Βιβλιο

Εθνικότητα, συλλογική ευθύνη και ξεριζωμός: Ένα μυθιστόρημα που συγκλονίζει

Μια συζήτηση με τον καθηγητή στα Τμήματα Νεοελληνικής Φιλολογίας των Πανεπιστημίων Πράγας και Μπρνο, Κώστα Τσίβο, για τη «Γκέρτα» της Κατερζίνα Τούτσκοβα

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εθνικότητα, συλλογική ευθύνη και ξεριζωμός: Ένα μυθιστόρημα που συγκλονίζει
H εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα ΤΝ Bing.

Ο μεταφραστής Κώστας Τσίβος μιλάει για το μυθιστόρημα της Κατερζίνα Τούτσκοβα, «Γκέρτα» (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 480 σελίδες)

Δεν συμβαίνει συχνά, αντιθέτως, είναι πολύ σπάνιο, αλλά η έκδοση της «Γκέρτα» στην Τσεχία το 2009 προκάλεσε, όπως διαβάζουμε, θυελλώδεις συζητήσεις γύρω από το θέμα που πραγματεύεται: την ομαδική εκδίωξη τριών εκατομμυρίων Γερμανών από τη μεταπολεμική Τσεχοσλοβακία. Το βιβλίο της Κατερζίνα Τούτσκοβα διαβάστηκε πολύ, απέσπασε πολλά βραβεία, και μεταφράστηκε σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Προ ολίγων ημερών κυκλοφόρησε και στα ελληνικά, από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σε μετάφραση του Κώστα Τσίβου, και ελπίζουμε να διαβαστεί και από τους Έλληνες αναγνώστες.

Ο Κώστας Τσίβος ζει στην Τσεχία και είναι επίκουρος καθηγητής στα Τμήματα Νεοελληνικής Φιλολογίας των Πανεπιστημίων της Πράγας και του Μπρνο. Ο ίδιος έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, ακόμη ένα μυθιστόρημα της Τούτσκοβα, τις «Θεές της Ζίτκοβα» (Ίκαρος 2019). Είχαμε την τύχη να μιλήσουμε μαζί του για το βιβλίο, τη συγγραφέα του, και κυρίως γι’ αυτή την άγνωστη στους πολλούς ιστορία: μια πληγή στο σώμα της Ευρώπης για την οποία κανείς δεν μιλούσε επί ολόκληρες δεκαετίες. Τον ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο του. Διαβάστε αυτά που μας είπε, έχουν μεγάλο, και ξεχωριστό ενδιαφέρον. Επίσης, δεν είναι μια παλιά, ξεχασμένη ιστορία. Είναι σύγχρονα πράγματα, δικά μας.

Κώστας Τσίβος
Κώστας Τσίβος

* * *

Κ.Α.: Οι πόλεμοι είναι καταστροφικοί, αλλά έχει κανείς την εντύπωση πως, όταν τελειώνουν, οι γυναίκες είναι εκείνες που συνεχίζουν να περνούν έναν Γολγοθά. Έχουν ήδη πολλές από αυτές κακοποιηθεί από τον εχθρικό στρατό, ενώ κάποιες ζουν έκτοτε με το στίγμα της συνεργασίας (!) με τον κατακτητή. Όταν αυτή η συνεργασία δεν ήταν παρά ένας βιασμός συνήθως… Το έχουμε δει στη Γαλλία, στο Βερολίνο, παντού…

Κώστας Τσίβος: Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια στροφή, τόσο στις ανθρωπιστικές επιστήμες όσο και στη λογοτεχνία, προς την κοινωνική ιστορία και τις έμφυλες σχέσεις, προς την καταγραφή της καθημερινότητας, κατά συνέπεια και στην ανάδειξη του ρόλου των γυναικών. Το ίδιο ισχύει και για τις αφηγήσεις που σχετίζονται με τις πολεμικές συγκρούσεις που σημάδεψαν τον περασμένο αιώνα. Συγγραφείς και ερευνητές δεν αναζητούν πια έμπνευση σε «σούπερμαν», δεν κατασκευάζουν «επικούς» πρωταγωνιστές. Ασχολούνται με τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας, με ήρωες που αναδύονται μέσα από την καθημερινότητα. Η περίπτωση της «Γκέρτα» εμπίπτει ακριβώς σε αυτή την κατηγορία. Η αφήγηση της πρωταγωνίστριας διαπερνά χρονικά την «αφελή» προπολεμική περίοδο, περνάει στη βίαιη ενηλικίωσή της τα χρόνια του πολέμου, και αντικατοπτρίζει την ωρίμανσή της στη μεταπολεμική περίοδο. Η συγγραφέας τής «Γκέρτα» δεν βλέπει τις γυναίκες που έζησαν τη φρίκη του πολέμου ως έρμαια της τύχης τους, σαν μια συμπαγή κατηγορία αθώων θυμάτων. Παράλληλα με την πρωταγωνίστρια, την Γκέρτα, εμφανίζονται διαφορετικές περιπτώσεις γυναικών. Κάθε γυναίκα επιλέγει διαφορετικές στρατηγικές επιβίωσης για την ίδια και τα παιδιά της, με διαφορετικό τρόπο τοποθετείται στα αμείλικτα διλήμματα της πολεμικής και της μεταπολεμικής περιόδου.

Κ.Α.: Το μυθιστόρημα της Τούτσκοβα έκανε μεγάλη αίσθηση στην Τσεχία όταν πρωτοκυκλοφόρησε. Μάλιστα, μέχρι τότε κανείς δεν μιλούσε ανοιχτά για όλα αυτά. Ποιο είναι το ιστορικό υπόβαθρο αυτής της αφήγησης;

Κ.Τσ.: Ο τίτλος του βιβλίου στα τσεχικά είναι «Ο διωγμός της Γκέρτα Σνιρχ». Τίτλος προβοκατόρικος γιατί όταν η τσεχική ιστοριογραφία αναφέρεται στον διωγμό των Σουδητών Γερμανών από την Τσεχοσλοβακία χρησιμοποιεί, ακόμα και σήμερα, τους όρους «μετατόπιση» ή «μετακίνηση». Ο βίαιος ξεριζωμός 2,2 εκατομμυρίων Σουδητών Γερμανών και μισού περίπου εκατομμυρίου Ούγγρων από το έδαφος της μεταπολεμικής Τσεχοσλοβακίας των 13 εκατομμυρίων κατοίκων, αποτελεί έναν σκελετό που Τσέχοι και Σλοβάκοι κρατούσαν ερμητικά κλεισμένο στα ντουλάπια τους μέχρι πρόσφατα. Πόσοι από τους επισκέπτες της τσεχικής πρωτεύουσας ξέρουν ότι στην προπολεμική Πράγα με το σχεδόν ένα εκατομμύριο κατοίκους οι 350 χιλιάδες ήταν Γερμανοί Σουδήτες κι άλλες 50 χιλιάδες Εβραίοι που ως επί το πλείστον μιλούσαν γερμανικά; Πόσοι ξέρουν ότι γνωστά τουριστικά θέρετρα, όπως το Κάρλοβι Βάρι, το Λίμπερετς ή το Τσέσκι Κρούμλοβ —το γραφικό «τσεχικό χωριό» που διαφημίζουν τα τουριστικά γραφεία— ήταν μέχρι το 1945 αμιγώς γερμανικές πόλεις; Ο πόλεμος διέλυσε βίαια κοινωνικούς δεσμούς και σχέσεις που είχαν οικοδομηθεί —αλήθεια, όχι χωρίς προβλήματα— κατά τη διάρκεια έξι αιώνων συγκατοίκησης Τσέχων, Σουδητών και Εβραίων. Προπολεμικά οι Σουδήτες Γερμανοί συμπαρατάχθηκαν στην πλειοψηφία τους με τους ναζιστές, ζητώντας την απόσχισή τους από την Τσεχοσλοβακία, πράγμα που επικυρώθηκε το 1938 μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου, με τη συναίνεση Αγγλίας και Γαλλίας που επιδίωκαν τον κατευνασμό του Χίτλερ. Την περίοδο που η Τσεχία μετατράπηκε σε γερμανικό προτεκτοράτο ακολούθησε η εξόντωση των εβραϊκών κοινοτήτων με τη σιωπηλή συναίνεση της πλειονότητας των Τσέχων πολιτών. Για να ακολουθήσει το 1945, λίγες μέρες μετά την απελευθέρωση της Τσεχοσλοβακίας από τον Κόκκινο Στρατό, η «αυθόρμητη κάθαρση» της χώρας από τους Σουδήτες Γερμανούς κατόπιν πρωτοβουλίας του Τσεχοσλοβάκου προέδρου Έντβαρντ Μπένες. Μια πρωτοβουλία που εν πολλοίς υπαγορεύτηκε όχι μόνο από το πνεύμα της αντεκδίκησης στη βάση της συλλογικής ευθύνης, ένα θέμα που αποτελεί το βασικό μοτίβο του μυθιστορήματος, αλλά κυρίως από «εθνικά» και προσωπικά συμφέροντα, όπως και από την ανάγκη να ξεπλυθεί η παθητική στάση της πλειονότητας των Τσέχων την περίοδο του Προτεκτοράτου.

Κ.Α.: Διάβασα κάπου ότι μόλις έξι χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου, δηλαδή το 2015, ζητήθηκε επισήμως συγγνώμη από τις γυναίκες-θύματα εκείνης της περιόδου. Από τη δημοτική αρχή τού Μπρνο.

Κ.Τσ.: Η αφήγηση της Γκέρτα εξελίσσεται στο σήμερα αμιγώς τσεχικό Μπρνο. Μέχρι το 1945 η ντόπια γερμανική κοινότητα αριθμούσε πάνω από 50.000 άτομα και διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Τσεχίας. Οι αναγνώστες θα βρουν τα σχετικά στοιχεία στην «Γκέρτα» γιατί το Μπρνο αποτελεί τον χώρο όπου εξελίσσεται η αφήγηση της Κατερζίνα Τούτσκοβα. Ο Δήμος του Μπρνο υποχρεώθηκε να λάβει πρώτη φορά επίσημη θέση για τον ξεριζωμό των ντόπιων Γερμανών μόλις το 2000, κατόπιν σχετικής πρωτοβουλίας μιας ανεξάρτητης οργάνωσης (Νεολαία για τη Διαπολιτισμική Συνεννόηση). Στο θέμα αυτό αναφέρεται και η συγγραφέας της «Γκέρτα» στο τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος. Το 2015, με την ευκαιρία της 70ής επετείου από τον διωγμό των Σουδητών της πόλης, η Δημοτική Αρχή της τσεχικής συμπρωτεύουσας υιοθέτησε κατά πλειοψηφία μια νέα ανακοίνωση που καταδίκαζε τον βίαιο ξεριζωμό της γερμανικής μειονότητας βάσει της αρχής της συλλογικής ευθύνης. Από την ίδια χρονιά άρχισε να διοργανώνεται σε ετήσια βάση το φεστιβάλ «Meeting Brno» που αποσκοπεί στην προβολή του διαπολιτισμικού διαλόγου.

«Γκέρτα» της Κατερζίνα Τούτσκοβα (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια)

Κ.Α.: Θέλετε να μας πείτε, συνοπτικά, την ιστορία της Γκέρτα, και μαζί της την ιστορία όλων αυτών των γυναικών; Πόσες ήταν; Και τι απέγιναν;

Κ.Τσ.: Το εκτεταμένο μυθιστόρημα της Κατερζίνα Τούτσκοβα αφηγείται τη ζωή της πρωταγωνίστριας του τίτλου από τα νεανικά της χρόνια έως τον θάνατό της. Ο βίος και η πολιτεία της Γκέρτα συμπορεύεται με τα πιο δύσκολα στάδια της σύγχρονης τσεχικής ιστορίας και επιτρέπει στη συγγραφέα να περιγράψει τα σημαντικότερα γεγονότα από την περίοδο του πολέμου μέχρι την πτώση του κομουνιστικού καθεστώτος το 1989, τα οποία συνυφαίνονται με τη μοίρα της ηρωίδας: κανένα μέρος της ζωής της δεν είναι νοητό έξω από το συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Τα διάφορα ιστορικά στάδια και γεγονότα, που παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά, αντιστοιχούν στη διαίρεση του μυθιστορήματος σε πέντε κεφάλαια. Το πρώτο μέρος περιγράφει την καθημερινότητα της ζωής στο Μπρνο την περίοδο του Προτεκτοράτου. Το δεύτερο, και εκτενέστερο, μέρος του μυθιστορήματος επικεντρώνεται στην εκδίωξη των Γερμανών του Μπρνο και στη μεταπολεμική περίοδο. Στο τρίτο μέρος περιγράφεται η περίοδος του άκαμπτου σταλινισμού, οπότε η ηρωίδα και η μικρή της κόρη επιστρέφουν στο Μπρνο. Εκεί πλέον βιώνουν τη χαλαρή δεκαετία του ’60, η οποία λήγει με την κατάπνιξη της Άνοιξης της Πράγας από τα σοβιετικά στρατεύματα. Το τέταρτο μέρος αναφέρεται στην κατάρρευση της πρωταγωνίστριας και στην απομάκρυνσή της από τα κοινά, καθώς και στη συναισθηματική απομάκρυνσή της από την κόρη της. Στο τελευταίο, ιδιαίτερα σύντομο, κεφάλαιο η κόρη της ανατρέχει στη ζωή της μητέρας της και, προσπαθώντας να συμφιλιωθεί μαζί της, κάνει έναν απολογισμό της ζωής τους.

Κ.Α.: Παρατηρεί επίσης κανείς πως η συγγραφέας ποσώς ενδιαφέρεται για την εθνικότητα κάθε προσώπου: σημασία έχουν τα βάσανά του, ο καημός του, αυτά που περνάει. Είναι έτσι;

Κ.Τσ.: Το θέμα της συλλογικής ευθύνης είναι αδιανόητο χωρίς την ένταξη σε κάποια ομάδα: εθνική, πολιτική ή θρησκευτική. Η αφήγηση της Γκέρτα στηρίζεται ακριβώς στο θέμα της εθνικότητας, μιας εθνικότητας που δεν επιλέγει η ίδια, καθότι η ίδια είναι δίγλωσση και «διγενής»: Γερμανίδα από την πλευρά του πατέρα, Τσέχα από την πλευρά της μητέρας. Η ηρωίδα στην αφήγησή της αναφέρεται ακριβώς στις παραδοξότητες όλων αυτών των μεταπτώσεων, λόγω της μιας ή της άλλης εθνικότητας που άλλοτε εναρμονίζονται και άλλοτε αλληλοσυγκρούονται. Η Κατερζίνα Τούτσκοβα φροντίζει να μην προβάλει μόνο το άσχημο παιχνίδι που έπαιξε το θέμα της εθνικότητας στην περίπτωση της πρωταγωνίστριας, της Γκέρτα. Μας προσφέρει, μέσα από τις ιστορίες των συμπρωταγωνιστριών της, και άλλες εκδοχές: περιπτώσεις γυναικών που απεκδύθηκαν τη γερμανική τους ταυτότητα κι άλλες που επέλεξαν να τη διατηρήσουν μέχρι το 1989.

Κ.Α.: Για να επιστρέψουμε στην Γκέρτα: είναι μια πολύ δυνατή γυναίκα. Και πολύ ανθεκτική. Πολλές όμως άλλες γυναίκες, είτε ξεψύχησαν από την ταλαιπωρία, είτε επέλεξαν να αυτοκτονήσουν.

Κ.Τσ.: Ναι, η Γκέρτα αποδεικνύεται μια ιδιαίτερα ανθεκτική γυναίκα. Το βασικό της μοτίβο είναι να εξασφαλίσει την επιβίωση της κόρης της, της Μπάρμπορα. Η επιβίωση της Μπάρμπορα αποτελεί το κυρίαρχο κίνητρο, στο οποίο υποτάσσει της υπόλοιπες επιλογές της. Φανταστείτε λοιπόν την έκπληξη και την απογοήτευσή της όταν διαπιστώνει πως η κόρη της δεν εκτιμά, όπως η ίδια ανέμενε, τις θυσίες της και υιοθετεί μια εντελώς διαφορετική στάση ζωής από αυτή της μητέρας της.

Κ.Α.: Τι είναι αυτό που δίνει δύναμη στην ηρωίδα της Τούτσκοβα; Είναι ένα γυναικείο-πρότυπο; Μπορούμε να μιλάμε για γυναικεία-φεμινιστική λογοτεχνία εδώ;

Κ.Τσ.: Η Τούτσκοβα αποτελεί τη σημαντικότερη μορφή της σύγχρονης τσεχικής λογοτεχνίας και τα ζητήματα που επιλέγει να διαπραγματευτεί είναι «γυναικεία θέματα», θέματα-ταμπού, τα οποία προκαλούν στη συνέχεια θυελλώδεις συζητήσεις. Αυτό συνέβη όχι μόνο στην περίπτωση της Γκέρτα, που πρωτοεκδόθηκε το 2009, αλλά και στην περίπτωση των «Θεών της Ζίτκοβα», που εκδόθηκε το 2012 (στα ελληνικά εκδόθηκε το 2019 από τις Εκδόσεις Ίκαρος), όσο και του τελευταίου της μυθιστορήματος «Άσπρο νερό», που εκδόθηκε πέρυσι στην Τσεχία. Στα τρία μεγάλα μυθιστορήματα της Κατερζίνα Τούτσκοβα πρωταγωνιστούν γυναίκες, η ίδια δηλώνει φεμινίστρια, οπότε ναι, μπορούμε να κάνουμε λόγο για φεμινιστική λογοτεχνία. Ωστόσο, τα θέματα που πραγματεύεται δεν απευθύνονται αποκλειστικά σε γυναίκες αλλά σε όλη την κοινωνία.

Κ.Α.: Πέραν της πορείας που έκανε το βιβλίο, και των συζητήσεων που ξεσήκωσε, γνωρίζουν άραγε οι σημερινοί Τσέχοι, και ειδικά οι νέοι, τι συνέβη εκείνο τον καιρό; Επίσης, πιστεύετε ότι πρέπει να γνωρίζουν;

Κ.Τσ.: Αν κρίνω από την εμπειρία μου στα πανεπιστήμια του Μπρνο και της Πράγας, οι περισσότεροι φοιτητές, πόσο μάλλον οι υπόλοιποι, γνωρίζουν ελάχιστα πράγματα για την παρουσία του γερμανικού στοιχείου στην Τσεχία μέχρι το 1945. Χωρίς διάθεση μεμψιμοιρίας για τους σημερινούς νέους, θα έλεγα ότι οι πιο πολλοί δεν ενδιαφέρονται για γεγονότα που συνέβησαν τόσο παλιά… Αυτό συνδέεται με τον τρόπο που εμείς οι δάσκαλοι επικοινωνούμε με τη νεολαία, με τι τρόπο διδάσκουμε την ιστορία, ειδικότερα με τι τρόπο παρουσιάζουμε αμφιλεγόμενα κεφάλαιά της. Όπως και στη χώρα μας έτσι και στην Τσεχία, η διδασκαλία της ιστορίας αντιμετωπίζεται περισσότερο ως μέσο, ως εργαλείο για την εμπέδωση του εθνικού ή του «πατριωτικού» σε εισαγωγικά φρονήματος της νεολαίας κι όχι ως ανεξάρτητη επιστήμη που αποσκοπεί στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης.

Κ.Α.: Σήμερα υπάρχει γερμανική μειονότητα στην Τσεχία;

Κ.Τσ.: Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, λιγότεροι από 40 χιλιάδες από τα 10 εκατομμύρια κατοίκους της Τσεχικής Δημοκρατίας δήλωσαν γερμανικής εθνικότητας. Από αυτούς, περίπου οι μισοί αποτελούν απογόνους των άλλοτε Σουδητών Γερμανών. Οι λίγοι Σουδήτες που δεν εκδιώχτηκαν από την Τσεχοσλοβακία την περίοδο 1945-1946, κι αυτό επειδή ήταν «αποδεδειγμένα» αντιφασίστες ή επειδή λόγω ειδίκευσης κρίθηκαν απαραίτητοι για την τσεχοσλοβάκικη οικονομία, «τσεχοποίησαν» σταδιακά τα επώνυμά τους και αφομοιώθηκαν στην τσεχική κοινωνία. Αυτό το θέμα θίγεται επίσης στην αφήγηση της Γκέρτα.

Κ.Α.: Κύριε Τσίβο, σας ευχαριστώ πολύ!

«Γκέρτα» της Κατερζίνα Τούτσκοβα: Η υπόθεση του βιβλίου

Μάιος του 1945. Οι συμμαχικές δυνάμεις απελευθερώνουν το Μπρνο, τη «συμπρωτεύουσα» της Τσεχίας. Για την Γκέρτα Σνιρχ, κόρη Τσέχας μητέρας και ναζιστή Γερμανού πατέρα, αυτό δεν είναι λύτρωση αλλά καταδίκη. Στιγματισμένη πια ως εχθρός του κράτους, απελαύνεται από την Τσεχοσλοβακία. Με το λίγων μηνών κοριτσάκι της και όσα ρούχα μπορεί να κουβαλήσει στην πλάτη, υποχρεώνεται να ακολουθήσει, μαζί με χιλιάδες άλλους Γερμανούς, μια «πορεία θανάτου» προς τα αυστριακά σύνορα. Την ώρα που εκατοντάδες εκτοπισμένοι πεθαίνουν από τύφο και δυσεντερία, η Γκέρτα, μαζί με λίγες ακόμη Γερμανίδες, γλυτώνει καθώς επιστρατεύεται για καταναγκαστικά έργα. Οι αλλεπάλληλες αδικίες θα την κάνουν πιο δυνατή και αποφασισμένη, στην πολύχρονη αναζήτηση μιας, απ’ ό,τι φαίνεται, αδύνατης συγχώρεσης. Και μια μέρα θα επιστρέψει. Διατρέχοντας δεκαετίες με μια αφήγηση που κόβει την ανάσα, το μυθιστόρημα της Κατερζίνα Τούτσκοβα φωτίζει ένα παραγνωρισμένο ιστορικό επεισόδιο αποκλεισμού και προκατάληψης, ένα δράμα συλλογικής ντροπής και προσωπικής ενοχής, μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας που μεταμορφώνει με το κουράγιο της κάθε ζωή που αγγίζει. Ιδιαίτερα εκείνη της κόρης που αγάπησε και αγωνίστηκε να αναθρέψει στο ασφυκτικό περιβάλλον της διαιρεμένης μεταπολεμικής Ευρώπης και της αναπόφευκτης σύγκρουσης δύο γενιών.

Λίγα λόγια για την Κατερζίνα Τούτσκοβα

Η Kateřina Tučková (Κατερζίνα Τούτσκοβα) είναι Τσέχα συγγραφέας, μεταφράστρια, ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια εκθέσεων. Γεννήθηκε στην πόλη Κούρζιμ της Μοραβίας το 1980. Σπούδασε τσεχική φιλολογία και ιστορία της τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Μάσαρυκ, στο Μπρνο. Διέμενε τότε στη συνοικία Τσέιλ, γνωστή και ως «Μπρονξ του Μπρνο», απ’ όπου είχε ξεκινήσει τον Μάιο του 1945 η «πορεία θανάτου» των εκτοπισμένων Γερμανών, αφετηρία του μυθιστορήματος.

Κατερζίνα Τούτσκοβα
Κατερζίνα Τούτσκοβα © David Konecny

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ