Βιβλιο

O Αλέξανδρος Χατζηιωάννου ρίχνει φως στον τρόμο των videogames

Το βιβλίο «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror» χαρτογραφεί έξι δεκαετίες βιντεοπαιχνιδιών τρόμου

Γιώργος Δρίτσας
Γιώργος Δρίτσας
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Ένα από τα πιο συναρπαστικά χαρακτηριστικά των videogames, είναι το πόσο ριζικά ποικίλουν. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι φτιάχνουμε ένα παιχνίδι όπου «παίζεις ως ένας πειρατής που θέλει να βρει τον απόλυτο χαμένο θησαυρό». Σκέψου με πόσους τρόπους μπορείς να ερμηνεύσεις αυτή τη βασική ιδέα, ώστε να δημιουργήσεις απολύτως ανόμοια μεταξύ τους παιχνίδια. Ως τι παίζεις; Είσαι ένας χαρακτήρας, ή μήπως το πλοίο ή ο παπαγάλος που τον ελέγχει, ψιθυρίζοντάς του; Υπάρχουν καν χαρακτήρες στη οθόνη, ή μήπως πατάς κλικ σε διάφορα «μενού» που περιγράφουν όλες τις πιθανές επιλογές σου; Είναι δράσης, τακτικής; Ζωγραφικής; Ένα «είδος» videogame μπορεί να περιέχει αμέτρητες διαστάσεις, ερμηνείες, αναπαραστάσεις και να εμπεριέχει – ή να εμπεριέχεται σε – αμέτρητες άλλες κατηγορίες ειδών.

Το horror είναι άλλη μια τέτοια περίπτωση, απολύτως μοναδική όπως όλες οι άλλες. Το βιβλίο “From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror” του Αλέξανδρου Χατζηιωάννου, σε έκδοση της BITMAPBOOKS, αναλαμβάνει το εκπληκτικό εγχείρημα να χαρτογραφήσει – χωρίς άπειρες σελίδες – την τρομακτική έκταση και την χαώδη εξέλιξη του βιντεογκεϊμικού τρόμου, από τα τέλη των 70s ως και σχεδόν σήμερα. Σημειώστε, ότι το βιβλίο είναι γραμμένο στα αγγλικά, η οποία είναι ομολογουμένως η κυρίαρχη «μητρική» γλώσσα του δυτικού gaming.

Toβιβλίο του Αλέξανδρου δεν είναι ανθολογία, ακριβώς, ούτε προχωρά γραμμικά στο χρόνο. Είναι χωρισμένο σε 13 θεματικές-κεφάλαια, που συλλέγουν διάφορα υπό-είδη του videogame horror, με παραδείγματα από διαφορετικές περιόδους του μέσου. Αυτή είναι και μια από τις πιο τολμηρές αποφάσεις του συγγραφέα, ο οποίος αρνείται να αφήσει το περιεχόμενο να κυριαρχηθεί από τα must-have classics που έχουν καβατζώσει αιωνίως όλες τις καλές θέσεις σε όλες τις best of λίστες όλων των εποχών. Λείπουν games που «θα έπρεπε» να είναι εκεί μέσα, αλλά τα ξέρουμε όλοι, και εμφανίζονται πολλά που δε θα ανακαλύπταμε ποτέ, χωρίς τον γενναίο φακό του Αλέξανδρου.

Το “From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror” είναι ένα βιβλίο - θησαυρός για το οποίο θα μπορούσες να γράψεις ένα δεύτερο βιβλίο, αλλά θα περιοριστώ σε τρία βασικά σημεία:

  • Για όποιον αγαπά θέλει να προσεγγίσει τα videogames ως «κείμενα» προς ερμηνεία, αναζητώντας να καταλάβει πώς παράγουν νόημα τα τελευταία 60 χρόνια, αυτό το βιβλίο είναι ένα σπάνιο, πολύτιμο αναλυτικό έργο. Εκτός από το περιεχόμενό του, μιλάει και η ίδια η ύπαρξή του. Τι λέει; Λέει, όπως το ακούω εγώ: «τα videogames είναι πολύ ενδιαφέροντα, περίεργα πράγματα, γεμάτα νόημα και συναίσθημα».
  • Για όποιον αγαπά το horror, το βιβλίο αυτό είναι μια διαμεσική μελέτη γεμάτη αναφορές σε κάθε άκρη του αφηγηματικού σύμπαντος. Το “From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror” ερευνά το horror στα games και όχι τα “horror games” αποκλειστικά, και με ακριβώς αυτό τον τρόπο ερευνά το horrorδια των games και όχι αποκλειστικά το horrorσε αυτά.
  • Το βιβλίο είναι κούκλα. Δες τις φωτογραφίες και φαντάσου το στη βιβλιοθήκη σου ή στο coffee table σου. Φαντάσου πόσο κουλτουριάρης gamer θα είσαι με αυτό το βιβλίο. Το ξεφυλλίζω τώρα και έχει φανταστική αίσθηση.

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μίλησε στην ATHENS VOICE για το νέο του συγγραφικό πόνημα, αυτά που μας μαθαίνει κι αυτά που δίδαξε στον ίδιο.

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Για να σε γνωρίσουμε λίγο, θέλω να μου πεις μια αγαπημένη ταινία, ένα βιβλίο, ένα videogame κι ένα μαγαζί στην Αθήνα.
Αγαπημένη ταινία από αυτές που είδα σχετικά πρόσφατα (και μάλιστα με κακό προαίσθημα - απόδειξη ότι δεν χρειάζεται πάντα ν’ ακολουθούμε το ένστικτό μας) είναι το “Annihilation” του Alex Garland. O τρόπος με τον οποίο ισορροπεί ανάμεσα στον τρόμο και το δέος είναι υποδειγματικός για το είδος της, αλλά το έξτρα στοιχείο της που την κάνει τόσο ξεχωριστή για μένα είναι ότι πρόκειται για μία από τις πιο συγκινητικές (και, παραδόξως, αισιόδοξες) ταινίες που έχω δει. Το πρώτο που μου ’ρχεται ως αγαπημένο βιβλίο είναι «Οι Αόρατες Πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο. Μάλιστα η δομή ανθολογίας που έχει, κάπου στην άκρη του μυαλού μου, είμαι σίγουρος θα επηρέασε και τον τρόπο που οργάνωσα το “From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror”. Το αγαπημένο μου videogame αλλάζει από μέρα σε μέρα, αλλά για να παραμείνω στο κλίμα (καθώς συμπεριλαμβάνεται και στο βιβλίο με συνέντευξη του δημιουργού του, Charles Cleveland), θα σε παραπέμψω στην κορυφή της λίστας μου με τα καλύτερα παιχνίδια του 2018 από αυτές εδώ τις (ιστό)σελίδες. Το αθηναϊκό club που αδιαλείπτως τιμάω από τη μέρα που άνοιξε εδώ και 30 χρόνια είναι το Dark Sun στο Περιστέρι. Ειδικά τα Σάββατα με τις ιδιαίτερες ηλεκτρονικές μουσικές του που δεν θ’ ακούσεις πουθενά αλλού στην Ευρώπη.

Τι θα ήλπιζες να πάρει ο αναγνώστης από αυτό το βιβλίο;
Ανακαλύπτοντας τα παιχνίδια που παρουσιάζω, ν’ αντλήσει από αυτά την ίδια ευχαρίστηση που ένιωσα κι εγώ. Αυτός είναι και ο λόγος που επέλεξα να συμπεριλάβω πολλούς άδικα παραγνωρισμένους τίτλους, είτε πρόκειται για το -σοκαριστικό για την εποχή του 40 χρόνια πριν- “Forbidden Forest” στον Commodore 64, είτε πρόκειται για σύγχρονα indie διαμάντια όπως το “If on a Winter’s Night, Four Travelers” της Dead Idle Games. Έχω και μια κάπως πιο μεγαλεπήβολη φιλοδοξία. Θα ήθελα να προωθήσω -στον βαθμό που μπορώ- μια διαφορετική κριτική προσέγγιση στα videogames που δεν θα τα ιεραρχεί με βάση τεχνολογικά κριτήρια ούτε θα εστιάζει αποκλειστικά το ενδιαφέρον της σε παραγωγές των τελευταίων ετών ή σε 3-4 κλασικά franchises της Nintendo και της Sony. Υπάρχει μαγεία στις παρυφές του μέσου, αν την αναζητήσεις.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στη συγγραφή του;
Νομίζω πως το δυσκολότερο κομμάτι σε όλο το εγχείρημα ήταν να βρω μια πειστική εξήγηση για την ριψοκίνδυνη επιλογή μου να δώσω ακριβώς το ίδιο βάρος σε ένα παγκοσμίως άγνωστο παιχνίδι του 1980, όπως για παράδειγμα το “The Wreck of the BSM Pandora” στον Apple II με το οποίο ανοίγει το βιβλίο (και για το οποίο δεν θα βρεις ούτε ένα βιντεάκι στο YouTube), με το “Resident Evil” ή το “Silent Hill”. Ήταν μεγάλο ρίσκο αλλά οι κριτικές που λαμβάνω μέχρι τώρα, είτε από gaming websites είτε από τους αγοραστές που αφήνουν feedback στο ηλεκτρονικό κατάστημα της Bitmap Books, δείχνουν ότι απέδωσε.

Ποιο είναι το αγαπημένο σου κομμάτι της διαδικασίας; Το πιο επώδυνο;
Το αγαπημένο μου κομμάτι της διαδικασίας είχε να κάνει, χωρίς δεύτερη κουβέντα, με όλα τα εξαιρετικά horror παιχνίδια που είτε ανακάλυψα είτε έπαιξα για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της συγγραφής, απ’ το σουρεαλιστικό “Hellnight” στο PS1 μέχρι το ανατριχιαστικό “White Day: A Labyrinth Named School” στο PC. Το πιο επώδυνο ήταν η διαρκής προσπάθειά μου να είμαι συνεπής με τα deadlines που είχα θέσει ο ίδιος από την αρχή. Δεν πήγε καλά αυτό.

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Πες μου ένα horror game που θα ήθελες πολύ να παίξω και πιθανώς να μην το ανακαλύψω ποτέ.
Με δυσκολεύεις αλλά, αφού πρέπει να περιοριστώ σε ένα, θα πω το “Duskers” της Misfits Attic με την ιδιαίτερη αισθητική του και μια αξεπέραστη ατμόσφαιρα άγχους και κλειστοφοβίας. Μπαίνεις στο πετσί της Ellen Ripley σε ένα παιχνίδι που, λογικά, κόστισε το 1/100 απ’ το budget του (επίσης εξαιρετικού) “Alien: Isolation”.

Μου αρέσει πολύ που το “From Ants to Zombies” δεν είναι ένα βιβλίο για τα “horror games”, αλλά ένα βιβλίο για το horror στα games. Πώς έφερες εις πέρας την έρευνα για ένα τόσο εκτενές έργο;
Σίγουρα βοήθησε το γεγονός ότι έχω ζήσει όλη την εξέλιξή τους για το χρονικό διάστημα το οποίο καλύπτω στο βιβλίο, από τα τέλη του 1970 μέχρι και σήμερα. Ξεκίνησα να παίζω videogames πριν καλά-καλά μάθω να μιλάω με μία υπέροχα ρετρο-φουτουριστική πορτοκαλί κονσόλα με δύο paddles που είχε 5-6 διαφορετικές εκδοχές του Pong. Είναι αρκετά δύσκολο (αλλά όχι αδύνατο!) να αντιληφθείς τη σημασία που είχαν αυτοί οι πρωτόγονοι και, στην πλειοψηφία τους, ξεχασμένοι τίτλοι στην εποχή τους αν δεν ήσουν εκεί. Πέρα από την προσωπική εμπειρία μου με τον χώρο, χρειάστηκε να μελετήσω αρκετά τόσο κάποια εξειδικευμένα blogs όπως το Renga in Blue ή το The CRPG Addict όσο και κάποια πιο θεωρητικά κείμενα. Το ακαδημαϊκό μου background σε θεωρία λογοτεχνίας και κινηματογράφου σίγουρα βοήθησε σε κάποιο βαθμό, αλλά χρειάστηκε επίσης και πολύ σκάλισμα σε αρχεία όπως το Moby Games για να ξετρυπώσω κάποιους ξεχασμένους τίτλους που άξιζαν να συμπεριληφθούν. Βέβαια, άλλο να τους ανακαλύψεις, άλλο να καταφέρεις να τους παίξεις σε πανάρχαια, δυσνόητα emulators… Έχεις προσπαθήσει να φορτώσεις ποτέ το “Terrorat Selachii Bay” του TRS-80 σε σύγχρονο PC; Πίστεψε με, δεν θες! 

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Τελικά, είναι τα «καλύτερα» games αυτά που μένουν στην ιστορία ως εκπρόσωποι ενός είδους ή είναι άλλοι οι παράγοντες που ορίζουν τους «θρύλους»;
Δυστυχώς, σε έναν χώρο που δεν έχει την ιστορία και, επομένως, το πολιτιστικό υπόβαθρο της λογοτεχνίας ή του κινηματογράφου, το κουμάντο για το τι λογίζεται «ιστορία» του το κάνουν οι μεγάλες εταιρίες παραγωγής. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότερες λίστες με τα καλύτερα παιχνίδια όλων των εποχών αφιερώνουν ελάχιστες θέσεις σε τίτλους προηγούμενων δεκαετιών και τις φυλάνε σχεδόν αποκλειστικά για μεγάλα franchises που συνεχίζουν να κόβουν χρήμα - Mario, Zelda, κλπ. Περιττό να επισημάνω ότι είμαι κάθετα αντίθετος με αυτή την εμπορευματοποίηση της ιστορίας του μέσου - της σημαντικότερης, ίσως, μορφής τέχνης του 21ου αιώνα.

Ταυτίζεται, εν τέλει, η ποιότητα ενός horror game με το «πόσο» τρομακτικό είναι;
Φυσικά και όχι. Θα μπορούσαμε, ίσως, να υποστηρίξουμε ότι ένα τρομακτικό παιχνίδι είναι και καλό, αφού πετυχαίνει έναν από τους βασικούς σκοπούς του αλλά, όπως μας δίδασκαν και στα μαθηματικά, άλλο η συνεπαγωγή, άλλο η ισοδυναμία. Σπάνια παραμένει μοναδικός σκοπός ενός ολοκληρωμένου έργου κάτι τόσο περιορισμένο - μπορεί να θέλει να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία όπως το “Detention”, να σε εντυπωσιάσει με την έξυπνη χρήση περιορισμένων δυνατοτήτων όπως το μινιμαλιστικό “Capsule”, ή να σε τραβήξει με τα καλοζυγισμένα combat mechanics του όπως το ”Dead Space”. Στο κάτω-κάτω, τα πράγματα που μας τρομάζουν αλλάζουν με το χρόνο και η επίδρασή τους φθείρεται από την τριβή και την οικειότητά μας με αυτά. Για να το προσεγγίσω με δύο κινηματογραφικά παραδείγματα: έπαψαν το “The Texas Chainsaw Massacre” ή το “Night of the Living Dead” να είναι αριστουργήματα επειδή δεν μας τρομάζουν πια;

Ο Αλέξανδρος Χατζηιωάννου μιλάει για το βιβλίο του «From Ants to Zombies: Six Decades of Video Game Horror», τα videogames και τη βιομηχανία τους.

Ποιο είναι το αγαπημένο σου υπό-είδος horror, και πιο videogame θεωρείς ότι το έχει εκπροσωπήσει καλύτερα στη διαδραστική του μορφή;
Μπορεί να θεωρηθεί και υπεκφυγή αυτό αλλά δεν έχω αγαπημένο subgenre. O τρόμος είναι κάτι που, από τη φύση του, συνδέεται με το άγνωστο, το αναπάντεχο αλλά όταν μιλάμε για κινηματογραφικά (ή λογοτεχνικά) υποείδη, αναγκαστικά μιλάμε και για φόρμες που επαναλαμβάνονται, που γίνονται οικείες. Αντιθέτως, σχεδόν όλες οι ταινίες τρόμου που έχω ξεχωρίσει τα τελευταία χρόνια (“A Field in England”, “Berberian Sound Studio”, “November”, μεταξύ άλλων) είναι μη κατατάξιμες, λειτουργούν στο δικό τους σύμπαν, με τους δικούς τους κανόνες. Κάποια απ’ τα αγαπημένα μου horror video games κάνουν το ίδιο - ίσως τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα μέσα απ’ το βιβλίο είναι το “Darkwood” της Acid Wizard και το “Pathologic 2” της Ice-PickLodge.

Αγαπώ τη δημιουργία και την κριτική των videogames και συχνά μου λείπει μια βαθύτερη ματιά στην ερμηνεία τους. Δε νομίζω ότι είμαι ο μόνος. Άνθρωποι σαν εσένα γεμίζουν αυτή την ανάγκη μας, Αλέξανδρε! Έχεις κάτι να μοιραστείς με τους νεότερους που ενδιαφέρονται για την κριτική videogames, που μπορεί να τους βοηθήσει ή να τους εμπνεύσει;
Αν τους ενδιαφέρει επαγγελματικά τότε η συμβουλή μου είναι να το… ξανασκεφτούν. Ήταν ούτως ή άλλως εξαιρετικά δύσκολο να επιπλεύσεις στο χώρο (με υπερπροσφορά εργασίας, απαράδεκτες συνθήκες, χαμηλές αμοιβές, ανασφάλεια κλπ), ήρθε τώρα και το AI να μας αποτελειώσει. Αν πάλι κάποιος ενδιαφέρεται για βαθύτερη κριτική τότε το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να προσεγγίσει τη συγγραφή της χομπίστικα. Οι καλύτερες αναλύσεις του μέσου που διαβάζω τα τελευταία χρόνια αναρτώνται όχι σε μεγάλα websites αλλά σε προσωπικά blogs: The Digital Antiquarian, Arcade Idea και άλλα. Από εκεί και πέρα, η βασική μου παρότρυνσή είναι αρκετά τετριμμένη αλλά θεμελιώδης οπότε θα την επαναλάβω: αν θες να γράψεις σοβαρά για videogames δεν μπορείς να ασχολείσαι μόνο με videogames.

Φαντάζομαι ότι όσες γνώσεις και να ‘χει κανείς, εν τέλει γράφοντας ένα τέτοιο βιβλίο μαθαίνει περισσότερα απ’ όσα θα περίμενε. Εσύ, Αλέξανδρε, έμαθες κάτι αναπάντεχο ή ανατρεπτικό για τα όσα πίστευες, καθώς συνέθετες αυτό το βιβλίο;
Πολλά! Έμαθα ότι οι ρίζες της αρχετυπικής ιστορίας με το στοιχειωμένο σπίτι, παραλλαγές της οποίας ακόμα διαβάζουμε, παρακολουθούμε ή παίζουμε, εντοπίζονται στην αλληλογραφία του Πλινίου του Νεότερου περίπου δύο χιλιάδες χρόνια πριν. Έμαθα ότι μια από τις αξέχαστες ανατροπές στην ιστορία του gaming -η στιγμή που πέφτουν οι μάσκες στο “System Shock 2” - είναι εμπνευσμένη από έναν χαρακτήρα του… Sesame Street. Έμαθα, μέσα από τη συνέντευξη που φιλοξενώ με τον Keiichiro Toyama, ποια συγκροτήματα είχε προτείνει ο δημιουργός του “Silent Hill” στον Akira Yamaoka ώστε o μεγάλος αυτός συνθέτης να μπει στο κατάλληλο κλίμα για να δημιουργήσει ένα απ’ τα πιο επιδραστικά soundtracks στην ιστορία των videogames. Σε πιο προσωπικό επίπεδο, έμαθα ότι τελικά μπορώ να αφοσιωθώ σε ένα πιο μακροπρόθεσμο project και να το ολοκληρώσω. Και ότι μέσα από αυτή την κοπιαστική και χρονοβόρα διαδικασία μπορώ να αντλήσω ακόμα χαρά και ενθουσιασμό εξερευνώντας κρυφές πτυχές απ’ το αγαπημένο μου μέσο. Ακόμα και τόσα χρόνια μετά από την πρώτη μας γνωριμία.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ