Κοσμος

H Νέα Υόρκη της Κιμ Γκόρντον (και η δική μου)

Πώς έχασε τις αιχμηρές της γωνίες και έγινε o παιχνιδότοπος των εκατομμυριούχων;

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 637
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Kim Gordon, New York Subway, 1970s

Διαβάζοντας το “Girl in a Band” της Κιμ Γκόρντον βρήκα μερικές από τις δικές μου σκέψεις για τη σημερινή Νέα Υόρκη· το πώς έχασε τις αιχμηρές της γωνίες και έγινε o παιχνιδότοπος των εκατομμυριούχων. Η Κιμ Γκόρντον πήγε στη Νέα Υόρκη το 1980 – λίγους μήνες προτού δημιουργηθούν οι Sonic Youth: τότε, στη 42η οδό υπήρχαν ακόμα τα λεγόμενα grindhouses που έπαιζαν πορνοταινίες όλη μέρα, ενώ, έξω από αυτά έκανε πιάτσα the real thing: ψεύτικες γούνες, κόκκινες μπότες, δικτυωτές κάλτσες. Η πόλη είχε χρεοκοπήσει, οι υποδομές κατέρρεαν· η αστυνομία φαινόταν ανήμπορη και ήταν ανήμπορη– βαδίζαμε ανάμεσα σε πυρπολημένα αυτοκίνητα, crackhouses και καμένες τούβλινες πολυκατοικίες· επιζούσε ο πιο γρήγορος κι όπως πάντοτε ο πιο τυχερός. Προφανώς είχα ανέκαθεν αμφότερα τα χαρακτηριστικά: όλοι έχουν να αφηγηθούν ιστορίες τρόμου από τη Νέα Υόρκη της εποχής εκείνης· εγώ όχι. Δεν μου συνέβη απολύτως τίποτα εκτός από μια διάρρηξη κατά την οποία ο διαρρήκτης έψαχνε το δωμάτιό μου μ’ έναν φακό ενώ εγώ βρισκόμουν κάτω από το πάπλωμα και κρατούσα την αναπνοή μου. Ο διαρρήκτης, αφού βγήκε στην εξωτερική σκάλα της πολυκατοικίας, φρόντισε να κλείσει το παράθυρο. Ήταν μια χειμωνιάτικη νύχτα. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και βάλθηκα να ουρλιάζω μολονότι ο κίνδυνος είχε περάσει.

Σήμερα, η Νέα Υόρκη είναι καθαρή, ασφαλής και γεμάτη ουρανοξύστες του Ντόναλντ Τραμπ· όχι απαραιτήτως δικούς του αλλά παρόμοιας αισθητικής: o Nτερ Σκατ δημιούργησε αρχιτεκτονική σχολή που καθρεφτίζει το αλαζονικό ύφος και το αμφίβολο γούστο των Νεοϋρκέζων εκατομμυριούχων. Παρ’ όλ’ αυτά, σκέφτομαι ότι δεν πρέπει να παραπονιόμαστε: επιτέλους, μπορείς να κάνεις τζόγκινγκ σε οποιοδήποτε νεοϋρκέζικο πάρκο, οποιαδήποτε ώρα της μέρας και της νύχτας· οι δρόμοι είναι γεμάτοι παιδικά καροτσάκια και ποδήλατα· πολλοί, υπερβολικά πολλοί, έχουν πεζοδρομηθεί. Όπου παλιά σύχναζαν γκέι άνδρες –το ψωνιστήρι της εποχής πριν από το AIDS– σήμερα συχνάζουν οικογένειες.

Κι όμως, όπως παρατηρεί και η Κιμ Γκόρντον σ’ αυτή τη σύντομη αυτοβιογραφία, κάτι δεν πηγαίνει καθόλου καλά. Οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτιναχθεί σε γελοίο σημείο: η μέση τιμή είναι γύρω στα 20.000 δολάρια το τετραγωνικό μέτρο αν και υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις προς τα πάνω – όχι μόνο στο Μανχάταν αλλά σε όλα τα boroughs. Έτσι κι αλλιώς, το Μπρούκλυν, το Κουήνς, το Στάτεν Άιλαντ (που μέχρι πρότινος ήταν βουκολικό) και το Μπρονξ, που ήταν μωσαϊκό από φτωχογειτονιές και άχτιστα οικόπεδα, έχουν αναβαθμιστεί τόσο ριζικά ώστε δεν θυμίζουν τίποτα από το παρελθόν. Υπό αυτή την έννοια, η Νέα Υόρκη είναι παράδειγμα πόλης που επινόησε τον εαυτό της από την αρχή.

Kim Gordon, New York Subway, 1970s

Πιθανώς αυτή η μεταμόρφωση, αυτή η συμμόρφωση, είχε ένα αναπόφευκτο τίμημα. Το Σόχο, που ήταν γεμάτο βιοτεχνίες κι εγκαταλελειμμένα κτήρια, είναι από τα πιο ακριβά μέρη στον κόσμο – κι από τα λιγότερο αυθεντικά, αν και πράγματι ο όρος «αυθεντικά» δεν λέει πολλά πράγματα. Τα περισσότερα ροκ κλαμπ έχουν κλείσει και στη θέση τους έχουν ανοίξει γκαλερί και καταστήματα λιανικής, μερικά από τα οποία είναι μεγάλων σχεδιαστών. Η luncheonette του Dave, στη γωνία Μπρόντγουεϋ και Κανάλ, που ήταν ανοιχτή 365 μέρες τον χρόνο χωρίς διακοπή, έχει κλείσει εδώ και πολλά χρόνια. Και το Canal Jeans απ’ όπου μπορούσες να αγοράσεις μπλουτζίν με 5 δολάρια (από το καλάθι) έκλεισε λόγω της κατακόρυφης αύξησης των ενοικίων. Τη Λιτλ Ίταλυ και την εβραϊκή γειτονιά της Κάτω Ανατολής Πλευράς τις κατάπιε η Τσάιναταουν. Όσο για το Άλφαμπετ Σίτυ, όπου κάποτε γινόταν εμπόριο ηρωίνης, σήμερα, για να μείνεις, πρέπει να είσαι παιδί που φοιτά στο NYU πληρώνοντας 50.000 δολάρια ετησίως. Στο άλλοτε επικίνδυνο παρκάκι μεταξύ Φορσάιθ και Κρύστι τα πιτσιρίκια κάνουν τραμπάλα.

Έβλεπα συχνά την Κιμ Γκόρντον στη γειτονιά. Αν και είμαι σίγουρη ότι η οικονομική της κατάσταση ήταν ανέκαθεν καλύτερη από τη δική μου, μοιραζόμαστε την ίδια δυσπιστία για τον έξαλλο καταναλωτισμό που αφαίρεσε από τη Νέα Υόρκη μιαν άκρως ενδιαφέρουσα ωμότητα. Την αντικατέστησε με την ενέργεια που συνδέεται αποκλειστικά με το χρήμα και τη λαϊκή ψυχαγωγία τύπου Ντίσνεϋλαντ. Ολόκληρη η πόλη μοιάζει να παίρνει αναβολικά· όχι για να ξεφαντώσει ή για να προεκτείνει τα όριά της, αλλά για να αποκτήσει το μέγιστο δυνατό glamour και το μέγιστο δυνατό κέρδος που επιτυγχάνεται μέσω των γιγάντιων franchise. Σχεδόν σε κάθε γωνία υπάρχει ένα Starbucks κι απέναντι ένα drugstore που πουλάει φτηνοπράγματα, πλην όμως σε τεράστια κλίμακα. Δεν ήταν πάντοτε έτσι· δεν ήταν όλες οι επιχειρήσεις αλυσίδες – απορώ για το ότι υπάρχει ακόμα το μπαρ του Rudy στην Ένατη λεωφόρο.

Oπωσδήποτε, η Κιμ Γκόρντον (κι εγώ) έχουμε μεγαλώσει και η Νέα Υόρκη είναι πόλη για νέους· κυρίως για το είδος των νέων που προανέφερα – οι οποίοι δεν θα άντεχαν, νομίζω, ούτε τον πληθυσμό των αρουραίων, ούτε τις απεργίες των απορριμματοφόρων, ούτε τα γκραφίτι που ήταν βάσανο για την όραση, ούτε τα πρώτα χρόνια της κρίσης του AIDS. Όπως συμβαίνει συνήθως, οι παλιότερες γενιές πιστεύουν ότι οι νεότερες είναι πιο καλομαθημένες ή πιο κακομαθημένες· έχει κάποια αλήθεια αυτό: οι γονείς μας έζησαν πολέμους, εμείς όχι· μερικοί ζήσαμε τη Νέα Υόρκη σαν πεδίο μάχης.  Όμως δεν υπάρχει καμιά σύγκριση· ιδιαίτερα αν είσαι τυχερός και γρήγορος. Ύστερα, ακολουθήσαμε την πόλη στον εξευγενισμό της, στην ειρήνευσή της. Οι Sonic Youth διαλύθηκαν· μαθαίνω ότι η Κιμ Γκόρντον γύρισε στο Λος Άντζελες· λέω συχνά “rock’n’roll will never die”, αλλά νομίζω ότι το ροκ εντ ρολ ήταν μια από τις νεοϋρκέζικες απώλειες, θύμα της αναβάθμισης και του χρόνου που κυλάει.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ