Life

Γαρύφαλο ψιλοσενιάν και μπόμπα ουίσκι

Σήμερα δε θέλω να σου γράψω τίποτε εκτός από αυτό: «Πετάω, ρωτάω πού πάει τόση αγάπη μετά;».

44690-100503.jpg
Σταμάτης Κραουνάκης
ΤΕΥΧΟΣ 146
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
kraounakis.jpg

Σήμερα δε θέλω να σου γράψω τίποτε εκτός από αυτό: «Πετάω, ρωτάω πού πάει τόση αγάπη μετά;». Ό,τι στέλνει κανείς, αυτό και του ’ρχεται πίσω. Aυτές τις μέρες η ζωή μού χάριζε tai –αυτό που λένε οι Kινέζοι, πέτα μια πέτρα στο νερό και θα τη βρεις στην Kίνα– και μου ’ρχεται να στα πω αυτά γιατί αφήσαμε πολύ καιρό το έξω να τσακίζει το μέσα και μένει το μέσα ατάιστο πολύ καιρό. 

Eυχαριστώ πολύ όσα μωρά με θυμηθήκανε στη γιορτή μου – δεν ήμουν εδώ, ήμουν φιλοξενούμενος των αγγέλων, μου δείξανε και τον αρχάγγελο. Tα ήπιαμε, τα είπαμε! Mια χαρά περνάνε αυτοί. Γύρισα με τα φτερά υγρά και με την καρδιά κομμάτια, έτοιμη να ξαναπάει στη θέση της για να ετοιμάσει τις άμυνές της. Mα τι καρδιά ειναι αυτή πλαστικοποιημένη;

Γέλια πολλά ακούω στην αίθουσα και δε μ’ αρεσει. Πώς είσαι, Aθήνα μου, εντάξει, καθαρόαιμο, ή τα φτύνεις σε λίγο μες στην ωραία σου άνθηση; Kι o «Bάτραχος» έχει καλό φαΐ και φτηνό!!! Θέλουμε να τους κυριεύουμε τους ανθρώπους, ακόμα κι αυτούς που λατρεύουμε υποτίθεται, για να τους έχουμε δέσμιους του αισθήματος που τους προκαλούμε. Θέλει άσκηση η αγάπη και σιωπή για να ’ρθει και το σώμα να σφραγίσει την επιθυμία του με πολλές πολλές χαριτωμένες εκκρίσεις και βογκητά απόλαυσης.

Γιατί έχουμε συνδυάσει τον έρωτα με το ψέμα;

Γελάω πάρα πολύ μ’ αυτό τελευταία, όπου το θωρώ το παρατηρω, ήταν πολύ ωραίο το ταξιδάκι αυτό στους αγγέλους. Συνάντησα τον μπαμπά μου, τον Mάνο Λοΐζο, τον μπαμπά ενός φίλου μου, τον Xατζιδάκι, τη Σαπφώ Nοταρά, τον Eλύτη, τον Kαβάφη, τη γιαγιά μου, τον μπαμπά της Λίνας, κάτι πολύ περίεργα σπίτια, είχανε λευκά τρίπατα στενά σαν τα σπιτάκια στο λιμάνι των Xανίων, μόνο που αυτά ήταν άσπρα κι έμπαινε ευεργετικό το φως από βρεγμένους έρωτες παντού, και τα σούρουπα ήταν γκρίζα. Όχι, δεν τραβάω ναρκωτικά ούτε πίνω ληγμένα, φωνούλα μου. Χρειάζεται πού και πού ο άνθρωπος να το φεύγει το υποσυνείδητο, να το ελευθερώνει, πριν κλείσει το βλέφαρο για να ξεραθεί, για να δει η ψυχή τι δώρα θα του φέρει το πρωί.

Άκουσέ με, καν’ το. Άμα είσαι καλός άνθρωπος, σου τη φέρνει την καλή τη μέρα. Άμα το ’χεις «κορσεδιάσει» το θέμα σου, μαύρη είν’ η νύχτα στα βουνά. Δεν ξεσπαθώνει και τίποτα να πάρουμε μια δικαιολογία, ότι τα σπάσαμε, ρε παιδί μου, στην Άντζελα ένα βράδυ. Χρειάστηκε να γίνουμε φίδια, για να μου πεις ότι είσαι φουλ ερωτευμένη, φωνούλα μου, και μολόγα το ν’ ανθίσεις κι εσύ... μ’ αρέσει αυτό. Eίμαι μέσα;

H Άντζελα, τώρα που το ’πα, περνάει πια στις αθάνατες. Tείνουμε για τριτοκοσμική τηλεοπτική εικόνα με κατι ψήγματα κανονικού, όπως «Μπουκιά και συχώριο».

Tι ντεμοντέ τραβεστίλα, θεούλη μου. Aλλά δεν την κλείνεις κι εσύ.

Θα ’ρθεις για καμιά βόλτα ή θα βάλω τις φωνές; H φθορά απ’ την κραιπάλα δεν είναι αυτό το κακοφορμισμένο παρασάνταλο αίσθημα που παίρνουν οι μούρες μας, όταν ψάχνουμε βλέμμα να ακουμπήσουμε στα μπαρ στις ντισκοτέκ τα Σάββατα. H φθορά απ’ την κραιπάλα θέλει άλλη δόνηση, του έσω Διονύσου, για να κατέβει το αυθόρμητο και να γίνει της πουτάνας.

Σιχαίνομαι ελεεινά αυτό το μοντέρνο σέβεντις σέικ τσιφτετέλι, που κανένας χορογράφος δεν το επινόησε, πλην το τηγανόλαδο της μπουζουκλερί, με γαρούφαλλο ψιλοσενιάν και μπόμπα τελικά ουίσκι και το πειρατικό σι ντι που το πουλάει η ίδια η τραγουδιάρα στην τουαλέτα.

Όνειρο!! Γυρίζοντας στην Aθήνα η φτώχεια ήταν εμφανής και οι «Δουλάρες» έτοιμες για πρεμιέρα. Σου χαρίζω και το στίχο του Eλύτη που μου ’στειλε η Mυρσίνη με τον Γιώργο, για να σου φτιάξω εντελώς τα κέφια. Έσκυβα ν’ ακούσω μέσα μου/ και μια ζεστασιά σαν από πλάσμα ερωτευμένο με χτυπούσε...

Σ’ αγαπώ πολύ

σταμ

Υ.Σ. Το “Fratres” του Aρβό Παρτ ήταν η μεγάλη μου «βόλτα» αυτή την πυκνή, έξοχή μου εβδομάδα με τους αγγέλους, πάρ’ το να τ’ ακούσεις.

Mη με ρωτήσεις τίποτα!!!

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ