Βιβλιο

Λέξεις που δεν έζησε…: Μια «ζωή» που ακροβατεί μεταξύ πραγματικής και ψηφιακής

Η Κωνσταντίνα Κατρακάζου προσπαθεί να μας ταρακουνήσει και να μας ξεβολέψει απ’ την ευκολία του πληκτρολογίου και τη βιαιότητα της κοινωνικής αποσύνθεσης.

Γιώργος Δικαίος
Γιώργος Δικαίος
ΤΕΥΧΟΣ 907
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Λέξεις που δεν έζησε…»: Μια «ζωή» που ακροβατεί μεταξύ πραγματικής και ψηφιακής

«Λέξεις που δεν έζησε…» της Κωνσταντίνας Κατρακάζου: Παρουσίαση του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός

Η Κωνσταντίνα Κατρακάζου δεν κρύβει την ηλικία της: τη γράφει πρώτο πράγμα στο εσώφυλλο του πρώτου της βιβλίου και σε προετοιμάζει για μια ιστορία και μια γραφή ενός ανθρώπου κοντά στα εβδομήντα. Κι όμως, η γλώσσα και το ύφος του γραψίματός της σε ξαφνιάζουν στο ξεκίνημα της ανάγνωσης. Άμεσο, προφορικό, φορές εκούσια παραληρη­μα­τι­κό, σύγχρονο, με emojis και συνομιλίες στα social media – πόσο πολύ έχει διεισδύσει, τελικά, στη ζωή μας ο κόσμος του διαδικτύου και πόσο αυτός καθορίζει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και εκφραζόμαστε εν τέλει;

Ξέρω την Κωνσταντίνα κοντά είκοσι πέντε χρόνια και δεν πιστεύω ούτε ότι σκέφτεται (μόνο) έτσι ούτε ότι εκφράζεται (μόνο) έτσι. Είναι εικαστικός με έργα που από πίσω έχουν πολλή σκέψη και δουλειά, αντίστοιχα και το βιβλίο της. Η απόφασή της, άλλωστε, να τοπο­θετήσει τη δράση του βιβλίου της στο σήμερα αυτό προδίδει.

Ήρωάς της είναι ένας μεσήλικας (ποια είναι τα όρια πια αυτής της λέξης;) άνδρας, ο οποίος θυμίζει τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος της ανθρώπινης ύπαρξης στη σημερινή υπερ­κοι­νωνική, ταχύτατη, απρόσωπη και επιφανειακή κοινωνία. Περνάει από τη φάση του bonviveur –που επιβάλλει η κοινωνία– στη φάση του απομονωμένου και ξεχασμένου ατόμου, ενός ερημίτη που από επιλογή εγκαταλείπει το χάος και τη φασαρία και αποφασίζει να «ζήσει»…

Ο ήρωας κοιτάζει από την κλειδαρότρυπα τις σχέσεις των ανθρώπων. Αυτή η κλειδαρότρυπα είναι το απέναντι πεζοδρόμιο ή τα προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης· και επιβάλλει, πάλι, πρότυπα συμπεριφοράς. Πρότυπα και δεσμά συμπεριφοράς τα οποία χτίζονται σε παιδικές αναμνήσεις και σε φιλικές ή ερωτικές σχέσεις.

«Απογοητεύτηκα», λέει ο ήρωας για μια ιστορία που θυμίζει πολλές από τις καθημερινές δικές μας, κι αυτή η απογοήτευση ταιριάζει σε όλες τις ιστορίες –είτε τις δικές του είτε αυτές που παρατηρεί– κι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την πικρή ικανοποίηση που σου αφήνει το βιβλίο διαβάζοντάς το και βρίσκοντας σε αυτό κομμάτια (ή και ολόκληρα κεφάλαια) της δικής σου ιστορίας. Ακόμη και τα κεφάλαια, μπλεγμένα σε υποφακέλους του υπολογιστή του πρωταγωνιστή (ή της συγγραφέως), με τίτλους διαφορετικούς και με εμφανή ασυνέχεια, δείχνουν την πολυδιάσπαση που επικρατεί σήμερα και τον κατακερματισμό της εργασίας και των σκέψεών μας που δεν επιτρέπουν εύκολα τη γαλήνια γραμμική σκέψη.

Λέξεις που δεν έζησε…

Το ύφος της γραφής θυμίζει σε σημεία Γιάννη Μαρή (είναι αφιερωμένο το βιβλίο άλλωστε στον Ανδρέα Αποστολίδη, δείχνοντας έτσι εκούσιες ή ακούσιες επιρροές), ενώ αλλάζει εκεί που χρειάζεται, προσγειώνοντας την/τον αναγνώστρια/η στη σκληρή πραγματικότητα της εκμετάλλευσης μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, ή ακόμη  και αυτής του θανάτου, με σκοπό την (αυτό)προβολή: όλα για την εικόνα. Μπορεί ο πρωταγωνιστής να μην μπόρεσε να «ζήσει λέξεις», αλλά είδε εικόνες – και η θεματική των εικόνων εμπίπτει ακόμη περισσότερο στη συγχρονία που ζούμε, που όλο και περισσότερο μειώνεται η χρήση των λέξεων και αυξάνεται η υπερκατανάλωση των εικόνων που, με τη σειρά τους, γίνονται όλο βιαιότερες, σκληρότερες, χυδαιότερες. Αυτές οι εικόνες είναι η καθημερινότητά μας – ο πατέρας που ξεσπά στα παιδιά του, οι κάθε λογής τραμπούκοι που απειλούν, τα σκουπίδια που έχουν κατακλύσει κάθε γωνιά των πόλεών μας.

Το βιβλίο, μέσα από πλήθος ατάκτως (ή λιγότερο ατάκτως) ειρημένων  εικόνων, παρουσιάζει μια «ζωή» που ακροβατεί μεταξύ πραγματικού και ψηφιακού, τη ζωή που οι περισσότερες/οι βιώνουμε μάλλον. Μπορεί τελικά ο πρωταγωνιστής, η συγγραφέας και οι αναγνώστριες/ες να μην έζησαν τις λέξεις, αλλά τις εικόνες σίγουρα τις είδαν. Και το έργο αυτό είναι ίσως ένα κάλεσμα σε αφύπνιση, μια προσπάθεια να ταρακουνήσει και να ξεβολέψει απ’ την ευκολία του πληκτρολογίου (είμαστε ήδη στην μετά-κλισέ εποχή) και τη βιαιότητα της κοινωνικής αποσύνθεσης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ