Βιβλιο

Μεσαιωνική ισλαμική πολιτική σκέψη και σύγχρονη ηγεσία

Η ερευνητική εργασία του Βασίλειου Σύρου εντοπίζει κοινούς θεωρητικούς τόπους στο πλαίσιο της ισλαμικής, ινδικής και ιταλικής μεσαιωνικής πολιτικής γραμματείας

spyros-tegos.jpg
Σπύρος Τέγος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Μεσαιωνική ισλαμική πολιτική σκέψη και σύγχρονη ηγεσία» του Βασίλειου Σύρου, από τις εκδόσεις Παπαζήση

Παρουσίαση του βιβλίου «Μεσαιωνική ισλαμική πολιτική σκέψη και σύγχρονη ηγεσία» του Βασίλειου Σύρου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Το κείμενο «Μεσαιωνική ισλαμική πολιτική σκέψη και σύγχρονη ηγεσία» του Βασίλειου Σύρου, στην εξαιρετική μετάφραση του Νίκου Ταγκούλη, εισάγει στο ελληνικό κοινό την συγκριτική πολιτική θεωρία αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη θεωρητική και ιστορική εμβέλεια ενός σχετικά άγνωστου πεδίου και τηρώντας μία αξιοζήλευτη ισορροπία μεταξύ ακαδημαϊκής γραφής και δημόσιου λόγου, τεχνικής-φιλοσοφικής και προσιτής γλώσσας. Η βασική καθοδηγητική ιδέα ανακαλεί έως ένα βαθμό την μέθοδο της πολιτισμικής/κοινωνικής ανθρωπολογίας της γαλλικής σχολής του Claude Lévi–Strauss ο οποίος σε κλασικά κείμενά(1) του ανέδειξε, επεκτείνοντας διάσημες έρευνες του 20ού αιώνα στα πεδία της συγκριτικής γλωσσολογίας, μυθολογίας και θρησκειολογίας την αναγκαιότητα του διαπολιτισμικού συγκριτικού πρίσματος για την επιστημονική κατανόηση θεμελιωδών φαινομένων του ανθρώπινου πολιτισμού.

Στο πεδίο της πολιτικής θεωρίας, η διαπολιτισμική σύγκριση μεταξύ δυτικών και ισλαμικών ή ινδικών πολιτικών παραδόσεων αντιμετωπίζεται, μεταπολεμικά τουλάχιστον, με σκεπτικισμό ως σύμπτωμα συγκάλυψης άμεσου ή λανθάνοντος δυτικοκεντρισμού. Ο Διαφωτισμός, στις οξυδερκέστερες και πιο αυτοκριτικές όσον αφορά την ευρωκεντρισμό εκδοχές του όπως το έργο του Μοντεσκιέ (Περσικές επιστολές 1721, Το πνεύμα των νόμων 1748), θα μπορούσε υπό ορισμένους όρους να θεωρηθεί πρόδρομος αυτής της συγκριτική πολιτικής θεωρίας, αγνοεί όμως σε μεγάλο βαθμό τα ίδια τα κείμενα μουσουλμάνων ή Ινδών πολιτικών θεωρητικών. Ο Βασίλειος Σύρος υπερβαίνει αυτό τον σκόπελο καθώς επικεντρώνεται σε σημεία υψηλής θεωρητικής πυκνότητας των ίδιων των πρωτότυπων κειμένων στο πλαίσιο ενός είδους που μοιάζει να καλλιεργείται τόσο στην ισλαμική και την ινδική πολιτική γραμματεία όσο και στην αναγεννησιακή Φλωρεντία, με άλλα λόγια διεκδικεί οικουμενικότητα: πρόκειται για τη συμβουλευτική πολιτική γραμματεία, γνωστή στη μεσαιωνική Δύση ως κάτοπτρα ηγεμόνων. 

Σε αυτά τα συμφραζόμενα, η ερευνητική εργασία του Βασίλειου Σύρου εντοπίζει κοινούς θεωρητικούς τόπους στο πλαίσιο της ισλαμικής, ινδικής και ιταλικής μεσαιωνικής πολιτικής γραμματείας: στο πρώτο μέρος μελετάται η τέχνη της εναλλαγής ήπιας και σκληρής ισχύος, κοινή μήτρα παραγωγής πολιτικών κατηγοριών σε δυτικές και μη παραδόσεις και άρρηκτα συνδεδεμένη με τα μοτίβο διάκρισης μεταξύ ισχυρής και αυθαίρετης, χαρισματικής και αυταρχικής ηγεσίας καθώς και του κινδύνου διολίσθησης της πρώτης στη δεύτερη. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου δίνεται έμφαση στην ιστορική γνώση ως πηγή πρακτικής σοφίας για την ορθή διακυβέρνηση. Η τελευταία αποτελεί κοινό πλαίσιο αναφοράς μεταξύ των διαφορετικών μεσαιωνικών πολιτικών στοχαστών. Σε ιστορικό επίπεδο, ο συγγραφέας αναπτύσσει δύο κύκλους διαπολιτισμικών συγκριτικών πολιτικών κατηγοριών: ο πρώτος αναφέρεται στα κείμενα πρώιμων μουσουλμάνων πολιτικών θεωρητικών σχετικά με τον ιστορικό απολογισμό της παρακμής των Αββασιδών και της αντίστοιχης ακμής των Μογγόλων ο οποίος αντιπαρατίθεται στην προσέγγιση του Μακιαβέλλι όσον αφορά το ζήτημα της αποτελεσματικής διακυβέρνησης. Ο δεύτερος συγκριτικός κύκλος αφορά την προσέγγιση του Ινδού θεωρητικού Barani αναφορικά με την άσκηση εξουσίας του Muhammad bin Tughluq στο σουλτανάτο του Δελχί (1324-1351) και αντιπαρατίθεται στη προσέγγιση του Φλωρεντίνου ουμανιστή Leonardo Bruni (Historiae florentini populi, 1492) όσον αφορά τα πεπραγμένα του Walter VI de Brienne κατά την σύντομη θητεία του (1342) ως ανώτατου άρχοντα στη Φλωρεντία.

Η διάκριση σκληρής και ήπιας ισχύος αντλείται από το έργο του πολιτικού θεωρητικού Joseph S. Nye Jr(2) σχετικά με ζητήματα σύγχρονης ηγεσίας αλλά μετασχηματίζεται από τον Βασίλειο Σύρο σε γόνιμο εννοιακό εργαλείο για την σύγκριτική αποτίμηση του μουσουλμάνου ιστορικού Ibn Al-Tiqtaqa (ο τίτλος του έργου είναι al-Fakhri, 1302) και του Nιccolò Machiavelli (Il Principe, 1532). Από αυτή τη σκοπιά, η μελέτη του Β.Σ. εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ρεύμα(3) επαναπροσδιορισμού κι επανεκτίμησης της έννοιας της auctoritas, της εξουσίας του κύρους και του κύρους της εξουσίας σε νεότερα και σύγχρονα συμφραζόμενα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της κλασικής φιλελεύθερης παράδοσης. Η τελευταία μοιάζει να απωθεί κάθε στοχασμό γύρω από την ηγετική ή χαρισματική ηγεσία, θεωρούμενης εγγενώς αντι-φιλελεύθερης, προς όφελος της μελέτης των πολιτικών αρχών ή θεσμών, της διαβούλευσης και των διαδικασιών, του δημόσιου λόγου ή των διαφορετικών ειδών παραβίασης δικαιωμάτων. Η μελέτη του φαινομένου της χαρισματικότητας αφήνεται στην κοινωνιολογία, κλάδους της σύγχρονης ψυχολογίας όπως η κοινωνική ή στην διοίκηση επιχειρήσεων. Εντούτοις, όπως υπενθυμίζει ο Βασίλειος Σύρος (46-48), υπάρχει στην ισλαμική παράδοση πλούσιος στοχασμός γύρω από το ζήτημα καθώς η εικόνα του ηγεμόνα ως σκιάς του θεού στη γη διαδραματίζει κομβικό ρόλο.

Έτσι, η έμφαση μετατίθεται από την πειθώ και τα επιχειρήματα στη συναισθηματική έλξη και τη γοητεία που οδηγούν στη συναίνεση που συνοδεύεται από αφοσίωση και στην υπακοή που απορρέει από σεβασμό στην προσωπικότητα του ηγέτη. Δεν προκαλεί έκπληξη συνεπώς η εκ νέου προσέγγιση της βεμπεριανής έννοιας του χαρισματικού ηγέτη καθώς αποδεικνύεται ότι υπάρχουν σημαντικοί θεωρητικοί πρόδρομοι της τόσο στο μεσαιωνικό Ισλάμ όσο και στην πρώιμη ιταλική Αναγέννηση. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να αναπτύξει περαιτέρω αυτή την ερμηνευτική οδό καθώς δικαιολογεί και την αναφορά του τίτλου του βιβλίου στη σύγχρονη ηγεσία. Η επιστροφή στο προσκήνιο αυταρχικών ηγετών την τελευταία δεκαετία (20) καθιστά πρόδηλη την ανάγκη για την συγκριτική πολιτική θεωρία και την πολιτική φιλοσοφία να ασχοληθούν εκ νέου με τους μετασχηματισμούς της έννοιας της ισχυρής ή χαρισματικής ηγετικής προσωπικότητας στη μετανεωτερικότητα με θεωρητικά όπλα που προέρχονται από το προ-νεωτερικό Ισλάμ και την Ινδία, η εμβέλεια των οποίων παραμένει εν πολλοίς αχαρτογράφητη.

Τα δύο μέρη του βιβλίου συνδέονται εσωτερικά πολλαπλώς. Το πρώτο μέρος τονίζει την αξία της ήπιας ισχύος τόσο για την επιβίωση του ηγεμόνα όσο και για την επιβίωση του καθεστώτος. Η εναλλαγή της αγάπης και του φόβου που οφείλει να εμπνέει ο ηγεμόνας αν επιδιώκει να αποφύγει το μίσος των υπηκόων συναντάται στον Μachiavelli και στην μουσουλμανική πολιτική γραμματεία ενώ η τελευταία υπογραμμίζει τη σημασία της μίμησης των τρόπων και ηθών των κυβερνώντων από τους πολίτες για μία επιτυχημένη και ήπια προσαρμογή κατά την αλλαγή προς ένα νέο πολιτικό καθεστώς. Η πολιτική ελευθερία δεν μοιάζει να αποτελεί ζητούμενο σε αυτό το πλαίσιο παρά μόνο η διαιώνιση της κυριαρχίας και η πολιτική τάξη.

Ωστόσο, καθώς η ήπια ισχύς στην περίπτωση της χαρισματικής προσωπικότητας εμπνέει πίστη, σεβασμό αλλά και δέος ανοίγει διάπλατα την οδό του μετασχηματισμού της εξουσίας σε τυραννική, ακόμη και σε περιπτώσεις που οι ηγετικές προσωπικότητας ξεκίνησαν ως δημοκρατικοί ηγέτες. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου προβάλλει ακριβώς αυτό τον κίνδυνο της τυραννικής διολίσθησης, αυτοκαταστροφική για την ηγέτη και συνάμα καταστροφική για την διατήρηση του πολιτεύματος. Ο κίνδυνος για την πολιτική ελευθερία όπως κυρίως μελετάται στα κείμενα του Bruni, διαφαίνεται ως πιο σύνθετο ζήτημα από την καταδίκη της αυταρχικής ηγεσίας καθώς πηγάζει «από την επιθυμία των ανθρώπων και των πόλεων για ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα, από την ανάγκη για συλλογική δράση εναντίον ενός άδικου κυβερνήτη ή οποιασδήποτε μορφής καταπιεστικής διακύβερνησης...» (107) Αυτή η ερμηνευτική προσέγγιση πηγαίνει πέρα της στηλίτευσης, ηθικής και πραγματιστικής των κινδύνων της δεσποτικής διακυβέρνησης και θίγει το ζήτημα της αυταξίας της πολιτικής ελευθερίας. Όπως τονίζει στο συμπέρασμα του βιβλίου ο Βασίλειος Σύρος, ο Bruni αποδέχεται ως σημαντικό αλλά ταυτόχρονα υπερβαίνει το συσχετισμό ηθικής παρακμής και αυταρχικής ηγεσίας προς την κατεύθυνση περισσότερο πολιτικών εκδοχών της αρετής όπως η ανδρεία, το θάρρος και η αριστεία ακολουθώντας μία καινοτόμο πρωτοκοινωνιολογική προσέγγιση της ηγεσίας, ιδιαίτερα της κατοχής της εξουσίας και της διακυβέρνησης από ένα άτομο (signoria). Αξίζει αν σημειωθεί ότι ενώ ο Barani αναφέρεται στα οφέλη της ιστορίας για τους ευγενείς τονίζει τον απόλυτα ανώφελο χαρακτήρα της ιστορικής γνώσης για τους απλούς ανθρώπους στους οποίους αποδίδει ενδημική ηθική διαφθορά (93). Αντίθετα ο Bruni εμπλέκει στο στοχασμό του τα μεσαία στρώματα και τον απλό λαό καθώς διηγείται τον τρόπο με τον οποίο ο Walter έστρεψε τον (φτωχό) λαό και μέρος των ευγενών (optimates) εναντίον ενός άλλου τμήματος των ευγενών μέσω της σκληρότητας που επέδειξε εναντίον των τελευταίων.

Τίθεται λοιπόν το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ μοναρχίας, αριστοκρατίας και δημοκρατίας στο πλαίσιο της ισλαμικής, ινδικής και ιταλικής παράδοσης, προοιωνίζοντας δυνατές προεκτάσεις της διαπολιτισμικής συγκριτικής πολιτικής θεωρίας όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ ρεπουμπλικανικής ελευθερίας και μικτού πολιτεύματος στη νεωτερικότητα και τη σχέση αυταρχικής ηγεσίας και πανίσχυρων, συχνά κληρονομικώ δικαίω, οικογενειών σήμερα. Ειδικότερα, η θέση μεγάλων οικογενειών και νεόπλουτων ολιγαρχών στη δημοκρατική διακυβέρνηση, θέμα που απασχολεί τη σύγχρονη πολιτική σκέψη περί δημοκρατίας, αυταρχισμού και κύρους του ηγέτη μπορεί να κερδίσει πολλαπλά από τη μελέτη της μεσαιωνικής πολιτικής γραμματείας από μια διαπολιτισμική σκοπιά.


Σημειώσεις
1. Inter alia βλ. τα διάσημα έργα Φυλή και ιστορία[1952], Φυλή και πολιτισμός [1971]. Πατάκης, 2008. Η συγκριτική μεθοδολογία αρχίζει να αναπτύσσεται στις Θεμελιώδεις δομές συγγένειας (1949)
2. The Power to Lead (Oxford: Oxford University Press, 2008).
3. Βλ. Εric Schliesser, “Adam Smith on Political Leadership,” in The Scottish Enlightenment: Human Nature, Social Theory and Moral Philosophy: Essays in Honour of Christopher Berry, ed. R.J. W. Mills & Craig Smith (Edinburgh: Edinburgh University Press, 2021), 132-163. 


Βασίλειος Σύρος, Μεσαιωνική ισλαμική πολιτική σκέψη και σύγχρονη ηγεσία
Μτφρ. Ν. Ταγκούλης
Σειρά: δια-ΛΟΓΟΣ Φιλοσοφική βιβλιοθήκη. Μελέτες, διεύθυνση Δ. Λαμπρέλλης
​Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση, 2020

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ