Βιβλιο

Η ελληνική πλευρά της Jhumpa Lahiri

Η ινδικής καταγωγής Αμερικανίδα συγγραφέας, βραβευμένη με Pulitzer και Pen, ήρθε, μίλησε, μας κατέκτησε. 

25388-95773.jpg
Αναστασία Καμβύση
ΤΕΥΧΟΣ 517
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
90526-203464.jpg

Αν κοιτάξω στο παρελθόν μου θα βρω σίγουρα πολλά ελληνικά στοιχεία. Γεννήθηκα στο Λονδίνο και οι γονείς μου ζούσαν σε μία συνοικία με πολλούς Έλληνες. Ο παιδίατρός μου ήταν Έλληνας και η μητέρα μου μού έχει πολλές φορές διηγηθεί πως συνήθιζε να της λέει «αχ, το κοριτσάκι σας μοιάζει με ελληνάκι».

Η μητέρα μου, Ινδή μετανάστρια η ίδια, μετά από τους Ινδούς, εμπιστευόταν τους μετανάστες πιο πολύ από όλους τους άλλους ανθρώπους γύρω της στο Λονδίνο. Αυτό έγινε και ανάμνηση της παιδικής μου ηλικίας. Έπειτα, μόλις άρχισα να διαβάζω, όλα μου τα βιβλία είχαν να κάνουν με την αρχαία ελληνική μυθολογία. Φαντάσου να είσαι 7 χρονών και να διαβάζεις για θεούς, θεές, τα χαρακτηριστικά τους, τις περιπέτειές τους… Σχεδόν αμέσως ως αναγνώστης συνδέθηκα με αυτή την κουλτούρα. Κι ακόμη και σήμερα αποδίδω το πάθος μου με την Ιταλία σε εκείνη την πρώτη επαφή με τον αρχαίο πολιτισμό της Ελλάδας, εκείνη την εμμονή με τους ελληνικούς μύθους. Με αποπλάνησε ο κόσμος της αρχαίας λογοτεχνίας, κυριολεκτικά. Πολύ μετά γνώρισα τον σύζυγό μου, που είναι μισός Έλληνας! Θυμάμαι τον πεθερό μου να μιλάει ελληνικά στο σπίτι του στη Νικαράγουα όπου γεννήθηκε ο άνδρας μου.

Μερικές φορές πιστεύω στη μοίρα, στο πεπρωμένο. Όπως χτες βράδυ στην Αθήνα όπου μου συνέβη κάτι πολύ συγκινητικό: είδα, χωρίς να το περιμένω, τον Στρατή Χαβιαρά μετά από είκοσι και περισσότερα χρόνια. Καταλαβαίνεις τη συγκίνησή μου όταν είδα αναπάντεχα μπροστά μου τον καθηγητή μου στο πανεπιστήμιο στη Βοστώνη, τον άνθρωπο που όχι μόνο ήταν παρών όταν ξεκίνησε η ζωή μου ως συγγραφέας, αλλά και φρόντισε για την έκδοση του πρώτου μου διηγήματος. Τώρα που το ξανασκέφτομαι ίσως είδε κάτι σε εμένα, το παιδί Ινδών μεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες, συγγενικό σε αυτόν, που ήταν και ο ίδιος μετανάστης εκεί.

Η μετανάστευση είναι λέξη-κλειδί στη ζωή μου. Ο πατέρας μου που παίρνει την απόφαση να φύγει από τη χώρα του. Η μητέρα μου που νιώθει σαν να ζει στην εξορία! Η ιδέα της μετανάστευσης είναι κάτι που μου είχε καρφωθεί στο μυαλό από τότε που διάβασα την «Οδύσσεια». Μάλιστα πρόσφατα είδαμε με όλη την οικογένεια μια σειρά από τα 60s στη RAI, με την πανέμορφη Ειρήνη Παππά στο ρόλο της Πηνελόπης. Ο Οκτάβιο, ο γιος μου, που είχε διαβάσει μία εκδοχή της Οδύσσειας και μοιράζεται το πάθος μου για τη λογοτεχνία, ξετρελάθηκε. Η Νουρ, η κόρη μου, που είναι και λίγο μικρότερη, μου φαινόταν ότι χάζευε την ώρα της προβολής και δεν την ενδιέφερε. Όμως όταν κάποια στιγμή είπα να δούμε ένα επεισόδιο χωρίς αυτή έβαλε τις φωνές «μα θέλω κι εγώ να δω τι γίνεται παρακάτω» κι έτσι ανακάλυψα πόσο είχε μπει μέσα στην ιστορία κι είχε γοητευτεί. Τα παιδιά μου ζουν στη Ρώμη, είναι το σπίτι μας και τους αρέσει πολύ, αλλά ξέρουν ότι είναι ξένοι. Η «Οδύσσεια» είναι ένας καθρέφτης για όλη την ανθρωπότητα και γι’ αυτό συνεχίζουμε να τη διαβάζουμε και να βλέπουμε τους εαυτούς μας μέσα σε αυτή την ιστορία. Αρθρώνει τέλεια και σε βάθος το υπαρξιακό μας άγχος, την αποξένωση από κάθε τι οικείο. Ο ήρωας φέρει όλη αυτή τη δυναμική, κάνει το τεράστιο ταξίδι της επιστροφής, μεταμφιέζεται στην ίδια του τη χώρα… Είναι κάτι τόσο βαθύ αυτό που περιγράφεται στην Οδύσσεια που δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος στη γη που δεν μπορεί να ταυτιστεί κάποια στιγμή με τον Οδυσσέα. Γι’ αυτό απελπίζομαι όταν κάποιος αντιμετωπίζει το βιβλίο μου ή κάποιο άλλο βιβλίο που έχει να κάνει με τη μετανάστευση και τους ήρωες σε αναζήτηση πατρίδας ως λογοτεχνικό είδος που εστιάζει στο μεταναστευτικό πρόβλημα. Εγώ πιστεύω ότι ανήκει στο μεγάλο τοπίο της λογοτεχνίας που ζητά απαντήσεις στο ερώτημα «τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος».

image

Το «Εκεί που ανθίζουν οι Υάκινθοι» (σ.σ. The Lowland) δεν είναι ένα πολιτικό βιβλίο. Είναι η ιστορία μίας οικογένειας. Αλλά όπως λέει και ο Μοράβια όταν κάνει διάκριση μεταξύ πολιτικής και τέχνης, η πολιτική στοχεύει σε καθημερινά, συγκεκριμένα προβλήματα, ενώ η τέχνη θέλει να λύσει τα πανανθρώπινα, τα υπαρξιακά. Υπάρχουν πολλά πράγματα που θέλω να είναι το βιβλίο μου, π.χ. ψυχογράφημα. Εμπεριέχει βέβαια πολιτικά στοιχεία, συμβαίνουν πολλές επαναστάσεις, κυριολεκτικές και μεταφορικές, στην πολιτική σκηνή και μέσα στην ίδια την οικογένεια: και τα δύο αδέρφια επαναστατούν, ακόμη και ο ήσυχος, ο νομοταγής, οι γυναίκες επαναστατούν… Δεν έχει να κάνει με καθεστώτα μόνο η επανάσταση∙ όλοι επαναστατούμε κάποτε, πρώτα απέναντι στην οικογένειά μας… Ίσως όταν μεγαλώσουν τα παιδιά μου να λένε για μένα: «Είχαμε αυτή τη θεότρελη μητέρα που ερωτεύτηκε τα ιταλικά και μας κουβάλησε στη Ρώμη και ποιος ξέρει τι είχε στο μυαλό της». Μπορεί όμως και να τους αρέσει η παιδική ηλικία που ζουν τώρα. Ποιος ξέρει…

Αφιέρωσα το «Εκεί που ανθίζουν οι Υάκινθοι» στην Καρίν και στον Αλμπέρτο γιατί με έναν τρόπο δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τη στήριξή τους. H Καρίν είναι μια φίλη συγγραφέας. Συναντηθήκαμε για πρώτη φορά το 1987 και της είπα από την πρώτη στιγμή την ιδέα μου για αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο είχα στο μυαλό μου, αλλά έβρισκα και την ιδέα μόνο να το γράψω, τρομακτική. Της εξήγησα λίγο την ιστορία και μου είπε «Θα το γράψεις αυτό το βιβλίο μία μέρα, είμαι σίγουρη». Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα γιατί η συγγραφή αυτού του βιβλίου ήταν σαν να σκαρφαλώνεις ένα μεγάλο βουνό. Άρχισα να της δείχνω, σποραδικά, από το 2008 και μετά, αποσπάσματα από το βιβλίο μου και η ενθάρρυνσή της είχε μεγάλη σημασία. Ξέρεις, η διαδικασία της συγγραφής είναι μάλλον βαρετή και άσχημη, θυμίζει ένα ακατάστατο δωμάτιο, ένα δωμάτιο που ενώ το βάφεις, άλλα πράγματα είναι καλυμμένα και άλλα στοιβαγμένα κάπου στη μέση. Λίγοι είναι αυτοί που θα αντιληφθούν τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της συγγραφής και ποιο μονοπάτι θα πρέπει να διαλέξει για να ακολουθήσει ένας συγγραφέας. Η άποψή της για τον τρόπο που προσέγγισα την ιστορία μου μέτρησε πολύ. Από την άλλη, ο σύζυγός μου ο Αλμπέρτο, δεν έχει να κάνει καθόλου με όλα αυτά τα της συγγραφής, δεν είναι ο πρώτος μου αναγνώστης ή κάτι τέτοιο. Είναι όμως αυτός χωρίς τον οποίο δεν θα γινόταν τίποτα, δεν θα είχα «επιβιώσει» σε αυτό το ταξίδι.

Αληθινό μου σπίτι είναι η οικογένειά μου, τα βιβλία μου, το γραφείο μου. Αισθάνομαι σπίτι μου στη Ρώμη, αλλά πέρα από αυτό, η γλώσσα είναι ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι τις ρίζες και γι’ αυτό ρίχτηκα με τόσο πάθος στη μελέτη των ιταλικών, ήθελα να έχω ρίζες στη Ρώμη, να είναι το σπίτι μου. Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί και πώς ερωτεύτηκα την ιταλική γλώσσα. Ποιος μπορεί να εξηγήσει τον έρωτα; Σήμερα το πρωί σκεφτόμουν ότι αγαπώ τα ιταλικά για δύο λόγους, πέρα από την ίδια την ομορφιά και τη μουσικότητα της γλώσσας: Μπορώ να επικοινωνώ με τους Ιταλούς φίλους μου και το να μπορώ να έχω σχέσεις στοργής μέσα και από τη γλώσσα ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Έπειτα, μπορώ να διαβάζω σπουδαία λογοτεχνία στη γλώσσα που γράφτηκε. Όμως όταν ερωτεύτηκα τα ιταλικά δεν είχα Ιταλούς φίλους, δεν είχα αυτό το δίχτυ από ανθρώπους που με περιτριγυρίζει με τρυφερότητα σήμερα...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ