- CITY GUIDE
- PODCAST
-
10°
Δεν είναι μόνο η αποφυγή της κίνησης. Η επιλογή της πρόσβασης στη Χαλκιδική από τον «πίσω δρόμο», μέσω Πολυγύρου δηλαδή, έχει τα καλά της: απευθείας πρόσβαση στο δεύτερο ποδάρι (μιας και στο πρώτο κυριαρχεί το σύνδρομο selfie), τον Άγιο Πρόδρομο για ευνόητους λόγους (σουβλάκι), το μαγικό τοπίο που θυμίζει roadtrip στις ελβετικές Άλπεις και 2-3 ακόμα που παραθέτω ακολούθως.
Σάββατο πρωί, ως άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, 10 είπαμε θα ξεκινήσουμε και 12.30 είμαι ακόμα στο facebook. Στροφή Θέρμης, ένας από τους πιο πλούσιους δήμους της χώρας μου λέει ο Νίκος, με μια άκρως φουτουριστική πλατεία και τα απαραίτητα γυροπωλεία «around».
Συνεχίζουμε στα ιαματικά λουτρά, που πλέον ανήκουν στο παρελθόν, μιας και κανείς δεν ενδιαφέρεται να βοηθήσει τους Θεσσαλονικείς να μην τρέχουν στα Πόζαρ και στα άλλα, ενώ θα μπορούσαν να φτάνουν εδώ σε πολύ λιγότερο χρόνο. Θυμάμαι να ερχόμαστε να βλέπουμε τη γιαγιά μου, που τα επισκεπτόταν ανελλιπώς κάθε χρόνο για να κάνει τα θεραπευτικά μπανάκια της και μας ζητούσε σταυρόλεξα και κλωστές για να πλέκει.
Βασιλικά (ωραίο ψωμί, ξακουστό), Αρναία (δεν γνωρίζω, δεν απαντώ), Γαύδος, και η πρωτεύουσα του ελληνικού εδέσματος, του γνωστού και ως σουβλάκι. Ταλαντευόμουν χρόνια ποια ταβέρνα έχει το καλύτερο και πιο ζουμερό και τη λύση έδωσε ο αδερφός μου, γνώστης, «στο “Σάκη”, ρε, θα πάτε είναι ο καλύτερος». Ένα σουβλάκι όνειρο και η καλύτερη ρίγανη που παίζει από το Βαρδάρη μέχρι το Kreuzberg.
Πολύγυρος και παράκαμψη μέσω ενός δρόμου που τώρα δόθηκε στην κυκλοφορία και σε βγάζει απευθείας Ορμύλια. Σκέψεις για μόνιμη εγκατάσταση σε ένα ανάλογα ήσυχο χωριό με μπαχτσέ, ζώα και αγροτιά περνούν από το μυαλό μας, αλλά από μένα φεύγουν γρήγορα, μόλις ακούγεται στο αυτοκίνητο το αστικό έπος «In the city» των Chromatics. (Βερολίνο, σου 'ρχομαι).
Περνάμε τα μοναστήρια που έχουν εξελίξει θεραπείες για αρρώστιες αλλά έχουν και καλλιέργειες με φυτά, λαχανικά και δέντρα που θα έκαναν τον Jamie Oliver να αναφωνήσει Jesusss! Μεταμόρφωση, Νικήτη, η παραλία του Αϊ-Γιάννη (βοήθειά μας) που στέκει υπέροχη πλέον χωρίς μπιτσόμπαρα και περιμένει την ανάπτυξη (Θεός σχωρέσ’ τη), 3-4 νέο-οικισμοί και φτάσαμε Μαρμαρά. Η Ριβιέρα της Σιθωνίας που χτίστηκε έτσι ώστε να σε πιάνει ζάλη από την κακοτεχνία.
«Ρε Χρήστο, πώς είπες την ταβέρνα στη Συκιά», μου έρχεται μήνυμα από τη Lucie, «Μιμόζα, βέβαια, και πες ότι σε έστειλαν τα παιδιά από το Βερολίνο και θα σου βγάλουν το κρίταμο το καλό» απαντώ. Αράζω στο «Kόχη Κόχη», που έχει κοινό που θέλει άραγμα με μπόσες, αφρικάνικα και μουσικές που κάνουν τον ήλιο να καίει περισσότερο, αλλά και ούζα και ντάκους από τα χεράκια της μάνας (δοκίμασε και θα καταλάβεις). Μας πιάνει η νύχτα με συζητήσεις για αρχαίους, εξωγήινους, τους δίσκους του Bowie και μαζί και η πείνα. Στον «Βασίλη» στον Παράδεισο μπουκώνουμε μύδια, καλαμάρια και ό,τι μαλάκιο παίζει και στο «Barcarola» στην άνω Νικήτη (θυμίζει αυθεντική ορεινή Χαλκιδική, δε λέω ψέματα) πλακώνουμε τα κρασιά με τον άλλο Βασίλη.
Γερακινή για ύπνο, με αναμνήσεις από τα εφηβικά χρόνια μας, που παίζαμε ηλεκτρονικά στου Jimmy (90s, ιστορικό ηλεκτρονικάδικο) και περιμέναμε να τελειώσουν οι μεγάλοι το μπιλιάρδο μπας και αθληθούμε και εμείς, αλλά και ταινίες στο «Σινέ Αντιγόνη» που ακόμα κρατάει ζωντανό (πάρε hot dog).
Κυριακή, ξύπνημα με σάουντρακ «Goodbye Lenin» και δρόμο για την αναζήτηση του καλύτερου ηλιοβασιλέματος. Επιστροφή αργά πάντα, μιας και δουλειά τη Δευτέρα δεν έχουμε (Ντίλι Ντίλι, σου ερχόμαστε). Πάντα να παίρνεις τον πίσω δρόμο, θα σου δείξει τον ήλιο.
Στους φίλους μου, που ακόμα κοιτάμε μαζί τον ήλιο να δύει και ονειρευόμαστε μια ζωή αγαπησιάρα, με μουσικές και αγκαλιές, και στη μάνα μου.