Αρχειο

Τζίζας σε λέω!

Κατέχεις το νέο σαλονικιώτικο slang λεξικό;

daad.jpg
Δημήτρης Αθανασιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
46437-96460.jpg

Μπορεί να ακούσετε να λένε «έχω έναν φίλο εντελώς Πάτανο, που δουλεύει σαν Χαϊβανέζος, και είπαμε παρέα να πάμε Τζατζικοχώρι να ρίξουμε τα Χαϊράκια μας, αλλά όλα ήταν Τρίμμα». Αν δεν καταλάβετε γρυ, ήρθε η ώρα να γνωρίσετε την πραγματική θεσσαλονικιώτικη καθομιλουμένη και το αλφαβητάρι της.

Άιντα

Όπως λέμε «πάμε», «γαμώ», «μπράβο». Χρωστάει την προέλευσή του σε ένα από τα πρώτα σαλονικιώτικα βίντεο που ανέβασαν skaters στο YouTube.

Παράδειγμα: Μόλις έχωσε ένα τρελό τρικ στο skateboard. Άιντα!

Βαρσοβός

Ο μπιροκίνητος γείτονάς σου στο μπαρ και η πρωτεύουσα της Πολωνίας με παράδοση στον ζύθο έφτιαξαν αυτή τη νέα λέξη. Ο άνθρωπος που μπορεί να κουβαλάει six pack στη σχολική τσάντα του. Αυτός που πίνει πολύ μπίρα, ρε γαβ, γαβ.

Παράδειγμα: Ο λοστρέ (τρελός) πήρε πάλι κανάτα. Είναι Βαρσοβός ο τύπος!

Γκρίνουιτς

Εμπνευσμένο από το ομώνυμο αστεροσκοπείο που ορίζει α λα GMT τον μέσο χρόνο του Μεσημβρινού αλλά και αυτόν που γκρινιάζει όλη την ώρα.

Παράδειγμα: Οι ΔΕΗτζήδες έκαναν πάλι πορεία σήμερα και λένε πως δεν έχουν στον ήλιο μοίρα γιατί τους κόβουν τα επιδόματα. Σκέτοι Γκρίνουιτς.

Γέρακας

Μεγάλος ως γέρος, αλλά αγέρωχος σαν γεράκι. Ο παλιός που τον ρισπεκτάρεις.

Παράδειγμα: Τα τελευταία βιβλία του Στίβεν Κινγκ δεν μου λένε και πολλά, αλλά ο Γέρακας είναι μεγάλος.

Δημητροκάλης

Ο ένας εκ των σατανιστών της Παλλήνης που πέρασαν στην ιστορία των αστυνομικών δελτίων στα 90s. Απαντάται στις περιγραφές αποτρόπαιων πράξεων ή αποκρουστικών τύπων.

Παράδειγμα: Έχει παλαβώσει η φάτσα του τελευταία, φίλος, με αυτά που περνάει. Τέρμα Δημητροκάλης έχει γίνει ο Γιώργος.

Ελ-λοχίμ

Λεκτικό υβρίδιο για ψηφοφόρους του εθνικιστικού τόξου. Ένα λάμδα για τους Ελ των τηλεπλασιέ που άνθισαν στη Μακεδονία, ένα ακόμα για τους χρόνια θεσσαλονικείς σταυροφόρους του «Μακεδονία ξακουστή σε λέω».

Παράδειγμα: Με άρχισε πάλι τα ψεκασμένα ο Ελλοχίμ στο ταξί για το Μνημόνιο, τον Γιωργάκη και τους Εβραίους.

Ζάφτας

Από το «κάνω ζάφτι», ο μαν που δεν θες να έχεις πολλές παρτίδες μαζί του. Ο ασήκωτος.

Παράδειγμα: Μανουριάζει ο δικός σου πολύ εύκολα. Τι Ζάφτας είναι αυτός!

Ζούμε

Το «ζούμε» είναι το ρήμα που κόβει βόλτες στα στόματα ολοένα και περισσότερων τελευταία. Καθετί στο οποίο είσαι μάρτυρας, κάθε λεπτό που περνάει και δεν πάει στράφι. Λέξη πασπαρτού για όλα και για παντού.

Παράδειγμα: Ποτάρα έφτιαξε ο μπάρμαν. Το ζήσαμε!

Πήγα Primavera και το έζησα φέτος.

Ημίγλυκος

Ο δημοσιοσχετίστας στην πρώτη επαφή ή καλοχαιρέτας.

Παράδειγμα: Ρε συ, πώς σου φάνηκε o γκομενέτος της Ρίας; Δεν ξέρω τι να σου πω, Ημίγλυκος, ρε παιδί μου.

Θρασύβουλας

Ο φαφλατάς που προσπαθεί, αλλά δεν πείθει κανέναν. Από τη μια, ο ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης και, από την άλλη, το ιστορικό σωματείο της Φυλής που δεν έχει καταφέρει να καταγράψει κάποια σπουδαία διάκριση.

Παράδειγμα: Ήρθε πάλι ο Θρασύβουλας και έλεγε τα δικά του για την παγκόσμια οικονομική κρίση.

Ιησούς

Γνωστός και ως Τζίζας. Η νέα ονομασία των γενειοφόρων χεβιμεταλάδων.

Παράδειγμα: Κοίτα τον Ιησού με τις πεντάλφες απέναντι.

Καυλώστρα

Η ξαπλώστρα που συγκεντρώνει τα περισσότερα βλέμματα στην παραλία.

Παράδειγμα: Πολύ τούμπανο σήμερα από γυναίκες, αλλά η Καυλώστρα είναι εκεί απέναντι.

Καραμπίνας

Εναλλακτική βερσιόν για τον «πιστολέρο» ή κουτραδόρο ή τσαμπατζή.

Παράδειγμα: Ωχ, έσκασε ο Καραμπίνας στο μπαρ. Τον νου σου.

Κασέρι

Η απεριποίητη, αξύριστη γκόμενα και το παραδοσιακό βλάχικο έδεσμα είναι πλέον το ίδιο και το αυτό.

Παράδειγμα: Εκεί που φασωνόμασταν μου έσκασε η μασχάλη της. Μου βγήκε μεγάλη κασερογκόμενα.

Κιμάς

Η γυναίκα που έλεγες «λατέρνα» ή «φίτσουλας» μέχρι χθες. Όπως ο κιμάς έχει πολλά υλικά στην άλεσή του, έτσι και ο «κιμάς» φοράει ό,τι να ’ναι.

Παράδειγμα: Πώς βγήκε έτσι ο Κιμάς;

Λόξυγκας

Αυτός που δεν ξέρει να μιλάει.

Παράδειγμα: Δεν τον είδες, ρε, τον φασίστα; Σκέτος Λόξυγκας ήταν στο πάνελ.

Λεμονόκουπα

Ο ξινός άνδρας αλλά και η ντεκαυλέ γυναίκα.

Παράδειγμα: Μεγάλη Λεμονόκουπα μου κουβάλησες χθες στο σινεμά.

Ματσόνος

Ματσό αλλά και μασόνος. Ο αληθινός καταστασάιζερ.

Παράδειγμα: Έχει πρόσωπο ο Ματσόνος, όταν βγαίνουμε, είμαστε πάντα κομπλέ.

Μέλι-γάλα

Όταν όλα πάνε ζάχαρη. Δηλαδή στην πένα.

Παράδειγμα: Πλήρωσα τους λογαριασμούς μου και είμαι μέλι-γάλα.

Μπραντό

Όπως λέμε «ντόμπρα» στα ποδανά και όπως λέμε Μάρλον Μπράντο. Η ομορφιά του να μιλάς σταράτα. Το κοπιράιτ ανήκει στον Ζήνωνα από τα Βόρεια Αστέρια σύμφωνα με τους θρύλους.

Παράδειγμα: Χωρίσαμε, αλλά είπαμε λόγια μπραντό.

Νικολέτα

Νέος/νέα οδηγός.

Παράδειγμα: Τι κάνει πάλι τούτη η Νικολέτα στο φανάρι, δεν βλέπει;

Ξας

Αυτός που βγάζει κολλητούς στο τέταρτο. Ο «πού ’σαι, ρε ξάδερφε» μπορεί να κοινωνικοποιηθεί σε χρόνο dt. Pr σε μπαράκι τις περισσότερες φορές.

Παράδειγμα: Ο Ξας εκεί τους φέρνει πολύ κόσμο και βγάζει γερό μεροκάματο.

Ομπάμαν

Ο μαν που είναι πρώτος, όπως ο πλανητάρχης Μπαράκ Ομπάμα. Αυτός που παλιά έλεγες «παίχτουρας», ο αδιαμφισβήτητα ικανός και αποτελεσματικός.

Παράδειγμα: Στη δουλειά του είναι Ομπάμαν το παλικάρι.

Πάτανος

Ο βλάκας, όποιος πιάνει πάτο σε όλα τα επίπεδα.

Παράδειγμα: Μας γάμησε την κουβέντα ο Πάτανος.

Ρέτσος

O εραστής της ρετσίνας και σουρουμαστούρης περιωπής που τα βλέπει όλα ποιητικά. Εκ του ρετσίνα + Ρίτσος.

Παράδειγμα: Τον έπιασαν οι ασυναρτησίες και μετά ξέρασε ο Ρέτσος.

Σέξαλος

Όποιος νομίζει πως είναι σέξι.

Παράδειγμα: Πολύ Σέξαλος και κακό αυτός που μου την έπεσε.

Τζατζικοχώρι

Η Βαλαωρίτου στη Θεσσαλονίκη, το Γκάζι στην Αθήνα. «Τζατζίκι» είναι οτιδήποτε κάνουν οι πολλοί.

Παράδειγμα: Το νησί ήταν ωραίο παλιά, αλλά τα τελευταία χρόνια έπεσε τζατζίκωμα.

Τρίμμα

Ο λίγος, ο τίποτας, ο νούμερο ένα που είναι λίγο παραπάνω από το μηδέν.

Παράδειγμα: Πήγα και είδα την μπάντα του, αλλά ήταν Τρίμμα όλοι τους.

Υφαντής

Το πρεζάκι. Αλλιώς και ζαμπονιάρης.

Παράδειγμα: Έχει πέντε χρόνια που τραβιέται με τη ζουζού ο Υφαντής.

Φιτίλι

Ο μπάφος εν έτει 2013.

Παράδειγμα: Δυνατό το Φιτιλάκι που σκάσαμε χθες.

Φλωρινιώτης

Ο φιγουρατζής, ο φανταχτερός, ο γυφτοτρέντης! Κοστούμια με στρας λεπτομέρειες και το σχετικό γκλαμ αμπαλάζ.

Παράδειγμα: Άτσα στρασιά ο Φλωρινιώτης!

Χαϊβανέζος

Όποιος δουλεύει για λίγα χρήματα. Σαν να λέμε, τα χαϊβάνια από την Ταϊβάν.

Παράδειγμα: Παραπονιέται για τη δουλειά του, αλλά τι να τον κάνεις! Είναι Χαϊβανέζος.

Χαΐράκι

Αυτό που προκαλεί απόλαυση.

Παράδειγμα: Πήγα κι έκανα τη βόλτα μου και το έβγαλα το Χαϊράκι μου.

Ψαχτείτε!

Μονολεκτική προσταγή στο φουμπού όταν θέλεις να προμοτάρεις το event σου με πέπλο μυστηρίου.

Παράδειγμα: Απόψε έχει θέμα, ψαχτείτε!

Ωσαννάς

Ο παλιός «ευχούλης». Αυτός που δεν ξεχνά ποτέ να σου πει χρόνια πολλά στο ταϊμλάιν, αλλά είναι κλάιν. Εκ του ωσαννά και σανό.

Παράδειγμα: Με έχει σπαμάρει ο Ωσαννάς στην τούρτα. Το έφαγε το ανφρέντ του.

Φωτογραφία: Σάκης Γιούμπασης

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ