Οι νέοι που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για να καταφύγουν στη βία των όπλων έχουν ηλικία 18 έως 24 ετών, είναι άνεργοι και πάσχουν από κατάθλιψη, με ή χωρίς αυτοκτονικό ιδεασμό: η πανδημία επιδείνωσε αυτά τα προβλήματα ψυχικής υγείας.

Η ένταση μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε επίσης από τα επεισόδια αστυνομικής κατάχρησης εξουσίας. Η αμερικανική αστυνομία δεν έχει την πολυτέλεια να πυροδοτεί κυνισμό ή δυσπιστία έναντι του Νόμου και της Τάξης, διότι παραλλήλως πυροδοτεί το βίαιο έγκλημα. Δημιουργείται φαύλος κύκλος: ακόμα και η προληπτική αστυνόμευση εκλαμβάνεται ως κατασταλτική από το κοινό με αποτέλεσμα διαρκείς αψιμαχίες και καθημερινή διασάλευση της κοινωνικής γαλήνης. Από την πλευρά τους οι αστυνομικοί αποκαρδιώνονται και εύχονται σιωπηρά να αλληλοσκοτωθούν όσοι είναι να αλληλοσκοτωθούν.

Πολλοί πιστεύουν ότι μόλις τελειώσει η πανδημία, το βίαιο έγκλημα θα μειωθεί, αλλά, στην πραγματικότητα, δεν μπορούμε να περιμένουμε τέτοιους αυτοματισμούς. Η Ατλάντα όπου το 2020 σημειώθηκαν 4.198 βίαια εγκλήματα (φόνοι, βιασμοί, ένοπλες ληστείες), δείχνει την τάση για το 2021: 9 φόνοι μέσα στον Ιανουάριο· συν 6 βιασμοί, 78 ένοπλες ληστείες και 56 επεισόδια με όπλα όπου τραυματίστηκαν 59 άτομα. Πιθανώς ένας καλός δρόμος για τη διαχείριση του εγκλήματος είναι η ανάλυση των δεδομένων στις πιο ασφαλείς πόλεις -το Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας και η Σαρλότ της Βόρειας Καρολίνας βρίσκονται σχετικά ψηλά στη λίστα της ασφάλειας στην κατηγορία των μεγαλουπόλεων- ενώ, αντιθέτως, στην κατηγορία των μικρών πόλεων, το χειρότερο σκορ έχει το Φορτ Λόντερντεϊλ της Φλόριντα, το οποίο ήταν κάποτε ένας παράδεισος εξωτικών διακοπών.  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ