Θεατρο - Οπερα

Μπέττυ Αρβανίτη: Γιατί είμαι ηθοποιός

«Το θέατρο θυμίζει κάτι από μια βραδιά έρωτα»

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 510
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
86025-193072.jpg

Μπέτυ Αρβανίτη: Συνέντευξη με τη γνωστή ηθοποιό για το θέατρο και τη ζωή της

Στο καμαρίνι της μεταμορφώνεται στη Βάιολετ Βέναμπλ, την ηρωίδα του έργου «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Μαυρίκιος. Εκεί είναι μια δεσποτική, τραυματισμένη, από το χαμό του γιου της, μητέρα. Εδώ, στο καμαρίνι της, μια πρόσχαρη, επικοινωνιακή, παθιασμένη γυναίκα…

Ο ρόλος/ το έργο

Εδώ δεν μιλάμε για μια απλή σχέση μάνας-γιου, αλλά για μια πολυεπίπεδη, διαστροφική σχέση. Έχει πολύ ενδιαφέρον που ενόσω γνωρίζει ποιος είναι ο γιος της, τις σεξουαλικές του επιλογές, αρνείται να το κατονομάσει –μια πολύ συνηθισμένη πρακτική στην καθημερινότητα πολλών ελληνικών οικογενειών–, κι ας μη νιώθει πως απειλείται από το αντικείμενο πόθου του γιου της.
Είναι ένας ρόλος που έχει παιχτεί πολλές φορές στο παρελθόν. Η προσπάθεια αυτής της παράστασης είναι να δείξει αυτή τη γυναίκα πιο ανθρώπινη, μακριά από συμβολισμούς. Όταν την ακούς να λέει «η λέξη ορφανός υπάρχει. Όμως, σε καμία γλώσσα του κόσμου δεν υπάρχει η λέξη που να ορίσει μια μητέρα που έχει χάσει το παιδί της» –και πράγματι δεν υπάρχει–, ξεχνάς πως υπήρξε μητέρα-τέρας και βλέπεις μπροστά σου έναν πονεμένο άνθρωπο. Μεταξύ μας, θα βαριόμουν να παίξω μια μονοδιάστατη γυναίκα, δεσποτική και σκληρή.

Γιατί είμαι ηθοποιός

Υπήρξαν στιγμές, ειδικά στην αρχή της κρίσης, όπου αναρωτήθηκα αν ασχολούμαι με κάτι πολυτελές, όμως αυτό ξέρω να κάνω και τελικά το μόνο που μένει είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του με τον καλύτερο τρόπο. Θα ήταν ψέμα, αν έλεγα πως αυτή τη δουλειά την κάνω πρώτα απ’ όλα για να προσφέρω. Την κάνω κυρίως για μένα. Την έχω ανάγκη. Εύχομαι τα λόγια μου να μην παρερμηνευτούν και χαρακτηρισθώ εγωκεντρική. Καμία σχέση. Εξάλλου, πιστεύω, πως το επάγγελμα του ηθοποιού εμπεριέχει την έννοια της γενναιοδωρίας. Ο Μίνως Βολανάκης είναι ο πιο ελεύθερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στη ζωή μου. Από αυτόν κατάλαβα –γιατί το είχε πετύχει–, πως ο χρόνος που σου αναλογεί να ζήσεις πρέπει να είναι απόλυτα δικός σου. Αν αυτό πλουτίζει τους άλλους που βρίσκονται δίπλα σου τότε μιλάμε και για προσφορά. Αυτό που είχε καταφέρει είναι κάτι που θαυμάζω απεριόριστα και θέλω να το πετύχω και μέσα από τις επιλογές μου.

Το θέατρο της οδού Κεφαλληνίας

Ξεκίνησε από μια προσωπική ανάγκη. Ήθελα να εκτεθώ, γιατί πιστεύω πως όταν δεν εκτίθεσαι προσωπικά μαθαίνεις να ζεις με άλλοθι. Συμμετείχα σε πολύ καλές παραστάσεις, αλλά πολλές φορές έλεγα μέσα μου «αν το ανέβαζα εγώ θα επέλεγα κάτι τελείως διαφορετικό». Ήθελα να τελειώσω με αυτό. Οι επιλογές μου με χαρακτηρίζουν και δεν έχω πια περιθώρια για άλλοθι. Για λάθη, ναι. Κάνω λάθη και λογικά θα συνεχίζω να κάνω, αλλά αυτό δεν με απασχολεί. Τα άλλοθι όμως δεν τα θέλω. Με τη στάση μου δείχνω τι εννοώ εγώ καλό θέατρο.
Τρέμω τους τίτλους γιατί καθορίζουν και αιχμαλωτίζουν. Απεχθάνομαι την ιδέα να χαρακτηρισθεί το Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας μ’ έναν τίτλο γιατί δεν θεωρώ πως είναι μια τελειωμένη υπόθεση και πάντα το ενδιαφέρει η έκπληξη.

Ας πούμε πως είναι ένα θέατρο που προσπαθεί, που δεν εφησυχάζει… Έχω ακούσει πολύ ωραία πράγματα κατά καιρούς, αλλά πώς θα φανώ αν τα πω; Τα χειρότερα που έχουν ειπωθεί, δεν τα θυμάμαι – ίσως, να τα έχω απωθήσει. (γέλια) Αυτό το θέατρο έχει να κάνει πάρα πολύ με τις συναντήσεις. Σκηνοθέτες, ηθοποιοί με τα καλά και τα κακά τους που συναντήθηκαν εδώ μέσα, πήγαν αυτό εδώ το θέατρο κάπου, μαζί και μένα. Διαφορετικά, φοβάμαι, πως θα ήμουν εγκλωβισμένη στην εικόνα που είχαν άλλοι για εμένα, και προερχόταν εν πολλοίς και από τον παλιό κινηματογράφο. Το θέατρο από τη φύση του έχει κάτι το θνησιγενές. Ζει στη μνήμη, με τον ίδιο τρόπο που ζουν αγαπημένοι άνθρωποι οι οποίοι έχουν φύγει από τη ζωή. Περιέχει θάνατο, αλλά και έρωτα. Θυμίζει κάτι από μια βραδιά έρωτα. Μετά από χρόνια φέρνεις στο μυαλό σου μια στιγμή, σου έρχεται στα χείλη η γεύση, ένα γδάρσιμο. Πάντως για να μείνει στη μνήμη πρέπει να έχει προκαλέσει μια ταραχή. Κι αυτές αναζητούμε στη ζωή μας ώστε να μη βαριόμαστε.

Το κοινό

Θυμάμαι οι «Δούλες» του Ζενέ ήταν ένα απίστευτα δύσκολο έργο, που απαιτούσε έναν εξοικειωμένο θεατή. Έγινε χαμός, πολύ μεγάλη επιτυχία! Ανάμεσα στους θεατές εύκολα ξεχώριζες απορημένα πρόσωπα « τι-βλέπω-εγώ- τώρα-εδώ;» Ήταν αδύνατο να επικοινωνήσουν με το έργο κι όμως με το που τελείωνε η παράσταση καταχειροκροτούσαν ευχαριστημένοι. Χριστέ μου, είναι ένα τέρας η μόδα, που δεν αφήνει ούτε και το θέατρο απ’ έξω. Εξαιτίας της βλέπεις ένα κοινό που καταναλώνει την τέχνη, παρά την αποζητά. Από την άλλη, ευτυχώς τελικά, πάντοτε βρίσκονται εκείνοι οι θεατές που με τις αντιδράσεις τους σε κάνουν να νοιώθεις πως ακολουθείς το σωστό δρόμο. Το έζησα στη «Φόνισσα». Έργο, θέμα, λόγος, όλα δύσκολα κι όμως πέρασε στο κοινό. Στο καμαρίνι μου έμπαιναν γυναίκες κλαίγοντας. Κάτι διακινούσε η παράσταση. Δεν είναι ωραίο να παίζεις μπροστά σε πολλές άδειες θέσεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι παραστάσεις αυτές είναι χειρότερες από άλλες μπροστά σε γεμάτη αίθουσα. Έχει συμβεί αρκετές φορές το αντίθετο.

Πάντα έχει σημασία το κοινό – για μένα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε κάθε παράσταση. Αυτό που θα πω είναι μεταξύ μας…. όχι, τρίχες το μεταξύ μας, γράψτε το. Έχω βγει μερικές φορές στη σκηνή χωρίς κέφι για να παίξω. Άνθρωπος είμαι, κάτι μπορεί να μου είχε τύχει – τέλος πάντων δεν έχει τόσο σημασία ο λόγος. Σε δύο λεπτά το κοινό με έκανε να πετάω. Αλλά έχει συμβεί και το αντίθετο. Βγαίνεις με απίστευτη διάθεση και το κοινό σε ρίχνει στα τάρταρα. Το χειρότερο για μένα είναι το κοινό που σε αντιμετωπίζει ως εικόνα, συμπεριφέρεται λες και βλέπει τηλεόραση, και όχι κάτι ζωντανό εν εξελίξει. Έχω «προσκολληθεί» σ’ ένα θεατή που μου στέλνει απίστευτη ενέργεια αλλά και έχω «καταστραφεί» από έναν κακό θεατή με απίστευτα αρνητική ενέργεια. Υπάρχουν τεχνικές για να σωθείς από τον τελευταίο, αλλά εξουθενώνεσαι. Ενώ στην αντίθετη περίπτωση όλα ρέουν κανονικά… Όπως χρειαζόμαστε εκπαιδευμένους ηθοποιούς, σκηνοθέτες και γενικά εκπαιδευμένους συντελεστές στο θέατρο, έχουμε και την ανάγκη ενός εκπαιδευμένου κοινού. Του να μπορεί να ξεχωρίσει το καλό από το κακό. Αλλά και το έσχατο, να ξέρει να συμπεριφερθεί μέσα σε μια παράσταση.

Θέατρο & Ζωή

Δεν ξέρω ουσιαστικά πότε άρχισα να ωριμάζω, κι έμαθα να ιεραρχώ. Υπήρξαν πολύ χονδρά ταρακουνήματα στη ζωή μου, τα περισσότερα έχουν να κάνουν με την υπόστασή μου ως μητέρα. Σίγουρα η μητρότητα με ωρίμασε. Ίσως, είναι και η μόνη σχέση που βάζεις κάποιον άλλο πιο μπροστά από εσένα εύκολα και φυσικά. Στην ωρίμανση βοήθησαν οι σχέσεις με τους ανθρώπους, οι σχέσεις μου με όσους πέρασαν από εδώ. Δεν μ’ ενδιαφέρει το «τι ωραία που το έκανα», αλλά τα όρια που αποκαλύπτουν για μένα οι ρόλοι.

Ποτέ δεν θα μπορούσα να σκεφτώ πώς θα έκανα/κάνω φόνο, αλλά τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη την κατάλαβα, όπως και συνειδητοποίησα πως για να περάσεις στο άλογο στρατόπεδο χρειάζεται μόνο ένα κλικ.
Δεν θα έλεγα ποτέ πως το θέατρο είναι η ζωή μου, γιατί πρώτα απ’ όλα δεν μπορώ να το διαχωρίσω. Περνάω πολλές ώρες εδώ, με απασχολεί, όπως και η προσωπική μου ζωή. Ακόμα και τα όνειρά μου, αν κάτσω και τα αναλύσω, έχουν κάθε φορά κάτι από τους ρόλους. Πάντως πέρα από τους κλασικούς εφιάλτες, πως ξεχνάω τα λόγια, ένας εφιάλτης που επανέρχεται και ξυπνάω ιδρωμένη είναι πως δεν μπορώ να διασχίσω έναν πολύ στενό χώρο για να βγω πάλι έξω, κάπου...

Info: Παίζουν (επίσης): Λουκία Μιχαλοπούλου, Αλέξανδρος Βάρθης, Άννα Πατητή, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη Γιάννης Φλουράκης. Κεφαλληνίας 16, Αθήνα, 210 8838727

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ